Έχουν πάψει πια να είναι ερωτικές, συχνά είναι αδύνατον να θεωρηθούν έστω συντροφικές, γιατί όμως τόσοι άνθρωποι δεν χωρίζουν; Οι ατέρμονες σχέσεις ουσιαστικά εκφράζουν την ανάγκη μας για το μαζί. Παρ’ όλο που συνήθως λέμε «δυνατός είναι αυτός που συμβιώνει», δηλαδή αυτός που καταφέρνει να ζει το μαζί, πολλές φορές δυνατός είναι εκείνος που καταφέρνει να λύσει μια σχέση. Ομως πώς επιλέγουμε τον σύντροφό μας; Πότε μια σχέση δυσλειτουργεί και ποιο είναι τότε το κόστος για τα μέλη της; Τι σημαίνει «είμαστε καλά μαζί» και πόσο μύθος είναι το σεξ μέσα στη μακροχρόνια σχέση;
Η σχέση του ζευγαριού είναι ένα καζάνι που βράζει και που τα τελευταία χρόνια εκρήγνυται όλο και πιο συχνά, όλο και πιο νωρίς. «Παράλληλα, έρευνες αποδεικνύουν ότι το οικογενειακό πλαίσιο προσφέρει ασφάλεια και ψυχοκοινωνικά στηρίγματα απέναντι στη μοναξιά και στην κοινωνική απομόνωση, ότι ενίοτε προσφέρει ακόμη και καλή υγεία. Ετσι το ερώτημα είναι με ποια κριτήρια επιλέγουμε συγκεκριμένες σχέσεις και συντρόφους».
Το άτυπο συμβόλαιο
Υπάρχουν συνειδητές αλλά κυρίως ασυνείδητες σκέψεις και αντιλήψεις για τον άνθρωπο που επιλέξαμε», πιστεύει η ψυχολόγος. «Σε κάθε σχέση υπάρχει ένα άτυπο συμβόλαιο που συνυπογράφουμε με τον σύντροφό μας. Το πρώτο πράγμα που ψάχνουμε λοιπόν είναι το ασυνείδητο μέρος αυτού του συμβολαίου. Στο συνειδητό κομμάτι του καταγράφονται επιλογές όπως: “Θέλω έναν σύντροφο για να πορεύομαι μαζί του στη ζωή. Επιλέγω τον συγκεκριμένο γιατί είναι ειλικρινής, έχει χιούμορ, είναι αισιόδοξος”. Στην πράξη όμως λειτουργούν ασυνείδητα μέρη του συμβολαίου και αυτά αφορούν ό,τι κουβαλάει ο καθένας μαζί του μέσα στη σχέση. Δηλαδή τα βιώματα και οι καταβολές του.
Μια μορφή ατέρμονης σχέσης που συναντώ συχνά είναι εκείνη στην οποία ο άντρας έχει επιλέξει μια γυναίκα πολύ νωρίς, στα 19 του. Και ενώ τα μέλη του ζευγαριού έχουν φτάσει σε ηλικία 50 ετών και ζουν σε μια σχέση διόλου λειτουργική, παραμένουν σε αυτή και αποκλείουν το ενδεχόμενο του χωρισμού. Ειδικότερα, ο άντρας της σχέσης είναι εγκλωβισμένος επειδή ως παιδί βίωσε την εγκατάλειψη από τον πατέρα, ταυτίστηκε με τα συναισθήματα της μητέρας και είπε “ εγώ δεν θα εγκαταλείψω ποτέ την οικογένειά μου”. Η γυναίκα, από την άλλη μεριά, που επίσης επέλεξε να μπει στη συγκεκριμένη σχέση, έχασε τον πατέρα της νωρίς και γρήγορα έψαξε για ένα υποκατάστατό του. Αυτό είναι λοιπόν το ασυνείδητο κομμάτι του συμβολαίου που ενώνει τους δύο συγκεκριμένους ανθρώπους.
Η σχέση τους είναι βέβαια δυσλειτουργική για τους ίδιους ασυνείδητους λόγους που οδήγησαν στη δημιουργία της. Σε καθημερινή βάση η γυναίκα εκφράζει το άγχος της απώλειας που έχει βιώσει, με ανασφάλειες του τύπου “άργησες, πού ήσουν, κοίταξες άλλη γυναίκα, δεν με βοηθάς στο σπίτι”. Ο άντρας, από την πλευρά του, βλέποντας τη γυναίκα του να υποφέρει, αναβιώνει τα συναισθήματα της εγκαταλελειμμένης μητέρας του και νιώθει ένοχος ή θυμώνει ή κάνει και τα δύο μαζί. Σε μια τέτοια σχέση η ενοχή δημιουργεί θυμό και ο θυμός ενοχή· τα μέλη του ζευγαριού δεν καταλαβαίνουν γιατί τσακώνονται. Από την άλλη, πολλά ζευγάρια με άλλου τύπου βιώματα επιβιώνουν με συγκρούσεις, με καθημερινούς τσακωμούς – με τέτοιον τρόπο σχετίζονται. Αρα το θέμα δεν είναι το αν διαρκεί μια σχέση ή όχι, αλλά το κόστος που απαιτείται γι’ αυτή η διάρκεια».
Σχέσεις χωρίς σεξ
Συμβόλαιο σχέσης δεν υπάρχει χωρίς ερωτική επιθυμία. Ωστόσο, η σεξουαλική δυσλειτουργία μέσα στη σχέση είναι μια διαδεδομένη πραγματικότητα.
Είναι εντυπωσιακό πόσο πολλά ζευγάρια διατηρούνται ενωμένα χωρίς ερωτική σχέση», λέει η ψυχολόγος. «Είναι καιρός να το πούμε ξεκάθαρα: η πλειονότητα των ζευγαριών δεν έχει σεξουαλικές επαφές στο πλαίσιο της σχέσης. Το σώμα δεν λέει ψέματα· αν δεν αισθάνεσαι καλά, δεν λειτουργείς στο σεξ. Ετσι, όσοι δεν μπορούν να χωρίσουν, μένουν μαζί χωρίς σεξ. Επιπλέον, πολλά ζευγάρια εκτονώνονται με εξωσυζυγικές σχέσεις αλλά δεν χωρίζουν, γιατί μέσω της δέσμευσης διατηρούν πράγματα που τα θεωρούν πολύ σημαντικά. Αλλωστε αυτό που λέμε οικογένεια, το να είμαστε μαζί -από τα τραπέζια μέχρι τις διακοπές- έχει μεγάλη σημασία. Ειδικά για εμάς τους Ελληνες.
Γι’ αυτό πολλά ζευγάρια συνεχίζουν την κοινή πορεία ασχέτως κόστος. Οχι ότι δεν υπάρχουν και ζευγάρια με ισχυρό σεξουαλικό δεσμό. Οπως και άλλα με ισχυρή συντροφικότητα, η οποία καλύπτει τις όποιες ανάγκες και ελλείψεις. Απειρα τα μοτίβα των σχέσεων».
Ξέρουμε τι θέλουμε;
Η συντροφικότητα, το μοίρασμα, η συμπαράσταση, η τρυφερότητα είναι σημαντικοί παράγοντες για να είμαστε καλά με κάποιον. Ομως ξέρουμε να αναγνωρίζουμε πότε είμαστε καλά με κάποιον;
Ξέρουμε τι δεν θέλουμε σε μία σχέση, αλλά δεν ξέρουμε τι θέλουμε», τονίζει η ψυχολόγος. «Γι’ αυτό είναι τόσο δύσκολες οι σχέσεις μας: δεν συνεννοούμαστε επειδή δεν επικοινωνούμε. Για την ακρίβεια, τα ζευγάρια κυρίως λύνουν πρακτικά προβλήματα καθημερινότητας. Οσο για την ουσιαστική διαπραγμάτευση μεταξύ των μελών τους, αυτή γίνεται με προβληματισμούς του τύπου: «Πόσο σημαντικός είμαι άραγε για σένα;». Ωστόσο, σήμερα είναι δύσκολο να αισθανθείς σημαντικός για τον άλλον. Τις περισσότερες ώρες της μέρας ο καθένας μας βρίσκεται με άλλους ανθρώπους, ο καθένας κάνει πράγματα που αφορούν τον εαυτό του. Και όταν φύγουν τα παιδιά από το προσκήνιο, τα οποία λειτουργούν για πολλούς ως βασικό συγκολλητικό στοιχείο της σχέσης, το ζευγάρι μένει μόνο και κυριαρχείται από τον φόβο και την ανασφάλεια. Ο δε φόβος να αποχωρήσεις από μία σχέση είναι αυτός που τελικά πυροδοτεί τις συγκρούσεις».
Η σχέση ως τραμπάλα
Το μόνο σίγουρο είναι ότι τέλεια σχέση δεν υπάρχει. Στις μέρες μας, ωστόσο, δεν είναι αδικαιολόγητη μια κάποια αισιοδοξία. Το αισιόδοξο είναι ότι σήμερα συνειδητοποιούμε ευκολότερα τις προσωπικές μας ευθύνες στη σχέση μας. Αντιλαμβανόμαστε, δηλαδή, ότι δεν φταίει πάντα ο άλλος. Οταν μάλιστα βλέπουμε τον εαυτό μας μέσα από τα μάτια του άλλου, συνειδητοποιούμε ότι η σχέση είναι μια διαδικασία αλληλοκαθορισμού, ότι σε αυτή ο ένας καθορίζει τη συμπεριφορά του άλλου σαν να βρισκόμαστε πάνω σε τραμπάλα.
Επίσης, σημαντικό είναι και το γεγονός ότι σήμερα οι άνθρωποι είναι πιο αυτόνομοι μέσα στη σχέση – διόλου τυχαία, λέμε πια “ο σύντροφός μου” και όχι “ο σύζυγός μου”. Σήμερα οι σύντροφοι καθορίζουν λοιπόν την απόσταση που επιθυμούν να έχουν μεταξύ τους, τις μεταξύ τους δοσοληψίες, τους κοινούς στόχους και τον βαθμό ελευθερίας κινήσεων. Αισιοδοξία προκαλεί και κάτι ακόμη: οι άντρες λένε πλέον “θέλω επαφή, συναίσθημα, αγκαλιές”. Παλεύουν εξίσου για τη σχέση τους και τολμούν να πουν “εγώ είμαι το πρόβλημα”. Εν κατακλείδι, σε μεγάλο βαθμό ξέρουμε πια ότι η σχέση του ζευγαριού είναι η πιο δύσκολη διότι δεν υπάρχει τρίτος να τη ρυθμίζει. Εκτός ίσως από τα παιδιά. Ωστόσο βλέπω συχνά παιδιά χωρισμένων γονιών με λιγότερα προβλήματα σε σύγκριση με παιδιά που οι γονείς τους μένουν μαζί. Και αυτό είναι κάτι που πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπ’ όψιν.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου