Αντί...
Είναι ν απορείς,
λες κι είναι όλα φτιαγμένα μες του παράλογου την αταξία,
την αταξία ενός νου που δε γνώρισε ποτέ του την ουσία…
…μα κι ούτε την υποψιάστηκε πως τάχα μπορεί και να υπάρχει…
Κι αντί ν απολαμβάνεις αληθινά τούτο το θαύμα,
αντί να γεύεσαι τις μυρωδιές του κόσμου και τα χρώματα,
να χάνεσαι στα δειλινά και τις Άνοιξες
στο φως του ήλιου και τις αυγές που δεν θα ξαναρθούν,
ν ανοίγεις δρόμους για τ αστέρια
αντί να σε πέρνουνε τα κύματα και να σε φέρνει το αεράκι,
να μην περνά ούτε μια μέρα χωρίς να γνωρίσεις κάτι νέο,
κάτι συναρπαστικό, κάτι ωραίο και μοναδικό…
αντί να σχετίζεσαι αδιάκοπα με τους ανθρώπους
για να μαθαίνεις από τι είσαι καμωμένος,
τι σε συνθέτει και τι σε κομματιάζει,
ποια είναι η θέση σου μέσα στην απεραντοσύνη και το τίποτα
αντί να γνωρίζεις και να ζεις όλα όσα ήδη σου προσφέρονται,
όλα όσα δίπλα σου υπάρχουν
εσύ έμαθες να τα ονειρεύεσαι όλα τούτα,
να ζεις με τη λαχτάρα τους,
να τα μαγειρεύεις με μια μηχανική σκέψη κι ένα κουτοπόνηρο μυαλό
σ ένα αδιάκοπο αγώνα να τα φτάσεις,
μα είναι τα πόδια σου στο χώμα φυτεμένα,
έχουνε ριζώσει
για να μην ξεμακρύνεις, να μη μάθεις ποτέ σου να πετάς
ζεις στην κόλαση και πεθυμάς παραδείσους
κι είσαι εσύ κι η κόλαση και ο παράδεισος που λαχταράς
και μια παράξενη φωνή σου λέει
«αποστάσεις δεν υπάρχουν παρά μόνο οι διαιρέσεις του μυαλού σου»
σε συγκλονίζει τούτη η φωνή, παλεύεις να τη νοιώσεις
στων λιμανιών τις προβλήτες μαντήλια κουνάς
πότε αποχαιρετώντας και πότε καλωσορίζοντας τα κομμάτια σου
κι είναι το κλάμα σου ίδιο μωρού
λες και δεν θέλεις ποτέ σου να ενηλικιωθώ!
Είναι ν απορείς,
λες κι είναι όλα φτιαγμένα μες του παράλογου την αταξία,
την αταξία ενός νου που δε γνώρισε ποτέ του την ουσία…
…μα κι ούτε την υποψιάστηκε πως τάχα μπορεί και να υπάρχει…
Κι αντί ν απολαμβάνεις αληθινά τούτο το θαύμα,
αντί να γεύεσαι τις μυρωδιές του κόσμου και τα χρώματα,
να χάνεσαι στα δειλινά και τις Άνοιξες
στο φως του ήλιου και τις αυγές που δεν θα ξαναρθούν,
ν ανοίγεις δρόμους για τ αστέρια
αντί να σε πέρνουνε τα κύματα και να σε φέρνει το αεράκι,
να μην περνά ούτε μια μέρα χωρίς να γνωρίσεις κάτι νέο,
κάτι συναρπαστικό, κάτι ωραίο και μοναδικό…
αντί να σχετίζεσαι αδιάκοπα με τους ανθρώπους
για να μαθαίνεις από τι είσαι καμωμένος,
τι σε συνθέτει και τι σε κομματιάζει,
ποια είναι η θέση σου μέσα στην απεραντοσύνη και το τίποτα
αντί να γνωρίζεις και να ζεις όλα όσα ήδη σου προσφέρονται,
όλα όσα δίπλα σου υπάρχουν
εσύ έμαθες να τα ονειρεύεσαι όλα τούτα,
να ζεις με τη λαχτάρα τους,
να τα μαγειρεύεις με μια μηχανική σκέψη κι ένα κουτοπόνηρο μυαλό
σ ένα αδιάκοπο αγώνα να τα φτάσεις,
μα είναι τα πόδια σου στο χώμα φυτεμένα,
έχουνε ριζώσει
για να μην ξεμακρύνεις, να μη μάθεις ποτέ σου να πετάς
ζεις στην κόλαση και πεθυμάς παραδείσους
κι είσαι εσύ κι η κόλαση και ο παράδεισος που λαχταράς
και μια παράξενη φωνή σου λέει
«αποστάσεις δεν υπάρχουν παρά μόνο οι διαιρέσεις του μυαλού σου»
σε συγκλονίζει τούτη η φωνή, παλεύεις να τη νοιώσεις
στων λιμανιών τις προβλήτες μαντήλια κουνάς
πότε αποχαιρετώντας και πότε καλωσορίζοντας τα κομμάτια σου
κι είναι το κλάμα σου ίδιο μωρού
λες και δεν θέλεις ποτέ σου να ενηλικιωθώ!
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου