Κυριακή 20 Δεκεμβρίου 2015

Ανθολογία Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας, ΜΕΛΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ, ΑΝΑΚΡΕΩΝ

Δέηση στην Άρτεμη

Ποιητής των συμποσίων ο Ανακρέων από την ιωνική Τέω έζησε μεγάλο μέρος της ζωής του σε αυλές τυράννων συνθέτοντας ποιήματα με θέμα τον έρωτα και το κρασί. Το μόνο ωστόσο από τα σωζόμενα ποιήματα στο οποίο ανιχνεύονται πολιτικές αναφορές υπάρχει στο απόσπασμα που ακολουθεί. Έχει τη μορφή προσωπικής προσευχής (πβ. Κείμενο 35) προς τη θεά Άρτεμη -εδώ με τα χαρακτηριστικά της πότνιας θηρῶν (= "δέσποινα των άγριων θηρίων")-,που αντικρύζει «με βλέμμα γλυκό» τη χτισμένη στην όχθη του ποταμού Μαιάνδρου ιωνική πόλη της Μαγνησίας. Την πόλη την "αντικρύζει" η θεά από το ναό της κοντά στη Μαγνησία, στην όχθη του παραπόταμου Ληθαίου, όπου λατρευόταν ως Ἄρτεμις Λευκοφρυηνή. Στο ποίημά του ο Ανακρέων τονίζει όχι μόνο τα ελληνικά χαρακτηριστικά της θεάς, αλλά και το γεγονός ότι οι κάτοικοι της Μαγνησίας είναι "γενναιόκαρδοι" και "όχι βάρβαροι". Την εποχή που γράφει ο Ανακρέων η Μαγνησία αποτελεί έναν από τους τόπους διαμονής του Πέρση σατράπη των Σάρδεων. Ο ποιητής υποδηλώνει στο ποίημα ότι η πόλη κατοικείται από Έλληνες, έστω και αν βρίσκεται υπό περσική κυριαρχία. Η αναφορά αυτή στη Μαγνησία ίσως συνδέεται με την πιθανολογούμενη προσπάθεια του τυράννου της Σάμου Πολυκράτη -στην αυλή του οποίου ζούσε την περίοδο αυτή ο Ανακρέων- να αποκτήσει πολιτικές σχέσεις με τους Έλληνες κατοίκους της Μαγνησίας.

Απόσπασμα 348

γουνοῦμαί σ᾽ ἐλαφηβόλε
ξανθὴ παῖ Διὸς ἀγρίων
δέσποιν᾽ Ἄρτεμι θηρῶν·
ἥ κου νῦν ἐπὶ Ληθαίου
5 δίνῃσι θρασυκαρδίων
ἀνδρῶν ἐσκατορᾷς πόλιν
χαίρουσ᾽, οὐ γὰρ ἀνημέρους
ποιμαίνεις πολιήτας.

***
Στα πόδια σου πέφτω ελαφοκυνηγήτρα
ξανθιά του Δία θυγατέρα,
Άρτεμη κυρά των αγριμιών.
Την πόλη που είναι κοντά στου Ληθαίου το ρέμα
την έχουν άνδρες με γενναία καρδιά.
Δες την και συ τώρα με βλέμμα γλυκό.
Ειρηνικούς πολίτες προστατεύεις.

Θρήνος για το επερχόμενο τέλος

Σύμφωνα με την παράδοση ο Ανακρέων πέθανε σε μεγάλη ηλικία, όταν είχε ήδη φτάσει στα 85 έτη. Όπως αναφέρεται μάλιστα σε μια πηγή, πνίγηκε καθώς κατάπινε μια ρώγα από σταφύλι (ανέκδοτο που επινοήθηκε ίσως για να δείξει ότι ο φίλοινος και φίλερως ποιητής απόλαυσε τη ζωή μέχρι την τελευταία του στιγμή). Είναι εύλογο η αίσθηση της φθοράς και του τέλους να προκαλούσε συναισθήματα λύπης σε έναν άνθρωπο που αγάπησε τη ζωή και τραγούδησε τις χαρές της. Στους στίχους που ακολουθούν ο Ανακρέων εκφράζει τη θλίψη του για τη φθορά του σώματος που επέφεραν τα γηρατειά (ενδεικτικά αναφέρονται δυο στοιχεία του προσώπου, τα μαλλιά και τα δόντια) και θρηνεί για το ορατό τέλος του βίου. Η αντίληψη που εκφράζει για το θάνατο (είναι η ίδια με αυτήν που συναντά κανείς στα ομηρικά έπη. Ακόμη όμως και σ᾽ αυτή την περίπτωση, όπου ο τόνος λόγω του θέματος είναι σοβαρός, η ποίησή του δεν χάνει ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά της, την αγάπη για το παιχνίδι. Είναι χαρακτηριστική η χρήση πολλών μέσων του έντεχνου λόγου, όπως είναι ο χιασμός (στ. 1-2), οι αλλεπάλληλοι διασκελισμοί, οι παρηχήσεις, οι σύντομες προτάσεις, η παρατακτική δομή.

Απόσπασμα 395

πολιοὶ μὲν ἡμὶν ἤδη
κρόταφοι κάρη τε λευκόν,
χαρίεσσα δ᾽ οὐκέτ᾽ ἥβη
πάρα, γηραλέοι δ᾽ ὀδόντες,
5 γλυκεροῦ δ᾽ οὐκέτι πολλὸς
βιότου χρόνος λέλειπται·
διὰ ταῦτ᾽ ἀνασταλύζω
θαμὰ Τάρτατον δεδοικώς·
Ἀίδεω γάρ ἐστι δεινὸς
10 μυχός, ἀργαλῆ δ᾽ ἐς αὐτὸν
κάτοδος· καὶ γὰρ ἑτοῖμον
καταβάντι μὴ ἀναβῆναι.

***
Γκρίζοι οι κρόταφοί μου πια
λευκά και τα μαλλιά μου,
έφυγε η θελκτική μου νιότη
σάπια τα δόντια μου,
απ᾽ τη γλυκιά ζωή5
λίγος καιρός μου απομένει.

Συχνά βαριά αναστενάζω,
γιατί τον Τάρταρο1 φοβούμαι.
Είναι φρικτή η άβυσσος του Άδη
και το ταξίδι για κει κάτω θλιβερό,10
και είναι βέβαιο: αν κατεβείς
δεν ανεβαίνεις πια επάνω.
-------------
1 Ο Τάρταρος είναι η κατώτατη περιοχή του σύμπαντος, που βρίσκεται τόσο πιο βαθιά από τον Άδη όσο απέχει ο ουρανός από τη γη. Αργότερα ο Τάρταρος ταυτίζεται με τον κόσμο των νεκρών.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου