Το όνειρο των αστροφυσικών και των αστροβιολόγων ανέκαθεν ήταν να μπορέσουν στο μέλλον κάποιους από τους πλανήτες και τους δορυφόρους (ουράνια σώματα που βρίσκονται σε τροχιά γύρω από πλανήτες) του Ηλιακού μας Συστήματος, να τους μετατρέψουν σε βιώσιμα περιβάλλοντα για τον Άνθρωπο.
Κακά τα ψέματα μέχρι σήμερα μόνο η Γη έχει τις ιδανικές συνθήκες για την σωστή διαβίωση ενός είδους θηλαστικών που έχει ως βάση της βιολογίας του τον Άνθρακα.
Άρης, Τιτάνας και διάφορα άλλα ουράνια σώματα ναι μεν είναι στο «σωστό» μέγεθος αλλά απέχουν πολύ από το να χαρακτηριστούν ως «φιλικοί» ως προς τα ανθρώπινα όντα.
Όταν οι αστροναύτες επιστρέψουν στη Σελήνη υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να βρουν ζωή εκεί η οποία όμως θα έχει μεταφερθεί από τη Γη εξαιτίας του γεγονότος ότι το ιδιωτικό ρομποτικό ισραηλινό σκάφος Beresheet (Γένεση) που συνετρίβη στο φεγγάρι φέτος τον Απρίλιο, μετέφερ, μεταξύ άλλων, μία αποικία από τα πιο σκληροτράχηλα ζωάκια του πλανήτη μας, τα μικροσκοπικά βραδύπορα. Είναι πολύ πιθανό ότι χιλιάδες τέτοιοι οργανισμοί έχουν ήδη διασκορπιστεί στη Σελήνη.
Πρόκειται επί της ουσίας για ένα πείραμα Γεωμηχανικής (Terraforming) αφού έμβιοι οργανισμοί που επιβιώνουν σε έναν αφιλόξενο πλανήτη μπορούν στο μέλλον (υπό προϋποθέσεις) να μεταλλάξουν τον πλανήτη σε «βιώσιμο» τουλάχιστον για οργανισμούς που έχουν ως βάση τους την βιοχημεία του Άνθρακα.
Η βιοχημεία πάνω στην οποία στηρίζεται ένας οργανισμός έχει μεγάλη σημασία. Πολλοί αστροβιολόγοι θεωρούν ότι αν υπάρχει εξωγήινη ζωή αυτή θα μπορούσε να βασίζεται σε εντελώς διαφορετική βιοχημεία από την δική μας.
Το αμερικανικό Ίδρυμα Arch Mission, που έχει ως στόχο να δημιουργήσει «μπακ-απ» για την απειλούμενη στη Γη ζωή και το οποίο είχε φροντίσει τα βραδύπορα να συμπεριληφθούν στο Beresheet (μαζί με δείγματα ανθρώπινου DNA), ανακοίνωσε ότι πιθανώς αυτά είναι τα μόνα που έχουν επιβιώσει από την καταστροφική πρόσκρουση του σκάφους στην επιφάνεια της Σελήνης. «Το φορτίο μας πιθανώς είναι το μόνο πράγμα που επιβίωσε από εκείνη την αποστολή», δήλωσε ο ιδρυτής του Ιδρύματος, Νόβα Σπάιβακ, στο Wired.
Τα οκτάποδα βραδύπορα (γνωστά και ως «αρκούδες του νερού»), που έχουν μήκος από 0,05 έως 1,2 χιλιοστά, ανακαλύφθηκαν τον 18ο αιώνα και έκτοτε έχουν βρεθεί σχεδόν παντού στη Γη, από τις κορυφές των βουνών και τις ερήμους μέχρι μέσα σε λίμνες της Ανταρκτικής. Έχουν εντυπωσιάσει τους επιστήμονες με την αντοχή τους στις πιο ακραίες συνθήκες θερμοκρασίας (από μείον 200 έως 150 βαθμούς Κελσίου) και πίεσης, ακόμη και στο κενό και στην ακτινοβολία του διαστήματος, όπως έχουν δείξει πειράματα έξω από τον Διεθνή Διαστημικό Σταθμό.
Σε μεγάλο βαθμό η ανθεκτικότητα τους οφείλεται στην ικανότητα τους να συρρικνώνονται σαν μία μικρή αδρανής μπαλίτσα, μεταβάλλοντας τον μεταβολισμό τους και αποβάλλοντας σχεδόν όλο το νερό τους. Όταν ενυδατωθούν ξανά, ακόμη και μετά από δέκα χρόνια ύπνωσης, «ανασταίνονται» και αναπαράγονται κανονικά.
Αν, όντως, τα βραδύπορα άντεξαν την πρόσκρουση του Beresheet στη Σελήνη, μπορούν πιθανότατα να επιβιώσουν εκεί για πολλά χρόνια, αρκετά για να τα βρουν ίσως οι μελλοντικοί αστροναύτες. Όμως, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των επιστημόνων, θα είναι δύσκολο έως αδύνατο να επεκταθούν στο φεγγάρι λόγω της έλλειψης ατμόσφαιρας και υγρού νερού.
Η πιθανότητα επιβίωσης στη Σελήνη εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το αν τη στιγμή της πρόσκρουσης τα βραδύπορα βρίσκονταν σε αδρανή ή όχι κατάσταση. Υπό κανονικές συνθήκες, θα ήταν εύκολο να σκοτωθούν και αυτά. Αν, όμως, βρίσκονται σε κατάσταση αδράνειας και αφυδάτωσης, κάλλιστα μπορεί να επιβίωσαν.
Πάντως, επειδή η Σελήνη θεωρείται ότι δεν έχει ζωή, η Αμερικανική Διαστημική Υπηρεσία (NASA) δεν πολυσκοτίζεται -αντίθετα με την περίπτωση του Άρη όπου μπορεί να υπάρχει ζωή- αν οι άνθρωποι μεταφέρουν μικροοργανισμούς στο φεγγάρι.
Εάν ωστόσο καταφέρουν τα μικρά αυτά πλασματάκια και επιβιώσουν τότε θα είναι ένα πολύ καλό και επιτυχημένο πείραμα που θα μπορεί να χρησιμοποιηθεί στην περίπτωση του Άρη, του Τιτάνα, της Ευρώπης κ.α.
Κακά τα ψέματα μέχρι σήμερα μόνο η Γη έχει τις ιδανικές συνθήκες για την σωστή διαβίωση ενός είδους θηλαστικών που έχει ως βάση της βιολογίας του τον Άνθρακα.
Άρης, Τιτάνας και διάφορα άλλα ουράνια σώματα ναι μεν είναι στο «σωστό» μέγεθος αλλά απέχουν πολύ από το να χαρακτηριστούν ως «φιλικοί» ως προς τα ανθρώπινα όντα.
Όταν οι αστροναύτες επιστρέψουν στη Σελήνη υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να βρουν ζωή εκεί η οποία όμως θα έχει μεταφερθεί από τη Γη εξαιτίας του γεγονότος ότι το ιδιωτικό ρομποτικό ισραηλινό σκάφος Beresheet (Γένεση) που συνετρίβη στο φεγγάρι φέτος τον Απρίλιο, μετέφερ, μεταξύ άλλων, μία αποικία από τα πιο σκληροτράχηλα ζωάκια του πλανήτη μας, τα μικροσκοπικά βραδύπορα. Είναι πολύ πιθανό ότι χιλιάδες τέτοιοι οργανισμοί έχουν ήδη διασκορπιστεί στη Σελήνη.
Πρόκειται επί της ουσίας για ένα πείραμα Γεωμηχανικής (Terraforming) αφού έμβιοι οργανισμοί που επιβιώνουν σε έναν αφιλόξενο πλανήτη μπορούν στο μέλλον (υπό προϋποθέσεις) να μεταλλάξουν τον πλανήτη σε «βιώσιμο» τουλάχιστον για οργανισμούς που έχουν ως βάση τους την βιοχημεία του Άνθρακα.
Η βιοχημεία πάνω στην οποία στηρίζεται ένας οργανισμός έχει μεγάλη σημασία. Πολλοί αστροβιολόγοι θεωρούν ότι αν υπάρχει εξωγήινη ζωή αυτή θα μπορούσε να βασίζεται σε εντελώς διαφορετική βιοχημεία από την δική μας.
Το αμερικανικό Ίδρυμα Arch Mission, που έχει ως στόχο να δημιουργήσει «μπακ-απ» για την απειλούμενη στη Γη ζωή και το οποίο είχε φροντίσει τα βραδύπορα να συμπεριληφθούν στο Beresheet (μαζί με δείγματα ανθρώπινου DNA), ανακοίνωσε ότι πιθανώς αυτά είναι τα μόνα που έχουν επιβιώσει από την καταστροφική πρόσκρουση του σκάφους στην επιφάνεια της Σελήνης. «Το φορτίο μας πιθανώς είναι το μόνο πράγμα που επιβίωσε από εκείνη την αποστολή», δήλωσε ο ιδρυτής του Ιδρύματος, Νόβα Σπάιβακ, στο Wired.
Τα οκτάποδα βραδύπορα (γνωστά και ως «αρκούδες του νερού»), που έχουν μήκος από 0,05 έως 1,2 χιλιοστά, ανακαλύφθηκαν τον 18ο αιώνα και έκτοτε έχουν βρεθεί σχεδόν παντού στη Γη, από τις κορυφές των βουνών και τις ερήμους μέχρι μέσα σε λίμνες της Ανταρκτικής. Έχουν εντυπωσιάσει τους επιστήμονες με την αντοχή τους στις πιο ακραίες συνθήκες θερμοκρασίας (από μείον 200 έως 150 βαθμούς Κελσίου) και πίεσης, ακόμη και στο κενό και στην ακτινοβολία του διαστήματος, όπως έχουν δείξει πειράματα έξω από τον Διεθνή Διαστημικό Σταθμό.
Σε μεγάλο βαθμό η ανθεκτικότητα τους οφείλεται στην ικανότητα τους να συρρικνώνονται σαν μία μικρή αδρανής μπαλίτσα, μεταβάλλοντας τον μεταβολισμό τους και αποβάλλοντας σχεδόν όλο το νερό τους. Όταν ενυδατωθούν ξανά, ακόμη και μετά από δέκα χρόνια ύπνωσης, «ανασταίνονται» και αναπαράγονται κανονικά.
Αν, όντως, τα βραδύπορα άντεξαν την πρόσκρουση του Beresheet στη Σελήνη, μπορούν πιθανότατα να επιβιώσουν εκεί για πολλά χρόνια, αρκετά για να τα βρουν ίσως οι μελλοντικοί αστροναύτες. Όμως, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των επιστημόνων, θα είναι δύσκολο έως αδύνατο να επεκταθούν στο φεγγάρι λόγω της έλλειψης ατμόσφαιρας και υγρού νερού.
Η πιθανότητα επιβίωσης στη Σελήνη εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το αν τη στιγμή της πρόσκρουσης τα βραδύπορα βρίσκονταν σε αδρανή ή όχι κατάσταση. Υπό κανονικές συνθήκες, θα ήταν εύκολο να σκοτωθούν και αυτά. Αν, όμως, βρίσκονται σε κατάσταση αδράνειας και αφυδάτωσης, κάλλιστα μπορεί να επιβίωσαν.
Πάντως, επειδή η Σελήνη θεωρείται ότι δεν έχει ζωή, η Αμερικανική Διαστημική Υπηρεσία (NASA) δεν πολυσκοτίζεται -αντίθετα με την περίπτωση του Άρη όπου μπορεί να υπάρχει ζωή- αν οι άνθρωποι μεταφέρουν μικροοργανισμούς στο φεγγάρι.
Εάν ωστόσο καταφέρουν τα μικρά αυτά πλασματάκια και επιβιώσουν τότε θα είναι ένα πολύ καλό και επιτυχημένο πείραμα που θα μπορεί να χρησιμοποιηθεί στην περίπτωση του Άρη, του Τιτάνα, της Ευρώπης κ.α.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου