Ο Διάλογος ενός πωλητή ημερολογίων και ενός περαστικού, ο οποίος δημοσιεύτηκε στο έργο Μικρά ηθικά το 1834, πραγματεύεται μία από τις κεντρικές έννοιες της σκέψης του Λεοπάρντι, η δυστυχία του παρόντος που αντιπροσωπεύεται από τον περαστικό, ενώπιον της ψευδαίσθησης, από την οποία κρατιέται ο πωλητής ημερολογίων, για ένα καλύτερο μέλλον που καθιστά ανεκτή τη ριζική δυστυχία της ανθρώπινης κατάστασης.
Πωλητής: Ημερολόγια, νέα ημερολόγια- νέοι καζαμίες. Θέλετε, κύριε, ημερολόγια;
Περαστικός: Ημερολόγια για τη νέα χρονιά:
Πωλητής: Ναι. κύριε.
Περαστικός: Πιστεύετε ότι θα είναι ευτυχισμένη η νέα χρονιά;
Πωλητής: Ω, εντιμότατε, ναι, ασφαλώς.
Περαστικός: Όπως η χρονιά που πέρασε;
Πωλητής: Πιο πολύ, πιο πολύ, εντιμότατε.
Περαστικός: Μα πώς; Δεν θα σας άρεσε η νέα χρονιά να είναι σαν κάποια από τις τελευταίες χρονιές;
Πωλητής: Όχι, κύριε, δεν θα μου άρεσε.
Περαστικός: Πόσες νέες χρονιές πέρασαν από τότε που αρχίσατε να πουλάτε ημερολόγια;
Πωλητής: θα πάνε είκοσι χρόνια τώρα, εντιμότατε.
Περαστικός: Σε ποια από αυτές τις χρονιές θα θέλατε να μοιάζει η χρονιά που έρχεται;
Πωλητής: Εγώ; Δεν ξέρω.
Περαστικός: Δεν θυμάστε κάποια χρονιά ιδιαίτερα, που σας φάνηκε ευτυχισμένη;
Πωλητής: Στ’ αλήθεια όχι, εντιμότατε.
Περαστικός: Η ζωή ωστόσο είναι ένα όμορφο πράγμα. Έτσι δεν είναι;
Πωλητής: Αυτό είναι γνωστό.
Περαστικός: Δεν θα επιστρέφατε πίσω να ζήσετε εκείνα τα είκοσι χρόνια, και όλο το παρελθόν, ξεκινώντας από τότε που γεννηθήκατε;
Πωλητής: Ε, αγαπητέ κύριε, αν ήταν θέλημα θεού, που έχει τη δύναμη να το κάνει.
Περαστικός: Αν έπρεπε να ξανακάνετε τη ζωή που κάνατε, ούτε περισσότερο ούτε λιγότερο, με όλες τις χαρές και τις λύπες που περάσατε;
Πωλητής: Αυτό δεν θα το ήθελα.
Περαστικός: Ω, και ποια άλλη ζωή θα θέλατε να ξανακάνετε:
Τη ζωή που έκανα εγώ, ή εκείνη του ηγεμόνα, ή κάποια άλλη;
Ή μήπως δεν πιστεύετε πως εγώ, ή ο ηγεμόνας, ή οποιοσδήποτε άλλος θα απαντούσε ακριβώς όπως εσείς· και πως αν έπρεπε να κάνει την ίδια ζωή που έκανε, κανείς δεν θα ήθελε να γυρίσει πίσω;
Πωλητής: Το πιστεύω αυτό.
Περαστικός: Ούτε και εσείς θα γυρνούσατε πίσω υπ’ αυτόν τον όρο, αν δεν μπορούσατε αλλιώς;
Πωλητής: Κύριε, όχι στ’ αλήθεια, δεν θα επέστρεφα.
Περαστικός: Τι ζωή θα θέλατε, λοιπόν;
Πωλητής: Θα ήθελα μια ζωή έτσι όπως ο θεός μου τη στέλνει, χωρίς άλλους όρους.
Περαστικός Μια ζωή τυχαία, που να μην ξέρετε τι υπάρχει παρακάτω, όπως δεν ξέρετε για τη νέα χρονιά;
Πωλητής: Ακριβώς.
Περαστικός: Έτσι θα ήθελα και εγώ αν έπρεπε να ξαναζήσω, έτσι και όλοι. Αυτό όμως είναι σημάδι ότι η τύχη, μέχρι αυτή τη χρονιά, φέρθηκε σε όλους άσχημα. Είναι σαφές ότι ο καθένας έχει την άποψη ότι το βάρος που του έλαχε ήταν περισσότερο ή είχε μεγαλύτερη βαρύτητα, παρά το καλό- αν υπό τον όρο να έχει ξανά μια ζωή εξαρχής, με όλα της τα καλά και τα κακά, κανείς δεν θα ήθελε να ξαναγεννηθεί. Αυτή η ζωή που είναι ένα ωραίο πράγμα, δεν είναι η ζωή που γνωρίζουμε, αλλά εκείνη που δεν γνωρίζουμε- όχι την περασμένη ζωή, αλλά τη μελλοντική. Με τη νέα χρονιά, η τύχη θα αρχίσει να φέρεται καλά σε εσάς και σε εμένα και σε όλους τους άλλους, και θα αρχίσει η χαρούμενη ζωή. Έτσι δεν είναι;
Πωλητής: Ας ελπίσουμε.
Περαστικός: Επομένως, δώστε μου το πιο ωραίο ημερολόγιο που έχετε.
Πωλητής: Ορίστε, εντιμότατε. Αυτό κοστίζει τριάντα φλουριά.
Περαστικός: Ορίστε, τριάντα φλουριά.
Πωλητής: Ευχαριστώ, εντιμότατε. Εις το επανιδείν. Ημερολόγια, νέα ημερολόγια· νέοι καζαμίες.
GIACOMO LEOPARDI
Πωλητής: Ημερολόγια, νέα ημερολόγια- νέοι καζαμίες. Θέλετε, κύριε, ημερολόγια;
Περαστικός: Ημερολόγια για τη νέα χρονιά:
Πωλητής: Ναι. κύριε.
Περαστικός: Πιστεύετε ότι θα είναι ευτυχισμένη η νέα χρονιά;
Πωλητής: Ω, εντιμότατε, ναι, ασφαλώς.
Περαστικός: Όπως η χρονιά που πέρασε;
Πωλητής: Πιο πολύ, πιο πολύ, εντιμότατε.
Περαστικός: Μα πώς; Δεν θα σας άρεσε η νέα χρονιά να είναι σαν κάποια από τις τελευταίες χρονιές;
Πωλητής: Όχι, κύριε, δεν θα μου άρεσε.
Περαστικός: Πόσες νέες χρονιές πέρασαν από τότε που αρχίσατε να πουλάτε ημερολόγια;
Πωλητής: θα πάνε είκοσι χρόνια τώρα, εντιμότατε.
Περαστικός: Σε ποια από αυτές τις χρονιές θα θέλατε να μοιάζει η χρονιά που έρχεται;
Πωλητής: Εγώ; Δεν ξέρω.
Περαστικός: Δεν θυμάστε κάποια χρονιά ιδιαίτερα, που σας φάνηκε ευτυχισμένη;
Πωλητής: Στ’ αλήθεια όχι, εντιμότατε.
Περαστικός: Η ζωή ωστόσο είναι ένα όμορφο πράγμα. Έτσι δεν είναι;
Πωλητής: Αυτό είναι γνωστό.
Περαστικός: Δεν θα επιστρέφατε πίσω να ζήσετε εκείνα τα είκοσι χρόνια, και όλο το παρελθόν, ξεκινώντας από τότε που γεννηθήκατε;
Πωλητής: Ε, αγαπητέ κύριε, αν ήταν θέλημα θεού, που έχει τη δύναμη να το κάνει.
Περαστικός: Αν έπρεπε να ξανακάνετε τη ζωή που κάνατε, ούτε περισσότερο ούτε λιγότερο, με όλες τις χαρές και τις λύπες που περάσατε;
Πωλητής: Αυτό δεν θα το ήθελα.
Περαστικός: Ω, και ποια άλλη ζωή θα θέλατε να ξανακάνετε:
Τη ζωή που έκανα εγώ, ή εκείνη του ηγεμόνα, ή κάποια άλλη;
Ή μήπως δεν πιστεύετε πως εγώ, ή ο ηγεμόνας, ή οποιοσδήποτε άλλος θα απαντούσε ακριβώς όπως εσείς· και πως αν έπρεπε να κάνει την ίδια ζωή που έκανε, κανείς δεν θα ήθελε να γυρίσει πίσω;
Πωλητής: Το πιστεύω αυτό.
Περαστικός: Ούτε και εσείς θα γυρνούσατε πίσω υπ’ αυτόν τον όρο, αν δεν μπορούσατε αλλιώς;
Πωλητής: Κύριε, όχι στ’ αλήθεια, δεν θα επέστρεφα.
Περαστικός: Τι ζωή θα θέλατε, λοιπόν;
Πωλητής: Θα ήθελα μια ζωή έτσι όπως ο θεός μου τη στέλνει, χωρίς άλλους όρους.
Περαστικός Μια ζωή τυχαία, που να μην ξέρετε τι υπάρχει παρακάτω, όπως δεν ξέρετε για τη νέα χρονιά;
Πωλητής: Ακριβώς.
Περαστικός: Έτσι θα ήθελα και εγώ αν έπρεπε να ξαναζήσω, έτσι και όλοι. Αυτό όμως είναι σημάδι ότι η τύχη, μέχρι αυτή τη χρονιά, φέρθηκε σε όλους άσχημα. Είναι σαφές ότι ο καθένας έχει την άποψη ότι το βάρος που του έλαχε ήταν περισσότερο ή είχε μεγαλύτερη βαρύτητα, παρά το καλό- αν υπό τον όρο να έχει ξανά μια ζωή εξαρχής, με όλα της τα καλά και τα κακά, κανείς δεν θα ήθελε να ξαναγεννηθεί. Αυτή η ζωή που είναι ένα ωραίο πράγμα, δεν είναι η ζωή που γνωρίζουμε, αλλά εκείνη που δεν γνωρίζουμε- όχι την περασμένη ζωή, αλλά τη μελλοντική. Με τη νέα χρονιά, η τύχη θα αρχίσει να φέρεται καλά σε εσάς και σε εμένα και σε όλους τους άλλους, και θα αρχίσει η χαρούμενη ζωή. Έτσι δεν είναι;
Πωλητής: Ας ελπίσουμε.
Περαστικός: Επομένως, δώστε μου το πιο ωραίο ημερολόγιο που έχετε.
Πωλητής: Ορίστε, εντιμότατε. Αυτό κοστίζει τριάντα φλουριά.
Περαστικός: Ορίστε, τριάντα φλουριά.
Πωλητής: Ευχαριστώ, εντιμότατε. Εις το επανιδείν. Ημερολόγια, νέα ημερολόγια· νέοι καζαμίες.
GIACOMO LEOPARDI
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου