Αν η ιστορία δεν ακολουθεί κάποιους συγκεκριμένους κανόνες κι αν δεν μπορούμε να προβλέψουμε το μέλλον της, τότε γιατί να τη μελετάμε; Συχνά φαίνεται ότι ο κύριος στόχος της επιστήμης είναι να προβλέπει το μέλλον - οι μετεωρολόγοι πρέπει να προλέγουν αν αύριο θα βρέχει ή θα έχει λιακάδα· οι οικονομολόγοι πρέπει να ξέρουν αν η υποτίμηση του νομίσματος θα αποτρέψει ή θα επιφέρει την οικονομική κρίση· οι καλοί γιατροί εκτιμούν αν για τη θεραπεία του καρκίνου του πνεύμονα θα είναι πιο αποτελεσματική η χημειοθεραπεία ή οι ακτινοβολίες.
Με τον ίδιο τρόπο, περιμένουμε από τους ιστορικούς να εξετάζουν τις πράξεις των προγόνων μας ώστε να μπορούμε να επαναλάβουμε τις σοφές τους αποφάσεις και να αποφύγουμε τα λάθη τους. Όμως αυτό δεν γίνεται σχεδόν ποτέ, επειδή ακριβώς το παρόν είναι τόσο διαφορετικό από το παρελθόν. Είναι χάσιμο χρόνου να μελετάμε την τακτική του Αννίβα στον Β' Καρχηδονιακό Πόλεμο για να την αντιγράψουμε στον Γ' Παγκόσμιο. Αυτό που λειτουργούσε καλά στις μάχες του ιππικού δεν θα ωφελεί αναγκαστικά πολύ στον κυβερνοπόλεμο.
Ωστόσο, η επιστήμη δεν έχει να κάνει μόνο με την πρόβλεψη του μέλλοντος. Οι μελετητές σε όλα τα πεδία θέλουν συχνά να διευρύνουν τους ορίζοντές μας, ανοίγοντας έτσι μπροστά μας νέες και άγνωστες μελλοντικές προοπτικές. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για την ιστορία. Μολονότι οι ιστορικοί κάνουν περιστασιακά προφητικές απόπειρες (χωρίς αξιοσημείωτη επιτυχία), η μελέτη της ιστορίας έχει κυρίως στόχο να μας επισημάνει δυνατότητες τις οποίες κανονικά δεν θα σκεφτόμασταν. Οι ιστορικοί δεν μελετούν το παρελθόν για να το επαναλάβουμε, αλλά για να απελευθερωθούμε απ’ αυτό.
Όλοι μας έχουμε γεννηθεί σε μια δεδομένη ιστορική πραγματικότητα, στην οποία επικρατούν συγκεκριμένες νόρμες και αξίες, καθώς και ένα μοναδικό οικονομικό και πολιτικό σύστημα. Θεωρούμε αυτή την πραγματικότητα δεδομένη, νομίζοντας πως είναι φυσική, αναπόφευκτη και αναλλοίωτη. Ξεχνάμε ότι ο κόσμος μας δημιουργήθηκε από μια συμπτωματική αλληλουχία γεγονότων και ότι η ιστορία δεν διαμορφώνεται μόνο από την τεχνολογία, την πολιτική και την κοινωνία, αλλά και από τις σκέψεις, τους φόβους και τα όνειρά μας. Το ψυχρό χέρι του παρελθόντος ξεπηδάει από τους τάφους των προγόνων μας, μας γραπώνει από το σβέρκο και στρέφει το βλέμμα μας προς ένα και μοναδικό μέλλον. Νιώθουμε αυτό το χέρι από τη στιγμή που γεννιόμαστε κι έτσι το θεωρούμε φυσικό και αναπόφευκτο κομμάτι του εαυτού μας. Γι’ αυτό σπάνια προσπαθούμε να απελευθερωθούμε απ’ αυτό και να οραματιστούμε ένα διαφορετικό μέλλον.
Η μελέτη της ιστορίας έχει στόχο να χαλαρώσει αυτή τη λαβή του παρελθόντος. Μας επιτρέπει να στρέψουμε το κεφάλι και σε άλλες κατευθύνσεις και να αρέσουμε να προσέχουμε δυνατότητες τις οποίες οι πρόγονοί μας δεν μπορούσαν να φανταστούν ή δεν ήθελαν να τις φανταστούμε εμείς. Παρατηρώντας τη συμπτωματική αλυσίδα των γεγονότων που μας οδήγησαν εδώ, συνειδητοποιούμε πώς σχηματίστηκαν οι ίδιες οι σκέψεις και τα όνειρά μας - και μπορούμε να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε και να ονειρευόμαστε διαφορετικά. Η μελέτη της ιστορίας δεν θα μας πει τι να επιλέξουμε, αλλά μας δίνει τουλάχιστον περισσότερες επιλογές.
Τα κινήματα που θέλουν να αλλάξουν τον κόσμο συχνά ξεκινούν ξαναγράφοντας την ιστορία, επιτρέποντας έτσι στους ανθρώπους να φανταστούν εκ νέου το μέλλον. Όταν θέλεις να κατέβουν οι εργάτες σε γενική απεργία, οι γυναίκες να ανακτήσουν τον έλεγχο του σώματός τους ή οι καταπιεσμένες μειονότητες να διεκδικήσουν πολιτικά δικαιώματα, το πρώτο βήμα είναι να αφηγηθείς εκ νέου την ιστορία τους. Η νέα ιστορία θα εξηγεί ότι «η σημερινή μας κατάσταση δεν είναι ούτε φυσική ούτε αιώνια. Κάποτε τα πράγματα ήταν διαφορετικά. Μια τυχαία σειρά γεγονότων δημιούργησε τον άδικο κόσμο που γνωρίζουμε σήμερα. Αν ενεργήσουμε σωστά, μπορούμε να αλλάξουμε αυτό τον κόσμο και να δημιουργήσουμε έναν καλύτερο». Γι’ αυτό οι μαρξιστές αφηγούνται την ιστορία του καπιταλισμού· οι φεμινίστριες μελετούν το σχηματισμό των πατριαρχικών κοινωνιών και οι Αφροαμερικανοί μνημονεύουν τη φρίκη του δουλεμπορίου. Ο στόχος δεν είναι να διαιωνίσουν το παρελθόν, αλλά -αντίθετα- να απελευθερωθούν από αυτό.
Ό,τι ισχύει για τις μεγάλες κοινωνικές επαναστάσεις ισχύει εξίσου και στο μικροεπίπεδο της καθημερινής ζωής. Ένα νεαρό ζευγάρι που χτίζει το καινούργιο του σπίτι μπορεί να ζητήσει από τον αρχιτέκτονα να βάλει ένα ωραίο γκαζόν στην μπροστινή αυλή. Γιατί γκαζόν; «Γιατί το γκαζόν είναι όμορφο», θα εξηγούσε το ζευγάρι. Γιατί όμως το βρίσκουν όμορφο; Υπάρχει πίσω του μια ιστορία.
Οι τροφοσυλλέκτες της Λίθινης Εποχής δεν καλλιεργούσαν γρασίδι στην είσοδο της σπηλιάς τους. Στην Ακρόπολη της Αθήνας, στο Καπιτώλιο της Ρώμης, στο Ναό της Ιερουσαλήμ ή στην Απαγορευμένη Πόλη του Πεκίνου δεν υπήρχε καμία πράσινη έκταση για να υποδέχεται τους επισκέπτες. Η ιδέα να καλλιεργείται γρασίδι στην είσοδο των ιδιωτικών κατοικιών και των δημόσιων κτιρίων γεννήθηκε στα κάστρα των Γάλλων και των Άγγλων αριστοκρατών στον ύστερο Μεσαίωνα. Στην πρώιμη νεωτερική εποχή, η συνήθεια αυτή ρίζωσε και έγινε έμβλημα των ευγενών.
Το καλοδιατηρημένο γκαζόν απαιτούσε έκταση και πολλή δουλειά, ιδίως την εποχή που δεν υπήρχαν ακόμα μηχανές του γκαζόν και αυτόματο πότισμα. Σε αντάλλαγμα, το γκαζόν δεν παράγει τίποτα αξίας. Δεν μπορείς ούτε να βοσκήσεις ζώα εκεί, γιατί θα το ποδοπατούσαν και θα το κατέστρεφαν. Οι φτωχοί χωρικοί δεν μπορούσαν να ξοδεύουν πολύτιμη γη και χρόνο για το γκαζόν. Επομένως, η περιποιημένη έκταση στην είσοδο του σατό ήταν ένα σύμβολο κοινωνικής θέσης που κανείς δεν μπορούσε να αντιγράψει. Δήλωνε ευθαρσώς σε κάθε περαστικό:
«Είμαι τόσο πλούσιος και ισχυρός κι έχω τόσα εκτάρια γης και δουλοπάροικους, που η τσέπη μου σηκώνει αυτή την πολυτέλεια».
Όσο μεγαλύτερο και πιο περιποιημένο ήταν το γκαζόν, τόσο ισχυρότερη η δυναστεία. Αν πήγαινες επίσκεψη σε κάποιο δούκα κι έβλεπες το γκαζόν του σε κακή κατάσταση, ήξερες ότι είχε προβλήματα. Το πολύτιμο γκαζόν ήταν συχνά το σκηνικό για σημαντικούς εορτασμούς και κοινωνικά γεγονότα κι όλο τον άλλο καιρό ήταν απαγορευμένος χώρος. Μέχρι σήμερα, σε αμέτρητα παλάτια, κυβερνητικά κτίρια και δημόσιους χώρους, μια αυστηρή επιγραφή προειδοποιεί «Μην πατάτε το πράσινο». Στο παλιό μου κολέγιο στην Οξφόρδη, όλο το προαύλιο αποτελούνταν από ένα μεγάλο, ελκυστικό γκαζόν, στο οποίο επιτρεπόταν να πατάμε και να καθόμαστε μόνο μία μέρα το χρόνο. Όλες τις υπόλοιπες μέρες, αλίμονο στον φτωχό φοιτητή που θα βεβήλωνε με το πόδι του το ιερό έδαφος.
Τα παλάτια των βασιλιάδων και τα κάστρα των βαρόνων μετέτρεψαν το γκαζόν σε σύμβολο εξουσίας. Όταν κατά την ύστερη νεωτερικότητα οι βασιλιάδες ανατράπηκαν και οι βαρόνοι καρατομήθηκαν, οι καινούργιοι πρόεδροι και πρωθυπουργοί κράτησαν το γκαζόν. Κοινοβούλια, ανώτατα δικαστήρια, προεδρικές κατοικίες και άλλα δημόσια κτίρια δήλωναν όλο και συχνότερα την εξουσία τους με σειρές από καταπράσινα χόρτα. Ταυτόχρονα, το γκαζόν κατέκτησε και τον κόσμο του αθλητισμού.
Για χιλιάδες χρόνια, οι άνθρωποι έπαιζαν σε κάθε είδους έδαφος, από τον πάγο μέχρι την έρημο. Ωστόσο, τους δύο τελευταίους αιώνες, τα πραγματικά σημαντικά παιχνίδια -όπως το ποδόσφαιρο και το τένις- παίζονται στο χορτάρι. Αρκεί βέβαια να έχεις τα χρήματα. Στις φαβέλες του Ρίο ντε Τζανέιρο, η μελλοντική γενιά του βραζιλιάνικου ποδοσφαίρου κλοτσάει αυτοσχέδιες μπάλες πάνω στην άμμο και το χώμα. Όμως στα εύπορα προάστια οι γιοι των πλουσίων διασκεδάζουν πάνω σε σχολαστικά περιποιημένο γκαζόν.
Έτσι οι άνθρωποι συνήθισαν να ταυτίζουν το γκαζόν με την πολιτική ισχύ, το κοινωνικό στάτους και τον οικονομικό πλούτο. Δεν είναι παράξενο που τον 19ο αιώνα η ανερχόμενη αστική τάξη υιοθέτησε με ενθουσιασμό το γκαζόν. Στην αρχή, μόνο οι τραπεζίτες, οι δικηγόροι και οι βιομήχανοι μπορούσαν να πληρώσουν για τέτοιες πολυτέλειες στην ιδιωτική τους κατοικία. Όταν όμως η Βιομηχανική Επανάσταση διεύρυνε τη μεσαία τάξη και δημιούργησε τη μηχανή ίου γκαζόν και το αυτόματο πότισμα, εκατομμύρια οικογένειες μπορούσαν να αποκτήσουν λίγο γρασίδι στο σπίτι τους. Στα αμερικανικά προάστια, το περιποιημένο γκαζόν από πολυτέλεια των πλουσίων μετατράπηκε σε είδος πρώτης ανάγκης της μεσαίας τάξης.
Τότε προστέθηκε κάτι καινούργιο στο προαστιακό τελετουργικό. Μετά την κυριακάτικη λειτουργία στην εκκλησία, πολλοί άνθρωποι κούρευαν με αφοσίωση το γκαζόν τους. Καθώς περπατούσες στο δρόμο, μπορούσες να εκτιμήσεις γρήγορα τον πλούτο και τη θέση κάθε οικογένειας κρίνοντας από το μέγεθος και την ποιότητα του γκαζόν στην μπροστινή αυλή. Το γρασίδι είναι σήμερα η πιο διαδεδομένη καλλιέργεια στις ΗΠΑ, μετά το καλαμπόκι και το σιτάρι, και η βιομηχανία του γκαζόν (φυτά, λίπασμα, χλοοκοπτικά, ποτιστικά, κηπουροί) έχει τζίρο δισεκατομμύρια δολάρια κάθε χρόνο.
Το γκαζόν δεν παρέμεινε μια αποκλειστικά ευρωπαϊκή και αμερικανική τρέλα. Ακόμα και άνθρωποι που δεν έχουν επισκεφτεί ποτέ τους την κοιλάδα του Λίγηρα βλέπουν τους προέδρους των ΗΠΑ να βγάζουν λόγους στο γκαζόν του Λευκού Οίκου, σημαντικούς ποδοσφαιρικούς αγώνες να διεξάγονται σε καταπράσινα γήπεδα και τον Χόμερ Σίμπσον να τσακώνεται με τον Μπαρτ για το ποιος θα κουρέψει το γκαζόν. Άνθρωποι σε όλο τον κόσμο συνδέουν το γκαζόν με την εξουσία, το χρήμα και το κύρος.
Έτσι, το γκαζόν έχει επεκταθεί παντού και τώρα έχει βαλθεί να κατακτήσει ακόμα και την καρδιά του μουσουλμανικού κόσμου. Το πρόσφατα χτισμένο Μουσείο Ισλαμικής Τέχνης του Κατάρ είναι περιτριγυρισμένο από υπέροχο γκαζόν, που θυμίζει πολύ περισσότερο τις Βερσαλλίες του Λουδοβίκου ΙΔ' παρά τη Βαγδάτη του Χαρούν αλ Ρασίντ. Ο κήπος σχεδιάστηκε και κατασκευάστηκε από μια αμερικανική εταιρία και τα πάνω από 100.000 τετραγωνικά μέτρα γρασίδι -στη μέση της αραβικής ερήμου- χρειάζονται ασύλληπτες ποσότητες νερού καθημερινά για να διατηρούνται πράσινα. Στο μεταξύ, στα προάστια της Ντόχα και του Ντου-μπάι, οικογένειες της μεσαίας τάξης καμαρώνουν για το γκαζόν τους. Αν δεν ήταν οι λευκές κελεμπίες και τα μαύρα χιτζάμπ, θα μπορούσε κανείς εύκολα να νομίζει ότι βρίσκεται στις Μεσοδυτικές πολιτείες κι όχι στη Μέση Ανατολή.
Τώρα που έχετε διαβάσει αυτή τη σύντομη ιστορία του γκαζόν, όταν αρχίσετε να σχεδιάζετε το σπίτι των ονείρων σας μπορεί να ξανασκεφτείτε αν θέλετε να έχει γκαζόν στη μπροστινή αυλή. Εξακολουθείτε βέβαια να μπορείτε να το κάνετε ελεύθερα. Αλλά είστε επίσης ελεύθεροι να αποτινάξετε το πολιτιστικό φορτίο που σας έχει κληροδοτηθεί από ευρωπαίους δούκες, μεγιστάνες καπιταλιστές και τους Σίμπσονς - και να φανταστείτε έναν γιαπωνέζικο πετρόκηπο ή κάποιο εντελώς νέο δημιούργημα.
Αυτός είναι ο καλύτερος λόγος να μαθαίνουμε ιστορία: όχι για να προβλέψουμε το μέλλον, αλλά για να απελευθερωθούμε από το παρελθόν και να μπορέσουμε να φανταστούμε εναλλακτικά πεπρωμένα. Φυσικά δεν πρόκειται για πλήρη ελευθερία -δεν μπορούμε να μη διαμορφωνόμαστε από το παρελθόν-, αλλά λίγη ελευθερία είναι καλύτερη από καθόλου.
Με τον ίδιο τρόπο, περιμένουμε από τους ιστορικούς να εξετάζουν τις πράξεις των προγόνων μας ώστε να μπορούμε να επαναλάβουμε τις σοφές τους αποφάσεις και να αποφύγουμε τα λάθη τους. Όμως αυτό δεν γίνεται σχεδόν ποτέ, επειδή ακριβώς το παρόν είναι τόσο διαφορετικό από το παρελθόν. Είναι χάσιμο χρόνου να μελετάμε την τακτική του Αννίβα στον Β' Καρχηδονιακό Πόλεμο για να την αντιγράψουμε στον Γ' Παγκόσμιο. Αυτό που λειτουργούσε καλά στις μάχες του ιππικού δεν θα ωφελεί αναγκαστικά πολύ στον κυβερνοπόλεμο.
Ωστόσο, η επιστήμη δεν έχει να κάνει μόνο με την πρόβλεψη του μέλλοντος. Οι μελετητές σε όλα τα πεδία θέλουν συχνά να διευρύνουν τους ορίζοντές μας, ανοίγοντας έτσι μπροστά μας νέες και άγνωστες μελλοντικές προοπτικές. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για την ιστορία. Μολονότι οι ιστορικοί κάνουν περιστασιακά προφητικές απόπειρες (χωρίς αξιοσημείωτη επιτυχία), η μελέτη της ιστορίας έχει κυρίως στόχο να μας επισημάνει δυνατότητες τις οποίες κανονικά δεν θα σκεφτόμασταν. Οι ιστορικοί δεν μελετούν το παρελθόν για να το επαναλάβουμε, αλλά για να απελευθερωθούμε απ’ αυτό.
Όλοι μας έχουμε γεννηθεί σε μια δεδομένη ιστορική πραγματικότητα, στην οποία επικρατούν συγκεκριμένες νόρμες και αξίες, καθώς και ένα μοναδικό οικονομικό και πολιτικό σύστημα. Θεωρούμε αυτή την πραγματικότητα δεδομένη, νομίζοντας πως είναι φυσική, αναπόφευκτη και αναλλοίωτη. Ξεχνάμε ότι ο κόσμος μας δημιουργήθηκε από μια συμπτωματική αλληλουχία γεγονότων και ότι η ιστορία δεν διαμορφώνεται μόνο από την τεχνολογία, την πολιτική και την κοινωνία, αλλά και από τις σκέψεις, τους φόβους και τα όνειρά μας. Το ψυχρό χέρι του παρελθόντος ξεπηδάει από τους τάφους των προγόνων μας, μας γραπώνει από το σβέρκο και στρέφει το βλέμμα μας προς ένα και μοναδικό μέλλον. Νιώθουμε αυτό το χέρι από τη στιγμή που γεννιόμαστε κι έτσι το θεωρούμε φυσικό και αναπόφευκτο κομμάτι του εαυτού μας. Γι’ αυτό σπάνια προσπαθούμε να απελευθερωθούμε απ’ αυτό και να οραματιστούμε ένα διαφορετικό μέλλον.
Η μελέτη της ιστορίας έχει στόχο να χαλαρώσει αυτή τη λαβή του παρελθόντος. Μας επιτρέπει να στρέψουμε το κεφάλι και σε άλλες κατευθύνσεις και να αρέσουμε να προσέχουμε δυνατότητες τις οποίες οι πρόγονοί μας δεν μπορούσαν να φανταστούν ή δεν ήθελαν να τις φανταστούμε εμείς. Παρατηρώντας τη συμπτωματική αλυσίδα των γεγονότων που μας οδήγησαν εδώ, συνειδητοποιούμε πώς σχηματίστηκαν οι ίδιες οι σκέψεις και τα όνειρά μας - και μπορούμε να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε και να ονειρευόμαστε διαφορετικά. Η μελέτη της ιστορίας δεν θα μας πει τι να επιλέξουμε, αλλά μας δίνει τουλάχιστον περισσότερες επιλογές.
Τα κινήματα που θέλουν να αλλάξουν τον κόσμο συχνά ξεκινούν ξαναγράφοντας την ιστορία, επιτρέποντας έτσι στους ανθρώπους να φανταστούν εκ νέου το μέλλον. Όταν θέλεις να κατέβουν οι εργάτες σε γενική απεργία, οι γυναίκες να ανακτήσουν τον έλεγχο του σώματός τους ή οι καταπιεσμένες μειονότητες να διεκδικήσουν πολιτικά δικαιώματα, το πρώτο βήμα είναι να αφηγηθείς εκ νέου την ιστορία τους. Η νέα ιστορία θα εξηγεί ότι «η σημερινή μας κατάσταση δεν είναι ούτε φυσική ούτε αιώνια. Κάποτε τα πράγματα ήταν διαφορετικά. Μια τυχαία σειρά γεγονότων δημιούργησε τον άδικο κόσμο που γνωρίζουμε σήμερα. Αν ενεργήσουμε σωστά, μπορούμε να αλλάξουμε αυτό τον κόσμο και να δημιουργήσουμε έναν καλύτερο». Γι’ αυτό οι μαρξιστές αφηγούνται την ιστορία του καπιταλισμού· οι φεμινίστριες μελετούν το σχηματισμό των πατριαρχικών κοινωνιών και οι Αφροαμερικανοί μνημονεύουν τη φρίκη του δουλεμπορίου. Ο στόχος δεν είναι να διαιωνίσουν το παρελθόν, αλλά -αντίθετα- να απελευθερωθούν από αυτό.
Ό,τι ισχύει για τις μεγάλες κοινωνικές επαναστάσεις ισχύει εξίσου και στο μικροεπίπεδο της καθημερινής ζωής. Ένα νεαρό ζευγάρι που χτίζει το καινούργιο του σπίτι μπορεί να ζητήσει από τον αρχιτέκτονα να βάλει ένα ωραίο γκαζόν στην μπροστινή αυλή. Γιατί γκαζόν; «Γιατί το γκαζόν είναι όμορφο», θα εξηγούσε το ζευγάρι. Γιατί όμως το βρίσκουν όμορφο; Υπάρχει πίσω του μια ιστορία.
Οι τροφοσυλλέκτες της Λίθινης Εποχής δεν καλλιεργούσαν γρασίδι στην είσοδο της σπηλιάς τους. Στην Ακρόπολη της Αθήνας, στο Καπιτώλιο της Ρώμης, στο Ναό της Ιερουσαλήμ ή στην Απαγορευμένη Πόλη του Πεκίνου δεν υπήρχε καμία πράσινη έκταση για να υποδέχεται τους επισκέπτες. Η ιδέα να καλλιεργείται γρασίδι στην είσοδο των ιδιωτικών κατοικιών και των δημόσιων κτιρίων γεννήθηκε στα κάστρα των Γάλλων και των Άγγλων αριστοκρατών στον ύστερο Μεσαίωνα. Στην πρώιμη νεωτερική εποχή, η συνήθεια αυτή ρίζωσε και έγινε έμβλημα των ευγενών.
Το καλοδιατηρημένο γκαζόν απαιτούσε έκταση και πολλή δουλειά, ιδίως την εποχή που δεν υπήρχαν ακόμα μηχανές του γκαζόν και αυτόματο πότισμα. Σε αντάλλαγμα, το γκαζόν δεν παράγει τίποτα αξίας. Δεν μπορείς ούτε να βοσκήσεις ζώα εκεί, γιατί θα το ποδοπατούσαν και θα το κατέστρεφαν. Οι φτωχοί χωρικοί δεν μπορούσαν να ξοδεύουν πολύτιμη γη και χρόνο για το γκαζόν. Επομένως, η περιποιημένη έκταση στην είσοδο του σατό ήταν ένα σύμβολο κοινωνικής θέσης που κανείς δεν μπορούσε να αντιγράψει. Δήλωνε ευθαρσώς σε κάθε περαστικό:
«Είμαι τόσο πλούσιος και ισχυρός κι έχω τόσα εκτάρια γης και δουλοπάροικους, που η τσέπη μου σηκώνει αυτή την πολυτέλεια».
Όσο μεγαλύτερο και πιο περιποιημένο ήταν το γκαζόν, τόσο ισχυρότερη η δυναστεία. Αν πήγαινες επίσκεψη σε κάποιο δούκα κι έβλεπες το γκαζόν του σε κακή κατάσταση, ήξερες ότι είχε προβλήματα. Το πολύτιμο γκαζόν ήταν συχνά το σκηνικό για σημαντικούς εορτασμούς και κοινωνικά γεγονότα κι όλο τον άλλο καιρό ήταν απαγορευμένος χώρος. Μέχρι σήμερα, σε αμέτρητα παλάτια, κυβερνητικά κτίρια και δημόσιους χώρους, μια αυστηρή επιγραφή προειδοποιεί «Μην πατάτε το πράσινο». Στο παλιό μου κολέγιο στην Οξφόρδη, όλο το προαύλιο αποτελούνταν από ένα μεγάλο, ελκυστικό γκαζόν, στο οποίο επιτρεπόταν να πατάμε και να καθόμαστε μόνο μία μέρα το χρόνο. Όλες τις υπόλοιπες μέρες, αλίμονο στον φτωχό φοιτητή που θα βεβήλωνε με το πόδι του το ιερό έδαφος.
Τα παλάτια των βασιλιάδων και τα κάστρα των βαρόνων μετέτρεψαν το γκαζόν σε σύμβολο εξουσίας. Όταν κατά την ύστερη νεωτερικότητα οι βασιλιάδες ανατράπηκαν και οι βαρόνοι καρατομήθηκαν, οι καινούργιοι πρόεδροι και πρωθυπουργοί κράτησαν το γκαζόν. Κοινοβούλια, ανώτατα δικαστήρια, προεδρικές κατοικίες και άλλα δημόσια κτίρια δήλωναν όλο και συχνότερα την εξουσία τους με σειρές από καταπράσινα χόρτα. Ταυτόχρονα, το γκαζόν κατέκτησε και τον κόσμο του αθλητισμού.
Για χιλιάδες χρόνια, οι άνθρωποι έπαιζαν σε κάθε είδους έδαφος, από τον πάγο μέχρι την έρημο. Ωστόσο, τους δύο τελευταίους αιώνες, τα πραγματικά σημαντικά παιχνίδια -όπως το ποδόσφαιρο και το τένις- παίζονται στο χορτάρι. Αρκεί βέβαια να έχεις τα χρήματα. Στις φαβέλες του Ρίο ντε Τζανέιρο, η μελλοντική γενιά του βραζιλιάνικου ποδοσφαίρου κλοτσάει αυτοσχέδιες μπάλες πάνω στην άμμο και το χώμα. Όμως στα εύπορα προάστια οι γιοι των πλουσίων διασκεδάζουν πάνω σε σχολαστικά περιποιημένο γκαζόν.
Έτσι οι άνθρωποι συνήθισαν να ταυτίζουν το γκαζόν με την πολιτική ισχύ, το κοινωνικό στάτους και τον οικονομικό πλούτο. Δεν είναι παράξενο που τον 19ο αιώνα η ανερχόμενη αστική τάξη υιοθέτησε με ενθουσιασμό το γκαζόν. Στην αρχή, μόνο οι τραπεζίτες, οι δικηγόροι και οι βιομήχανοι μπορούσαν να πληρώσουν για τέτοιες πολυτέλειες στην ιδιωτική τους κατοικία. Όταν όμως η Βιομηχανική Επανάσταση διεύρυνε τη μεσαία τάξη και δημιούργησε τη μηχανή ίου γκαζόν και το αυτόματο πότισμα, εκατομμύρια οικογένειες μπορούσαν να αποκτήσουν λίγο γρασίδι στο σπίτι τους. Στα αμερικανικά προάστια, το περιποιημένο γκαζόν από πολυτέλεια των πλουσίων μετατράπηκε σε είδος πρώτης ανάγκης της μεσαίας τάξης.
Τότε προστέθηκε κάτι καινούργιο στο προαστιακό τελετουργικό. Μετά την κυριακάτικη λειτουργία στην εκκλησία, πολλοί άνθρωποι κούρευαν με αφοσίωση το γκαζόν τους. Καθώς περπατούσες στο δρόμο, μπορούσες να εκτιμήσεις γρήγορα τον πλούτο και τη θέση κάθε οικογένειας κρίνοντας από το μέγεθος και την ποιότητα του γκαζόν στην μπροστινή αυλή. Το γρασίδι είναι σήμερα η πιο διαδεδομένη καλλιέργεια στις ΗΠΑ, μετά το καλαμπόκι και το σιτάρι, και η βιομηχανία του γκαζόν (φυτά, λίπασμα, χλοοκοπτικά, ποτιστικά, κηπουροί) έχει τζίρο δισεκατομμύρια δολάρια κάθε χρόνο.
Το γκαζόν δεν παρέμεινε μια αποκλειστικά ευρωπαϊκή και αμερικανική τρέλα. Ακόμα και άνθρωποι που δεν έχουν επισκεφτεί ποτέ τους την κοιλάδα του Λίγηρα βλέπουν τους προέδρους των ΗΠΑ να βγάζουν λόγους στο γκαζόν του Λευκού Οίκου, σημαντικούς ποδοσφαιρικούς αγώνες να διεξάγονται σε καταπράσινα γήπεδα και τον Χόμερ Σίμπσον να τσακώνεται με τον Μπαρτ για το ποιος θα κουρέψει το γκαζόν. Άνθρωποι σε όλο τον κόσμο συνδέουν το γκαζόν με την εξουσία, το χρήμα και το κύρος.
Έτσι, το γκαζόν έχει επεκταθεί παντού και τώρα έχει βαλθεί να κατακτήσει ακόμα και την καρδιά του μουσουλμανικού κόσμου. Το πρόσφατα χτισμένο Μουσείο Ισλαμικής Τέχνης του Κατάρ είναι περιτριγυρισμένο από υπέροχο γκαζόν, που θυμίζει πολύ περισσότερο τις Βερσαλλίες του Λουδοβίκου ΙΔ' παρά τη Βαγδάτη του Χαρούν αλ Ρασίντ. Ο κήπος σχεδιάστηκε και κατασκευάστηκε από μια αμερικανική εταιρία και τα πάνω από 100.000 τετραγωνικά μέτρα γρασίδι -στη μέση της αραβικής ερήμου- χρειάζονται ασύλληπτες ποσότητες νερού καθημερινά για να διατηρούνται πράσινα. Στο μεταξύ, στα προάστια της Ντόχα και του Ντου-μπάι, οικογένειες της μεσαίας τάξης καμαρώνουν για το γκαζόν τους. Αν δεν ήταν οι λευκές κελεμπίες και τα μαύρα χιτζάμπ, θα μπορούσε κανείς εύκολα να νομίζει ότι βρίσκεται στις Μεσοδυτικές πολιτείες κι όχι στη Μέση Ανατολή.
Τώρα που έχετε διαβάσει αυτή τη σύντομη ιστορία του γκαζόν, όταν αρχίσετε να σχεδιάζετε το σπίτι των ονείρων σας μπορεί να ξανασκεφτείτε αν θέλετε να έχει γκαζόν στη μπροστινή αυλή. Εξακολουθείτε βέβαια να μπορείτε να το κάνετε ελεύθερα. Αλλά είστε επίσης ελεύθεροι να αποτινάξετε το πολιτιστικό φορτίο που σας έχει κληροδοτηθεί από ευρωπαίους δούκες, μεγιστάνες καπιταλιστές και τους Σίμπσονς - και να φανταστείτε έναν γιαπωνέζικο πετρόκηπο ή κάποιο εντελώς νέο δημιούργημα.
Αυτός είναι ο καλύτερος λόγος να μαθαίνουμε ιστορία: όχι για να προβλέψουμε το μέλλον, αλλά για να απελευθερωθούμε από το παρελθόν και να μπορέσουμε να φανταστούμε εναλλακτικά πεπρωμένα. Φυσικά δεν πρόκειται για πλήρη ελευθερία -δεν μπορούμε να μη διαμορφωνόμαστε από το παρελθόν-, αλλά λίγη ελευθερία είναι καλύτερη από καθόλου.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου