Σε όλους έχει τύχει. Κάνουμε νέες γνωριμίες και θέλουμε απλά να τις εντυπωσιάσουμε. Μπορεί να είναι εύκολο να υποκριθούμε ότι γνωρίζουμε για κινηματογράφο, πολιτική ή για τις επιστήμες απλά για να ξεφύγουμε από μια άβολη θέση.
Αλλά αντίθετα απ’ ό,τι πιστεύουμε ότι είναι το λογικό, μια νέα σειρά πέντε ερευνών από το Πανεπιστήμιο Pepperdine δείχνει ότι όσοι παραδέχονται ότι δεν γνωρίζουν κάτι, τείνουν να έχουν στην πραγματικότητα περισσότερες γνώσεις. Αν θέλετε να κάνετε τέτοιους ανθρώπους να σας θεωρήσουν έξυπνους, ίσως το καλύτερο πράγμα που έχετε να πείτε είναι «δεν γνωρίζω».
Πίσω από την διανοητική μετριοφροσύνη
Διανοητική μετριοφροσύνη σημαίνει ότι έχουμε την επίγνωση και την ειλικρίνεια να παραδεχτούμε ότι δεν γνωρίζουμε κάποια πράγματα ή ότι δεν έχουμε αρκετή εμπειρία πάνω σε ένα ζήτημα. Οι επιστήμονες έχουν γενικά συνδέσει την ταπεινοφροσύνη – την αρετή δηλαδή της αναγνώρισης των περιορισμών μας – με περισσότερη ακαδημαϊκή γνώση και καλύτερους βαθμούς. Και αυτό είναι λογικό αν σκεφτούμε ότι χρειάζεται να μάθει κανείς πράγματα για να αποκτήσει επαρκείς γνώσεις σε κάτι.
Αν και ταπεινοφροσύνη είναι το να αναγνωρίζουμε ότι έχουμε αδυναμίες γενικά, η διανοητική μετριοφροσύνη αναφέρεται ειδικότερα στην περίπτωση διανοητικής δυνατότητας σφάλματος. Ένας άνθρωπος είναι διανοητικά ταπεινός όταν συνειδητοποιεί ότι οι ιδέες και οι απόψεις του μπορεί να είναι λανθασμένες. Εδώ εμπλέκεται μια δεκτικότητα στις νέες πληροφορίες, και σύμφωνα με τους ερευνητές, «μια υγιής εξάρτηση ανάμεσα στη νοημοσύνη και στο εγώ».
Οι αλαζόνες, οι μετριόφρονες και οι αλαζόνες-μετριόφρονες
Για την έρευνα, η ομάδα των επιστημόνων έθεσε μια ερώτηση: Υπάρχει κάποιο όφελος γνώσης από την παραδοχή της πιθανότητας λάθους; Για να απαντήσουν, έτρεξαν όχι ένα, ούτε δύο, αλλά πέντε ξεχωριστά πειράματα. 1.200 συμμετέχοντες απάντησαν σε μια σειρά ερωτηματολογίων που εξέταζε τις γνωστικές τους ικανότητες, τις προβλέψεις τους γι΄ αυτές και φυσικά τα επίπεδα διανοητικής μετριοφροσύνης.
Για το τελευταίο κομμάτι, χρησιμοποίησαν διαφορετικές μεθόδους σε διαφορετικές μελέτες για να έχουν μια σφαιρική αντίληψη του ζητήματος. Και οι πέντε έρευνες χρησιμοποιήθηκαν για να εξετάσουν παρελθοντικές γνώσεις, μοτίβα σκέψης, χαρακτηριστικά και κίνητρα.
Η ερευνητική ομάδα βρήκε ότι η διανοητική μετριοφροσύνη συσχετιζόταν με περισσότερες γενικές γνώσεις, αν και όχι με μεγαλύτερες γνωστικές ικανότητες. Δηλαδή οι συμμετέχοντες που ήταν διανοητικά μετριόφρονες δεν ήταν εξυπνότεροι, αλλά έτειναν να γνωρίζουν περισσότερα σε σύγκριση με όσους δεν ήταν.
Οι ερευνητές πιστεύουν ότι αυτό το «προβάδισμα» στη γνώση οφείλεται στο γεγονός ότι η μετριοφροσύνη ανοίγει δρόμο προς την εισροή και τη μάθηση νέων πληροφοριών, δηλαδή καλλιεργεί την περιέργεια, τη δεκτικότητα και την συλλογή. Επίσης, βρέθηκε μια σχέση ανάμεσα στη διανοητική μετριοφροσύνη και στην «κοινωνική επαγρύπνηση», που σημαίνει ότι αυτοί οι άνθρωποι εργάζονται καλύτερα με άλλους.
Αλλά αντίθετα απ’ ό,τι πιστεύουμε ότι είναι το λογικό, μια νέα σειρά πέντε ερευνών από το Πανεπιστήμιο Pepperdine δείχνει ότι όσοι παραδέχονται ότι δεν γνωρίζουν κάτι, τείνουν να έχουν στην πραγματικότητα περισσότερες γνώσεις. Αν θέλετε να κάνετε τέτοιους ανθρώπους να σας θεωρήσουν έξυπνους, ίσως το καλύτερο πράγμα που έχετε να πείτε είναι «δεν γνωρίζω».
Πίσω από την διανοητική μετριοφροσύνη
Διανοητική μετριοφροσύνη σημαίνει ότι έχουμε την επίγνωση και την ειλικρίνεια να παραδεχτούμε ότι δεν γνωρίζουμε κάποια πράγματα ή ότι δεν έχουμε αρκετή εμπειρία πάνω σε ένα ζήτημα. Οι επιστήμονες έχουν γενικά συνδέσει την ταπεινοφροσύνη – την αρετή δηλαδή της αναγνώρισης των περιορισμών μας – με περισσότερη ακαδημαϊκή γνώση και καλύτερους βαθμούς. Και αυτό είναι λογικό αν σκεφτούμε ότι χρειάζεται να μάθει κανείς πράγματα για να αποκτήσει επαρκείς γνώσεις σε κάτι.
Αν και ταπεινοφροσύνη είναι το να αναγνωρίζουμε ότι έχουμε αδυναμίες γενικά, η διανοητική μετριοφροσύνη αναφέρεται ειδικότερα στην περίπτωση διανοητικής δυνατότητας σφάλματος. Ένας άνθρωπος είναι διανοητικά ταπεινός όταν συνειδητοποιεί ότι οι ιδέες και οι απόψεις του μπορεί να είναι λανθασμένες. Εδώ εμπλέκεται μια δεκτικότητα στις νέες πληροφορίες, και σύμφωνα με τους ερευνητές, «μια υγιής εξάρτηση ανάμεσα στη νοημοσύνη και στο εγώ».
Οι αλαζόνες, οι μετριόφρονες και οι αλαζόνες-μετριόφρονες
Για την έρευνα, η ομάδα των επιστημόνων έθεσε μια ερώτηση: Υπάρχει κάποιο όφελος γνώσης από την παραδοχή της πιθανότητας λάθους; Για να απαντήσουν, έτρεξαν όχι ένα, ούτε δύο, αλλά πέντε ξεχωριστά πειράματα. 1.200 συμμετέχοντες απάντησαν σε μια σειρά ερωτηματολογίων που εξέταζε τις γνωστικές τους ικανότητες, τις προβλέψεις τους γι΄ αυτές και φυσικά τα επίπεδα διανοητικής μετριοφροσύνης.
Για το τελευταίο κομμάτι, χρησιμοποίησαν διαφορετικές μεθόδους σε διαφορετικές μελέτες για να έχουν μια σφαιρική αντίληψη του ζητήματος. Και οι πέντε έρευνες χρησιμοποιήθηκαν για να εξετάσουν παρελθοντικές γνώσεις, μοτίβα σκέψης, χαρακτηριστικά και κίνητρα.
Η ερευνητική ομάδα βρήκε ότι η διανοητική μετριοφροσύνη συσχετιζόταν με περισσότερες γενικές γνώσεις, αν και όχι με μεγαλύτερες γνωστικές ικανότητες. Δηλαδή οι συμμετέχοντες που ήταν διανοητικά μετριόφρονες δεν ήταν εξυπνότεροι, αλλά έτειναν να γνωρίζουν περισσότερα σε σύγκριση με όσους δεν ήταν.
Οι ερευνητές πιστεύουν ότι αυτό το «προβάδισμα» στη γνώση οφείλεται στο γεγονός ότι η μετριοφροσύνη ανοίγει δρόμο προς την εισροή και τη μάθηση νέων πληροφοριών, δηλαδή καλλιεργεί την περιέργεια, τη δεκτικότητα και την συλλογή. Επίσης, βρέθηκε μια σχέση ανάμεσα στη διανοητική μετριοφροσύνη και στην «κοινωνική επαγρύπνηση», που σημαίνει ότι αυτοί οι άνθρωποι εργάζονται καλύτερα με άλλους.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου