Σας λέω λοιπόν, Ιουδαίοι και χριστιανοί, ότι θεός και παιδί θεού, ούτε κατέβηκε ούτε μπορεί ποτέ να κατεβεί στη γη. Κι αν εννοείτε κάποιους αγγέλους, τι λέτε πως είναι αυτοί, θεοί ή άλλο γένος; Γιατί, φυσικά, άλλο πράγμα ο θεός και άλλο οι δαίμονες.
Με τους Ιουδαίους τώρα, είναι κανείς να απορεί που από τη μια λατρεύουν τον ουρανό και τους αγγέλους κι από την άλλη αδιαφορούν για τα πιο μεγαλοπρεπή και ισχυρά μέρη του, τον ήλιο και τη σελήνη και τους άλλους αστέρες, και τους πλανήτες και τους απλανείς.
Θαρρείς και είναι δυνατόν, το μεν όλον να είναι θεός τα δε μέρη του να μην είναι θεϊκά• ή πάλι, λατρεύουν απόλυτα εκείνα τα όντα που, καθώς λένε, ενσκήπτουν σε ανθρώπους τυφλωμένους από τα σκοτάδια της μαγείας ή σε ανθρώπους που βλέπουν στον ύπνο τους φαντάσματα.
Ενώ τους άλλους που τόσο ξεκάθαρα και διάφανα προλέγουν τα μελλούμενα, και που χάρη σ’ αυτούς εκμεταλλεύονται και διαχειρίζονται οι άνθρωποι τις βροχές και τη ζέστη του ήλιου και τα σύννεφα και τις βροντές -τις οποίες οι Ιουδαίοι προσκυνούν— τους καρπούς και όλα τα γεννήματα, και μέσω αυτών φανερώνεται ο θεός, τους επιφανέστερους κήρυκες των επουράνιων, τους πραγματικούς αγγέλους του ουρανού -αυτούς τους νομίζουν τιποτένιους.
Ακόμη, είναι ανόητο να πιστεύουν ότι όταν ο θεός θα ρίξει φωτιά -θαρρείς κι είναι κανένας μάγειρας- τότε όλο το υπόλοιπο ανθρώπινο γένος θα κατακαεί και μόνο αυτοί θα απομείνουν, όχι μόνο οι ζωντανοί αλλά κι οι πεθαμένοι από καιρό που θα έχουν βγει από τη γη με κείνες τις ίδιες τους τις σάρκες -μια ελπίδα που πραγματικά ταιριάζει σε σκουλήκια.
Γιατί ποια ανθρώπινη ψυχή θα μπορούσε ακόμα να ποθεί ένα σώμα σαπισμένο; Αφού ακόμα κι από σας κάποιοι και από τους χριστιανούς μερικοί, δεν ασπάζονται τούτο το δόγμα, χώρια που τους είναι αδύνατο αλλά και αηδιαστικό να επιχειρηματολογούν και να δικαιολογούν την απίστευτη αυτή χυδαιότητα. Ποιο σώμα, αλλοιωμένο εντελώς, μπορεί να επανέλθει στην αρχική του φυσική κατάσταση και στην ίδια εκείνη σύσταση; Μη μπορώντας να απαντήσουν τίποτα, καταφεύγουν στην πιο παράλογη υπεκφυγή, λέγοντας ότι «ο θεός όλα τα μπορεί.»
Όμως ο θεός τα επονείδιστα δεν τα μπορεί και αυτά που αντιβαίνουν στη φύση δεν τα θέλει.
Κι αν εσύ επιθυμήσεις κάτι το αηδιαστικό επειδή είσαι φαύλος, δεν πρέπει να πιστεύεις ότι ο θεός θα το μπορέσει κιόλας και ότι θα γίνει αμέσως. Γιατί ο θεός είναι το πρώτο αίτιο της ορθότητας και δικαιοσύνης των νόμων της φύσης κι όχι αρχηγέτης της ελαττωματικής επιθυμίας ούτε της πλανημένης αταξίας. Και βέβαια θα μπορούσε να παράσχει την αιώνια ζωή της ψυχής- «ενώ οι νεκροί», λέει ο Ηράκλειτος, «είναι πιο απεχθείς κι από τα περιττώματα».
Το να ανακηρύξει -παράλογα- αιώνια τη σάρκα -που ‘ναι γεμάτη πράγματα που ούτε να τα λες δεν είναι ωραίο- ούτε θα το θελήσει ο θεός ούτε θα το μπορέσει. Γιατί αυτός είναι ο Λόγος, που ορίζει όλα τα όντα• τίποτα λοιπόν παράλογο δεν μπορεί να πράξει• και τίποτα ενάντια στον εαυτό του.
Κέλσος – Αληθής Λόγος
***
Τι εννοεί ο Παύλος λέγοντας ότι «παρέρχεται η μορφή του κόσμου τούτου;» Και πώς είναι δυνατό, «οι έχοντες να είναι ωσάν να μην έχουν» και οι «χαίροντες ωσάν να μην χαίρουν», [Προς Κορινθ. Α' 7.30], και όλες οι υπόλοιπες μωρολογίες του να γίνουν πιστευτές; Γιατί, πώς μπορεί ο έχων να γίνει ως μη έχων; Και πώς να γίνει πιστευτός ο χαίρων που θα συμπεριφέρεται ως μη χαίρων; Κι ακόμα, πώς είναι δυνατό να παρέλθει η μορφή του κόσμου ετούτου;
Ποιος θα τον μεταβάλει και για ποιο λόγο; Αν τον μετέβαλλε ο Δημιουργός, θα μπορούσε να κατηγορηθεί ότι διαταράσσει μια σταθερή και ασφαλή τάξη. Αν, πάλι, μεταβάλει το σχήμα του κόσμου προς το καλύτερο, κατηγορείται ότι δεν γνώριζε ποιο ήταν το κατάλληλο και πρέπον σχήμα του κόσμου όταν τον δημιουργούσε, και ότι του ‘λείπε η ανώτερη σκέψη, με αποτέλεσμα να φτιάξει έναν κόσμο γεμάτο ατέλειες.
Πώς, λοιπόν, μπορούμε να ξέρουμε ότι η φύση του κόσμου θα καταλήξει στο καλό, χάρη σε μετατροπές εκ των υστέρων; Και ποια θα είναι η ωφέλεια, αν μεταβληθεί η φυσική τάξη; Γιατί αν ο ορατός κόσμος είναι θλιβερός και αιτία για να λυπόμαστε, θα του τα ψάλλουμε για τα καλά του Δημιουργού και θα τον ζαλίσουμε με τις εύλογες επικρίσεις μας, ότι έχτισε ένα θλιβερό κόσμο που διαταράσσει τη λογική φυσική τάξη, και κατόπιν μετάνιωσε κι αποφάσισε να αλλάξει τα πάντα.
Μπας κι είναι αυτός ο λόγος που ο Παύλος δασκαλεύει τους έχοντες να σκέφτονται ως μη έχοντες, αφού και ο Δημιουργός του κόσμου, ενώ τον έχει, είναι σα να μην τον έχει και γι’ αυτό πάει να του αλλάξει τη μορφή; Κι όποιον χαίρεται, του λέει να μη χαίρεται, γιατί ο Δημιουργός δεν χαίρεται βλέποντας το κομψό και λαμπρό δημιούργημά του, πόσο μάλλον που επειδή στεναχωριέται πολύ, πήρε απόφαση να το αλλάξει και να το μετατρέψει ολωσδιόλου. Ας της χαρίσουμε λοιπόν ένα συγκρατημένο γέλιο ετούτης της φρασούλας του Παύλου.
Ας δούμε άλλο ένα ανόητο και γεμάτο πλάνες σόφισμα του Παύλου, όπου ισχυρίζεται ότι, «εμείς που θα βρισκόμαστε ακόμα ζωντανοί κατά την έλευση του Κυρίου, δεν θα προηγηθούμε των νεκρών, διότι ο ίδιος ο Κύριος με παράγγελμα, με φωνή αρχαγγέλου και υπό τον ήχο σάλπιγγας Θεού, θα κατέβει από τον ουρανό και οι νεκροί εν Χριστώ θα αναστηθούν πρώτοι. Στη συνέχεια, εμείς οι ζώντες, ταυτόχρονα με τους νεκρούς θα αρπαχτούμε μέσα σ’ ένα σύννεφο, ώστε να συναντηθούμε με τον Κύριο στον αέρα, έτσι θα βρεθούμε πλάι στον Κύριο για πάντα.» [Προς Θεσσαλονικείς 4.15-17].
Αυτό το κυριολεκτικά ουρανομήκες, ψηλοκρεμαστό και υπερμεγέθες ψεύδος, ξεπερνά σε μπόι κάθε άλλο.Ακόμα και σε ζώο να το ξεφουρνίσεις, αυτό σε απάντηση θ’ αρχίσει να βελάζει και να κράζει δυνατά, άπαξ και καταλάβει ότι γίνεται λόγος για ανθρώπους με σάρκα και οστά ιπτάμενους σαν τα πουλιά ή πιασμένους από ένα σύννεφο!
Πόση ματαιοδοξία κρύβει όλος αυτός ο θόρυβος, για ζωντανά πλάσματα που μ’ όλο το βάρος του σώματος τους αποκτούν φυσικές ιδιότητες πουλιών με φτερά και διασχίζουν τον αέρα θαρρείς και ταξιδεύουν σε θάλασσα, έχοντας για όχημα τα σύννεφα! Μα και να μπορούσε να γίνει αυτό, θα ήταν τερατώδες και ξένο προς τους νόμους της φύσης.
Γιατί η δημιουργός φύση από την αρχή ακόμα όρισε για τα πλάσματα της χώρους που να τους αρμόζουν και κατάλληλους τόπους διαμονής, τη θάλασσα για κείνα που ζουν μες στο νερό, τη στεριά για τα χερσαία, τον αέρα για τα πτηνά και τον αιθέρα για τα ουράνια σώματα. Ένα απ» αυτά αν βγάλεις από τον τόπο διαμονής του, θα αφανιστεί μόλις βρεθεί σε ξένο χώρο. Ένα πλάσμα του νερού αν θελήσεις να το βάλεις με το ζόρι να ζήσει στη στεριά, το δίχως άλλο θα ψοφήσει, ένα στεριανό ζώο αν το βουτήξεις μες στο νερό θα πνιγεί και το πουλί δεν θα αντέξει αν του στερήσεις τον αέρα κι ένα ουράνιο σώμα δεν μπορείς να το μετατρέψεις σε γήινο.
Ποτέ μέχρι τώρα η ενεργός δράση του θείου Λόγου δεν το διέπραξε ούτε και πρόκειται να το πράξει, παρ’ όλο που ο θείος Λόγος έχει τη δύναμη να αλλάζει τη μοίρα των πλασμάτων. Γιατί οι πράξεις κι η θέλησή του δεν καθορίζονται από το τι μπορεί, αλλά είναι σύμφωνες με τη διατήρηση της αρμονίας και τη διαφύλαξη της φυσικής τάξης του κόσμου.
Ούτε, λοιπόν, τη στεριά, δεν θα την κάμει πλόιμη, αν βέβαια δεχτούμε ότι το μπορεί κάτι τέτοιο, ούτε τη θάλασσα τέτοια που να οργώνεται και να καλλιεργείται, ούτε την αρετή, όσο και να μπορεί, δεν πρόκειται να τη μετατρέψει σε κακία και αντιστρόφως, ούτε στον άνθρωπο πρόκειται να σώσει τα μέσα να γίνει πτηνό, ούτε θα φέρει τον ουρανό με τ άστρα και τη γη τα πάνω κάτω. Είναι λοιπόν ανόητο το να λες ότι οι άνθρωποι θα αρπαχτούν στον αέρα.
Μα εκεί που το ψέμα του Παύλου γίνεται καταφανές, είναι όταν λέει, «Εμείς οι ζωντανοί». Πέρασαν τριακόσια χρόνια από τότε που το είπε, και κανείς πουθενά, ούτε ο Παύλος ούτε κανείς άλλος δεν αναλήφθηκε στους ουρανούς. Αλλά ας αφήσουμε να τις σκεπάσει η σιωπή τούτες τις ανόητες κουβέντες του Παύλου.
ΠΟΡΦΥΡΙΟΣ Νεοπλατωνικός Κατά Χριστιανών
Με τους Ιουδαίους τώρα, είναι κανείς να απορεί που από τη μια λατρεύουν τον ουρανό και τους αγγέλους κι από την άλλη αδιαφορούν για τα πιο μεγαλοπρεπή και ισχυρά μέρη του, τον ήλιο και τη σελήνη και τους άλλους αστέρες, και τους πλανήτες και τους απλανείς.
Θαρρείς και είναι δυνατόν, το μεν όλον να είναι θεός τα δε μέρη του να μην είναι θεϊκά• ή πάλι, λατρεύουν απόλυτα εκείνα τα όντα που, καθώς λένε, ενσκήπτουν σε ανθρώπους τυφλωμένους από τα σκοτάδια της μαγείας ή σε ανθρώπους που βλέπουν στον ύπνο τους φαντάσματα.
Ενώ τους άλλους που τόσο ξεκάθαρα και διάφανα προλέγουν τα μελλούμενα, και που χάρη σ’ αυτούς εκμεταλλεύονται και διαχειρίζονται οι άνθρωποι τις βροχές και τη ζέστη του ήλιου και τα σύννεφα και τις βροντές -τις οποίες οι Ιουδαίοι προσκυνούν— τους καρπούς και όλα τα γεννήματα, και μέσω αυτών φανερώνεται ο θεός, τους επιφανέστερους κήρυκες των επουράνιων, τους πραγματικούς αγγέλους του ουρανού -αυτούς τους νομίζουν τιποτένιους.
Ακόμη, είναι ανόητο να πιστεύουν ότι όταν ο θεός θα ρίξει φωτιά -θαρρείς κι είναι κανένας μάγειρας- τότε όλο το υπόλοιπο ανθρώπινο γένος θα κατακαεί και μόνο αυτοί θα απομείνουν, όχι μόνο οι ζωντανοί αλλά κι οι πεθαμένοι από καιρό που θα έχουν βγει από τη γη με κείνες τις ίδιες τους τις σάρκες -μια ελπίδα που πραγματικά ταιριάζει σε σκουλήκια.
Γιατί ποια ανθρώπινη ψυχή θα μπορούσε ακόμα να ποθεί ένα σώμα σαπισμένο; Αφού ακόμα κι από σας κάποιοι και από τους χριστιανούς μερικοί, δεν ασπάζονται τούτο το δόγμα, χώρια που τους είναι αδύνατο αλλά και αηδιαστικό να επιχειρηματολογούν και να δικαιολογούν την απίστευτη αυτή χυδαιότητα. Ποιο σώμα, αλλοιωμένο εντελώς, μπορεί να επανέλθει στην αρχική του φυσική κατάσταση και στην ίδια εκείνη σύσταση; Μη μπορώντας να απαντήσουν τίποτα, καταφεύγουν στην πιο παράλογη υπεκφυγή, λέγοντας ότι «ο θεός όλα τα μπορεί.»
Όμως ο θεός τα επονείδιστα δεν τα μπορεί και αυτά που αντιβαίνουν στη φύση δεν τα θέλει.
Κι αν εσύ επιθυμήσεις κάτι το αηδιαστικό επειδή είσαι φαύλος, δεν πρέπει να πιστεύεις ότι ο θεός θα το μπορέσει κιόλας και ότι θα γίνει αμέσως. Γιατί ο θεός είναι το πρώτο αίτιο της ορθότητας και δικαιοσύνης των νόμων της φύσης κι όχι αρχηγέτης της ελαττωματικής επιθυμίας ούτε της πλανημένης αταξίας. Και βέβαια θα μπορούσε να παράσχει την αιώνια ζωή της ψυχής- «ενώ οι νεκροί», λέει ο Ηράκλειτος, «είναι πιο απεχθείς κι από τα περιττώματα».
Το να ανακηρύξει -παράλογα- αιώνια τη σάρκα -που ‘ναι γεμάτη πράγματα που ούτε να τα λες δεν είναι ωραίο- ούτε θα το θελήσει ο θεός ούτε θα το μπορέσει. Γιατί αυτός είναι ο Λόγος, που ορίζει όλα τα όντα• τίποτα λοιπόν παράλογο δεν μπορεί να πράξει• και τίποτα ενάντια στον εαυτό του.
Κέλσος – Αληθής Λόγος
***
Τι εννοεί ο Παύλος λέγοντας ότι «παρέρχεται η μορφή του κόσμου τούτου;» Και πώς είναι δυνατό, «οι έχοντες να είναι ωσάν να μην έχουν» και οι «χαίροντες ωσάν να μην χαίρουν», [Προς Κορινθ. Α' 7.30], και όλες οι υπόλοιπες μωρολογίες του να γίνουν πιστευτές; Γιατί, πώς μπορεί ο έχων να γίνει ως μη έχων; Και πώς να γίνει πιστευτός ο χαίρων που θα συμπεριφέρεται ως μη χαίρων; Κι ακόμα, πώς είναι δυνατό να παρέλθει η μορφή του κόσμου ετούτου;
Ποιος θα τον μεταβάλει και για ποιο λόγο; Αν τον μετέβαλλε ο Δημιουργός, θα μπορούσε να κατηγορηθεί ότι διαταράσσει μια σταθερή και ασφαλή τάξη. Αν, πάλι, μεταβάλει το σχήμα του κόσμου προς το καλύτερο, κατηγορείται ότι δεν γνώριζε ποιο ήταν το κατάλληλο και πρέπον σχήμα του κόσμου όταν τον δημιουργούσε, και ότι του ‘λείπε η ανώτερη σκέψη, με αποτέλεσμα να φτιάξει έναν κόσμο γεμάτο ατέλειες.
Πώς, λοιπόν, μπορούμε να ξέρουμε ότι η φύση του κόσμου θα καταλήξει στο καλό, χάρη σε μετατροπές εκ των υστέρων; Και ποια θα είναι η ωφέλεια, αν μεταβληθεί η φυσική τάξη; Γιατί αν ο ορατός κόσμος είναι θλιβερός και αιτία για να λυπόμαστε, θα του τα ψάλλουμε για τα καλά του Δημιουργού και θα τον ζαλίσουμε με τις εύλογες επικρίσεις μας, ότι έχτισε ένα θλιβερό κόσμο που διαταράσσει τη λογική φυσική τάξη, και κατόπιν μετάνιωσε κι αποφάσισε να αλλάξει τα πάντα.
Μπας κι είναι αυτός ο λόγος που ο Παύλος δασκαλεύει τους έχοντες να σκέφτονται ως μη έχοντες, αφού και ο Δημιουργός του κόσμου, ενώ τον έχει, είναι σα να μην τον έχει και γι’ αυτό πάει να του αλλάξει τη μορφή; Κι όποιον χαίρεται, του λέει να μη χαίρεται, γιατί ο Δημιουργός δεν χαίρεται βλέποντας το κομψό και λαμπρό δημιούργημά του, πόσο μάλλον που επειδή στεναχωριέται πολύ, πήρε απόφαση να το αλλάξει και να το μετατρέψει ολωσδιόλου. Ας της χαρίσουμε λοιπόν ένα συγκρατημένο γέλιο ετούτης της φρασούλας του Παύλου.
Ας δούμε άλλο ένα ανόητο και γεμάτο πλάνες σόφισμα του Παύλου, όπου ισχυρίζεται ότι, «εμείς που θα βρισκόμαστε ακόμα ζωντανοί κατά την έλευση του Κυρίου, δεν θα προηγηθούμε των νεκρών, διότι ο ίδιος ο Κύριος με παράγγελμα, με φωνή αρχαγγέλου και υπό τον ήχο σάλπιγγας Θεού, θα κατέβει από τον ουρανό και οι νεκροί εν Χριστώ θα αναστηθούν πρώτοι. Στη συνέχεια, εμείς οι ζώντες, ταυτόχρονα με τους νεκρούς θα αρπαχτούμε μέσα σ’ ένα σύννεφο, ώστε να συναντηθούμε με τον Κύριο στον αέρα, έτσι θα βρεθούμε πλάι στον Κύριο για πάντα.» [Προς Θεσσαλονικείς 4.15-17].
Αυτό το κυριολεκτικά ουρανομήκες, ψηλοκρεμαστό και υπερμεγέθες ψεύδος, ξεπερνά σε μπόι κάθε άλλο.Ακόμα και σε ζώο να το ξεφουρνίσεις, αυτό σε απάντηση θ’ αρχίσει να βελάζει και να κράζει δυνατά, άπαξ και καταλάβει ότι γίνεται λόγος για ανθρώπους με σάρκα και οστά ιπτάμενους σαν τα πουλιά ή πιασμένους από ένα σύννεφο!
Πόση ματαιοδοξία κρύβει όλος αυτός ο θόρυβος, για ζωντανά πλάσματα που μ’ όλο το βάρος του σώματος τους αποκτούν φυσικές ιδιότητες πουλιών με φτερά και διασχίζουν τον αέρα θαρρείς και ταξιδεύουν σε θάλασσα, έχοντας για όχημα τα σύννεφα! Μα και να μπορούσε να γίνει αυτό, θα ήταν τερατώδες και ξένο προς τους νόμους της φύσης.
Γιατί η δημιουργός φύση από την αρχή ακόμα όρισε για τα πλάσματα της χώρους που να τους αρμόζουν και κατάλληλους τόπους διαμονής, τη θάλασσα για κείνα που ζουν μες στο νερό, τη στεριά για τα χερσαία, τον αέρα για τα πτηνά και τον αιθέρα για τα ουράνια σώματα. Ένα απ» αυτά αν βγάλεις από τον τόπο διαμονής του, θα αφανιστεί μόλις βρεθεί σε ξένο χώρο. Ένα πλάσμα του νερού αν θελήσεις να το βάλεις με το ζόρι να ζήσει στη στεριά, το δίχως άλλο θα ψοφήσει, ένα στεριανό ζώο αν το βουτήξεις μες στο νερό θα πνιγεί και το πουλί δεν θα αντέξει αν του στερήσεις τον αέρα κι ένα ουράνιο σώμα δεν μπορείς να το μετατρέψεις σε γήινο.
Ποτέ μέχρι τώρα η ενεργός δράση του θείου Λόγου δεν το διέπραξε ούτε και πρόκειται να το πράξει, παρ’ όλο που ο θείος Λόγος έχει τη δύναμη να αλλάζει τη μοίρα των πλασμάτων. Γιατί οι πράξεις κι η θέλησή του δεν καθορίζονται από το τι μπορεί, αλλά είναι σύμφωνες με τη διατήρηση της αρμονίας και τη διαφύλαξη της φυσικής τάξης του κόσμου.
Ούτε, λοιπόν, τη στεριά, δεν θα την κάμει πλόιμη, αν βέβαια δεχτούμε ότι το μπορεί κάτι τέτοιο, ούτε τη θάλασσα τέτοια που να οργώνεται και να καλλιεργείται, ούτε την αρετή, όσο και να μπορεί, δεν πρόκειται να τη μετατρέψει σε κακία και αντιστρόφως, ούτε στον άνθρωπο πρόκειται να σώσει τα μέσα να γίνει πτηνό, ούτε θα φέρει τον ουρανό με τ άστρα και τη γη τα πάνω κάτω. Είναι λοιπόν ανόητο το να λες ότι οι άνθρωποι θα αρπαχτούν στον αέρα.
Μα εκεί που το ψέμα του Παύλου γίνεται καταφανές, είναι όταν λέει, «Εμείς οι ζωντανοί». Πέρασαν τριακόσια χρόνια από τότε που το είπε, και κανείς πουθενά, ούτε ο Παύλος ούτε κανείς άλλος δεν αναλήφθηκε στους ουρανούς. Αλλά ας αφήσουμε να τις σκεπάσει η σιωπή τούτες τις ανόητες κουβέντες του Παύλου.
ΠΟΡΦΥΡΙΟΣ Νεοπλατωνικός Κατά Χριστιανών
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου