805 ΧΟ. ἆρ᾽ αἰσθάνει πλεῖστα δι᾽ ἡμᾶς ἀγάθ᾽ αὐτίχ᾽ ἕξων [ἀντ.]
μόνας θεῶν; ὡς
ἕτοιμος ὅδ᾽ ἐστὶν ἅπαντα δρᾶν
ὅσ᾽ ἂν κελεύῃς.
810 σὺ δ᾽ ἀνδρὸς ἐκπεπληγμένου καὶ φανερῶς ἐπηρμένου
γνοὺς ἀπολάψεις, ὅ τι πλεῖστον δύνασαι,
ταχέως· φιλεῖ γάρ πως τὰ τοιαῦθ᾽ ἑτέρᾳ τρέπεσθαι.
ΣΤ. οὔτοι μὰ τὴν Ὁμίχλην ἔτ᾽ ἐνταυθοῖ μενεῖς·
815 ἀλλ᾽ ἔσθι᾽ ἐλθὼν τοὺς Μεγακλέους κίονας.
ΦΕ. ὦ δαιμόνιε, τί χρῆμα πάσχεις, ὦ πάτερ;
οὐκ εὖ φρονεῖς μὰ τὸν Δία τὸν Ὀλύμπιον.
ΣΤ. ἰδού γ᾽ ἰδού, Δί᾽ Ὀλύμπιον· τῆς μωρίας·
τὸν Δία νομίζειν ὄντα τηλικουτονί.
820 ΦΕ. τί δὲ τοῦτ᾽ ἐγέλασας ἐτεόν; ΣΤ. ἐνθυμούμενος
ὅτι παιδάριον εἶ καὶ φρονεῖς ἀρχαιικά.
ὅμως γε μὴν πρόσελθ᾽, ἵν᾽ εἰδῇς πλείονα,
καί σοι φράσω τι πρᾶγμ᾽ ὃ μαθὼν ἀνὴρ ἔσει.
ὅπως δὲ τοῦτο μὴ διδάξεις μηδένα.
825 ΦΕ. ἰδού· τί ἐστιν; ΣΤ. ὤμοσας νυνδὴ Δία.
ΦΕ. ἔγωγ᾽. ΣΤ. ὁρᾷς οὖν ὡς ἀγαθὸν τὸ μανθάνειν;
οὐκ ἔστιν, ὦ Φειδιππίδη, Ζεύς. ΦΕ. ἀλλὰ τίς;
ΣΤ. Δῖνος βασιλεύει τὸν Δί᾽ ἐξεληλακώς.
ΦΕ. αἰβοῖ, τί ληρεῖς; ΣΤ. ἴσθι τοῦθ᾽ οὕτως ἔχον.
830 ΦΕ. τίς φησι ταῦτα; ΣΤ. Σωκράτης ὁ Μήλιος
καὶ Χαιρεφῶν, ὃς οἶδε τὰ ψυλλῶν ἴχνη.
ΦΕ. σὺ δ᾽ εἰς τοσοῦτο τῶν μανιῶν ἐλήλυθας
ὥστ᾽ ἀνδράσιν πείθει χολῶσιν; ΣΤ. εὐστόμει
καὶ μηδὲν εἴπῃς φλαῦρον ἄνδρας δεξιοὺς
835 καὶ νοῦν ἔχοντας· ὧν ὑπὸ τῆς φειδωλίας
ἀπεκείρατ᾽ οὐδεὶς πώποτ᾽ οὐδ᾽ ἠλείψατο,
οὐδ᾽ εἰς βαλανεῖον ἦλθε λουσόμενος· σὺ δὲ
ὥσπερ τεθνεῶτος καταλούει μου τὸν βίον.
ἀλλ᾽ ὡς τάχιστ᾽ ἐλθὼν ὑπὲρ ἐμοῦ μάνθανε.
***
ΧΟΡ., στο Σωκράτη, την ώρα που αυτός μπαίνει στο σπουδαστήριο.
Ποιός άλλος θεός τόσ᾽ αγαθά σου δίνει; Εμείς μονάχα.
Τώρα σε λίγο θα το δεις·
έτοιμος είν᾽ αυτός εδώ
να κάμει εκείνα που θα πεις·
είν᾽ έξαλλος και φανερά πια ο νους του πήρε αέρα.
810 Κατάλαβέ τον κι άρμεχ᾽ τον ευθύς όσο βολεί·
γιατί τα τέτοια δε βαστούν πολύ.
ΣΤΡ., βγαίνοντας από το σπίτι του μαζί με το γιο του.
Α, θα σε διώξω πια μά την Ομίχλη·
του Μεγακλή άντε μάσα τις κολώνες.
ΦΕΙ. Ευλογημένε· τί έπαθες, πατέρα;
Μά τον Ολύμπιο Δία θα τα ᾽χεις χάσει.
ΣΤΡ. Ολύμπιο Δία! Ορίστε! Τί βλακείες!
Τόσο χρονώ και να πιστεύει Δία!
820 ΦΕΙ. Γελάς γι᾽ αυτό; ΣΤΡ. Να μη γελώ; Είσαι νήπιο
και παλαιικές ιδέες έχεις στο νου σου.
Έλα κοντά να σε φωτίσω· αν μάθεις
αυτό που θα σου πω, θα γίνεις άντρας.
Αλλά το νου σου, μην το μάθει κι άλλος.
ΦΕΙ. Νά με· τί τρέχει; ΣΤΡ. Ορκίστηκες στο Δία.
ΦΕΙ. Ναι. ΣΤΡ. Η μάθηση λοιπόν τί αξίζει βλέπεις;
Δίας δεν υπάρχει. ΦΕΙ. Μπα! Και ποιός υπάρχει;
ΣΤΡ. Ο Ρούφουλας, που εκθρόνισε το Δία.
ΦΕΙ. Βλακείες. ΣΤΡ. Έτσι είναι, ξέρε το. ΦΕΙ. Και ποιός
830 τα λέει αυτά; ΣΤΡ. Ο Σωκράτης ο Μηλιός
κι ο ψυλλοαχναρολόγος Χαιρεφώντας.
ΦΕΙ. Και τόσο εσύ τρελάθηκες, που δίνεις
πίστη σε παλαβούς; ΣΤΡ. Τη γλώσσα κράτα·
μην πεις κακό για ανθρώπους μυαλωμένους·
για οικονομία, απ᾽ την πολλή ξυπνάδα,
δεν είδανε ποτέ λουτρό ή κουρείο
ούτε αλοιφή, ενώ συ, νεκρός σα να ᾽μαι,
όλο το βιος μού το ᾽χεις ξεπαστρέψει.
Τρέξε και γράψου μαθητής για μένα.
μόνας θεῶν; ὡς
ἕτοιμος ὅδ᾽ ἐστὶν ἅπαντα δρᾶν
ὅσ᾽ ἂν κελεύῃς.
810 σὺ δ᾽ ἀνδρὸς ἐκπεπληγμένου καὶ φανερῶς ἐπηρμένου
γνοὺς ἀπολάψεις, ὅ τι πλεῖστον δύνασαι,
ταχέως· φιλεῖ γάρ πως τὰ τοιαῦθ᾽ ἑτέρᾳ τρέπεσθαι.
ΣΤ. οὔτοι μὰ τὴν Ὁμίχλην ἔτ᾽ ἐνταυθοῖ μενεῖς·
815 ἀλλ᾽ ἔσθι᾽ ἐλθὼν τοὺς Μεγακλέους κίονας.
ΦΕ. ὦ δαιμόνιε, τί χρῆμα πάσχεις, ὦ πάτερ;
οὐκ εὖ φρονεῖς μὰ τὸν Δία τὸν Ὀλύμπιον.
ΣΤ. ἰδού γ᾽ ἰδού, Δί᾽ Ὀλύμπιον· τῆς μωρίας·
τὸν Δία νομίζειν ὄντα τηλικουτονί.
820 ΦΕ. τί δὲ τοῦτ᾽ ἐγέλασας ἐτεόν; ΣΤ. ἐνθυμούμενος
ὅτι παιδάριον εἶ καὶ φρονεῖς ἀρχαιικά.
ὅμως γε μὴν πρόσελθ᾽, ἵν᾽ εἰδῇς πλείονα,
καί σοι φράσω τι πρᾶγμ᾽ ὃ μαθὼν ἀνὴρ ἔσει.
ὅπως δὲ τοῦτο μὴ διδάξεις μηδένα.
825 ΦΕ. ἰδού· τί ἐστιν; ΣΤ. ὤμοσας νυνδὴ Δία.
ΦΕ. ἔγωγ᾽. ΣΤ. ὁρᾷς οὖν ὡς ἀγαθὸν τὸ μανθάνειν;
οὐκ ἔστιν, ὦ Φειδιππίδη, Ζεύς. ΦΕ. ἀλλὰ τίς;
ΣΤ. Δῖνος βασιλεύει τὸν Δί᾽ ἐξεληλακώς.
ΦΕ. αἰβοῖ, τί ληρεῖς; ΣΤ. ἴσθι τοῦθ᾽ οὕτως ἔχον.
830 ΦΕ. τίς φησι ταῦτα; ΣΤ. Σωκράτης ὁ Μήλιος
καὶ Χαιρεφῶν, ὃς οἶδε τὰ ψυλλῶν ἴχνη.
ΦΕ. σὺ δ᾽ εἰς τοσοῦτο τῶν μανιῶν ἐλήλυθας
ὥστ᾽ ἀνδράσιν πείθει χολῶσιν; ΣΤ. εὐστόμει
καὶ μηδὲν εἴπῃς φλαῦρον ἄνδρας δεξιοὺς
835 καὶ νοῦν ἔχοντας· ὧν ὑπὸ τῆς φειδωλίας
ἀπεκείρατ᾽ οὐδεὶς πώποτ᾽ οὐδ᾽ ἠλείψατο,
οὐδ᾽ εἰς βαλανεῖον ἦλθε λουσόμενος· σὺ δὲ
ὥσπερ τεθνεῶτος καταλούει μου τὸν βίον.
ἀλλ᾽ ὡς τάχιστ᾽ ἐλθὼν ὑπὲρ ἐμοῦ μάνθανε.
***
ΧΟΡ., στο Σωκράτη, την ώρα που αυτός μπαίνει στο σπουδαστήριο.
Ποιός άλλος θεός τόσ᾽ αγαθά σου δίνει; Εμείς μονάχα.
Τώρα σε λίγο θα το δεις·
έτοιμος είν᾽ αυτός εδώ
να κάμει εκείνα που θα πεις·
είν᾽ έξαλλος και φανερά πια ο νους του πήρε αέρα.
810 Κατάλαβέ τον κι άρμεχ᾽ τον ευθύς όσο βολεί·
γιατί τα τέτοια δε βαστούν πολύ.
ΣΤΡ., βγαίνοντας από το σπίτι του μαζί με το γιο του.
Α, θα σε διώξω πια μά την Ομίχλη·
του Μεγακλή άντε μάσα τις κολώνες.
ΦΕΙ. Ευλογημένε· τί έπαθες, πατέρα;
Μά τον Ολύμπιο Δία θα τα ᾽χεις χάσει.
ΣΤΡ. Ολύμπιο Δία! Ορίστε! Τί βλακείες!
Τόσο χρονώ και να πιστεύει Δία!
820 ΦΕΙ. Γελάς γι᾽ αυτό; ΣΤΡ. Να μη γελώ; Είσαι νήπιο
και παλαιικές ιδέες έχεις στο νου σου.
Έλα κοντά να σε φωτίσω· αν μάθεις
αυτό που θα σου πω, θα γίνεις άντρας.
Αλλά το νου σου, μην το μάθει κι άλλος.
ΦΕΙ. Νά με· τί τρέχει; ΣΤΡ. Ορκίστηκες στο Δία.
ΦΕΙ. Ναι. ΣΤΡ. Η μάθηση λοιπόν τί αξίζει βλέπεις;
Δίας δεν υπάρχει. ΦΕΙ. Μπα! Και ποιός υπάρχει;
ΣΤΡ. Ο Ρούφουλας, που εκθρόνισε το Δία.
ΦΕΙ. Βλακείες. ΣΤΡ. Έτσι είναι, ξέρε το. ΦΕΙ. Και ποιός
830 τα λέει αυτά; ΣΤΡ. Ο Σωκράτης ο Μηλιός
κι ο ψυλλοαχναρολόγος Χαιρεφώντας.
ΦΕΙ. Και τόσο εσύ τρελάθηκες, που δίνεις
πίστη σε παλαβούς; ΣΤΡ. Τη γλώσσα κράτα·
μην πεις κακό για ανθρώπους μυαλωμένους·
για οικονομία, απ᾽ την πολλή ξυπνάδα,
δεν είδανε ποτέ λουτρό ή κουρείο
ούτε αλοιφή, ενώ συ, νεκρός σα να ᾽μαι,
όλο το βιος μού το ᾽χεις ξεπαστρέψει.
Τρέξε και γράψου μαθητής για μένα.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου