Κυριακή 20 Δεκεμβρίου 2015

Ο Αριστοτέλης και τα αιώνια παιχνίδια της τυραννίας

Με δεδομένο ότι οι τυραννίδες δεν έχουν τη δύναμη να διαρκέσουν πολύ, «… τα πιο βραχύβια απ’ όλα τα πολιτεύματα είναι η ολιγαρχία και η τυραννίδα» (1315b 11 – 12), γίνεται ξεκάθαρο ότι η αυταρχική δόμηση της εξουσίας δεν μπορεί να γίνει ανεκτή για πολύ καιρό.

Ο λαός, όταν νιώθει ότι καταπιέζεται, έχει τον τρόπο να ξεπερνά όλους τους φόβους, αρκεί να πιστεύει ότι αγωνίζεται για κάτι καλύτερο. Οι μεμονωμένες (αρχικά) επαναστατικές ενέργειες είναι το έναυσμα της συλλογικής εξέγερσης που εκκολάπτεται. Το έκρυθμο θα επιφέρει επιπλέον κατασταλτικά μέτρα που, τελικά θα συσπειρώσουν τον κόσμο ακόμη περισσότερο. Ο έξυπνος τύραννος οφείλει να το γνωρίζει αυτό. Οφείλει δηλαδή να ξέρει ότι η εξουσία που δεν έχει λαϊκή αποδοχή δεν μπορεί να ελπίζει σε μακροβιότητα.

Σε τελική ανάλυση, ο κυρίαρχος είναι πάντα ο λαός, αφού, αν ξεπεραστούν τα όρια της ανοχής του, δεν υπάρχει φόβητρο που να μπορεί να τον συγκρατήσει: «Όπως δηλαδή ένας τρόπος φθοράς της βασιλείας είναι να ασκείται τυραννικότερα η εξουσία, έτσι κι ένας τρόπος διατήρησης της τυραννίδας είναι να ασκείται η εξουσία βασιλικότερα με την προϋπόθεση μόνο ότι ο τύραννος προστατεύει τη δύναμή του, για να μπορεί να εξουσιάζει τους πολίτες όχι μόνο με τη συγκατάθεσή τους αλλά και χωρίς αυτή. Γιατί, αν παραμελεί τη δύναμή του, παραμελεί και το ρόλο του ως τυράννου». (1314a 33 – 38).

Υπενθυμίζοντας ότι η βασιλεία κατατάσσεται στα ορθά πολιτεύματα (ο βασιλιάς διαφοροποιείται από τον τύραννο, αφού μεριμνά για το όφελος της πόλης κι όχι το δικό του) αυτό που τελικά προτείνεται είναι ο ελιγμός του τυράννου, ώστε να παρουσιαστεί με το προσωπείο του βασιλιά. Σε τελική ανάλυση, επιδιώκεται η δημοτικότητα του τυράννου, που θα εξασφαλιστεί μόνο αν κρύψει τις αληθινές του προθέσεις.

Γι’ αυτό πρέπει να προτάξει τη μετριοπάθεια (χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι δε θα διασφαλίσει τη δύναμή του), ώστε να αποκτήσει και τη λαϊκή αποδοχή. Αυτή είναι η πολιτική μαεστρία του τυράννου· να επιβάλει την εξουσία του δίχως να προκαλέσει αντιδράσεις: «… ο τύραννος οφείλει άλλα να εκτελεί και άλλα να φαίνεται ότι εκτελεί παίζοντας το ρόλο του βασιλιά σωστά». (1314a 39 – 40).

Η τυραννία πρέπει να εφαρμόζεται, αλλά όχι να κατονομάζεται. Να παριστάνει διαρκώς κάτι άλλο. Το αν θα παριστάνει τη βασιλεία ή τη δημοκρατία ή οποιοδήποτε πολίτευμα, έχει ελάχιστη σημασία, αφού το ζητούμενο είναι να κάνει τη δουλειά της. Το περιτύλιγμα είναι θέμα λαϊκών προτιμήσεων, καθώς ο λαός πρέπει να πειστεί ότι πράγματι έχει αυτό που θέλει.

Και βέβαια, κατά τον Αριστοτέλη, η τυραννία που θέλει να παραστήσει με επιτυχία τον υπερασπιστή των λαϊκών συμφερόντων, οφείλει πρώτα απ’ όλα να προτάξει την πιο αδιαπραγμάτευτη ακεραιότητα στα οικονομικά ζητήματα: «Αρχικά να φαίνεται ότι ενδιαφέρεται για τα δημόσια ζητήματα και να μη δαπανά ποσά σε δωρεές που προκαλούν αγανάκτηση στο λαό, όπως όταν οι τύραννοι απομυζούν το ελάχιστο εισόδημα του λαού που εργάζεται και καταπονείται, ενώ αμείβουν πλουσιοπάροχα εταίρες και φιλοξενούμενους και καλλιτέχνες». (1314a 40 – 1314b 4).

Με δεδομένο ότι η τυραννία αποσκοπεί στην οικονομική απομύζηση των πολιτών φτωχοποιώντας τους όσο το δυνατό (αλλιώς δε θα ήταν τυραννία), αυτό που μένει είναι να τηρούνται τα προσχήματα. Τα υπέρογκα ποσά που σπαταλιούνται σε απολαύσεις ή σε δώρα προς φιλικά πρόσωπα είναι ο μόχθος του λαού, που νιώθει προδομένος όταν βλέπει τις θυσίες του να ματαιώνονται. Γι’ αυτό ο τύραννος είναι καλό να αποταμιεύει τα λεφτά του εκτός πόλεως, γιατί εκτός από τους πολίτες, η συσσώρευση τόσο μεγάλου πλούτου μπορεί να αποτελέσει πρόκληση ακόμη και για τους ανθρώπους που τον φρουρούν: «… συμφέρει περισσότερο στους τυράννους να απομακρύνουν τα πλούτη τους από την πόλη τους παρά να τα αφήνουν συγκεντρωμένα στην πατρίδα τους, γιατί έτσι πολύ λιγότερο οι σωματοφύλακες θα στραφούν εναντίον της εξουσίας, αφού γίνονται απειλητικότεροι σε σχέση με τους πολίτες για τους τυράννους που ταξιδεύουν, καθώς οι σωματοφύλακες ταξιδεύουν μαζί τους, ενώ οι άλλοι πολίτες παραμένουν πίσω». (1314b 9 – 14).

Η δημόσια εικόνα του τίμιου διαχειριστή και του ενάρετου ανθρώπου λειτουργεί πάντα καταπραϋντικά: «Σχετικά με τις σωματικές απολαύσεις ο τύραννος πρέπει να κάνει το αντίθετο από αυτό που κάνουν τώρα μερικοί τύραννοι (… επιδεικνύονται στους άλλους με αυτές για να τους θαυμάζουν ως καλότυχους κι ευτυχισμένους). Ο τύραννος πρέπει να προσπαθεί να κρατάει το μέτρο σε παρόμοιες εκδηλώσεις, όσο μπορεί, αλλιώς να προσπαθεί τουλάχιστον να περνούν απαρατήρητες από τους υπόλοιπους (γιατί ούτε ευάλωτος σε επιθέσεις ούτε αναξιοπρεπής είναι ο νηφάλιος αλλά ο μεθυσμένος ούτε ο άγρυπνος αλλά ο κοιμισμένος)». (1314b 28 – 36).

Εξάλλου, ο ενάρετος, ο νηφάλιος, ο εγκρατής στις απολαύσεις είναι ο σώφρων κι αυτό ακριβώς είναι το προσωπείο που πρέπει να φορέσει ο τύραννος. Μόνο ο συνετός μπορεί να πείσει ότι τα λεφτά που απομυζούνται έχουν μια καλύτερη διαχείριση. Γι’ αυτό ο τύραννος πρέπει να εμπνέει το σεβασμό. Η προσωπικότητά του πρέπει να λειτουργεί ως εγγύηση: «Επίσης να μη φαίνεται ο τύραννος σκληρός αλλά σεβαστός και μάλιστα τέτοιος ώστε να μην εμπνέει φόβο σε αυτούς που συναντά αλλά σεβασμό». (1314b 18 – 20).

Το θέμα είναι να αποδεχτεί ο λαός την αναγκαιότητα των υπέρογκων οικονομικών θυσιών που θα υποστεί. Η προσωπικότητα του τυράννου και οι διαβεβαιώσεις των ειδικών συμβούλων θα παίξουν το ρόλο τους. Δημοσιονομικές ανάγκες, πόλεμοι, ανάγκες συντήρησης του στρατού κλπ, πρέπει να τονίζονται, ώστε ο κόσμος να το εμπεδώσει. Κι αν αρχίσει να δυσφορεί, λίγη τρομοκρατία δε βλάπτει. Εξωτερικοί εχθροί, ενδεχόμενοι πόλεμοι, ακόμη και δημιουργία πολέμων προς αποπροσανατολισμό, θα θέσουν το θέμα σε ρεαλιστική βάση. Κι αυτό είναι που έχει και τη μεγαλύτερη σημασία, να μιλά κανείς ρεαλιστικά.

Το δίλημμα οικονομική αφαίμαξη ή καταστροφή (πάσης φύσεως) είναι πάντα αποτελεσματικό. Κανένας ρεαλιστής δε θα διαλέξει την καταστροφή. Αυτό που μένει είναι ο αξιόπιστος διαχειριστής του δημόσιου ταμείου: «Έπειτα ο τύραννος πρέπει να φαίνεται ότι συγκεντρώνει τους φόρους και τις εισφορές για δημοσιονομικούς λόγους και για πολεμικές ανάγκες, αν χρειαστεί να τους χρησιμοποιήσει, και γενικά να παρουσιάζει τον εαυτό του ως φύλακα και ταμία των χρημάτων με την ιδέα ότι είναι δημόσια κι όχι ιδιωτικά». (1314b 14 – 18).

Η δημόσια εικόνα του τυράννου οφείλει να προστατευτεί με κάθε τρόπο: «Ακόμη δεν αρκεί ο ίδιος μόνο να μην προσβάλλει κανέναν από τους υπηκόους του, ούτε νέο ούτε νέα, αλλά και κανένας άλλος από το περιβάλλον του να μην προσβάλλει, το ίδιο μάλιστα να συμπεριφέρονται και οι γυναίκες της οικογένειάς του προς τις άλλες, καθώς πολλές τυραννίδες χάθηκαν εξαιτίας προσβολών που προκλήθηκαν από γυναίκες». (1314b 23 – 27). Και ο Αριστοτέλης συμπληρώνει: «Επίσης οφείλει ο τύραννος να αποφεύγει τις προσβολές και μάλιστα περισσότερο απ’ όλες τη σωματική τιμωρία και την ερωτική προσβολή των νέων». (1315a 14 – 16).

Η φαινομενική διαλλακτικότητα και η ηθική που θα προβληθεί όχι μόνο από τον ίδιο αλλά απ’ όλο το περιβάλλον του είναι πάγιες μεθοδεύσεις για την εξασφάλιση της φερεγγυότητας. Η κοινή γνώμη δεν μπορεί παρά να στραφεί θετικά σε μια τέτοια προσωπικότητα. Η προσωπική συμμετοχή στην απονομή των τιμών είναι η παράσταση που οφείλει να δώσει όχι μόνο για να ταυτίσει τον εαυτό του με τις χαρές της πόλης, αλλά και για να επιβεβαιώσει την πλήρη αντικειμενικότητα στην απόδοση αυτών που ο καθένας αξίζει. Είναι η απαραίτητη διαδικασία για να χτιστεί το πορτρέτο της πατρικής φιγούρας.

Αντιστοίχως, θα ήταν καλό να μην ανακατεύεται ο ίδιος στην επιβολή των ποινών. Δε χρειάζεται να φθείρεται προσωπικά στα δυσάρεστα. Αυτό ας το αναλάβουν άλλοι: «Επιπλέον οφείλει να τιμά εκείνους που ξεχωρίζουν σε κάτι, ώστε να μην έχουν την ιδέα ότι θα τους τιμούσαν περισσότερο οι πολίτες, αν ήταν ελεύθεροι, και μάλιστα τέτοιου είδους τιμές να τις απονέμει ο ίδιος, ενώ τις ποινές να τις επιβάλλει μέσω άλλων αρχόντων και δικαστηρίων». (1315a 4 – 8).

Η ηθική ακεραιότητα του τυράννου οφείλει να επιβεβαιωθεί μέσα από όλες τις ευκαιρίες που μπορούν να δοθούν: «Ακόμη πρέπει να φαίνεται κατ’ εξοχήν αφοσιωμένος στα θρησκευτικά του καθήκοντα (γιατί οι υπήκοοι λιγότερο φοβούνται ότι θα αδικηθούν από τέτοιους και συνεπώς, αν νομίζουν ότι ο άρχοντας είναι θρήσκος και εκτελεί τα θρησκευτικά του καθήκοντα, τον υπονομεύουν λιγότερο, γιατί πιστεύουν ότι έχει συμμάχους τους θεούς), πρέπει όμως να φαίνεται τέτοιος χωρίς να γίνεται γελοίος». (1314b 38 – 1315a 4).

Η εκμετάλλευση του λαϊκού αισθήματος για την προσωπική προβολή είναι πάγια τακτική των λαϊκιστών. Η θρησκευτικότητα, τα δημόσια θεάματα, η συμμετοχή σε γιορτές, η επιδεικτική τήρηση των εθίμων κλπ, είναι σχεδόν επαγγελματική υπόθεση. Ο τύραννος, ως κατ’ εξοχήν λαϊκιστής, είναι αδύνατο να τα αγνοεί όλα αυτά. Πρόκειται για τον ίδιο μηχανισμό που επιδιώκει το χτίσιμο της πατρικής εικόνας. Ο καλός πατέρας είναι αδύνατο να απέχει από τις γιορτές της οικογένειας. Με τον ίδιο τρόπο ο καλός τύραννος είναι αδύνατο να αγνοεί τις ομαδικές χαρές (ή λύπες) των υπηκόων. Η αίσθηση της συλλογικότητας οφείλει να επιτευχθεί με κάθε δυνατό τρόπο. Όλα τα μέσα είναι προς εκμετάλλευση. Κι αυτή είναι η ουσία του λαϊκισμού· η ολοκληρωτικά χρησιμοθηρική αντίληψη των πάντων. Τελικά, ο λαϊκιστής είναι αδύνατο να πιστεύει σε τίποτε άλλο πέρα απ’ τον εαυτό του.

Και φυσικά, ο λαϊκισμός δεν αφορά μόνο τη συμμετοχή στα λαϊκά δρώμενα προς εξασφάλιση της οικειότητας με τον κόσμο, αλλά σταδιακά γίνεται πολιτική αντίληψη που διεκπεραιώνει όλες τις υποθέσεις. Είναι το πολιτικό εργαλείο όλων των υποκριτών που παριστάνουν τους προστάτες των λαϊκών συμφερόντων. Γι’ αυτό έρχεται γάντι στον τύραννο, γιατί είναι η πεμπτουσία της πολιτικής του «φιλοσοφίας».

Κάθε λαϊκιστής είναι ένας μικρός τυραννίσκος κι αυτό που θέλει να πετύχει είναι η αποδυνάμωση του λαού. Γι’ αυτό κι έχει ως βασικότερη μέριμνα να τον απομακρύνει, όσο το δυνατό, απ’ τα πολιτειακά τεκταινόμενα. Όμως, ταυτόχρονα πρέπει να έχει και συμμάχους: «Επειδή οι πόλεις αποτελούνται από δύο ομάδες ανθρώπων, τους φτωχούς και τους πλούσιους, επιβάλλεται να έχουν τη γνώμη και οι δύο ότι η σωτηρία τους οφείλεται στην εξουσία του τυράννου και ότι καθόλου οι πρώτοι δεν αδικούνται από τους δεύτερους». (1315a 31 – 35).

Η εικόνα του τυράννου ως υπερταξικού ηγέτη είναι αναμφισβήτητα η ιδανική. Είναι ο εκφραστής όλων, ο αδιαφιλονίκητος αρχηγός που τίθεται υπεράνω όλων των συμφερόντων. Αν όμως αυτό εκ των πραγμάτων καθίσταται αδύνατο, ο τύραννος οφείλει να επιλέξει τη συμπάθεια εκείνης της κοινωνικής τάξης που φαίνεται να υπερέχει στην πόλη: «Ακόμη ο τύραννος πρέπει να προσεταιρίζεται κυρίως εκείνη από τις δύο ομάδες που είναι ισχυρότερη, γιατί, αν διασφαλίζεται αυτή η υποστήριξη στην εξουσία, δεν υπάρχει ανάγκη να ελευθερώνει ο τύραννος τους δούλους ούτε να αφοπλίζει τους πολίτες δόλια». (1315a 35 – 38).

Η εξασφάλιση της υποστήριξης της ισχυρής κοινωνικής ομάδας είναι η διαβεβαίωση ότι δεν είναι μόνος. Κι αν η ομάδα που υπερέχει είναι οι φτωχοί (όπως γίνεται πάντα), ο τύραννος οφείλει να δείξει έντονα φιλολαϊκό πρόσωπο. Μπορεί ακόμη και να βοηθήσει έμπρακτα τους φτωχούς παρέχοντας οικονομικές διευκολύνσεις. Ποτέ όμως δεν έχει την πρόθεση να τους βγάλει από τη φτώχεια. Αυτό που θέλει είναι να παραμείνουν φτωχοί, ώστε να παραμείνουν υποτελείς του. Ο τύραννος που προσπαθεί να καταπολεμήσει στ’ αλήθεια τη φτώχεια δεν είναι τύραννος ή, αλλιώς, είναι ο τύραννος που σκάβει το λάκκο του. Γιατί ο χορτάτος συνήθως αρχίζει να έχει και πολιτική σκέψη, πράγμα επικίνδυνο.

Η μετριοπάθεια αυτού του είδους προτάσσεται ως ενδεδειγμένη πολιτική του τυράννου, προκειμένου να διατηρηθεί στην εξουσία: «Μακροβιότερη μάλιστα υπήρξε η τυραννίδα της Σικυώνος, δηλαδή των παιδιών του Ορθαγόρα και διήρκεσε εκατό χρόνια. Αυτό αιτιολογείται με τη μετριοπαθή άσκηση της εξουσίας τους προς τους υπηκόους, την ευθυγράμμισή τους με τους νόμους… Ακόμη φημολογείται ότι και ο Πεισίστρατος παρουσιάσθηκε στον Άρειο Πάγο, όταν κάποτε μηνύθηκε. Δεύτερη σε διάρκεια έρχεται η τυραννίδα των Κυψελιδών στην Κόρινθο, η οποία διήρκεσε εβδομήντα τρία χρόνια κι έξι μήνες, γιατί ο Κύψελος υπήρξε τύραννος για τριάντα χρόνια, ο Περίανδρος για σαράντα και μισό και ο Ψαμμίτιχος ο Γόργου για τρία χρόνια. Τα ίδια αίτια ισχύουν και γι’ αυτήν. Ο Κύψελος ήταν αγαπητός στο λαό και σε όλη τη διάρκεια της εξουσίας του δεν τον συνόδευαν σωματοφύλακες, ο Περίανδρος όμως έγινε τυραννικός αλλά συγχρόνως διακρίθηκε στους πολέμους. Τρίτη σε διάρκεια ακολουθεί η τυραννίδα των Πεισιστρατιδών στην Αθήνα, με τη διαφορά ότι αυτή δεν ήταν συνεχής, γιατί ο Πεισίστρατος εξορίσθηκε δύο φορές, όταν ήταν τύραννος. Επομένως σε διάστημα τριάντα τριών ετών ο ίδιος άσκησε την εξουσία δεκαεφτά χρόνια και οι γιοι του δεκαοχτώ, και άρα συνολικά αυτοί κατείχαν την εξουσία τριάντα πέντε χρόνια». (1315b 12 – 16, 21 – 34).

Κι αν ο Αριστοτέλης έχει υπόψη του τις μακροβιότερες τυραννίες της αρχαιότητας αποδίδοντας τη διάρκειά τους στη μετριοπάθεια (Ορθαγόρας) ή στην υποστήριξη των φτωχών στρωμάτων (Πεισίστρατος) ή στην ηγετική φυσιογνωμία του εκφραστή της που οδηγεί την πόλη σε πρόοδο (Περίανδρος), θα λέγαμε ότι η ιδανική τυραννία είναι εκείνη που συνδυάζει τις πολιτικές επιθυμίες των πολλών και ταυτόχρονα συγκεντρώνει τον πλούτο στα χέρια των ελάχιστων.

Από αυτή την άποψη, θα έλεγε κανείς ότι η ελεύθερη ψήφος, η ελεύθερη διακίνηση των ιδεών, η ελεύθερη ενημέρωση, με δυο λόγια η ελευθερία στο σχηματισμό της άποψης, είναι το καλύτερο άλλοθι της τυραννίας, αρκεί, υπογείως, να ελέγχονται αρκούντως. Εξάλλου, το πολίτευμα που θα προβληθεί ως επικρατές και οι πολιτικές διαδικασίες που θα επιβάλει είναι εντελώς αδιάφορα, αρκεί ο πλούτος να πηγαίνει στα σωστά χέρια. Αυτό, βέβαια, προϋποθέτει ότι η πολιτική σκηνή που θα διαμορφώνεται (με τη λαϊκή συναίνεση πάνω απ’ όλα) θα παίρνει τις «σωστές» αποφάσεις. Κι αν κάπου – κατά λάθος – προκύψει καμιά διακυβέρνηση που δε «συνεργάζεται» σωστά, θα βρεθεί ο τρόπος της συμμόρφωσης.

Υπό αυτές τις συνθήκες, ο τύραννος είναι ανίκητος, αφού πάνω απ’ όλα είναι αθέατος. Στο κάτω – κάτω όλα μπορούν να οριστούν απ’ την αρχή κατά πώς βολεύει. Και άκρατος πλούτος και άκρατη φτώχεια και πανίσχυρα κέντρα που εκβιάζουν τις κυβερνήσεις και τρομοκρατία στους φτωχούς και διάλυση της μεσαίας τάξης και δουλική υπερεργασία και δημοκρατία!

Επιμένοντας στους αριστοτελικούς ορισμούς αυτό που μένει είναι να ξεκαθαριστεί, αν πράγματι μιλάμε για τυραννία ή για σκληρή – ακραία ολιγαρχία (όπως είχε χαρακτηρίσει την πολιτική κατάσταση στην Αθήνα, όταν προσπάθησε να τη διαχειριστεί ο Σόλωνας, με την απόλυτη εξαθλίωση των πολιτών, που δανείζονταν με ενέχυρο το σώμα τους και γίνονταν δούλοι). Το ζήτημα βέβαια είναι καθαρά αριθμητικό. Ο τύραννος είναι ένας, ενώ οι ολιγαρχία θέλει λίγους. Όμως, πάντα κατά τον Αριστοτέλη, η ακραία ολιγαρχία είναι σταθερά ο προθάλαμος της τυραννίας. Όπως και οι εκφυλισμένες δημοκρατίες το ίδιο…

Αριστοτέλης: «Πολιτικά»

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου