Ας μιλήσουμε λίγο για το ρισκάρισμα, είναι τόσο ωραίο! Μόλις μάθεις να ρισκάρεις, ολόκληρη η ζωή σου αλλάζει. Όμως η αλλαγή και η ανάπτυξη θα συμβούν μόνο αν είσαι πρόθυμος να ρισκάρεις και να πειραματιστείς με τη δική σου ζωή. Ποτέ δεν είναι κανείς σίγουρος για τίποτε. Όλα είναι ρίσκο. Θυμάμαι πως πριν από πολλά χρόνια πήρα την απόφαση και πούλησα όλα μου τα υπάρχοντα — κόντρα στη γνώμη όλων. ‘Ηθελα να γυρίσω τον κόσμο.
Ήθελα ν’ ακούσω τον κρυστάλλινο ήχο της καμπάνας ενός ναού στο Νεπάλ. Ήθελα να καθήσω σ’ ένα ρυζοχώραφο της Ταϊλάνδης και να μιλήσω με τους ανθρώπους, ή τουλάχιστον να τους αγκαλιάσω. Έτσι και έκανα. Πούλησα το σπίτι μου, το αυτοκίνητό μου, την ασφάλεια μου, ό,τι είχα και δεν είχα. Και ξεκίνησα. Ο κόσμος έλεγε: «Τι πράγματα είναι αυτά! Παράτησες μια στρωμένη δουλειά. Πού θα βρεις άλλη; Θα πεινάσεις όταν γυρίσεις». Γύρισα με δέκα σεντς στην τσέπη. Δεν πείνασα, διδάχτηκα. Τα πράγματα που έμαθα ήταν απείρως σημαντικότερα. Έμαθα για τις συμπεριφορές.
Στην Μπανγκόγκ λένε μαχ-πεν-λάι. Ακουγα τον κόσμο να λέει μαχ-πεν-λάι κι αναρωτιόμουνα: «Τι σημαίνει αυτό το μαχ-πεν-λάι;». Τελικά, όταν γνώρισα μερικούς Ταϊλανδούς, τους ρώτησα: «Υπάρχει μια φράση που την ακούω παντού, στην αγορά, στο αεροδρόμιο, στα μουσεία, στα κανάλια, στους ποταμούς: μαχ-πεν-λάι — τι σημαίνει αυτό;». Χαμογέλασαν ελαφρά και μου είπαν: «Σημαίνει: εντάξει, δεν πειράζει». Και ξαφνικά κατάλαβα τα πάντα. Ε, βέβαια, δεν είναι περίεργο που την ονομάζουν χώρα του χαμόγελου όταν ο κόσμος γυρίζει και λέει, «Εντάξει, δεν πειράζει».
Και μετά σκέφτηκα το δικό μας πολιτισμό όπου όλα πειράζουν. «Τι σημαίνει δεν πειράζει; Νομίζεις ότι δεν πειράζει γιατί είσαι επιπόλαιος!» Κι όμως πραγματικά δεν πειράζει. Ο κόσμος θα συνεχίσει να γυρίζει και χωρίς εμάς. Το ενενήντα τοις εκατό των πραγμάτων που φοβόμαστε ότι θα συμβούν, ποτέ δε συμβαίνουν. Κι εμείς συνεχίζουμε να φοβόμαστε και να ανησυχούμε. Και μετά ανησυχούμε που ανησυχούμε!
Ήθελα ν’ ακούσω τον κρυστάλλινο ήχο της καμπάνας ενός ναού στο Νεπάλ. Ήθελα να καθήσω σ’ ένα ρυζοχώραφο της Ταϊλάνδης και να μιλήσω με τους ανθρώπους, ή τουλάχιστον να τους αγκαλιάσω. Έτσι και έκανα. Πούλησα το σπίτι μου, το αυτοκίνητό μου, την ασφάλεια μου, ό,τι είχα και δεν είχα. Και ξεκίνησα. Ο κόσμος έλεγε: «Τι πράγματα είναι αυτά! Παράτησες μια στρωμένη δουλειά. Πού θα βρεις άλλη; Θα πεινάσεις όταν γυρίσεις». Γύρισα με δέκα σεντς στην τσέπη. Δεν πείνασα, διδάχτηκα. Τα πράγματα που έμαθα ήταν απείρως σημαντικότερα. Έμαθα για τις συμπεριφορές.
Στην Μπανγκόγκ λένε μαχ-πεν-λάι. Ακουγα τον κόσμο να λέει μαχ-πεν-λάι κι αναρωτιόμουνα: «Τι σημαίνει αυτό το μαχ-πεν-λάι;». Τελικά, όταν γνώρισα μερικούς Ταϊλανδούς, τους ρώτησα: «Υπάρχει μια φράση που την ακούω παντού, στην αγορά, στο αεροδρόμιο, στα μουσεία, στα κανάλια, στους ποταμούς: μαχ-πεν-λάι — τι σημαίνει αυτό;». Χαμογέλασαν ελαφρά και μου είπαν: «Σημαίνει: εντάξει, δεν πειράζει». Και ξαφνικά κατάλαβα τα πάντα. Ε, βέβαια, δεν είναι περίεργο που την ονομάζουν χώρα του χαμόγελου όταν ο κόσμος γυρίζει και λέει, «Εντάξει, δεν πειράζει».
Και μετά σκέφτηκα το δικό μας πολιτισμό όπου όλα πειράζουν. «Τι σημαίνει δεν πειράζει; Νομίζεις ότι δεν πειράζει γιατί είσαι επιπόλαιος!» Κι όμως πραγματικά δεν πειράζει. Ο κόσμος θα συνεχίσει να γυρίζει και χωρίς εμάς. Το ενενήντα τοις εκατό των πραγμάτων που φοβόμαστε ότι θα συμβούν, ποτέ δε συμβαίνουν. Κι εμείς συνεχίζουμε να φοβόμαστε και να ανησυχούμε. Και μετά ανησυχούμε που ανησυχούμε!
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου