Μπορεί το διάβασμα του καφέ, οι αστρολογικές προβλέψεις ή το ρίξιμο των χαρτιών να γοητεύουν και να κάνουν τη φαντασία ορισμένων να ταξιδεύει. Μπορεί οι “προφητείες” να απασχολούν κατά καιρούς πολλούς. Μπορεί οι περισσότεροι να έχουμε σκεφτεί έστω μία φορά στη ζωή μας ότι θα ήταν υπέροχο να μπορούσαμε να ταξιδέψουμε στον χρόνο και να δούμε το μέλλον. Αν, όμως, ήμασταν σίγουροι ότι υπάρχει τρόπος να μάθουμε πέρα από κάθε αμφισβήτηση και αμφιβολία τι μας περιμένει, θα θέλαμε να το ξέρουμε;
Σύμφωνα με τα ευρήματά, η ψυχολογία του να μη θέλεις να γνωρίζεις”, η μεγάλη πλειοψηφία όσο κι αν (λένε ότι) πασχίζουν να ελαχιστοποιήσουν τον παράγοντα του αγνώστου, στην πραγματικότητα δεν θέλουν να ξέρουν τι θα φέρει το μέλλον.
Κασσάνδρα: η καταραμένη προφήτης
“Στην ελληνική μυθολογία, η Κασσάνδρα, η κόρη του βασιλιά της Τροίας, είχε τη δύναμη να προβλέπει το μέλλον. Αλλά ήταν επίσης καταραμένη και κανείς δεν πίστευε τις προφητείες της”.
“Στη μελέτη μας διαπιστώσαμε πως οι άνθρωποι θα προτιμούσαν να αρνηθούν τις δυνάμεις που έκαναν την Κασσάνδρα διάσημη, σε μία προσπάθεια να αποφύγουν το βάσανο που μπορεί να επιφέρει η γνώση του μέλλοντος και το αίσθημα της μετάνοιας, αλλά και για να διατηρήσουν την απόλαυση της αγωνίας που παρέχουν τα ευχάριστα γεγονότα”.
Η μελέτη
Για τις ανάγκες της έρευνας, πραγματοποιήθηκαν δύο μελέτες στις οποίες συμμετείχαν συνολικά περισσότεροι από 2000 ενήλικες άνθρωποι από τη Γερμανία και την Ισπανία. Οι συμμετέχοντες είχαν διαφορετικό εκπαιδευτικό υπόβαθρο μεταξύ τους και κάλυπταν μία ποικίλη ηλικιακή κλίμακα, ώστε το δείγμα να είναι εθνικά αντιπροσωπευτικό.
Οι συμμετέχοντες ρωτήθηκαν για ένα μεγάλο φάσμα πιθανών γεγονότων, τόσο θετικών όσο και αρνητικών.
Για παράδειγμα, η ερευνητική ομάδα ρώτησε τους συμμετέχοντες, αν θέλουν να μάθουν το σκορ από έναν αγώνα τον οποίο είχαν δρομολογήσει για να δουν μετά, τι δώρο θα λάμβαναν τα Χριστούγεννα, αν υπάρχει ζωή μετά τον θάνατο, αν ο γάμος τους θα καταλήξει σε διαζύγιο ή ποιο θα είναι το φύλο του αγέννητου παιδιού τους.
Τα αποτελέσματα της έρευνας
Διαπιστώθηκε ότι το 85% με 90% των συμμετεχόντων δεν θα ήθελαν να ξέρουν για ένα μελλοντικό γεγονός αν αυτό είναι αρνητικό. Ακόμα και αν το γεγονός από το μέλλον που θα αποκαλυπτόταν ήταν θετικό, ποσοστό από 40% έως 70% (αναλόγως γεγονότος) των συμμετεχόντων δήλωσε πως προτιμά να μένει στην άγνοια.
Μόλις το 1% των συμμετεχόντων στην έρευνα δήλωνε με συνέπεια σε κάθε ερώτηση ότι θέλει να μάθει τι του επιφυλάσσει το μέλλον.
Η μόνη ερώτηση στην οποία η πλειοψηφία απάντησε ότι θέλει να ξέρει την απάντηση που θα φέρει το μέλλον, ήταν η πιθανά πιο “ανώδυνη” από όλες, εκείνη σχετικά με το φύλο του μωρού τους, πληροφορία για την οποία μόνο το 37% των συμμετεχόντων αδιαφόρησε.
Παρά τις διαφορές στα χαρακτηριστικά των συμμετεχόντων από Γερμανία και Ισπανία, το μοτίβο σκόπιμης άγνοιας ήταν εξαιρετικά παρόμοιο στις δύο χώρες, συμπεριλαμβανομένης της συχνότητας και της προβλεψιμότητάς του, όπως σημειώνεται στη δημοσιευμένη έρευνα.
Μεταξύ άλλων ευρημάτων, οι ερευνητές διαπίστωσαν πως ο χρόνος που μεσολαβεί από το παρόν μέχρι τη στιγμή που θα συμβεί ένα γεγονός παίζει ρόλο στο κατά πόσο ένας άνθρωπος θέλει να το γνωρίζει από τώρα. Για παράδειγμα, οι άνθρωποι μεγαλύτερης ηλικίας ήταν λιγότερο πιθανό να θέλουν να μάθουν πότε και πώς θα πεθάνει ο σύντροφός τους, σε σχέση με τους πιο νέους.
Επιπλέον, διαπιστώθηκε ότι οι (λίγοι) άνθρωποι οι οποίοι θα ήθελαν να ξέρουν το μέλλον αναλαμβάνουν περισσότερα ρίσκα γενικά στη ζωή τους, σε σχέση με όσους προτιμούν να μένουν στην άγνοια. Από την άλλη, όσοι δεν θέλουν να γνωρίζουν σήμερα τι θα φέρει το αύριο, αποφεύγουν το ρίσκο και τείνουν να αγοράζουν πιο συχνά ασφάλειες ζωής και περιουσίας.
Η συγκεκριμένη παρατήρηση, σύμφωνα με τον Δρ. Gigerenzer, υποδεικνύει ότι όσοι επιλέγουν να μη γνωρίζουν τα μελλούμενα, το κάνουν επειδή περιμένουν πως στο μέλλον τους περιμένει θλίψη και μεταμέλεια.
Σύμφωνα με τα ευρήματά, η ψυχολογία του να μη θέλεις να γνωρίζεις”, η μεγάλη πλειοψηφία όσο κι αν (λένε ότι) πασχίζουν να ελαχιστοποιήσουν τον παράγοντα του αγνώστου, στην πραγματικότητα δεν θέλουν να ξέρουν τι θα φέρει το μέλλον.
Κασσάνδρα: η καταραμένη προφήτης
“Στην ελληνική μυθολογία, η Κασσάνδρα, η κόρη του βασιλιά της Τροίας, είχε τη δύναμη να προβλέπει το μέλλον. Αλλά ήταν επίσης καταραμένη και κανείς δεν πίστευε τις προφητείες της”.
“Στη μελέτη μας διαπιστώσαμε πως οι άνθρωποι θα προτιμούσαν να αρνηθούν τις δυνάμεις που έκαναν την Κασσάνδρα διάσημη, σε μία προσπάθεια να αποφύγουν το βάσανο που μπορεί να επιφέρει η γνώση του μέλλοντος και το αίσθημα της μετάνοιας, αλλά και για να διατηρήσουν την απόλαυση της αγωνίας που παρέχουν τα ευχάριστα γεγονότα”.
Η μελέτη
Για τις ανάγκες της έρευνας, πραγματοποιήθηκαν δύο μελέτες στις οποίες συμμετείχαν συνολικά περισσότεροι από 2000 ενήλικες άνθρωποι από τη Γερμανία και την Ισπανία. Οι συμμετέχοντες είχαν διαφορετικό εκπαιδευτικό υπόβαθρο μεταξύ τους και κάλυπταν μία ποικίλη ηλικιακή κλίμακα, ώστε το δείγμα να είναι εθνικά αντιπροσωπευτικό.
Οι συμμετέχοντες ρωτήθηκαν για ένα μεγάλο φάσμα πιθανών γεγονότων, τόσο θετικών όσο και αρνητικών.
Για παράδειγμα, η ερευνητική ομάδα ρώτησε τους συμμετέχοντες, αν θέλουν να μάθουν το σκορ από έναν αγώνα τον οποίο είχαν δρομολογήσει για να δουν μετά, τι δώρο θα λάμβαναν τα Χριστούγεννα, αν υπάρχει ζωή μετά τον θάνατο, αν ο γάμος τους θα καταλήξει σε διαζύγιο ή ποιο θα είναι το φύλο του αγέννητου παιδιού τους.
Τα αποτελέσματα της έρευνας
Διαπιστώθηκε ότι το 85% με 90% των συμμετεχόντων δεν θα ήθελαν να ξέρουν για ένα μελλοντικό γεγονός αν αυτό είναι αρνητικό. Ακόμα και αν το γεγονός από το μέλλον που θα αποκαλυπτόταν ήταν θετικό, ποσοστό από 40% έως 70% (αναλόγως γεγονότος) των συμμετεχόντων δήλωσε πως προτιμά να μένει στην άγνοια.
Μόλις το 1% των συμμετεχόντων στην έρευνα δήλωνε με συνέπεια σε κάθε ερώτηση ότι θέλει να μάθει τι του επιφυλάσσει το μέλλον.
Η μόνη ερώτηση στην οποία η πλειοψηφία απάντησε ότι θέλει να ξέρει την απάντηση που θα φέρει το μέλλον, ήταν η πιθανά πιο “ανώδυνη” από όλες, εκείνη σχετικά με το φύλο του μωρού τους, πληροφορία για την οποία μόνο το 37% των συμμετεχόντων αδιαφόρησε.
Παρά τις διαφορές στα χαρακτηριστικά των συμμετεχόντων από Γερμανία και Ισπανία, το μοτίβο σκόπιμης άγνοιας ήταν εξαιρετικά παρόμοιο στις δύο χώρες, συμπεριλαμβανομένης της συχνότητας και της προβλεψιμότητάς του, όπως σημειώνεται στη δημοσιευμένη έρευνα.
Μεταξύ άλλων ευρημάτων, οι ερευνητές διαπίστωσαν πως ο χρόνος που μεσολαβεί από το παρόν μέχρι τη στιγμή που θα συμβεί ένα γεγονός παίζει ρόλο στο κατά πόσο ένας άνθρωπος θέλει να το γνωρίζει από τώρα. Για παράδειγμα, οι άνθρωποι μεγαλύτερης ηλικίας ήταν λιγότερο πιθανό να θέλουν να μάθουν πότε και πώς θα πεθάνει ο σύντροφός τους, σε σχέση με τους πιο νέους.
Επιπλέον, διαπιστώθηκε ότι οι (λίγοι) άνθρωποι οι οποίοι θα ήθελαν να ξέρουν το μέλλον αναλαμβάνουν περισσότερα ρίσκα γενικά στη ζωή τους, σε σχέση με όσους προτιμούν να μένουν στην άγνοια. Από την άλλη, όσοι δεν θέλουν να γνωρίζουν σήμερα τι θα φέρει το αύριο, αποφεύγουν το ρίσκο και τείνουν να αγοράζουν πιο συχνά ασφάλειες ζωής και περιουσίας.
Η συγκεκριμένη παρατήρηση, σύμφωνα με τον Δρ. Gigerenzer, υποδεικνύει ότι όσοι επιλέγουν να μη γνωρίζουν τα μελλούμενα, το κάνουν επειδή περιμένουν πως στο μέλλον τους περιμένει θλίψη και μεταμέλεια.
Ποια είναι, τελικά, η πραγματική φύση μας;
“Το να θέλουμε να γνωρίζουμε φαίνεται ότι είναι η φυσική κατάσταση της ανθρωπότητας και ότι δεν χρειάζεται αιτιολόγηση. Οι άνθρωποι δεν καλούνται απλά, αλλά αναμένεται κιόλας από αυτούς να συμμετέχουν σε εξετάσεις για έγκαιρη ανίχνευση του καρκίνου, να υποβάλλονται σε τακτικές εξετάσεις υγείας, να κάνουν δεκάδες προγεννητικές εξετάσεις στο αγέννητο παιδί τους ή να χρησιμοποιούν συσκευές υγείας για να αυτό-παρακολουθούνται”, σχολίασε ο Δρ. Gigerenzer.
“Το να μην θέλουμε να γνωρίζουμε [το μέλλον], φαίνεται αντιφατικό και μπορεί να εκπλήσσει ως συμπέρασμα, αλλά το φαινόμενο της σκόπιμης άγνοιας, όπως δείξαμε στην έρευνά μας, δεν υπάρχει απλά, αλλά είναι και μία ευρέως διαδεδομένη κατάσταση του νου”, κατέληξε ο ειδικός.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου