Η κριτική επιτροπή είναι πίσω μας και η απόφαση έχει παρθεί. Η μακροπρόθεσμη αποθήκευση των αναμνήσεων συμβαίνει κατά την διάρκεια του ύπνου. Δεν είναι απλά μια παθητική διαδικασία λήθης – κατά την οποία άχρηστες ή ασήμαντες βραχυπρόθεσμες μνήμες χάνονται στο σκοτάδι. Η αποθήκευση της μνήμης κατά τη διάρκεια του ύπνου είναι μια ενεργητική διαδικασία. Αρκετοί ερευνητές έχουν δείξει ότι οι νευρωνικές αναπαραστάσεις των μνημών ανα-ενεργοποιούνται κατά τη διάρκεια του ύπνου, σαν ο εγκέφαλος να έκανε επανάληψη μιας εγγραφής. Η επανάληψη είναι σημαντική για την αποθήκευση της μακροπρόθεσμης μνήμης, πιθανώς επειδή αναδιανέμει νευρωνικές συνδέσεις από την βραχυπρόθεσμη μνήμη σε αποθηκευτικούς χώρους της μακροπρόθεσμης μνήμης στο νεοφλοιό.
Ο εγκέφαλος κατασκευάζει και αναδιοργανώνει τα κυκλώματα του ενώ εμείς κοιμόμαστε. Ωστόσο, είναι προφανές ότι πρέπει να γίνεται κάποια επιλογή. Οι περισσότερες από την τεράστια ποσότητα πληροφοριών που έρχεται σε εμάς κάθε μέρα κωδικοποιείται για ένα μικρό χρονικό διάστημα. Σήμερα θυμόμαστε τι φάγαμε για πρωινό και που παρκάραμε το αυτοκίνητο. Αλλά ενώ κοιμόμαστε, η περισσότερη από αυτή τη γνώση απορρίπτεται. Έτσι, ό,τι γνωρίζουμε σήμερα μπορεί να χαθεί αύριο – ή και όχι. Αν και τα περισσότερα από αυτά που είχαν κωδικοποιηθεί στη μνήμη απορρίπτονται, το «σημαντικό υλικό» παραμένει. Δεν ξεχνάμε μια διαφωνία με τον σύζυγο ή μια πολλά υποσχόμενη επαγγελματική συνέντευξη.
Το κεντρικό ερώτημα είναι, Πώς «αποφασίζει» ο εγκέφαλος τι να κρατήσει και τι να πετάξει; Την τελευταία εβδομάδα μια σημαντική μελέτη έπεσε στην αντίληψη μου, που μπορεί να μας βοηθήσει τελικά να απαντήσουμε αυτό το ερώτημα. Γερμανοί ερευνητές έχουν συγκεντρώσει στοιχεία που αποδεικνύουν ότι κατά τη διάρκεια του ύπνου ο εγκέφαλος ξεκαθαρίζει τις αναμνήσεις και κατά προτίμηση κρατάει αυτές που είναι πιο σχετικές. Η μελέτη, που δημοσιεύθηκε στο Journal of Neuroscience, καταλήσει στο συμπέρασμα ότι ο εγκέφαλος αξιολογεί τις πληροφορίες με βάσης τις μελλοντικές προσδοκίες. Μετά από έναν καλό βραδυνό ύπνο, θυμόμαστε τις πληροφορίες καλύτερα όταν ξέρουμε ότι θα είναι χρήσιμες στο μέλλον.
Σε αυτή τη μελέτη, μια ομάδα ερευνητών με επικεφαλής τον Jan Born του Πανεπιστημίου του Lubeck διεξήγαγαν δύο πειράματα σχετικά με τη μνήμη. Στο πρώτο πείραμα, εθελοντές προσπάθησαν να μάθουν 40 ζευγάρια λέξεων. Οι συμμετέχοντες στο δεύτερο πείραμα έπαιξαν ένα παιχνίδι με κάρτες στο οποίο συνδύασαν εικόνες ζώων με αντικείμενα (παρόμοιο με το παιχνίδι «Concentration/Συγκέντρωση».
Και στις δύο ομάδες, στους μισούς εθελοντές είπαν αμέσως μετά τις διαδικασίες μάθησης ότι θα δοκιμάζονταν σε 10 ώρες. Στην πραγματικότητα, όλοι οι συμμετέχοντες δοκιμάστηκαν αργότερα, αλλά μόνον οι μισοί περίμεναν την δοκιμασία. Επι πλέον, σε κάποιους, αλλά όχι όλους, από τους εθελοντές επιτράπηκε να κοιμηθούν μεταξύ της στιγμής που έμαθαν το υλικό και της στιγμής της δοκιμασίας.
Ο ύπνος συγκριτικά με την εγρήγορση προκάλεσε μια ισχυρή βελτίωση στα αποτελέσματα της διαδικασίας μόνον εάν τα υποκείμενα είχαν ενημερωθεί για τη δοκιμασία. Για τα υποκείμενα που δεν είχαν ενημερωθεί, η ανάκτηση μετά τον ύπνο δεν ήταν καλύτερη από την ανάκτηση μετά την εγρήγορση. Η διατήρηση της μνήμης κατά την διάρκεια που τα άτομα ήταν σε εγρήγορση δεν επηρρεάστηκε από την προσδοκία της δοκιμασίας. Εν ολίγοις, μόνον τα άτομα που κοιμήθηκαν και γνώριζαν ότι θα ακολουθούσε ένα τέστ βελτίωσαν σημαντικά την ανάκληση. Έτσι, η απλή προσδοκία ότι μία μνήμη θα αποδειχθεί χρήσιμη στο μέλλον προκαλεί τον ύπνο να παγιώσει την μνήμη.
Οι ερευνητές κατέγραψαν επίσης ηλεκτροεγκεφαλογραφήματα (EEGs) των ατόμων που κοιμήθηκαν. Τα άτομα που περίμεναν την δοκιμασία εμφάνισαν σημαντική αύξηση στη δραστηριότητα αργής ταλάντωσης κατά την διάρκεια του βραδέων κυμάτων ύπνου τους. Όσο περισσότερη δραστηριότητα στα βραδέα κύματα οι συμμετέχοντες είχαν, τόσο καλύτερη ήταν η μνήμη τους κατά τη διάρκεια του τέστ. Ο Born και οι συνεργάτες του θεωρούν ότι η διαδικασία μπορεί να αφορά δύο τουλάχιστον μέρη του εγκεφάλου. Ο προμετωπιαίος φλοιός του εγκεφάλου φαίνεται να «πιάνει» τις μνήμες που θεωρούνται δυνητικά χρήσιμες για το μέλλον, ενώ ο ιππόκαμπος παγιώνει αυτές τις μνήμες κατά την διάρκεια του ύπνου.
«Τα αποτελέσματα μας δείχνουν ότι η εμπέδωση της μνήμης κατά τη διάρκεια του ύπνου προϋποθέτει πράγματι μια βασική διαδικασία επιλογής που καθορίζει ποιά από τα πολλά κομμάτια πληροφοριών της ημέρας θα σταλούν για μακροχρόνια αποθήκευση» λέει ο Born. «Τα ευρήματα μας δείχνουν επίσης ότι οι πληροφορίες που είναι χρήσιμες για μελλοντικές απαιτήσεις επιλέγονται κατά κύριο λόγο για αποθήκευση».
Ο εγκέφαλος κατασκευάζει και αναδιοργανώνει τα κυκλώματα του ενώ εμείς κοιμόμαστε. Ωστόσο, είναι προφανές ότι πρέπει να γίνεται κάποια επιλογή. Οι περισσότερες από την τεράστια ποσότητα πληροφοριών που έρχεται σε εμάς κάθε μέρα κωδικοποιείται για ένα μικρό χρονικό διάστημα. Σήμερα θυμόμαστε τι φάγαμε για πρωινό και που παρκάραμε το αυτοκίνητο. Αλλά ενώ κοιμόμαστε, η περισσότερη από αυτή τη γνώση απορρίπτεται. Έτσι, ό,τι γνωρίζουμε σήμερα μπορεί να χαθεί αύριο – ή και όχι. Αν και τα περισσότερα από αυτά που είχαν κωδικοποιηθεί στη μνήμη απορρίπτονται, το «σημαντικό υλικό» παραμένει. Δεν ξεχνάμε μια διαφωνία με τον σύζυγο ή μια πολλά υποσχόμενη επαγγελματική συνέντευξη.
Το κεντρικό ερώτημα είναι, Πώς «αποφασίζει» ο εγκέφαλος τι να κρατήσει και τι να πετάξει; Την τελευταία εβδομάδα μια σημαντική μελέτη έπεσε στην αντίληψη μου, που μπορεί να μας βοηθήσει τελικά να απαντήσουμε αυτό το ερώτημα. Γερμανοί ερευνητές έχουν συγκεντρώσει στοιχεία που αποδεικνύουν ότι κατά τη διάρκεια του ύπνου ο εγκέφαλος ξεκαθαρίζει τις αναμνήσεις και κατά προτίμηση κρατάει αυτές που είναι πιο σχετικές. Η μελέτη, που δημοσιεύθηκε στο Journal of Neuroscience, καταλήσει στο συμπέρασμα ότι ο εγκέφαλος αξιολογεί τις πληροφορίες με βάσης τις μελλοντικές προσδοκίες. Μετά από έναν καλό βραδυνό ύπνο, θυμόμαστε τις πληροφορίες καλύτερα όταν ξέρουμε ότι θα είναι χρήσιμες στο μέλλον.
Σε αυτή τη μελέτη, μια ομάδα ερευνητών με επικεφαλής τον Jan Born του Πανεπιστημίου του Lubeck διεξήγαγαν δύο πειράματα σχετικά με τη μνήμη. Στο πρώτο πείραμα, εθελοντές προσπάθησαν να μάθουν 40 ζευγάρια λέξεων. Οι συμμετέχοντες στο δεύτερο πείραμα έπαιξαν ένα παιχνίδι με κάρτες στο οποίο συνδύασαν εικόνες ζώων με αντικείμενα (παρόμοιο με το παιχνίδι «Concentration/Συγκέντρωση».
Και στις δύο ομάδες, στους μισούς εθελοντές είπαν αμέσως μετά τις διαδικασίες μάθησης ότι θα δοκιμάζονταν σε 10 ώρες. Στην πραγματικότητα, όλοι οι συμμετέχοντες δοκιμάστηκαν αργότερα, αλλά μόνον οι μισοί περίμεναν την δοκιμασία. Επι πλέον, σε κάποιους, αλλά όχι όλους, από τους εθελοντές επιτράπηκε να κοιμηθούν μεταξύ της στιγμής που έμαθαν το υλικό και της στιγμής της δοκιμασίας.
Ο ύπνος συγκριτικά με την εγρήγορση προκάλεσε μια ισχυρή βελτίωση στα αποτελέσματα της διαδικασίας μόνον εάν τα υποκείμενα είχαν ενημερωθεί για τη δοκιμασία. Για τα υποκείμενα που δεν είχαν ενημερωθεί, η ανάκτηση μετά τον ύπνο δεν ήταν καλύτερη από την ανάκτηση μετά την εγρήγορση. Η διατήρηση της μνήμης κατά την διάρκεια που τα άτομα ήταν σε εγρήγορση δεν επηρρεάστηκε από την προσδοκία της δοκιμασίας. Εν ολίγοις, μόνον τα άτομα που κοιμήθηκαν και γνώριζαν ότι θα ακολουθούσε ένα τέστ βελτίωσαν σημαντικά την ανάκληση. Έτσι, η απλή προσδοκία ότι μία μνήμη θα αποδειχθεί χρήσιμη στο μέλλον προκαλεί τον ύπνο να παγιώσει την μνήμη.
Οι ερευνητές κατέγραψαν επίσης ηλεκτροεγκεφαλογραφήματα (EEGs) των ατόμων που κοιμήθηκαν. Τα άτομα που περίμεναν την δοκιμασία εμφάνισαν σημαντική αύξηση στη δραστηριότητα αργής ταλάντωσης κατά την διάρκεια του βραδέων κυμάτων ύπνου τους. Όσο περισσότερη δραστηριότητα στα βραδέα κύματα οι συμμετέχοντες είχαν, τόσο καλύτερη ήταν η μνήμη τους κατά τη διάρκεια του τέστ. Ο Born και οι συνεργάτες του θεωρούν ότι η διαδικασία μπορεί να αφορά δύο τουλάχιστον μέρη του εγκεφάλου. Ο προμετωπιαίος φλοιός του εγκεφάλου φαίνεται να «πιάνει» τις μνήμες που θεωρούνται δυνητικά χρήσιμες για το μέλλον, ενώ ο ιππόκαμπος παγιώνει αυτές τις μνήμες κατά την διάρκεια του ύπνου.
«Τα αποτελέσματα μας δείχνουν ότι η εμπέδωση της μνήμης κατά τη διάρκεια του ύπνου προϋποθέτει πράγματι μια βασική διαδικασία επιλογής που καθορίζει ποιά από τα πολλά κομμάτια πληροφοριών της ημέρας θα σταλούν για μακροχρόνια αποθήκευση» λέει ο Born. «Τα ευρήματα μας δείχνουν επίσης ότι οι πληροφορίες που είναι χρήσιμες για μελλοντικές απαιτήσεις επιλέγονται κατά κύριο λόγο για αποθήκευση».
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου