[212] Μα εσύ Πέρση, αφουγκράσου το δίκαιο και την βία μην τρέφεις· κακό για τον έρμο τον άνθρωπο η βία. Μήτ’ ο ευδαίμων μπορεί μ’ ευκολία να μεταφέρει το φορτίο της· λυγίζει από κάτω του σαν πέφτει σ’ αυταπάτες. Προτιμότερο τ´ αντίπερα μονοπάτι της Δικαιοσύνης· αυτή συντρίβει την Οργή στο τέλος κάθε αγώνα.
Αλλά για τον ανόητο, μόνο το πάθημα γίνεται μάθημα· ο Όρκος στο κατόπι παίρνει τις λαθεμένες αποφάσεις. Το Δίκαιο βοά σαν το τραβούν οι αργυρώνητοι όπου θελήσουν κι αυτοί που ποινές καταλογίζουν με κρίση διεφθαρμένη· κι εκείνο, οδυρώμενο, σαν ομίχλης πέπλο την πόλη τους σκεπάζει, στοιχειώνει και σε πειρασμό βάζει τους ανθρώπους να το προσπερνούν δίχως γι’ αυτό να νοιάζονται.
[225] Μα όσοι δίκαια κρίνουν είτε ξένους, είτε ντόπιους και βήμα δεν ξεφεύγουν από το σωστό, η πόλη τους ακμάζει κι ο λαός ευημερεί· ειρήνη τρέφει τα παιδιά τους κι απλώνεται στη χώρα, ο Δίας δε, μάρτυρας των πάντων, ουδέποτε ορίζει πολέμους ολέθριους γι’ αυτούς. Πείνα και καταστροφή ουδέποτε πέφτουν σε σώφρονες ανθρώπους· μοναδική τους μέριμνα τους αγρούς τους να φροντίζουν.
Τα χώματα θάλλουν ακούραστα και στα βουνά τα δέντρα βελανίδια τρέφουν στις κορφές και μέλισσες στη μέση. Τα πυκνόμαλλα τους πρόβατα περίσσιο κουβαλάνε μαλλί. Οι μανάδες μεγαλώνουνε παιδιά με τους γονιούς τους όμοια. Αδιάκοπα προκόβουν και με πλοία δεν ταξιδεύουν, αφού απλόχερα η γης τον πλούτο της τους δίνει.
[238] Αλλά σε ´κείνους που βίαια πράττουν κι αποτρόπαια, ο Δίας ο πανόπτης θεία δίκη τάζει. Συχνά μια πόλη ολόκληρη υποφέρει για κάποιον που αμαρτάνει και πράξεις απρεπείς μηχανεύεται· ο γιός του Κρόνου σκληρές δοκιμασίες ρίχνει στους ανθρώπους της, λιμό, συνάμα και πανώλη, ώστε ν᾽ αφανιστούν οι άντρες, παιδιά στον κόσμο να μη φέρνουν οι γυναίκες, οικογένειες δε, ολοένα και λιγότερες να γίνονται. Άλλοτ’ ο Δίας ο Ολύμπιος τον πολυπληθή στρατό αφανίζει ή τα τείχη καταστρέφει κι άλλοτε στη θάλασσα τα πλοία τους βυθίζει.
[248] Βάλτε κι εσείς καλά στο νού σας άρχοντες τούτη την τιμωρία· οι Αθάνατοι ανάμεσα σ’ ανθρώπους βρίσκονται και σφραγίζουν όσους βαραίνουν την ψυχή των συνανθρώπων τους με σφαλερές αποφάσεις αδιαφορώντας για την οργή των θεών. Γιατί πάνω στη γη την γενναιόδωρη, ο Δίας έσπειρε τρισμύριους άγρυπνους φύλακες των θνητών κι εκείνοι την προσοχή τους έχουν στραμμένη σε κρίσεις και πράξεις απρεπείς, έτσι όπως περιφέρονται ντυμένοι την ομίχλη σ᾽ ολάκερη την γη.
Είναι και η παρθένος Δικαιοσύνη, κόρη του Διός, σεβαστή και τιμημένη απ᾽τους άχρονους κατοίκους του Ολύμπου κι όποτε κάποιος την πληγώνει ψευδομαρτυρώντας, κάθεται πλάι στον πατέρα της, τον γιό του Κρόνου και του μιλά για την μοχθηρή καρδιά των ανθρώπων μέχρις ότου αυτοί πληρώσουν για την παιδαριώδη παράνοια των βασιλέων τους, οι οποίοι κακόβουλα και με διεφθαρμένη κρίση καταδικάζουν εσφαλμένα. Κρατηθείτε μακριά απ᾽αυτό πριγκιπάδες κι αποφανθείτε ορθά, εσείς που καταβροχθίζετε δωροδοκίες και με τις λανθασμένες σκέψεις σας δικάζετε στρεβλά.
[265] Ζημιώνει τον εαυτό του όποιος βλάπτει άλλον και το μοχθηρό του σχέδιο θίγει τον ίδιο πιότερο.
[267] Όλα τα βλέπει η άγρυπνη ματιά του Δία, όλα τα νοιώθει κι είναι θέλημα του να διακρίνει τι είδους δικαιοσύνη κρύβει μέσα της η πόλη. Όμως, ως εκ τούτου, ίσως να μην είμαι εγώ ο δικαιότερος των ανθρώπων —ούτε ο γιός μου— γιατί αν πράγματι των φαύλων το δίκαιο είναι το επικρατέστερο τότε είναι κακό να λέγεσαι ενάρετος. Όμως νομίζω ότι ο Πάνσοφος δε θ´ αφήσει να συμβούν όλα αυτά.
[274] Αλλά εσύ Πέρση, φύλαξε όλα τούτα στην καρδιά σου κι άκου το σωστό, σταματώντας συνάμα να σκέφτεσαι την βία. Διότι ο γιός του Κρόνου προχείρησε έτσι τους ανθρώπους. Τα ψάρια, τα ζώα και τα φτερωτά πτηνά να κατασπαράζουν το ένα το άλλο, επειδή το δίκαιο μέσα τους δεν ζεί, αλλά στην ανθρωπότητα χάρισε την δικαιοσύνη, προβιβασμός μακράν ο μεγαλύτερος όλων, όπως αποδεικνύεται.
Σ’ όποιον αναγνωρίζει το δίκαιο κι είναι έτοιμος να τ’ ομολογήσει, ο διορατικός Δίας παρέχει ευημερία· αλλά όποιος γίνεται επίορκος και σκόπιμα ψευδομαρτυρεί, πληγώνοντας έτσι την Δικαιοσύνη κι αμαρτάνωντας ανεπανόρθωτα, η γενιά του αφήνεται για πάντα στο σκοτάδι. Όμως το μέλλον του ανθρώπου που τιμά τον όρκο του, προδιαγράφεται καλύτερο.
[286] Σ᾽ εσένα ανόητε Πέρση θα μιλήσω για την σωστή κρίση. Η Κακία μπορεί ν᾽ αποκτηθεί αβίαστα και σ᾽ αφθονία: ο δρόμος προς αυτήν είν᾽ ομαλός, πάντα δε, περνά πολύ κοντά μας. Αλλ’ ανάμεσα σε ᾽μας και την Καλοσύνη οι θεοί απόθεσαν τον ιδρώτα του μετώπου μας: μακρύ, ανηφορικό κι ατέλειωτο το μονοπάτι που οδηγεί σ᾽αυτήν, τραχύ στα πρώτα βήματά του· αλλ᾽ όταν κάποιος φτάσει την κορφή μπορεί να την αγγίξει, απόμακρη κι αν φαινόταν στην αρχή.
[293] Γιατί ο άνθρωπος είναι συνολικά ανώτερος όταν υπολογίζει τα πάντα μόνος του, επιλέγοντας το καλύτερο για το επόμενο βήμα του αλλά και για το απώτερο μέλλον· είναι γι’ αυτόν όφελος να συμμορφώνεται με τις υποδείξεις κάποιου καλού συμβούλου· μα όποιοσδήποτε μήτε προνοεί για τον εαυτό του μήτε υπολογίζει ξένου συμβουλές, είναι ένας στείρος άνθρωπος. Αλλά εν πάση περιπτώσει, πάντα να’χεις κατά νού οτι σου ζητώ να εργάζεσαι, ευγενή Πέρση, ώστε η Πείνα να σε μισήσει και η σεβαστή Δήμητρα, με την αφθονία χρισμένη, να σ’ αγαπήσει γεμίζοντας τις αποθήκες σου μ’εφόδια· διότι η Πείνα, εκ βάθρων συντροφεύει τον οκνηρό.
Θεοί και άνθρωποι οργίζονται με κάποιον που ζεί ανούσια, επειδή για την φύση μοιάζει με τον άκεντρο κηφήνα που σπαταλά τον μόχθο των μελισσών, τρώγοντας δίχως να εργάζεται· είθε να φροντίζεις ορθά να οργανώνεις την δουλειά σου, ώστε σαν έρθει η εποχή οι αποθήκες σου να’ναι πλήρεις προμηθειών. Μέσω της εργασίας τόσο οι άνθρωποι όσο και οι ομάδες τους, ευημερούν, οι δε μοχθούντες χαίρουν της αγάπης των Αθανάτων. Δεν είναι ντροπή η δουλειά, η αδράνεια είναι. Αλλά εφόσον εργάζεσαι, σύντομα ο άπραγος τον πλούτο σου θα ζηλώση, επειδή η δόξα κι η υπόληψη στο κατόπι παίρνουν την ευμάρεια.
Ό,τι κι αν σου επιφυλάσσει η μοίρα, σου αρμόζει καλύτερα η δούλεψη, εφόσον αποστρέψεις την εσφαλμένη σκέψη σου από το βιός των άλλων κι ακολουθήσεις την ορμήνεια μου στο διάβα της ζωής σου. Όνειδος του ενδεούς ανθρώπου η συντροφιά, ντροπή που εξίσου μπορεί άλλοτε να πληγώνει κι άλλοτε να ευνοεί, όταν συστολἠ περιβάλλει τη φτώχεια, αλλά κι όταν αυτοπεποίθηση χαρίζει στον πλούτο.
[320] Στ’ αγαθά δεν αρμόζει η αρπαγή· η θεόσταλτη ευημερία υπερτερεί· γιατί αυτός που αποκτά μεγάλη περιουσία βίαια και καταναγκαστικά ή με τον λόγο του την αποσπά παράνομα, όπως συμβαίνει συχνά όταν το όφελος εξαπατά τη νοημοσύνη και η ατίμωση ποδοπατά την τιμή, οι θεοί σύντομα τον κηλιδώνουν, ευτελίζουν τη ζωή του κι εφήμερα ο πλούτος τον ακολουθεί.
Τα ίδια συμβαίνουν και μ’ αυτόν που αδικεί κάποιον ικέτη ή επισκέπτη ή αυτόν που ανεβαίνει στο κρεβάτι του αδελφού του κι ανομολόγητα με την συμβία εκείνου αμαρτάνει ή όποιον απομωραίνεται κι ορφανά παιδιά αδικεί, ή όποιον δεν σέβεται κι εξυβρίζει τον ηλικιωμένο πατέρα του στο διάβα του ζοφερού μονοπατιού των γεραμάτων· ο Δίας πράγματι εξοργίζεται κι εξαργυρώνει με το ίδιο νόμισμα τις δεινές πράξεις του.
Αλλά εσύ, μαζί με την ανόητη καρδιά σου, ν’ αποστραφείς όλα τούτα και για όσο είσαι ικανός να προσφέρεις στους Αθανάτους θυσίες με χέρια καθάρια και αγνά· πολύτιμα κρέατα να καίς και κατά καιρούς να τους εξευμενίζεις με σπονδές και θυμιάματα, όταν πέφτεις για ύπνο αλλά κι όταν το ιερό φως επιστρέφει, για να μπορούν με την αβρότητα τους ν’αγγίξουν την καρδιά και το πνεύμα σου κι έτσι ίσως μέλλει ν’ αγοράζεις τον κλήρο άλλων κι όχι άλλοι τον δικό σου.
[342] Προσκάλεσε τον φίλο σου, αλλ’ άσε μόνο τον εχθρό σου· να καλείς ιδιαίτερα αυτόν που μένει κοντά σου, γιατί αν συμβεἰ κάτι κακό στον τόπο σου, άζωστοι τρέχουν οι γειτόνοι ενώ οι συγγενείς κοιτάζουν πρώτα να ζωστούν. Η κακία ενός γείτονα είναι τόσο μεγάλο βάσανο όσο καλή είναι η ευλογία· το να᾽χεις καλό γείτονα είναι πολύτιμο αγαθό. Μήτε βόδι χάνεται εφόσον ο γείτονας δεν είναι κακοθελητής. Δανείσου με μέτρο από τον γείτονά σου και ξεπλήρωσέ τον με το παραπάνω, αν μπορείς, ώστε αν αργότερα βρεθείς στην ανάγκη, την βοήθειά του να’χεις σίγουρη.
[352] Μη βασίζεσαι στο κέρδος, φέρνει τόσα δεινά όσα η καταστροφή. Να᾽σαι φίλος με τους φίλιους και να επισκέπτεσαι όποιον σ᾽ επισκέπτεται. Να προσφέρεις μόνο στους δοτικούς. Χαρίζει κάποιος στον ανοιχτοχέρη, αλλά κανείς στον τσιγκούνη. Αγαθό το να δίνεις, ολέθρο σέρνει η αρπαγή. Επειδή αυτός που πρόθυμα προσφέρει, ακόμη κι αν πρόκειται για κάτι πολύτιμο, χαίρεται το δώρο του κι αγάλλετ’ η καρδιά του· εκείνος όμως που μεριάζει να περάσει η ντροπή κι αρπάζει κάτι για τον εαυτό του, όσο μικρό κι αν είναι παγώνει την καρδιά του.
Αυτός που τα υπάρχοντά του αυξάνει, θ’ αποφύγει της λαχτάρας την γυαλιστερή ματιά· γι αυτό βάζεις λίγο στο λίγο ώστε αν το κάνεις συχνά, γρήγορα το λίγο να γίνει πολύ. Ότι έχει κάποιος στο σπίτι του, σκοτούρες δεν τονε γεμίζει· προτιμότερο να’χεις κοντά το βιός σου γιατί οτιδήποτε βρίσκεται μακριά ίσως σημαίνει απώλεια. Καλό είναι να χρησιμοποιείς ό,τι έχεις· θλίβει βέβαια την καρδιά σου να’ χεις ανάγκη κάτι που σου λείπει και σε καλώ να το προσέξεις αυτό. Ξεδίψα όταν πρωτανοίγεις το βαρέλι και μέχρι να φτάσει στη μέση, αλλά μετά να’σαι φειδωλός· η κακή εξοικονόμηση θα σε βγάλει στο κατακάθι.
[370] Φρόντισε να κρατάς την υπόσχεσή σου απέναντι σε φίλο αλλά και στο χαμόγελο του αδελφού σου, έχε όμως κάποιον μάρτυρα· εμπιστοσύνη και δυσπιστία, ομοίως καταστρέφουν τους ανθρώπους.
[373] Μην αφήσεις γυναίκα επιδεικτική να σε καλοπιάσει και να σ’ εξαπατήσει περιγελώντας σε· το βιός σου κυνηγά. Αυτός που εμπιστεύεται γυναίκες επαφίεται στους απατεώνες.
[376] Μονάχα ένας γιός θα πρέπει να τρέφει το πατρικό του σπίτι για ν’ αυξάνεται ο πλούτος· αν όμως αφήσεις και δεύτερο παιδί, είθε στα βαθιά σου γεράματα να σβήσεις. Πιο εύκολο για τον Δία να μοιράσει μεγάλο πλούτο σε πολλούς. Περισσότερα χέρια σημαίνουν περισσότερη δουλειά κι ανάλογες έγνοιες.
[381] Αν η καρδιά σου επιθυμεί τον πλούτο, κάνε όλα τούτα και δουλειά στη δουλειά ν’απεργάζεσαι.
Αλλά για τον ανόητο, μόνο το πάθημα γίνεται μάθημα· ο Όρκος στο κατόπι παίρνει τις λαθεμένες αποφάσεις. Το Δίκαιο βοά σαν το τραβούν οι αργυρώνητοι όπου θελήσουν κι αυτοί που ποινές καταλογίζουν με κρίση διεφθαρμένη· κι εκείνο, οδυρώμενο, σαν ομίχλης πέπλο την πόλη τους σκεπάζει, στοιχειώνει και σε πειρασμό βάζει τους ανθρώπους να το προσπερνούν δίχως γι’ αυτό να νοιάζονται.
[225] Μα όσοι δίκαια κρίνουν είτε ξένους, είτε ντόπιους και βήμα δεν ξεφεύγουν από το σωστό, η πόλη τους ακμάζει κι ο λαός ευημερεί· ειρήνη τρέφει τα παιδιά τους κι απλώνεται στη χώρα, ο Δίας δε, μάρτυρας των πάντων, ουδέποτε ορίζει πολέμους ολέθριους γι’ αυτούς. Πείνα και καταστροφή ουδέποτε πέφτουν σε σώφρονες ανθρώπους· μοναδική τους μέριμνα τους αγρούς τους να φροντίζουν.
Τα χώματα θάλλουν ακούραστα και στα βουνά τα δέντρα βελανίδια τρέφουν στις κορφές και μέλισσες στη μέση. Τα πυκνόμαλλα τους πρόβατα περίσσιο κουβαλάνε μαλλί. Οι μανάδες μεγαλώνουνε παιδιά με τους γονιούς τους όμοια. Αδιάκοπα προκόβουν και με πλοία δεν ταξιδεύουν, αφού απλόχερα η γης τον πλούτο της τους δίνει.
[238] Αλλά σε ´κείνους που βίαια πράττουν κι αποτρόπαια, ο Δίας ο πανόπτης θεία δίκη τάζει. Συχνά μια πόλη ολόκληρη υποφέρει για κάποιον που αμαρτάνει και πράξεις απρεπείς μηχανεύεται· ο γιός του Κρόνου σκληρές δοκιμασίες ρίχνει στους ανθρώπους της, λιμό, συνάμα και πανώλη, ώστε ν᾽ αφανιστούν οι άντρες, παιδιά στον κόσμο να μη φέρνουν οι γυναίκες, οικογένειες δε, ολοένα και λιγότερες να γίνονται. Άλλοτ’ ο Δίας ο Ολύμπιος τον πολυπληθή στρατό αφανίζει ή τα τείχη καταστρέφει κι άλλοτε στη θάλασσα τα πλοία τους βυθίζει.
[248] Βάλτε κι εσείς καλά στο νού σας άρχοντες τούτη την τιμωρία· οι Αθάνατοι ανάμεσα σ’ ανθρώπους βρίσκονται και σφραγίζουν όσους βαραίνουν την ψυχή των συνανθρώπων τους με σφαλερές αποφάσεις αδιαφορώντας για την οργή των θεών. Γιατί πάνω στη γη την γενναιόδωρη, ο Δίας έσπειρε τρισμύριους άγρυπνους φύλακες των θνητών κι εκείνοι την προσοχή τους έχουν στραμμένη σε κρίσεις και πράξεις απρεπείς, έτσι όπως περιφέρονται ντυμένοι την ομίχλη σ᾽ ολάκερη την γη.
Είναι και η παρθένος Δικαιοσύνη, κόρη του Διός, σεβαστή και τιμημένη απ᾽τους άχρονους κατοίκους του Ολύμπου κι όποτε κάποιος την πληγώνει ψευδομαρτυρώντας, κάθεται πλάι στον πατέρα της, τον γιό του Κρόνου και του μιλά για την μοχθηρή καρδιά των ανθρώπων μέχρις ότου αυτοί πληρώσουν για την παιδαριώδη παράνοια των βασιλέων τους, οι οποίοι κακόβουλα και με διεφθαρμένη κρίση καταδικάζουν εσφαλμένα. Κρατηθείτε μακριά απ᾽αυτό πριγκιπάδες κι αποφανθείτε ορθά, εσείς που καταβροχθίζετε δωροδοκίες και με τις λανθασμένες σκέψεις σας δικάζετε στρεβλά.
[265] Ζημιώνει τον εαυτό του όποιος βλάπτει άλλον και το μοχθηρό του σχέδιο θίγει τον ίδιο πιότερο.
[267] Όλα τα βλέπει η άγρυπνη ματιά του Δία, όλα τα νοιώθει κι είναι θέλημα του να διακρίνει τι είδους δικαιοσύνη κρύβει μέσα της η πόλη. Όμως, ως εκ τούτου, ίσως να μην είμαι εγώ ο δικαιότερος των ανθρώπων —ούτε ο γιός μου— γιατί αν πράγματι των φαύλων το δίκαιο είναι το επικρατέστερο τότε είναι κακό να λέγεσαι ενάρετος. Όμως νομίζω ότι ο Πάνσοφος δε θ´ αφήσει να συμβούν όλα αυτά.
[274] Αλλά εσύ Πέρση, φύλαξε όλα τούτα στην καρδιά σου κι άκου το σωστό, σταματώντας συνάμα να σκέφτεσαι την βία. Διότι ο γιός του Κρόνου προχείρησε έτσι τους ανθρώπους. Τα ψάρια, τα ζώα και τα φτερωτά πτηνά να κατασπαράζουν το ένα το άλλο, επειδή το δίκαιο μέσα τους δεν ζεί, αλλά στην ανθρωπότητα χάρισε την δικαιοσύνη, προβιβασμός μακράν ο μεγαλύτερος όλων, όπως αποδεικνύεται.
Σ’ όποιον αναγνωρίζει το δίκαιο κι είναι έτοιμος να τ’ ομολογήσει, ο διορατικός Δίας παρέχει ευημερία· αλλά όποιος γίνεται επίορκος και σκόπιμα ψευδομαρτυρεί, πληγώνοντας έτσι την Δικαιοσύνη κι αμαρτάνωντας ανεπανόρθωτα, η γενιά του αφήνεται για πάντα στο σκοτάδι. Όμως το μέλλον του ανθρώπου που τιμά τον όρκο του, προδιαγράφεται καλύτερο.
[286] Σ᾽ εσένα ανόητε Πέρση θα μιλήσω για την σωστή κρίση. Η Κακία μπορεί ν᾽ αποκτηθεί αβίαστα και σ᾽ αφθονία: ο δρόμος προς αυτήν είν᾽ ομαλός, πάντα δε, περνά πολύ κοντά μας. Αλλ’ ανάμεσα σε ᾽μας και την Καλοσύνη οι θεοί απόθεσαν τον ιδρώτα του μετώπου μας: μακρύ, ανηφορικό κι ατέλειωτο το μονοπάτι που οδηγεί σ᾽αυτήν, τραχύ στα πρώτα βήματά του· αλλ᾽ όταν κάποιος φτάσει την κορφή μπορεί να την αγγίξει, απόμακρη κι αν φαινόταν στην αρχή.
[293] Γιατί ο άνθρωπος είναι συνολικά ανώτερος όταν υπολογίζει τα πάντα μόνος του, επιλέγοντας το καλύτερο για το επόμενο βήμα του αλλά και για το απώτερο μέλλον· είναι γι’ αυτόν όφελος να συμμορφώνεται με τις υποδείξεις κάποιου καλού συμβούλου· μα όποιοσδήποτε μήτε προνοεί για τον εαυτό του μήτε υπολογίζει ξένου συμβουλές, είναι ένας στείρος άνθρωπος. Αλλά εν πάση περιπτώσει, πάντα να’χεις κατά νού οτι σου ζητώ να εργάζεσαι, ευγενή Πέρση, ώστε η Πείνα να σε μισήσει και η σεβαστή Δήμητρα, με την αφθονία χρισμένη, να σ’ αγαπήσει γεμίζοντας τις αποθήκες σου μ’εφόδια· διότι η Πείνα, εκ βάθρων συντροφεύει τον οκνηρό.
Θεοί και άνθρωποι οργίζονται με κάποιον που ζεί ανούσια, επειδή για την φύση μοιάζει με τον άκεντρο κηφήνα που σπαταλά τον μόχθο των μελισσών, τρώγοντας δίχως να εργάζεται· είθε να φροντίζεις ορθά να οργανώνεις την δουλειά σου, ώστε σαν έρθει η εποχή οι αποθήκες σου να’ναι πλήρεις προμηθειών. Μέσω της εργασίας τόσο οι άνθρωποι όσο και οι ομάδες τους, ευημερούν, οι δε μοχθούντες χαίρουν της αγάπης των Αθανάτων. Δεν είναι ντροπή η δουλειά, η αδράνεια είναι. Αλλά εφόσον εργάζεσαι, σύντομα ο άπραγος τον πλούτο σου θα ζηλώση, επειδή η δόξα κι η υπόληψη στο κατόπι παίρνουν την ευμάρεια.
Ό,τι κι αν σου επιφυλάσσει η μοίρα, σου αρμόζει καλύτερα η δούλεψη, εφόσον αποστρέψεις την εσφαλμένη σκέψη σου από το βιός των άλλων κι ακολουθήσεις την ορμήνεια μου στο διάβα της ζωής σου. Όνειδος του ενδεούς ανθρώπου η συντροφιά, ντροπή που εξίσου μπορεί άλλοτε να πληγώνει κι άλλοτε να ευνοεί, όταν συστολἠ περιβάλλει τη φτώχεια, αλλά κι όταν αυτοπεποίθηση χαρίζει στον πλούτο.
[320] Στ’ αγαθά δεν αρμόζει η αρπαγή· η θεόσταλτη ευημερία υπερτερεί· γιατί αυτός που αποκτά μεγάλη περιουσία βίαια και καταναγκαστικά ή με τον λόγο του την αποσπά παράνομα, όπως συμβαίνει συχνά όταν το όφελος εξαπατά τη νοημοσύνη και η ατίμωση ποδοπατά την τιμή, οι θεοί σύντομα τον κηλιδώνουν, ευτελίζουν τη ζωή του κι εφήμερα ο πλούτος τον ακολουθεί.
Τα ίδια συμβαίνουν και μ’ αυτόν που αδικεί κάποιον ικέτη ή επισκέπτη ή αυτόν που ανεβαίνει στο κρεβάτι του αδελφού του κι ανομολόγητα με την συμβία εκείνου αμαρτάνει ή όποιον απομωραίνεται κι ορφανά παιδιά αδικεί, ή όποιον δεν σέβεται κι εξυβρίζει τον ηλικιωμένο πατέρα του στο διάβα του ζοφερού μονοπατιού των γεραμάτων· ο Δίας πράγματι εξοργίζεται κι εξαργυρώνει με το ίδιο νόμισμα τις δεινές πράξεις του.
Αλλά εσύ, μαζί με την ανόητη καρδιά σου, ν’ αποστραφείς όλα τούτα και για όσο είσαι ικανός να προσφέρεις στους Αθανάτους θυσίες με χέρια καθάρια και αγνά· πολύτιμα κρέατα να καίς και κατά καιρούς να τους εξευμενίζεις με σπονδές και θυμιάματα, όταν πέφτεις για ύπνο αλλά κι όταν το ιερό φως επιστρέφει, για να μπορούν με την αβρότητα τους ν’αγγίξουν την καρδιά και το πνεύμα σου κι έτσι ίσως μέλλει ν’ αγοράζεις τον κλήρο άλλων κι όχι άλλοι τον δικό σου.
[342] Προσκάλεσε τον φίλο σου, αλλ’ άσε μόνο τον εχθρό σου· να καλείς ιδιαίτερα αυτόν που μένει κοντά σου, γιατί αν συμβεἰ κάτι κακό στον τόπο σου, άζωστοι τρέχουν οι γειτόνοι ενώ οι συγγενείς κοιτάζουν πρώτα να ζωστούν. Η κακία ενός γείτονα είναι τόσο μεγάλο βάσανο όσο καλή είναι η ευλογία· το να᾽χεις καλό γείτονα είναι πολύτιμο αγαθό. Μήτε βόδι χάνεται εφόσον ο γείτονας δεν είναι κακοθελητής. Δανείσου με μέτρο από τον γείτονά σου και ξεπλήρωσέ τον με το παραπάνω, αν μπορείς, ώστε αν αργότερα βρεθείς στην ανάγκη, την βοήθειά του να’χεις σίγουρη.
[352] Μη βασίζεσαι στο κέρδος, φέρνει τόσα δεινά όσα η καταστροφή. Να᾽σαι φίλος με τους φίλιους και να επισκέπτεσαι όποιον σ᾽ επισκέπτεται. Να προσφέρεις μόνο στους δοτικούς. Χαρίζει κάποιος στον ανοιχτοχέρη, αλλά κανείς στον τσιγκούνη. Αγαθό το να δίνεις, ολέθρο σέρνει η αρπαγή. Επειδή αυτός που πρόθυμα προσφέρει, ακόμη κι αν πρόκειται για κάτι πολύτιμο, χαίρεται το δώρο του κι αγάλλετ’ η καρδιά του· εκείνος όμως που μεριάζει να περάσει η ντροπή κι αρπάζει κάτι για τον εαυτό του, όσο μικρό κι αν είναι παγώνει την καρδιά του.
Αυτός που τα υπάρχοντά του αυξάνει, θ’ αποφύγει της λαχτάρας την γυαλιστερή ματιά· γι αυτό βάζεις λίγο στο λίγο ώστε αν το κάνεις συχνά, γρήγορα το λίγο να γίνει πολύ. Ότι έχει κάποιος στο σπίτι του, σκοτούρες δεν τονε γεμίζει· προτιμότερο να’χεις κοντά το βιός σου γιατί οτιδήποτε βρίσκεται μακριά ίσως σημαίνει απώλεια. Καλό είναι να χρησιμοποιείς ό,τι έχεις· θλίβει βέβαια την καρδιά σου να’ χεις ανάγκη κάτι που σου λείπει και σε καλώ να το προσέξεις αυτό. Ξεδίψα όταν πρωτανοίγεις το βαρέλι και μέχρι να φτάσει στη μέση, αλλά μετά να’σαι φειδωλός· η κακή εξοικονόμηση θα σε βγάλει στο κατακάθι.
[370] Φρόντισε να κρατάς την υπόσχεσή σου απέναντι σε φίλο αλλά και στο χαμόγελο του αδελφού σου, έχε όμως κάποιον μάρτυρα· εμπιστοσύνη και δυσπιστία, ομοίως καταστρέφουν τους ανθρώπους.
[373] Μην αφήσεις γυναίκα επιδεικτική να σε καλοπιάσει και να σ’ εξαπατήσει περιγελώντας σε· το βιός σου κυνηγά. Αυτός που εμπιστεύεται γυναίκες επαφίεται στους απατεώνες.
[376] Μονάχα ένας γιός θα πρέπει να τρέφει το πατρικό του σπίτι για ν’ αυξάνεται ο πλούτος· αν όμως αφήσεις και δεύτερο παιδί, είθε στα βαθιά σου γεράματα να σβήσεις. Πιο εύκολο για τον Δία να μοιράσει μεγάλο πλούτο σε πολλούς. Περισσότερα χέρια σημαίνουν περισσότερη δουλειά κι ανάλογες έγνοιες.
[381] Αν η καρδιά σου επιθυμεί τον πλούτο, κάνε όλα τούτα και δουλειά στη δουλειά ν’απεργάζεσαι.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου