Παρασκευή 28 Οκτωβρίου 2016

ΕΛΛΗΝΟ-ΙΤΑΛΙΚΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ: ΤΟ ΝΟΗΜΑ ΤΟΥ ''ΟΧΙ''

ΤΟ ΝΟΗΜΑ ΤΟΥ ''ΟΧΙ''

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

 σιωπ εναι να μβριθς βάθος. λόγος εναι μι πικίνδυνη νάγκη. δού να σχέτλιο δίλημμα. Στν πεφορτισμένη ρημία μας ναζητομε τατόχρονα, δραματικ τν σιωπ κα τν λόγο· τν σιωπ σν περισυλλογ κα διάσωσι τς οσίας μας, τν λόγο σν ναζήτησι μις δραστικς ερυχωρίας. πωσδήποτε· λλ᾿ εχερς εναι σιωπ ν διολισθήσ σ κνηρ πόδραση, κα λόγος σ προχειροκουφισμ κλύσεως. Γιατί, κύριοί μου, τ πι φθην φεύρημά μας εναι λαλιά μας. να σκιδες σμνος π μέλη μις τεμαχισμένης κπνος· ρήμην...
 
δού, ατ τν στιγμ κλείνω κα συναθροίζω μέσα μου να γεγονς τς στορίας το θνους μου, ργο ργς κα πίστεως νς λαο, πο γινε δες παγκοσμιότης, γιατ σφήνωσε να νεογεν σπασμ στν βούλησι τς νθρωπότητος, πο πίπεδη, πελιδνή, πέθνησκε ναρμόδια π φόβο, μιά κα σοπέδωνε τν φυσιογνωμία της γι ν διευκολύν τν χυδαία βρι τν σχιζοφρενν. λόκληρο ατ τ γεγονός συγκλίνει ατ τν στιγμ μς στν ψυχή μας· νεβοκατεβαίνει μεσ᾿ π τν πυθμένα κα πάει ν ζυμωθ στν θόλο το κρανίου μας, ν᾿ νέβ π τ θολ βίωμα σ διαυγς θεώρημα. 
 
γωνίζεται ν διαδραματισθ, ν ρυθμισθ, ν πάρξ. Γίνεται ατ τν στιγμ οσία μας. Κα μως καλούμαστε τν διαπρεπ ατ οσία ν τν κρεουργήσωμε μέσα στν λόγο κα προσάρμοστη, κμαιώδη ν τν χύσωμε μέσα σ βραχες χους κομμένους κα διάκενους. Πόση διασπάθισις: λόκληρη θ καταστάξ σν παλαι φοίνιο κα λοσχερής. Δν εναι δυνατ ν κραταιωθ τσι πσα οσία, ν μείν καίρια κι λοσχερής. Πο ν βρς ναν λόκληρο λόγο, πο ν εναι πλς κα σύμπας κα μόνος; Μπορες ν γκυμονς αἰῶνες μι λέξι κα ν συσσωρεύς κε σημασία κα διαστάσεις. 
 
Τ πργμα μπορε ν χ μιν λιγγιώδη γκυμοσύνη κα διαδικασία ναρίθμητο βάθος. μως, ν τν προφέρς, πέβη μάταιη, θνησιγενής, φλοις νς φθόγγου. πληρέστερος λόγος εναι κραυγ νς γριμιο, κριβέστερος σιωπή. στόσο σιωπ κπίπτει εχερς σ χειμέρια νάρκη, ν εναι θέρος κι ο σκιές πυρέσσουν. πικίνδυνη λοιπν νάγκη. Ατό, κύριοι, εναι μπειρία τν καιρν. κι γώ, σν γνήσιο προϊν το σχατου λόγου ατο το χρόνου, εμαι ναρθρος. Περισσότερο ναρθρος, ταν μιλ. Μοναδικ φιλοδοξία μου στόσο, τς στιγμς ατς, εναι ν μεταβληθ χρος ατς σ μι συστάδα ψυχν· ν᾿ ποτελέσ να θυμικ συνεχές. 
 
πιθυμ ν διαδραματισθ, κατ᾿ ξοχήν, μι βουλητικ σύλληψι το γεγονότος, νας γενέθλιος σπασμς πο θ καταστήσ γκύμονα τν βούλησί μας. Δν πιδιώκω παρ μόνο ν παρασκευάσω μιν τοιμότητα γι μι κ το συστάδην, φεγγ στω, νδόμυχη ρχησι, πο μόνη μπορε μέσα στν ρεθισμένη πύκνωσι ν κτρίψ τ φέγγος κα ν κθλιβ γενναία, ν χι διαυγής, πίγνωσι το μεγέθους πο καλούμεθα ν τιμήσωμεν. Ν τιμήσωμεν! λλ πς; χει καμμι κρισιμότητα τ ρώτημα; 
 
Γιατί, κύριοι, ταν να δαιμόνιον, τντι, θλημα νς κεραίου θνους ληθς λβος, κατεβαίν πίθανον κα νευρίσκ μόνον του τν μύχιον δρόμον, γι ν᾿ θροισθ κολούθως σ τέλειον νάστημα, πο στασιάζει, σύμμετρον μέσα στν πυκν φυσιογνωμία τς στορίας· ταν μ σαφήνεια χάλκινου βήματος διαγράφεται εδιάκριτο μέσα στν πεύθυνη μνήμη το θνους, μολονότι κε συνωθται φοβερ μι λόκληρη γέλη αώνων, ο πλέον εδόκιμοι, ο πλέον δαιμόνιοι αἰῶνες τς γς· ταν πάρχ μέσα στ διο τ πργμα μι τόσον ξαίσια νδογενς εγλωττία, πρς τί ο ναιδες δικανισμο στν θρόο προθάλαμο τς γορς;
 
Ατ εναι εγλωττον κα δι᾿ αριον ο προσδεται μηρίδου. Τιμ τν ψηλν ργων εναι διάρκειά των, ργ διάρκεια. να εμέγεθες βαρύρροπον ργον τ τιμς μόνον ταν ντιμετρηθς νώπιόν του, ταν ντιτάξς μιν σόρροπη πρξι παρόντος. λλως, γενναος κενος γκος το παρελθόντος ποσύρεται κι ποβαίνει μακριν κι οδέτερο πολίθωμα, γι μάταιους λιβανωτούς.  τιμ λοιπν εναι χαλεπν χρέος. τιμ πο φείλεις σ μιν αθυπέρβασι το θνους σου εναι ξαίσια, λλ βαρυτάτη, γιατ εναι νάβασις κεθεν μις ναβάσεως. 
 
βίος λλωστε τν θνν εναι μι διαρκς σωτηρία. ν πσαν στιγμήν γωνίζονται ν σωθον, ν ξακριβώσουν τν σπιθαμ τς πάρξεώς των διεκδικουμένη, πίμονα, μέσα σ᾿ να μυθικ ναγκαλισμ θανάτου. πισθέν των, ς τν πτέρνα το πρόσφατου βήματος, καταφθάνει ταχς κα τελεσίδικος νεκρς χρόνος, δεινς καταπότης τς δοιπορίας μας. Πρέπει κατεπειγόντως, γωνιωδς ν διεκδικήσωμε π τν νηλε ατ παγετνα τ παλαι κέρδη μας. Πρέπει ν κφορτώσωμεν τν λη το μεγάλου παρελθόντος μέσα στ πίκεντρα, ν τν μεταλλάξωμεν σ γενναία ροπ νέργειας, μιλλητήρια πρξι παρόντος. 
 
λλως, λόκληρο τ διαπρεπς φορτίο τς στορίας μας θ καταστ πρακτη, γχρωμη, νυσταλέα μίχλη πο τυλίσσει τς δρες, μερομίσθια φλυαρίας, γελοία διέξοδος γι τν μηχανία τν ρητόρων. ρμόδια λοιπόν, κα κρίσιμα πεφάνθη κλασικς αἰῶνας ξαγγέλλοντας ες γενναίαν ρήτραν τν νάγκην το: ργ δηλοσθαι τς τιμάς. [Θουκυδίδου στορίαι : Περικλέους πιτάφιος.]

Η ΠΑΙΔΕΙΑ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΠΡΑΞΕΩΣ
 
Μι ψυχρ κα νοίκεια παρίθμησι γεγονότων δν θ᾿ πέφερε κέρδος. ζημία θ ταν ναπόφευκτη. Γιατ αμόφυρτος θλος το θνους, πειροπληθς πως εναι, θ κινδύνευε ν᾿ ποβ βραχείας ξίας τεκμήριο. Θ κολουθήσω σφαλέστερη δό. Ασθάνομαι, κατ᾿ ξοχήν, ν μ κυριεύ χι τόσο ποικίλη μορφολογία το πράγματος, φηγηματικ κδοχή του, σο αρεσι το οσιώδους κυρίως, περιληπτικ ρθοτομία το νοήματος, τ πυκν φάσμα τν δεν,  παιδεία τς μεγάλης πράξεως. Γιατ τν γεγονότων τ σώματα εναι μορα των ν μν πάρχουν. 
 
 
μνήμη δν διασώζει π᾿ ατά, παρ μόνον χρ σκέλεθρα. σφριγηλ λεπτομέρεια σκυλεύεται ς ναφαίρετη λεία π τν λήθην. κενο πο σώζεται, τ οσιδες, εναι παιδεία των, τ πλθος τς πείρας, α σφραγίδες δωρες πο καταλείπουν, α ροπές πο νακινον μέσα στ εναι μας, πήρειά των, α λλοιώσεις πο πιφέρουν στν οσία μας. Τς παιδείας ατς τν πισήμανσι πεδέχθη ς κυρίαρχον χρέος παρν λόγος.

Τ στορικ νόημα το γνος
 
ταν μι π τς πι δυσμενες ρες τς πάρξεως το κόσμου. Τ πρόσωπον τς Γς αμόφυρτο, μ τραγικ σύσπασι, ς δυστυχς πυθμήν, δυντο χωρς λεος κάτω π τ βάρος μις νεργο νύκτας, πο συστρεφόταν πάνω στν πληγν τν φλόγωσι. κε μέσα ξετρέφετο παραφροσύνη δι᾿ αριον, φέρελπι κτρωμα κτρόπων φρενν. Ο σχιζοφρενες γέται δη ταν τάξις πέβη κπτωτος, φρώδεις, πίθανοι, σ μι συγκράτητη ξαψι, ξήγγελλαν π παταγώδεις ξώστας φρενήρη θάνατον. ταν τ πλο κα λπίς των.
 
Ρώμη, πο πιχειροσε μ ταμότητα ν πάρξ πολ στερ᾿ π τν αἰῶνα της· τ Ράϊχ, πο ξύφαινε κα ξαπέλυε νέον αἰῶνα πάνω π τν φρίκη το κόσμου, αἰῶνα ξανθς κτηνωδίας, κάγχαζον πάνω π τ ρτιθάνατον πτμα τς Ερώπης. Συστάδες λαν ξψαν μέσα των τν νόμο τς σήψεως κα περιεφράχθησαν στ ψχος, ν νύκτα πύκνωνε σ μεσονύκτιο. κε μέσα ο σχιζοφρενες ποίμεναν τν γέλη τν μύθων των, τος χυδαίους ξαγγέλους θανάτου, πο σώρευαν στ βλέμματα τ δέος, στς καρδις τ ψχος κα στν νο τ γχδες χάος τς σχάτης ναμονς. Ρυθμος σχάτων μερν κατόπτριζαν α συνειδήσεις. 
 
φρικαλέα πίστις τι λευθερία δν κχωρε πλέον στν μορα μας, κα τι λογισμός κα σύνεσι δν μπορον ν χρησιμεύσουν, παρ πειγόμενοι θεράποντες τς θεομηνίας, περιέδραμον, ς πικερδς κίνδυνος, τν θολ καταφυγ τν συνειδήσεων. Τ κτνος κα παράκρουσις μπέδωσαν διαφιλονίκητο κράτος. Κα ταν τ θνη ποσυντέθηκαν σ σύντακτες ψυχές, χωρς φυσιογνωμία, πο σοπεδωμένες σπευδαν ν νταχθον μ ξαλλη πιμέλεια στν νέα παρανοϊκ δομ το κόσμου, παραφροσύνη πο γεμόνευε μέ φθιτο κρος, πέκτα ξαίφνης κτάκτως σιδηρν κρσι. Τότε βαθυχαιτήεις τραγέλαφος λυμαίνετο τος οωνούς.
 
λλ᾿ ο οωνο ταράχθησαν. τραγέλαφος περιεσπάσθη. λας τν λλήνων, νηπενθς ς χθς κα δίκαιος, μ καθημερινν νάστημα, γωνιζόμενος ν καταστ ασιος, μερίμνα γι τν εμένεια τν μερν. Κα ρθε π θύρας νέος αών, τ φρενρες θος, κα τν νύκτα ργά, ν κοιμτο μέ φος ερήνης, τν ρράπισε ζητντας κατεπειγόντως τος ρμούς τς πάρξεώς του. λλ᾿ λαβ δν δόθη. πολύτροπος τοτος λαός, λίγος, γέρθη δυσμενής· παραμέρισε τ νειρα· νασύνταξε τν παρξή του· διευθέτησε πταίστως τν μνήμη του κα ψωσε τν ργή του «πρ τν νύκτα». 
 
Γι ν ζήσ τν συνεπρε λόκληρον ρως θανάτου, παλαι ερή του μανία. Μόνος του στν κορυφ το κόσμου, γυμνός, χωρς γκαιρη πανοπλία, περέβη τν μορα λοκλήρου τς γς κα νίκησε. νασκεύασε τν θύελλα το τρόμου πο μαστίγωνε τ θικ ρείπιο τν θνν, φύτεψεν στίαν σήψεως στν κκωφαντικ βρι το αἰῶνος, περιήγαγε σ τραυλισμ τν εφραδ κομπασμ το ξώστου, νοιξε ρωγμ μεσημβρίας στ μεσονύκτιο κα μέσα στν κμ τς πογνώσεως ρέθισε τν θηριωδία τς λπίδος.
 
Τ πράγματα τότε λλαξαν. γέλη τν μύθων δν ερισκε λειμνες λεύθερους κα ρρικνώθη. ,τι χθς φαίνετο διαχώρητη μορα, φάνη σήμερα διαφανς παγίδα βάσιμου δέους. αδς κατακυρίευσε τος καιρος κα τ θάρρος διευθέτησε τ «μέγα ρείπιο» σ᾿ εθυτενέστερο φος. σαρώθη τ δαρς φρόνημα καί, ν σχηματίσθησαν ο ξονες τς λευθερίας στν διαδικασία το κόσμου, διερράγη κλοις το γχους, διεκοσμήθη συνδρόμως τ χάος τν προοπτικν κα χρόνος λευθερώθη κα γινε πεδίο θετικς μφισβητήσεως.
 
κόσμος κτοτε νίκησε μ τς δυνάμεις του. λλ λλς στραψε τ φς. πεισε τν κόσμο περ τς δυνάμεώς του. πέδειξε τι χρόνος δν ταν τελεσίδικη διοκτησία τν σχιζοφρενν, λλ μφίρροπον θλον κείμενον ν μέσ. στραψε φς κα γνώρισαν. Τίποτε ψηλότερον ς προσφορά, προπαντς ταν ρα λαμβάνει νάστημα κοσμικό. Στν δυστυχέστερη στιγμή του ν πείσς τν κόσμο, τι μπορε ν σωθ κα πειθώ σου ν χ τν σαφήνεια ρραγος μεσημβρίας, τότε παρεσκεύασες τ τέλειο δώρημα. 
 
 
Τ πργμα ποκτ τ κρος νς μεγίστου μαθήματος κατ τν παγκόσμια κείνη ρα κα λλάς, ς πρξις, ποβαίνει βασίμως κα πάλι παίδευσι ατόχρημα οκουμενική.  λλς θεμελίωσε τν μθο το νθρώπου, νέον εδος ατόφωτο στν τυφλ διαδικασία το σύμπαντος κα δικαίωσε τν παράλογη παρξί μας. π τν κόσμο, ν τούτοις, πεκόμισε σταυρόν. Μολοντοτο, συμπεριεφέρθη πάντοτε πρς λους ς φειλέτις. Πρς λους˙ κα πρς τος χθρος σαύτως. Τν παλαιν μμονον τοτον νόμον τήρησε κα ν προκειμέν. δο τ στορικ νόημα το γνος.

Τ ντολογικό, βιολογικ νόημα το γνος
 
λοι γεύθησαν τν κλονισμό, ταν, ς δυσμενς ετός, κίνδυνος κρουσε τν στέγη τς χώρας. λλ μέγας κίνδυνος γι τ θνη πο χουν βιώσιμο φρόνημα δν εναι παντάπασι δυσμενς μορα. Καθς νακύπτει τελεσίδικος κα νενδότως σαφής, διαδραματίζεται πάγκοινος κα κατέρχεται, δειν νηλεής, ς τν πυθμένα το θνους. Κα τ θνος ξαίφνης γείρεται κα χειρονομε ν κτινάξ, ς παλαιωθν μάτιο κα γχδες στρακο τν συχασμό. Καθς μβριθς ρα γενν γωνιώδη ροπ στ σόρροπο χθς θνος, μέγας κίνδυνος διαχέεται ς ντολογικ φρικίαση, νεβάζει τν πυρετ τς ζως το θνους, πλουτίζει μ δέος τν ψυχή του κα τ ξωθε ες κτακτον πίδοσι. 
 
Τ γκδες, τ ξηρόν δέος κχερσώνει τν πνον, ρεθίζει χωρς λεος τν γρήγορσι, κα μ φρενιτιώδη μελέτη τν μερν μηχανται δος κα περβάσεις πάνω π τ νανθο χάσμα το σεισμοταν κίνδυνος εναι πρς ληθ κίνδυνον, γι τ μεγαλόφρονα θνη, δν εναι ληθς επεν κίνδυνος. κε γκειται εκαιρία των. Δν εναι δυσμενς ετός, εναι πρόνοος σως χορηγία τς μοίρας, δόσις προόπτως πίκαιρη. Γιατ μ᾿ ατν κυρίως πιτελεται νας ντολογικς καθαρμός, μι βιολογικ νανέωσις. 
 
Σν ψιστη κτακτη μορφ δοκιμασίας ποσαφηνίζει τν βιολογικ ναγκαιότητα τς φυλς, παλλάσσοντας τν γνήσια φύσι της π τν φθορ κα τς διαβρώσεις, σύνδρομα πιφαινόμενα τν ντιφάσεων τς γωγς. πογυμνώνοντας π τν τυχαία παρασιτικ βλάστησι τν βούλησι το θνικο σώματος κα ξακριβώνοντας τν φυσική του κρσι, ναστυλώνει δυναμικά, πλήρη τν ντολογική του καμπύλη. 
 
Τεκμήριο τς ατοσιότητας πο φέρει κα τς νεότητας πο νασύρει π τ βιολογικ βάθος φυσικ σκησι, γαθ παρακόλουθο το κινδύνου, ποτελε τ γεγονός τι μολονότι φυλ τν λλήνων χει καταπατηθε π τς πίμονες πλς μις γέλης αώνων συμπεριεφέρθη τς περίεργες κενες μέρες πο γκαινίασε κτώβριος το 1940 ς θυμοειδς φηβος, δίνοντας μι προκλασσικ ατόχρημα διαδικασία στν πολιορκημένη παρξί του. νανεωμένος κτοτε διανύει κα παληθεύει νέα γνησιώτερη ναγκαιότητα. Ατ εναι ντολογικ προσφορά· βιολογικ τ νόημα το γνος.

Τ ψυχολογικ νόημα το γνος
 
λλ κα πέραν τούτου, νέα το νοήματος πτυχ σημαίνεται. Μεσοπόλεμος ς γραμματεία εχεν πιδοθ σ θλιβερς διακονίες. Τ γχος, μήχανη κρίσι τν ξιν παγίδεψε πολλος σ βραχύπνοες δοκήσεις, πο κα ν διέρρευσαν νωρίς, μως διακηρύχθηκαν μ τελεσίδικη πεποίθησι, ατιολογημένη βέβαια, λλ᾿ δικαίωτη δη. κολουθώντας τν τροχι μις πτώσεως, χωρίς -κα ατ εναι τ κεντρικ σύμπτωμα-, χωρς βούλησι, δεν, εχεν νσπείρει τν δεολογικ χαλάρωσι, που πρυτάνευσε ς συνέπεια θνικ πιστία. Μ βλάσφημη κάποτε παρρησία διεκήρυξε τν θνικ νικανότητα. 
 
ντίληψι ατ τς πιστίας πρς τ θνος δν πρόλαβε ν γίν θικ πόθεμα κα πεποίθησι· μεινε μι διακοσμητικ δόκησις συγχρονισμένων, διαθρυλούμενη φιλαρέσκειας νεκεν. Μεσοπόλεμος μως ληξε μ τ ᾿40. Διαλύθηκε μέσα στν κρηξί του. Καθς τοτο διεστάλη σ᾿ να παγκόσμιο στορικ μέγεθος, διέλυσε τ στερο νέφος κα τ διαθρύλημα τς πιστίας κα μπέδωσε να ρωμαλέο θνικ ασθημα. ποκαλύπτοντας τν δύναμι κα τ βάθος μας, δραίωσε εγλωττο τ δικαίωμα τς πάρξεώς μας, μς ξώθησε βιαίως σ ατεπίγνωσι, θεμελιώνοντας νενδότως τν θνική μας ατοπεποίθησι. Κα εναι μέγα τ κέρδος. 
 
Γιατ στορικ ατοπεποίθησι εναι τ ψυχολογικ βάθρο, που ρθώνεται βασίμως τ θνος, γίνεται βιώσιμο κα ποκτ αστηρ νδοθεν σύνταξι κα φυσιογνωμία. ν συμβ μάλιστα καθς ν προκειμέν ν διανυθον γνες δίκαιοι κα ν ταυτ νισοι κα ντούτοις νικηφόροι, ατοπεποίθησι πο πορρέει κεθεν λαμβάνει νεργητικ ρυθμό, μορφώνεται σ βούλησι κα διαπρέπει γονίμως σ πρξι. κεθεν κκινον ο μέρες τν πολιτισμν, πο αρονται αυτούς· κα διανύουν νύσματα ατοδικαίου καινοφανος ργου, κα ποπειρνται Καινς Διαθήκας.  προσφορ λοιπν το γνος δ εναι τι πέλυσε νέργεια μέσα στν ψυχ το θνους· εναι τ ψυχολογικ νόημά του.

Τ θικ νόημα το γνος
 
 τέταρτη διάστασι το νοήματος πο διαπραγματευόμεθα εναι θική. Γι τ κρος τς λευθερίας ς γαθο λόγος. δοκιμασία το πολέμου ψευδς σο κα αμόφυρτη πικύρωσε τν γηραιν λήθεια, τι λληνας, ς γαθ ξακοντίζει τν λευθερία πάνω π τν παρξι. νέος μας βίος παρέσχε διπλ περα, περα ν προκειμέν θική, ς εδοκίμησι δηλαδ τς λευθερίας μ τν μορφ ξίας πο λαύνει τν καθαρ καθαυτ πρξι· τ ᾿21 δωσε τν περα τς ποκτήσεως τς λευθερίας. Τ ᾿40 τς συντηρήσεως. Τ ᾿21 πιζητε τν λευθερία μ τν μορφ το δεώδους. Τ ᾿40 τν περασπίζεται ς πραγματικότητα. 
 

Τ δεδες μως εναι τέλειο κα θυσία πρ ατο μπορε π ρωτικ ατόχρημα πρς τ δεδες λξι ν φτάσ σ παροξυσμό.  πραγματικότητα μως εναι πελπιστικ τελς κα θυσία πρ ατς, νέραστη κα χωρς λξι, ποδεικνύεται γυμν βούλησι θική. ρωισμς το ᾿40 εναι μι θεωρητικ δυσχέρεια. Εναι στυγνότερος νεοελληνικς ρωισμός, πι νανθος, κα γι τοτο περισσότερο γνήσιος. Μ τν ρωισμ ατ συρόμεθα πρς δύο νδεχόμενα, χωρς ντίφασι στόσο. Τί πράγματι δύναται ν συμβαίν
 
Στ βάθος το ρωισμο ατο πόκειται βιολογικ μέθη, ρασιθάνατος φηβισμός, ρωισμς τς ζωικς πλησμονς, ρωισμς νδρείας: προκλασσικ δηλ. κδοχή· εναι ρωισμς πρς διέξοδο το λογισμο, ναζήτησι ψυχρο θανάτου, ρωισμς θικς σοφίας, ρωισμς το καθήκοντος: μεταχριστιανικ δηλονότι κδοχή. Τ πρτο μς προσεγγίζει στν μηδικ πόλεμο, τ δεύτερο στν λωσι. 
 
Τ πρτο προδίδει νεότητα, τ δεύτερο καίρια ρίμανσι. ,τι κα ν συμβαίν πάντως, λληνας νακινεται νδοθεν π νάγκη ν συνθέσ να διαλεκτικ συνεχές, να verum continuum πάρξεως κα λευθερίας, αροντας τν ντίφασι τς μοίρας σ μι θικ προέκτασι τς ντολογικς του παιδις. Ατ εναι θικ δωρεά, σφραγς θικο νοήματος, πο διασζει μ σαφήνεια γνας.

Τ πνευματικ νόημα το γνος
 
Νέα περαιτέρ φάσι το νοήματος πο ναζητομε διαγράφεται τώρα. Εναι στ εδος τς πνευματικς. Στν σχιζόθυμη ποχ μας στρέφεται κα δεινοπαθε τ πνεμα ς τν γυμνν πόγνωσι. ποχ μας εναι πειροπληθς κα γι᾿ ατ ρημος. Συνωθούμεθα ρμητικοί, παραβίαστοι κα λλότριοι. Διανύομε να κραται θορυβδες νέφος πο κατέβη πιμόνως στος δρόμους. Μι διάσειστη μίχλη μς περιέφραξε. Μένει κανες μβρόντητος μπρς σ᾿ ατ τν πολυδάπανη τεχνουργία ρημώσεων. ποχ μας χει π πλέον πολλν εκολία, κα γίνεται γι τοτο δύσκολη κα μς δυσχαιραίνει. 
 
ρημοι λοιπν κα δυσχερες κα γκλειστοι εμαστε. Τ φορτία μας πυκνώνουν κα γριαίνονται· πειγόμεθα γι μι ερυχωρία. Κα κριβς γιατί χομε διατυπωθ σ ατοφορτία διαχώρητα, διψομε καταγώνιστα γι τν λλον, πο εναι νάγκη, πο πειγόμεθα ν γίν πλησίον μας. «πεπόθησεν ψυχή μου ν παντί». Μολοντοτο λλος πο μς προσεγγίζει εναι σαύτως πρόβλημα. Δν ρχεται ς πειθήνιο κάτοπτρο. ρχεται περπλήρης, νοσν π στορία. Δραστικ ατοτελς ντιδικε πιμόνως μέσα στ χρο σου, μέσα στ ζωτικ σπιθαμή σου. 
 
ρχεται ν διευρύν τν στορία του, ρχεται ν δρύσ τν στορία του μέσα σου· ν᾿ λλοτριώσ τ φορτίο, ν παληθευθ. Κα εναι πρόβλημα πειδ δν εναι περιττός. Διψομε γι να κάτοπτρο. Διψομε γι τν λλον πο εναι πλησίον μας κα δν εναι πλησίον μας. να αχμηρ τοπίο διατυπώνεται γύρω π τν δίψα μας, που τ πεγνωσμένα δάκτυλά μας παληθεύουν τ ρμυρ δέρμα του. διψαλέα δοιπορία μας ναυάγησεν ες τ μέσον της ρήμου, που δν εκάζεται πέρας διαφυγ π τν σπασμώδη τροχιά μας. 
 
Οτε να τιμαλφς δν χομε γι ν πλάσωμε τν μόσχο τς λατρείας μας, να βάθρο ερο ψεύδους, τν πίσπευσι νς μύθου. λη τν πολυτελ σκευή μας τν φήσαμε κεθεν τς ρήμου, κε πο μς γκατέλειψεν Θεός. λλοτε πιστεύαμε τι θάνατος εναι τελειότης κα εχε ποβ μακρινός, κάτι συναφς πρς τς νέφικτες πραγματικότητες. Τώρα μ προπετ σοφία ντιφατικς κράσεως γυμνώσαμε τ θάνατο, τν καταστήσαμε πλον κα πλρες μηδέν, κα φυσικν το ν σβεσθ θεσπέσιος ρως θανάτου κα ψηλ λχημεία τς μελέτης του. 
 
κτοτε θάνατος εσήλασε μέσα στν παρξί μας κα πέθεσε τν πίμονη πλή του στν τράχηλο τς ζως κα τν μπειρία το κενο στ ντρομο βλέμμα μας. θάνατος γινε γκυρότερη πραγματικότητα, βεβαιότερος τόνος το κόσμου. Τ τι λοι, χωρς ξαίρεσι, χωρς λεος, εμαστε μελλοθάνατοι, λαβε τν σαφήνεια μις νιαίας δέσμης χιλίων μερν. Πς θ πάρξωμε τσι, θλιβερ προεξοφλήματα θανάτου καθς πέβημεν; Σπασμωδομε χωρς λεος, νύπαρκτοι δη, μέσα σ᾿ να πλθος δισεκατομμυρίων μοίων μας. Ναυαγο το ριθμο κα τς πράξεώς μας, κομίζομε να θηριδες πρόβλημα πίστεως, πο μς ξουθενώνει κα μς λυμαίνεται. 
 
Χρειαζόμαστε πειγόντως μι πίστι, να δεδες, μι σπιθαμ στερεότητας. δ ποκορυφοται κρίσιμα το παρελθόντος σημασία· τ παρελθν μεταλλάσσεται σ παιδεία. λα τ μεγάλα ργα πίστεως μεταπίπτουν σ νέργεια σωτηρίας, σωτηρία πο ντλεται π τν ποσαφήνισι βεβαιοτέρας πάρξεως, που να εξεινον πεπρωμένον χειραγωγε. πίστις θεν εναι πιθανν φικτ κα ζω π σπασμδες γελοιογράφημα μπορε ν γίν βιώσιμος ναβαθμς τελειοτέρας οσιώσεως. 
 

θέα κατακλυσμιαίων πράξεων λαυνόμενων π κάτι ψίτονο πο χει ναρριχηθ στν κρημν τς αωνιότητος, μπορε ν᾿ νασυντάξ τν παρξι το αἰῶνος, ν γεφυρώσ τς συνειδήσεις μ τν λη μις κοινς πίστεως, ν καταστήσ γευστν τν ξηρν χρόνον, τν λίγο χρόνο μας, μ μιν μβολ σαφς αωνιότητος, κα ν κριώσ τέλος στς μέρες μας, τν ντολογία μας πάνω π τν φρενήρη βυσσο. 
 
ντεθεν ντλεται μ σαφήνεια τ πνευματικ κρος γώνων σν το ᾿40, πο σ μι μβριθέστερη μελέτη ποκαλύπτονται παιδεαι ψηλς χρήσεως, πρόσφορες γι τν τροπ νς αἰῶνος, πο γκάθετος πάνω στν παρξί του δυνται ες φαλον κύκλωμα.  ψηλ παιδεία το παρελθόντος, τς φωνς πο κκιν π τν αωνιότητα, θ μς δηγήσ ες γκαιρον ντροπήν, διότι καταστήσαμε τ πνεμα μας να μονρες λασμα ψύχους μέσα στν παραλογισμ το Σύμπαντος.

Τ ασθητικ νόημα το γνος
 
Πολλ πέραν τούτου θ πρεπε ν κτεθον γι τ ασθητικ νόημα το γνος. λίγα, στόσο, μόνον. Μ τν πικ τόσο σο κα τν τραγικ παλήθευσί του, λας τν λλήνων εσάγει τν στορικ λη σ δίδυμη ασθητικ κολουθία, που συντίθεται σ επαγ μθο τ τραχ βάρος τς πράξεως. στορία λαύνεται π ναν ρωτα ποιήσεως, κυριεύεται π τν ασθητικ πανουργία. Παίρνει κάτι π τ φος κα τν περίσκεψι το δημιουργο. Διευθετε τος γκους σ περίεργη τάξι. 
 
γκος τς βουλήσεως, πο συζευγνύεται σ᾿ σχατη ντιδικία, κκένωσι τς ναβάσεως πάνω στ σθμανον στέρνο το πεπρωμένου, γοερς χορς τν λαν, τ σκεος δηλαδ το δέους, πο συνυφαίνεται μ τν πρξι, «σχατος δρς» το κραίου μετεωρισμο, τς τραγικς πτώσεως τ σθμα, περιπλοκ τν σταυρωμένων γονάτων το λέους, ν παντ νυλη κδοχ το τραγικο, ποδίδουν ναν ασθητικ κάματο πο ξακοντίζει τ σκληρ κα πίφοβο κάλλος το ψηλοδο κτη, ασθητικ διάστασι το γνος.

ΕΠΙΛΟΓΟΣ
 
Ατ εναι τ φάσμα τς οσίας το ᾿40 καί, ς πεδείχθη, ξία του δν εναι τυχοσα. μως ο ψηλς πράξεις, τ ληθιν θλήματα τν λαν δν γιναν γι μάταιη καύχησι. Καυχνται μόνον ο γηραλέοι, ο πρώην πάρξαντες. Τ ᾿40 κατωρθώθη χθές, λλ κρίνεται σήμερα. ναζητε ντισταθμίσματα παρόντος. ν μως συμβαίνει ν νομίζωμε, τι γι ν κατορθώσουμε κάτι μεγάλο χρειάζεται νας κτακτος κίνδυνος, ς ντιληφθομε μ σαφήνεια τι παράλειπτος κι᾿ θρόος κίνδυνος εναι στορία κα ο ξιώσεις της. 
 
ταν δν νοιώθ τ στορικό χρέος του νας λαός, ταν δν ερίσκ εκαιρίες σ κάθε στιγμ κα σ᾿ ποιαδήποτε συνθήκη, κινδυνεύει. δο κίνδυνος.  κίνδυνος, λοιπόν, κα ταν δν εναι θεαματικς εναι σφοδρς κα παράλειπτος. πάρχει θεν χρος γι ψηλς πράξεις. Καμμι λοιπν χαλάρωσι. Γιατί, ν πάρωμε τ ζω στ σοβαρά, χρειάζεται δύναμη κα γεία πολλή, γι ν μν πτοηθομε. Κα λας τν λλήνων χει καταστήσει τ ζωή του σοβαρ διατριβ κα δν πτοεται. Συνέχεται πάντοτε π τν ντροπ το θανάτου. 
 
πάρχει πειδ ντρέπεται ν᾿ ποθάν. Κι παρξί του εναι καθημεριν γέρας, κατόρθωμα. Δν εναι μοιραία συνθήκη τοιμόρροπη κα τιμωτική. Προπαντς χι, ν τούτοις, στείρα οησι κα κομπασμό. περηφάνεια μετ τ κατόρθωμα εναι τόπημα, ν δν εναι κούρασι βρις. Μς πιτρέπεται ν περηφανευθομε νομίμως, μόνον ταν τ διεξερχώμεθα ξίως τ συνεχίζωμε νταξίως. Ποτ λλοτε. Μς παγορεύεται λλωστε ν καυχηθομε κα γι ναν λλο, ερό, λόγο. Τ ᾿40 εναι καύχημα, λλ το καυχήματος λάμψι στιλβώθη π τν θάνατον. 
 
 γοερς κύκλος το αματος τ περιφράσσει κα τ ξακοντίζει ες ψος. Χωρς τν κλίμακα το θανάτου, χωρς τν ροθεσία του, κάθε πρξις γίνεται βραχ γχείρημα. Τ μεγαλεο μις πράξεως γκειται ες τ τι δς θανάτου δηγε πρς ατήν. Τν νεκρν μας θεν εναι ργο τ παρν μέγεθος, εναι δωρε το θανάτου των. ς κατέβωμε λοιπν ες τος τάφους ν γευθομε τ αώνιο πνεμα των. Επρεπες, μ μιν εγένειαν πένθους, ς δέσωμεν χοηφόρον κύκλο γι ν ποδεχθομε το θανάτου των τ μερο κάλλος. 
 
Θ ταν καλ ν δωμεν τος νεκρος ατοπροσώπως κα ν᾿ ρχίσωμεν μαζ των νηπενθ διάλογον γι τς ζως τ γρας, γι το θανάτου τ νεότητα, γι τν τραγικν μφραξί μας, γι τν σταυρωμένην λπίδα το ντος, γι τ μυστήριο το φοβερο, το «σχάτου δρτος». ς λοκληρώσωμε μαζ των τν διατριβή μας κα ς ξυφάνωμε ρέμως τν δική μας μελέτη θανάτου. ς διδαχθομε. Ο νεκρο μπορον ν διδάξουν. Εναι σοφοί, χουν ,τι δν χει κανείς μας: τν γνσι το θανάτου. Μόνον ατο ξέρουν τι μόνη φικτ τελειότης εναι θάνατος. 
 
 
κεθεν ποκτον κα τν λοσχερ γνσι τς ζως, τν σοφία πο παρασκευάζει ξαίφνης σκοπι τς αωνιότητος. στερα, πεφορτισμένοι π τν σοφία κα λαφρο π τ γχος, ς φύγωμεν. πισθέν μας ο νεκροί, κα εναι λοι τους σχεδν νέοι, ρεμοι καθς ταν ρθαμε, κύμαντοι θ παρακολουθον τ μάταιο βμα μας, μ τν γαλήνη τς σχάτης συνέσεως, μ τν θεία ερωνεία, προσηκόντως, μ επρέπειαν χιλίων θανάτων κα κενο τ βλέμμα των πο δεσμεύει κάτι π τν τρυφερ κα θεσπέσια εγένεια το πένθους κα κάτι π τν μεγαθυμία τς αωνιότητος.
 
Τελείωσα. Τώρα χω, φαντάζομαι, ποδείξει πόσο μάταιος εναι λόγος, τ ναιδς γχείρημα, πόσον ναρμόδια παρεμβολή. Ατοσχέδιος κόμπος μλλον τάδε ν τ παρόντι, κόμπος πίγονος. κιστ᾿ ρα σόρροπον φείλημα λόγος.

«ργ τς τιμάς».

ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΕΙΣ ΤΟ 1940 

 
 
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΟ ΥΛΙΚΟ


(Κάντε κλικ στις φωτογραφίες για μεγέθυνση)

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου