Γι’ αυτό θα στραφούμε στο απλούστερο ερώτημα, τι αφήνουν οι άνθρωποι με την συμπεριφορά τους να διαφανεί σαν σκοπός και πρόθεση της ζωής τους, τι ζητούν οι ίδιοι από την ζωή, τι θέλουν να πετύχουν με αυτή.
Η απάντηση εδώ δεν είναι δύσκολη˙ επιδιώκουν την ευτυχία, θέλουν να γίνουν και να μείνουν ευτυχισμένοι.
Αυτή η επιδίωξη έχει δύο πλευρές, έναν θετικό και έναν αρνητικό σκοπό, από την μια πλευρά θέλει την απουσία του πόνου και της δυσαρέσκειας και από την άλλη το βίωμα ισχυρών αισθημάτων ηδονής.
Στην στενή σημασία της λέξης η «ευτυχία» αναφέρεται στο τελευταίο.
Αντίστοιχα με τον διαχωρισμό των σκοπών αναπτύσσεται και η δραστηριότητα των ανθρώπων προς δυο κατευθύνσεις, ανάλογα με το αν προσπαθεί να πραγματοποιήσει - κυρίως ή αποκλειστικά – τον ένα ή τον άλλο από τους σκοπούς.
Τον σκοπό της ζωής τον θέτει, όπως καταλαβαίνουμε, απλώς το πρόγραμμα της αρχής της ηδονής.
Αυτή η αρχή εξουσιάζει την επίδοση του ψυχικού μηχανισμού από την πρώτη στιγμή της ζωής˙ για την σκοπιμότητα της δεν μπορεί να υπάρχει αμφιβολία και όμως το πρόγραμμά της βρίσκεται σε διαμάχη με όλο τον κόσμο, τόσο μακρόκοσμο όσο και τον μικρόκοσμο.
Η εκτέλεση της δεν είναι δυνατή, όλοι οι θεσμοί του κόσμου της αντιστέκονται˙ θα μπορούσε να πει κανείς: στο πρόγραμμα της «Δημιουργίας» δεν περιέχεται η πρόθεση να είναι ο άνθρωπος «ευτυχισμένος».
Αυτό που ονομάζουμε σε αυστηρή έννοια ευτυχία προέρχεται μάλλον από την ξαφνική ικανοποίηση συσσωρευμένων αναγκών και είναι σύμφωνα με την φύση του δυνατό μόνο σαν επεισοδιακό φαινόμενο.
Κάθε διάρκεια μιας ποθητής από την αρχή της ηδονής κατάστασης προσφέρει μόνο ένα αίσθημα χλιαρής ευχαρίστησης˙ είμαστε έτσι φτιαγμένοι, ώστε μπορούμε να απολαμβάνουμε έντονα μόνο την αντίθεση, την κατάσταση μόνο λίγο.
Έτσι οι δυνατότητες της ευτυχίας μας είναι περιορισμένες ήδη από την ιδιοσυστασία μας. Πολύ ποιο εύκολο είναι να μας βρει η δυστυχία.
Από τρεις πλευρές απειλεί ο πόνος, από τον ίδιο μας το σώμα, που προορισμένο για να μαραθεί και να διαλυθεί δεν μπορεί να αποφύγει τον πόνο και το άγχος σαν προειδοποιητικά σημάδια, από το περιβάλλον, που μπορεί να στραφεί εναντίον μας με πανίσχυρες, αδυσώπητες και καταστρεπτικές δυνάμεις και τελικά από τις σχέσεις μας με τους άλλους ανθρώπους.
Τον πόνο, που προέρχεται από αυτή την πηγή, τον αισθανόμαστε ίσως οδυνηρότερα από κάθε άλλον˙ τείνουμε να τον θεωρήσουμε σαν κατά κάποιον τρόπο περιττό συμπλήρωμα, αν και μοιραία δεν θα έπρεπε να είναι λιγότερο αναπότρεπτος από τον πόνο άλλης προέλευσης.
Δεν είναι παράξενο που οι άνθρωποι κάτω από την πίεση αυτών των δυνατοτήτων του πόνου συνηθίζουν να μειώνουν την απαίτηση τους για ευτυχία, όπως επίσης και η ίδια η αρχή της ηδονής μεταμορφώθηκε κάτω από την επίδραση του περιβάλλοντος στην λιγότερη αρχή της πραγματικότητας, αφού θεωρούμαστε ήδη ευτυχείς, όταν έχουμε αποφύγει την δυστυχία, όταν έχουμε ξεπεράσει τον πόνο, όταν γενικά το καθήκον της αποφυγής του πόνου απωθεί στο παρασκήνιο το καθήκον της αποκόμισης της ηδονής.
Η απάντηση εδώ δεν είναι δύσκολη˙ επιδιώκουν την ευτυχία, θέλουν να γίνουν και να μείνουν ευτυχισμένοι.
Αυτή η επιδίωξη έχει δύο πλευρές, έναν θετικό και έναν αρνητικό σκοπό, από την μια πλευρά θέλει την απουσία του πόνου και της δυσαρέσκειας και από την άλλη το βίωμα ισχυρών αισθημάτων ηδονής.
Στην στενή σημασία της λέξης η «ευτυχία» αναφέρεται στο τελευταίο.
Αντίστοιχα με τον διαχωρισμό των σκοπών αναπτύσσεται και η δραστηριότητα των ανθρώπων προς δυο κατευθύνσεις, ανάλογα με το αν προσπαθεί να πραγματοποιήσει - κυρίως ή αποκλειστικά – τον ένα ή τον άλλο από τους σκοπούς.
Τον σκοπό της ζωής τον θέτει, όπως καταλαβαίνουμε, απλώς το πρόγραμμα της αρχής της ηδονής.
Αυτή η αρχή εξουσιάζει την επίδοση του ψυχικού μηχανισμού από την πρώτη στιγμή της ζωής˙ για την σκοπιμότητα της δεν μπορεί να υπάρχει αμφιβολία και όμως το πρόγραμμά της βρίσκεται σε διαμάχη με όλο τον κόσμο, τόσο μακρόκοσμο όσο και τον μικρόκοσμο.
Η εκτέλεση της δεν είναι δυνατή, όλοι οι θεσμοί του κόσμου της αντιστέκονται˙ θα μπορούσε να πει κανείς: στο πρόγραμμα της «Δημιουργίας» δεν περιέχεται η πρόθεση να είναι ο άνθρωπος «ευτυχισμένος».
Αυτό που ονομάζουμε σε αυστηρή έννοια ευτυχία προέρχεται μάλλον από την ξαφνική ικανοποίηση συσσωρευμένων αναγκών και είναι σύμφωνα με την φύση του δυνατό μόνο σαν επεισοδιακό φαινόμενο.
Κάθε διάρκεια μιας ποθητής από την αρχή της ηδονής κατάστασης προσφέρει μόνο ένα αίσθημα χλιαρής ευχαρίστησης˙ είμαστε έτσι φτιαγμένοι, ώστε μπορούμε να απολαμβάνουμε έντονα μόνο την αντίθεση, την κατάσταση μόνο λίγο.
Έτσι οι δυνατότητες της ευτυχίας μας είναι περιορισμένες ήδη από την ιδιοσυστασία μας. Πολύ ποιο εύκολο είναι να μας βρει η δυστυχία.
Από τρεις πλευρές απειλεί ο πόνος, από τον ίδιο μας το σώμα, που προορισμένο για να μαραθεί και να διαλυθεί δεν μπορεί να αποφύγει τον πόνο και το άγχος σαν προειδοποιητικά σημάδια, από το περιβάλλον, που μπορεί να στραφεί εναντίον μας με πανίσχυρες, αδυσώπητες και καταστρεπτικές δυνάμεις και τελικά από τις σχέσεις μας με τους άλλους ανθρώπους.
Τον πόνο, που προέρχεται από αυτή την πηγή, τον αισθανόμαστε ίσως οδυνηρότερα από κάθε άλλον˙ τείνουμε να τον θεωρήσουμε σαν κατά κάποιον τρόπο περιττό συμπλήρωμα, αν και μοιραία δεν θα έπρεπε να είναι λιγότερο αναπότρεπτος από τον πόνο άλλης προέλευσης.
Δεν είναι παράξενο που οι άνθρωποι κάτω από την πίεση αυτών των δυνατοτήτων του πόνου συνηθίζουν να μειώνουν την απαίτηση τους για ευτυχία, όπως επίσης και η ίδια η αρχή της ηδονής μεταμορφώθηκε κάτω από την επίδραση του περιβάλλοντος στην λιγότερη αρχή της πραγματικότητας, αφού θεωρούμαστε ήδη ευτυχείς, όταν έχουμε αποφύγει την δυστυχία, όταν έχουμε ξεπεράσει τον πόνο, όταν γενικά το καθήκον της αποφυγής του πόνου απωθεί στο παρασκήνιο το καθήκον της αποκόμισης της ηδονής.
Σίγκμουντ Φρόυντ, Ο Πολιτισμός Πηγή Δυστυχίας
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου