Στην αρχή του έβδομου βιβλίο από τα «Ηθικά Νικομάχεια» ο Αριστοτέλης αναφερόμενος στη φιλία τη χαρακτηρίζει ως το σπουδαιότερο αγαθό που μπορεί να έχει ο άνθρωπος: «Πραγματικά, κανένας δε θα επέλεγε να ζει δίχως φίλους, κι ας είχε όλα τα υπόλοιπα αγαθά. Ακόμη και οι πλούσιοι άνθρωποι, όπως κι αυτοί που έχουν αξιώματα και εξουσία, έχουν –όλος ο κόσμος το πιστεύει– ιδιαίτερα μεγάλη ανάγκη από φίλους» (1155a 1, 3-6).
Η φιλία τίθεται από θέση αρχής ως ύψιστο ιδανικό, ως υπέρτατη πηγή ευτυχίας που ξεπερνά κάθε πλούτο και κάθε αξίωμα. Με δεδομένο ότι ο άνθρωπος είναι από τη φύση του κοινωνικό ον θα έλεγε κανείς ότι η φιλία είναι η εκ φύσεως ολοκλήρωσή του, δηλαδή το αποκορύφωμα της χαράς που μόνο η ανθρώπινη συναναστροφή μπορεί να προσφέρει. Η σημασία της είναι τόσο καθοριστική που ξεπερνά ακόμη και τη δικαιοσύνη: «Αν οι άνθρωποι είναι φίλοι μεταξύ τους, δεν έχουν ανάγκη τη δικαιοσύνη, ενώ αν είναι δίκαιοι, χρειάζονται επιπλέον και τη φιλία, και η πιο γνήσια μορφή δικαιοσύνης θεωρείται πως έχει όλα τα χαρακτηριστικά της φιλίας» (1155a 1, 28-31).
Σε τελική ανάλυση, η φιλία είναι και το βασικότερο μέλημα του νομοθέτη, που θέλει να εξασφαλίσει την ομόνοια στην πόλη: «Φαίνεται επίσης ότι η φιλία συνέχει και τις πόλεις, και οι νομοθέτες νοιάζονται πιο πολύ γι’ αυτήν παρά για τη δικαιοσύνη (πολύ φυσικό, αφού η ομόνοια φαίνεται πως είναι κάτι παρόμοιο με τη φιλία): αυτήν επιθυμούν κατά κύριο λόγο, και κοιτάζουν κατά κύριο λόγο να διώξουν από την πόλη τη διχόνοια, που τι άλλο είναι παρά μίσος και έχθρα;» (1155a 1, 23-28).
Από αυτή την άποψη, θα έλεγε κανείς ότι η πόλη που όλοι οι πολίτες είναι φίλοι μεταξύ τους θα ήταν η πλέον ιδανική, αφού θα εκπλήρωνε την ύψιστη ομόνοια. Μια τέτοια πόλη δε θα χρειαζότανε δικαιοσύνη, καθώς, από θέση αρχής, η αδικία θα είχε εξαλειφθεί. Η ονειρική εκδοχή της αδιαπραγμάτευτης καθολικής φιλίας δεν είναι παρά η πληρέστερη ευτυχία και σε ατομικό και σε συλλογικό επίπεδο. Φυσικά, κάτι τέτοιο δε φαίνεται ρεαλιστικό να συμβεί. Η πόλη αυτή θα παραμείνει μια ευσεβής ουτοπία.
Διερευνώντας την έννοια της φιλίας ο Αριστοτέλης καταλήγει ότι οι λόγοι που γεννούν τη φιλία στους ανθρώπους είναι τρεις: «δεν φαίνεται να κινεί την αγάπη και να γεννάει τη φιλία το καθετί, παρά μόνο αυτό που είναι άξιο να αγαπηθεί και να προκαλέσει τη φιλία, και κάτι τέτοιο φαίνεται πως είναι το αγαθό, το ευχάριστο και το χρήσιμο» (1155b 2, 21-23).
Κατ’ επέκταση, τρία είναι και τα είδη της φιλίας που θα προκύψουν ανάλογα με τα κίνητρα που έχει κανείς: «Τρία, επομένως, είδη φιλίας υπάρχουν, ακριβώς όσα είναι και τα πράγματα που είναι άξια να αγαπηθούν. Πραγματικά, στην καθεμιά από τις τρεις αυτές περιπτώσεις υπάρχει φανερή αμοιβαία αγάπη, και αυτοί που αγαπούν ο ένας τον άλλον θέλουν ο ένας το καλό του άλλου για το λόγο ακριβώς που ο ένας αγαπάει τον άλλον» (1156a 3, 8-11).
Από τη στιγμή που τα κίνητρα της φιλίας είναι το χρήσιμο δημιουργείται ένα είδος φιλίας διαφορετικό από εκείνο που ορίζεται από την ευχαρίστηση, πολύ περισσότερο από το είδος της φιλίας που προκύπτει από το αγαθό. Τα πρώτα δύο είδη φιλίας (της χρησιμότητας και της ευχαρίστησης) παρουσιάζουν ομοιότητες κυρίως ως προς το εύθραυστο της διάρκειάς τους, ακριβώς επειδή η αγάπη που τις υποκινεί κρίνεται επίσης ασταθής: «Αυτοί λοιπόν που αγαπούν ο ένας τον άλλον και γίνονται φίλοι για τη χρησιμότητα, δεν αγαπούν τον άλλον καθεαυτόν, αλλά για το αγαθό που μπορεί να πάρουν από αυτόν. Το ίδιο και στην περίπτωση που οι άνθρωποι αγαπούν ο ένας τον άλλον και γίνονται φίλοι για χάρη της ευχαρίστησης· πραγματικά, οι άνθρωποι αγαπούν τους χαριτολόγους όχι για το χαρακτήρα τους, αλλά γιατί τους είναι ευχάριστοι» (1156a 3, 12-17).
Ασφαλώς, πρόκειται για φιλίες κατώτερης ποιότητας. Πρόκειται για σχέσεις που η βάση τους είναι συμφεροντολογική. Μοιραία διαρκούν όσο διαρκεί και το συμφέρον που τις στηρίζει. Στην ουσία δεν είναι φιλίες, αλλά εφήμερες σχέσεις, άκρως επιφανειακές, που έχουν να κάνουν με την εξυπηρέτηση κάποιας ανάγκης, που εκ των προτέρων έχει ημερομηνία λήξης. Κι όσο πιο μεγάλο είναι το συμφέρον, τόσο περισσότερο εκφυλίζεται και η έννοια της φιλίας.
Οι άνθρωποι που παρουσιάζονται ως φίλοι μόνο και μόνο για να αναρριχηθούν επαγγελματικά ή για να εξασφαλίσουν οικονομικά οφέλη όχι μόνο δεν εκπληρώνουν τις προϋποθέσεις της φιλίας, αλλά ως ένα βαθμό μπορούν να κριθούν κι επικίνδυνοι. Αν αλλάξει ο άνεμος των συμφερόντων ενδέχεται να γίνουν πρόθυμοι ακόμη και να στραφούν ενάντια στους πρώην «φίλους» τους. Η φιλία δεν έχει καμία σχέση με τέτοιους ανθρώπους.
Ο Αριστοτέλης είναι σαφής: «Αυτές λοιπόν οι φιλίες είναι φιλίες για ένα λόγο συμπτωματικό, αφού το πρόσωπο που αγαπιέται δεν αγαπιέται επειδή είναι αυτό που είναι, αλλά επειδή εξασφαλίζει σ’ αυτόν που το αγαπάει κάποιο αγαθό ή κάποια ευχαρίστηση. Ε, αυτού του είδους οι φιλίες διαλύονται εύκολα, αν τα δύο μέρη δεν παραμένουν αυτό που ήταν· πραγματικά, αν ο ένας δεν είναι πια ευχάριστος ή χρήσιμος στον άλλον, ο άλλος παύει να τον αγαπάει. Το χρήσιμο όμως δε μένει σταθερά το ίδιο, αλλά συνεχώς αλλάζει. Αν λοιπόν λείψει ο λόγος για τον οποίο τα δύο αυτά άτομα ήταν φίλοι, διαλύεται και η φιλία, αφού η φιλία τους είχε δημιουργηθεί μόνο για το συγκεκριμένο λόγο» (1156a 3, 19-27).
Ο Αριστοτέλης είναι σαφής: «Αυτές λοιπόν οι φιλίες είναι φιλίες για ένα λόγο συμπτωματικό, αφού το πρόσωπο που αγαπιέται δεν αγαπιέται επειδή είναι αυτό που είναι, αλλά επειδή εξασφαλίζει σ’ αυτόν που το αγαπάει κάποιο αγαθό ή κάποια ευχαρίστηση. Ε, αυτού του είδους οι φιλίες διαλύονται εύκολα, αν τα δύο μέρη δεν παραμένουν αυτό που ήταν· πραγματικά, αν ο ένας δεν είναι πια ευχάριστος ή χρήσιμος στον άλλον, ο άλλος παύει να τον αγαπάει. Το χρήσιμο όμως δε μένει σταθερά το ίδιο, αλλά συνεχώς αλλάζει. Αν λοιπόν λείψει ο λόγος για τον οποίο τα δύο αυτά άτομα ήταν φίλοι, διαλύεται και η φιλία, αφού η φιλία τους είχε δημιουργηθεί μόνο για το συγκεκριμένο λόγο» (1156a 3, 19-27).
Αυτός είναι και ο λόγος που οι νεανικές φιλίες είναι συνήθως ασταθείς: «η φιλία των νέων ανθρώπων θεωρείται ότι έχει για στόχο της την ευχαρίστηση· γιατί αυτοί ζουν κάτω από την επήρεια και την καθοδήγηση του πάθους, και αυτό που κατά κύριο λόγο επιδιώκουν είναι η ευχαρίστηση και ό,τι είναι παρόν. Καθώς όμως προχωρεί η ηλικία, αλλάζουν και τα πράγματα που τους είναι ευχάριστα. Αυτός είναι και ο λόγος που οι νέοι άνθρωποι γίνονται γρήγορα φίλοι και γρήγορα, πάλι, παύουν να είναι φίλοι: η φιλία τους αλλάζει καθώς αλλάζει αυτό που τους είναι ευχάριστο, και αυτού του είδους η ευχαρίστηση αλλάζει γρήγορα» (1156a 3, 36-40 και 1156b 3, 1).
Οι νέοι παρουσιάζουν αστάθεια στην επιλογή φίλων όχι επειδή είναι συμφεροντολόγοι ή επειδή στερούνται αρετής, αλλά επειδή δεν έχουν ακόμη διαμορφώσει με πληρότητα το χαρακτήρα τους. Το ευμετάβλητο της προσωπικότητάς τους καθορίζει και το ευμετάβλητο των επιλογών τους. Η επιλογή των ανθρώπων που θα συναναστρέφεται κανείς δεν αποτελεί εξαίρεση.
Τα κοινά ενδιαφέροντα δημιουργούν φιλίες και η εγκατάλειψή τους οδηγεί στην απομάκρυνση. Η νεότητα είναι αλληλένδετη με τον πειραματισμό. Άλλος δρόμος για την αυτογνωσία δεν υπάρχει. Μέχρι τότε όλα κρίνονται παροδικά. Οι φιλίες που μένουν από τη νεανική ηλικία είναι η συνισταμένη των ανθρώπων που εν τέλει έχουν ακολουθήσει την ίδια διαδρομή. Γι’ αυτό κι επέζησαν. Αν η διαδρομή δεν ήταν ίδια θα είχαν σβήσει. Και οι φιλίες αυτού του είδους είναι οι πιο δυνατές.
Για τον Αριστοτέλη η γνήσια φιλία αφορά μόνο τους ενάρετους ανθρώπους που αντιλαμβάνονται με κοινό τρόπο την αρετή: «Τέλεια είναι η φιλία αυτών που είναι αγαθοί και όμοιοι στην αρετή· γιατί οι άνθρωποι αυτοί θέλουν με τον ίδιο τρόπο ο ένας το καλό του άλλου, και μόνο για το λόγο ότι είναι άνθρωποι αγαθοί, και αγαθοί καθεαυτούς. Οι άνθρωποι όμως που θέλουν το καλό των φίλων τους για χάρη των φίλων τους είναι οι γνησιότεροι φίλοι: ο λόγος είναι ότι αυτό το κάνουν επειδή αυτή είναι η φύση τους και όχι για έναν συμπτωματικό λόγο. Διαρκεί λοιπόν η φιλία αυτών των ανθρώπων για όσο διάστημα αυτοί είναι αγαθοί – και η αρετή είναι κάτι το μόνιμο» (1156b 3, 8-14).
Σε τελική ανάλυση, η φιλία είναι υπόθεση της αρετής, αφού μόνο ο ενάρετος είναι σε θέση να εκπληρώσει τους όρους της. Με δεδομένο ότι η φιλία ως πραγμάτωση της γνήσιας συντροφικότητας είναι η υπέρτατη μορφή κοινωνικοποίησης που (εκ φύσεως) ολοκληρώνει τον άνθρωπο οδηγώντας στην ευτυχία, γίνεται φανερό ότι μόνο ο ενάρετος έχει τη δυνατότητα να γίνει ευτυχισμένος. Από την άλλη, η κρίση της φιλίας σε μια πόλη που τα πάντα τα σκεπάζει η ιδιοτέλεια, δεν είναι τίποτε άλλο από την κρίση της αρετής που εμποδίζει τους πολίτες να έρθουν σε ουσιαστική επαφή. Κι αυτή είναι η επισφράγιση της δυστυχίας.
Η φιλία των ενάρετων ανθρώπων είναι η τελειότερη εκδοχή συναναστροφής και βέβαια αποτελεί το ανώτερο είδος φιλίας όχι μόνο γιατί ορίζεται από τις συνθήκες της αρετής και της εκτίμησης προς τον άλλο, αλλά γιατί εκπληρώνει επίσης και την ευχαρίστηση και τη χρησιμότητα, που αφορούν τα άλλα δύο είδη: «Η φιλία που γίνεται για χάρη της ευχαρίστησης έχει μια ομοιότητα με αυτή τη φιλία, δεδομένου ότι οι αγαθοί άνθρωποι είναι και ευχάριστοι ο ένας στον άλλον. Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση της φιλίας που συνάπτεται για το όφελος, δεδομένου ότι οι αγαθοί άνθρωποι είναι και χρήσιμοι ο ένας στον άλλον» (1157a 4, 1-3).
Η φιλία των ενάρετων ανθρώπων είναι η τελειότερη εκδοχή συναναστροφής και βέβαια αποτελεί το ανώτερο είδος φιλίας όχι μόνο γιατί ορίζεται από τις συνθήκες της αρετής και της εκτίμησης προς τον άλλο, αλλά γιατί εκπληρώνει επίσης και την ευχαρίστηση και τη χρησιμότητα, που αφορούν τα άλλα δύο είδη: «Η φιλία που γίνεται για χάρη της ευχαρίστησης έχει μια ομοιότητα με αυτή τη φιλία, δεδομένου ότι οι αγαθοί άνθρωποι είναι και ευχάριστοι ο ένας στον άλλον. Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση της φιλίας που συνάπτεται για το όφελος, δεδομένου ότι οι αγαθοί άνθρωποι είναι και χρήσιμοι ο ένας στον άλλον» (1157a 4, 1-3).
Κι όχι μόνο αυτό: «Μόνο των αγαθών ανθρώπων η φιλία υπερνικάει τις διαβολές· γιατί για κανέναν δεν είναι εύκολο να ακούσει και να δεχτεί κακολογίες ενσχέσει με ένα άτομο που ο ίδιος το δοκίμασε για μεγάλο χρονικό διάστημα. Μεταξύ αυτών των ανθρώπων υπάρχει, επίσης, εμπιστοσύνη, καθώς και η βεβαιότητα ότι ποτέ ο ένας δε θα αδικούσε τον άλλον – και όσα άλλα απαιτούνται σε μια πραγματική φιλία. Στα άλλα όμως είδη φιλίας τίποτε δεν εμποδίζει να γίνονται αυτού του είδους τα άσχημα πράγματα» (1157a 4, 23-28).
Βέβαια, μια τέτοια ολοκληρωμένη φιλία δεν είναι κάτι το εύκολο κι ούτε οικοδομείται από τη μια στιγμή στην άλλη: «Αυτού του είδους οι φιλίες είναι φυσικά σπάνιες· ο λόγος είναι ότι αυτού του είδους άνθρωποι υπάρχουν μόνο λίγοι. Έπειτα αυτού του είδους η φιλία χρειάζεται χρόνο και κλίμα αμοιβαίας οικειότητας: όπως λέει και η παροιμία, οι άνθρωποι δεν είναι δυνατό να γνωρίσουν καλά ο ένας τον άλλον, αν δε φάνε πρώτα μαζί “ψωμί κι αλάτι”· ούτε είναι δυνατό να αποδεχτεί ο ένας τον άλλον και να γίνουν φίλοι, αν πρώτα δε θεωρηθεί ο ένας από τον άλλο άξιος αγάπης και αν ο ένας δεν κερδίσει την εμπιστοσύνη του άλλου: αυτοί που δείχνουν γρήγορα ο ένας στον άλλον τα σημάδια της φιλίας θέλουν, βέβαια, να είναι φίλοι, δεν είναι όμως, αν δεν είναι άξιοι να αγαπηθούν και αν το πράγμα δεν τους είναι γνωστό· η θέληση για φιλία μπορεί να γεννηθεί γρήγορα, η φιλία όμως όχι» (1156b 3,28-37).
Από τη στιγμή που το ανώτερο είδος φιλίας αφορά τους ανώτερους ανθρώπους, το πράγμα μπορεί να διαβαστεί κι αντίστροφα: η ποιότητα των φιλικών σχέσεων που συνάπτει κάποιος δεν είναι άλλο από το καθρέφτισμα της δικής του ποιότητας. Ο Αριστοτέλης συνοψίζει: «Για την ευχαρίστηση λοιπόν και για το όφελος μπορούν να είναι φίλοι ο ένας του άλλου α) ακόμη και κατώτερης ποιότητας άνθρωποι, β) καλοί άνθρωποι με κατώτερης ποιότητας ανθρώπους, και γ) άνθρωποι που δεν είναι ούτε το ένα ούτε το άλλο με οποιουδήποτε χαρακτήρα ανθρώπου, ενώ είναι φανερό ότι οι αγαθοί άνθρωποι γίνονται φίλοι μόνο για χάρη του ίδιου του εαυτού τους· γιατί οι κακοί δε χαίρονται ο ένας τον άλλον, αν δεν υπάρχει και κάποιο όφελος από τη σχέση τους» (1157a 4, 18-22).
Κι αν πρέπει να διατυπωθεί κι αλλιώς, ο Αριστοτέλης θα προσθέσει: «Με τη φιλία λοιπόν να διαιρείται σε αυτά τα είδη, τα κατώτερης ποιότητας άτομα θα γίνουν φίλοι για χάρη της ευχαρίστησης ή για το όφελος –όντας ίδιοι μεταξύ τους από αυτή την άποψη–, ενώ οι αγαθοί άνθρωποι θα γίνουν φίλοι γιατί είναι αυτό που είναι, δηλαδή αγαθοί» (1157b 4, 1-4).
Στο ζήτημα του κατά πόσο τα δύο κατώτερα είδη φιλίας, που αφορούν την ευχαρίστηση και το όφελος, είναι σωστό να ονομάζονται φιλίες ή αν δεν πρέπει καν να έχουν αυτό το όνομα, ο Αριστοτέλης φαίνεται να ακολουθεί την άποψη των περισσότερων: «Δεδομένου, ότι οι άνθρωποι ονομάζουν φίλους αυτούς που έχουν ως κίνητρό τους το όφελος (παράδειγμα οι πόλεις: οι συμμαχίες, κατά την κοινή αντίληψη, συνάπτονται μεταξύ των πόλεων για λόγους συμφέροντος), καθώς και αυτούς που αγαπούν ο ένας τον άλλον για την ευχαρίστηση (παράδειγμα τα παιδιά), ίσως θα πρέπει να ονομάζουμε κι εμείς αυτού του είδους τις σχέσεις φιλίες, και να λέμε ότι υπάρχουν περισσότερα είδη φιλίας» (1157a 4, 28-34).
Εξάλλου, το ζήτημα δεν έχει να κάνει με την ονομασία, αλλά με την πρακτική. Και η φιλία δεν είναι θέμα ονόματος αλλά βιώματος. Τελικά, τα πάντα έχουν να κάνουν με την αρετή. Ο ενάρετος άνθρωπος που έχει επίγνωση της μεσότητας και την ακολουθεί γνωρίζοντας σε βάθος τον εαυτό του είναι ο κάτοχος της ψυχικής ισορροπίας που θα καθορίσει και τις σχέσεις του με τους άλλους ανθρώπους. Ο ψυχικά υγιής άνθρωπος θα συνάψει και υγιείς σχέσεις. Και τότε θα απολαύσει την ύψιστη ευτυχία του αληθινού φίλου.
Αριστοτέλης: Ηθικά Νικομάχεια
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου