Ξύπνα Πηνελόπη
Μην κοιμάσαι άλλο φίλον τέκνον μου
Και τρέχει η βάγια η Ευρύκλεια ολόχαρη με γόνατα γοργοτρεχάμενα
να αναγγείλει τα νέα για τον ερχομό του Οδυσσέα στην Πηνελόπη.
"Για ξύπνα, Πηνελόπη κόρη μου, τα μάτια σου να ιδούνε ότι καιρούς
και χρόνια αδιάκοπα λαχτάριζε η καρδιά σου.
ΗΛΘΕ Ο ΟΔΥΣΣΕΑΣ"
Οδύσσεια και …η ωραία κοιμωμένη.
Το όνειρο Η Πηνελόπη κοιμάται πάντα. Ο Τηλέμαχος την κατηγορεί ότι δεν καταλαβαίνει την ποίηση γυρίζει στην κάμαρα της και κλαίει τον άνδρα της και η Αθηνά της σταλάζει στα βλέφαρα ένα γλυκό ύπνο.
Όταν φοβάται για την τύχη του Τηλέμαχου που του έχουν στήσει καρτέρι οι μνηστήρες την πιάνει ένας βαθύς ύπνος, όταν κλαίει για τον Οδυσσέα
Η Αθηνά την βυθίζει σε ύπνο, όταν δεν θέλει να κατεβεί στους Μνηστήρες κοιμάται σε ένα κάθισμα ακόμη και όταν είναι μέσα στο μέγαρο ο Οδυσσέας και εξολοθρεύει τους μνηστήρες εκείνη ανεβαίνει στη κάμαρα της και η Αθηνά απλώνει στα βλέφαρα της την μαγεία του Ερμή.
Ενώ κοιμάται την επισκέπτονται όνειρα που της απαγγέλλουν την σωτηρία του Τηλέμαχου τον γυρισμό του άνδρα της παρουσιάζουν τον Οδυσσέα δίπλα της στο κρεβάτι.
Έτσι ζει η Πηνελόπη τυλιγμένη στην σκιά στην απαλότητα στην γαλήνη και στην αβεβαιότητα του ασυνείδητου όσο κανένα άλλο πρόσωπο στην Οδύσσεια.
Για τον Οδυσσέα ο ύπνος είναι τρομακτική εμπειρία ίδια με το θάνατο λέει ο Όμηρος, κάτι το οποίο ποτέ δεν λέγεται για την Πηνελόπη.
Όταν κλείνουν τα μάτια του δέχεται επιθέσεις των θεών, γνωρίζει βαθύτατες κρίσεις περάσματα από ένα χώρο χρόνο σε άλλον, οι ασκοί του Αιόλου ανοίγουν, χάνει τον δρόμο του. Δεν ονειρεύεται δεν τον επισκέπτονται ούτε αληθινά ούτε ψεύτικα όνειρα.
Αυτός μονάχα είναι ο εξηγητής των ονείρων.
Η Πηνελόπη γνωρίζει το βάσανο της αϋπνίας πυκνές και οξείες αγωνίες θλίψεις αναπολήσεις πόνοι αφόρητοι που η αγρύπνια δεν μπορεί να αντέξει. Γι αυτό υμνεί τον ύπνο, το όριο την μοίρα που οι θεοί έχουν επιβάλει στους θνητούς.
Ο ύπνος που της στέλνει η Αθηνά είναι πάντοτε γλυκύς και κατόπιν λύνει τα μέλη όπως τα λύνουν ο έρωτας και ο θάνατος. Ο ύπνος έχει αυτό το διπλό χάρισμα να λύνει και να δένει έτσι θα πουν ο Σαίξπηρ και ο Γκαίτε.
Ενώ ο Οδυσσέας βλέπει την Αθηνά έστω και μεταμορφωμένη, η Πηνελόπη δεν την βλέπει ποτέ. Η θεότητα εισχωρεί εντός της κατεβαίνει στο όνειρο και τότε μόνο ένα φάσμα προερχόμενο από την χώρα των Ονείρων μπαίνει στην κάμαρα στέκεται πάνω από το κεφάλια της και της μιλά.
Άλλοτε η Αθηνά στέλνει συμβουλές και εμπνεύσεις από την χώρα των θεών. Όλες τις σημαντικές αποφάσεις της η Πηνελόπη τις χρωστά στην Αθηνά, το υφαντό, να κατέβει στους μνηστήρες να προετοιμάσει την δοκιμασία του τόξου.
Η Πηνελόπη είναι μια εμπνευσμένη σε όλη την διάρκεια της Οδύσσειας.
Όμως τούτο το πλάσμα του ύπνου και των ονείρων είναι επίσης τέκνο της λογικής σκεπτόμενη ψύχραιμη υπολογίστρια.
Μια φράση την συνοδεύει και για τον Αντίνοο και για την Αθηνά και για τον Οδυσσέα.
«ο νους της βασίλισσας άλλο στοχάζεται».
Το ότι σκέφτεται άλλο από εκείνο που εκφράζει σημαίνει αυτό που λέει ο Αχιλλέας για τον άνδρα της:
ένα πράγμα κρύβει στην καρδιά του και ένα άλλο λέει.
Άρα το πνεύμα της Πηνελόπης είναι πάντοτε διττό.
Ενώ μιλάει. μια μυστική δύναμη που δρα μέσα της σκέφτεται υφαίνει μηχανεύεται υπολογίζει εξαπατά ακριβώς όπως ο Οδυσσέας. Το υφαντό είναι ένα αριστούργημα τεχνικής και μια απάτη αναφέρεται σε τρία αποσπάσματα όπως ο Δούρειος Ίππος αναφέρεται τρεις φορές.
Ο άνδρα και η γυναίκα είναι όμοιοι ανόμοιοι αντιτίθενται και αλληλοσυμπληρώνονται. Ενώ η Πηνελόπη ονειρεύεται ο Οδυσσέας όχι, εμφανίζεται σαν μια τραγική ψυχή ο Οδυσσέας ταυτίζεται με την τραγωδία στην φαντασία του με την Τρωαδίτισσα σκλάβα, η Πηνελόπη είναι υπάκουη στους θεούς και ο Οδυσσέας στο πεπρωμένο του.
Ενώ η Πηνελόπη ζει στο ασυνείδητο, ο Οδυσσέας μεταμορφώνει το ασυνείδητο σε συνειδητό
Αλλά και οι δυο μαζί ξεγελούν υπολογίζουν δυσπιστούν ψεύδονται βάζουν δοκιμασίες. Από αυτό το μπερδεμένο παιγνίδι ομοιοτήτων ανομοιοτήτων και αντανακλάσεων γεννιέται η βαθύτατη ομόνοια ανάμεσα στους δυο συζύγους την οποία είχε υμνήσει ο Οδυσσέας μιλώντας στην Ναυσικά.
Γιατί δεν είναι άλλο στήριγμα καλύτερο και ισχυρό όταν ομονοούν και ομοφρονούν στο σπίτι ο άνδρας και η γυναίκα. Κλεισμένη στη φυλακή τη Ιθάκης η Πηνελόπη, φυλακισμένος στην Ωγυγία ο Οδυσσέας.
Η Πηνελόπη λαχταρά τον άνδρα της με όλη την δύναμη του νου και του έρωτα της, λείπει, τον θυμάται διαρκώς. νιώθει λειψή μακριά του κλαίει μέχρι που η Αθηνά σταλάζει τον ύπνο. Είναι μια ηρωίδα της ανάμνησης, για αυτήν δεν υπάρχει ούτε αποδοχή ούτε παράδοση μπροστά στην δυσαναπλήρωτη απουσία. Αλλά ο νους της αρνείται τις αυταπάτες της ανάμνησης τις διηγήσεις των περιπλανώμενων και των ταξιδιών αρνείται ακόμη και τις ίδιες της τις ελπίδες όσο και ανομολόγητες.
Θέλει αποδείξεις, μια απόδειξη απτή όσο το συζυγικό κρεβάτι. Εκείνο που μας εκπλήσσει στην Πηνελόπη είναι ο χρόνος της εσωτερικής της ζωής. Την Πηνελόπη την βλέπουμε εκ των έσω όπως κανένα άλλο πρόσωπο της Οδύσσειας μέσα από ένα αόρατο μάτι και ένα αόρατο αυτί που παρακολουθούν τις ολιγωρίες της, τις ταλαντώσεις της τις αβεβαιότητες της τις αμφιβολίες της.
Το βράδυ της επιστροφής του Οδυσσέα στο παλάτι διαδραματίζεται μια μυστηριώδη σκηνή κατά την οποία η Αθηνά επιβάλλει στην Πηνελόπη το σχέδιο. Θέλει να μαγέψει να σαγηνέψει τους μνηστήρες να τους ξεγελάσει υποσχόμενη ένα γάμο υποκλέπτοντας επιδέξια γαμήλια δώρα
Τιμημένη να φανεί και στον άνδρα της και στον γιο της. Διάφοροι σχολιαστές της Οδύσσειας κατηγόρησαν την Πηνελόπη για απάτη σε βάρος των Μνηστήρων,
όμως η ηθικότητα του Οδυσσέα της Αθηνάς και της Πηνελόπης δεν είναι η ηθική μιας ενάρετης αστής του 19 ου αιώνα της κυρίας Προυστ Βέιλ και Τζορτζ Έλιοτ. Θέλουν αποζημιωθούν κάπως για εκείνα που σκόρπισαν οι μνηστήρες.
Πανέμορφη κατεβαίνει την σκάλα του παλατιού, συνοδευόμενη από δύο θεραπαινίδες της, όταν φθάνει κάτω σταματά σε μια κολώνα του σπιτιού με ένα μαντήλι που σκεπάζει τα μάγουλα και στέκεται διακριτικά. Σαν νέα Αφροδίτη σκορπάει γύρω της μια γοητείας ακαταμάχητη.
Όλοι οι μνηστήρες έχουν μαγευτεί από έρωτα για εκείνη και θέλουν να ενωθούν μαζί της.
Η συζήτηση της Πηνελόπης είναι ένα αριστούργημα ρητορικής τέχνης. Κλεισμένη μέσα στην ψυχή της η Αθηνά της υποβάλλει τα θέματα και εκείνη τα αναπτύσσει με μια τέχνη ρητορικής ποικιλίας που θυμίζει την σοφία του άνδρα της. Αποκαλύπτει κάτι το οποίο αγνοούσαμε.
Πριν φύγει ο Οδυσσέας για την Τροία την συμβούλεψε να ξαναπαντρευτεί αν δεν γυρίσει σε 20 χρόνια. Κατά πάσα πιθανότητα η διήγηση είναι ψεύτική και ο Οδυσσέας ποτέ δεν είπε τέτοια λόγια καθώς διαβεβαιώνουν οι σκέψεις του Οδυσσέα ζητιάνου που παρίσταται στην σκηνή. Η Πηνελόπη θέλει να κάνει τους μνηστήρες να πιστέψουν πως έχει πάρει την απόφαση της να παντρευτεί κάποιον από αυτούς.Όμως η βασίλισσα δεν έχει καμιά πρόθεση να παντρευτεί κανένα θέλει μόνο να τους ξεγελάσει. Ελπίζει με ένα βαθύ μέρος της ψυχής της πως ο Οδυσσέας θα γυρίσει και προσπαθεί ξανά να κερδίσει χρόνο.
Σιωπηλή απαρατήρητη αλλά δραστήρια στέκει η Αθηνά μέσα στην ψυχή της. Τα λόγια της η πρόταση γάμου η δοκιμασία με τα τσεκούρια αποτελούν μέρος ενός σχεδίου το οποίο θα οδηγήσει τους μνηστήρες στην καταστροφή. Στη συζήτηση της Πηνελόπης δεν παρίστανται μόνο οι μνηστήρες και ο Τηλέμαχος, σε μια γωνιά στέκει και ο ψευτοζητιάνος. Ο Οδυσσέας καταλαβαίνει τα πάντα και χαίρεται για πολλούς λόγους. Χαίρεται γιατί μετά από τόσα χρόνια αντιλαμβάνεται πως η Πηνελόπη του είναι διττή όπως και αυτός ο νους της μελετάει πάντα κάτι άλλο. Γοητεύει τους μνηστήρες όπως γοήτευσε και ο ίδιος τους Φαίακες, κατέχει την ίδια ρητορική τέχνη λόγια σαν μέλι ψεύδεται με εξαιρετικό τρόπο επινοώντας τον συγκλονιστικό χωρισμό που ποτέ δεν συνέβη. Του είναι πιστή και κατορθώνει με την τέχνη της να πάρει τα γαμήλια δώρα από τους μνηστήρες για ένα γάμο που δεν θα γίνει ποτέ.
Ο Αντίνοος της προσφέρει ένα πέπλο και 12 καρφίτσες, ο Ευρύμαχος ένα περιλαίμιο από χρυσό και κεχριμπάρι ο Ευρυδάμαντας ένα ζευγάρι σκουλαρίκια με μαργαριτάρια και Πείσανδρος ένα περιλαίμιο. Μετά αποσύρεται στην κάμαρα της.
Το παλάτι είναι μια κυψέλη θορυβώδης. Οι μνηστήρες τρώνε και πίνουν ψιλοκουβεντιάζουν εκσφεντονίζουν το σκαμνί στον Οδυσσέα και η Πηνελόπη αντιλαμβάνεται για πρώτη φορά τον ξένο.
Ζητάει από τον Εύμαιο να τον φέρει κοντά της. Ο χοιροβοσκός της εξάπτει την περιέργεια μιλώντας της για τις ιστορίες του ξένου, πηγαίνει στην αίθουσα προσκαλώντας τον ξένο, αλλά αυτός αναβάλλει την συνάντηση για το βράδυ
όταν οι μνηστήρες θάχουν φύγει από το παλάτι. Το βράδυ έρχεται η ώρα της συνάντησης και η Πηνελόπη δεν τον αναγνωρίζει αλλά όπως το συνηθίζει θέλει να δοκιμάσει τον ξένο.
Ξένε μια πρώτη ερώτηση έχω για σένα ποιος είσαι και από πού ποια είναι η πατρίδα σου ποιοι είναι οι γονείς σου;
Αυτή είναι μια ερώτηση που επαναλαμβάνουν όλα τα πρόσωπα της Οδύσσειας ακόμη και ο Πολύφημος.
Όπως είχε κάνει και με τον Εύμαιο, ο Οδυσσέας ακολουθεί μια διττή τακτική. Από την μια ξεγελάει την Πηνελόπη, την σαγηνεύει και την φλερτάρει με τα γλυκά του λόγια, σαν να ήθελε να κατακτήσει την γυναίκα του φορώντας τα κουρέλια του ζητιάνου και να την κάνει να τον αγαπήσει παρά τα παλιόρουχα του. Από την άλλη αποκαλύπτεται τελευταία σε εκείνη έχοντας ήδη αποκαλυφθεί στους άλλους.
Έχει μια εμμονή σχεδόν επίμονη με την δοκιμασία.
Όλη η στοργή όλα τα συναισθήματα όλες οι διαισθήσεις πρέπει να υποχωρήσουν μέσα στην ψυχή του, μπροστά στην αναγκαιότητα ενός επιστημονικού ελέγχου ανελέητου σχεδόν. Όμως γιατί στην Πηνελόπη αποκαλύπτεται τόσο αργά;
Γιατί δεν την εμπιστεύεται προκειμένου να έχει ένα σύμμαχο ακριβό στην μάχη για τους μνηστήρες;
Είναι ένα μεγάλο ερώτημα με απόπειρες απαντήσεων.
Υπακούει στις υποδείξεις του Αγαμέμνονα και της Αθηνάς να μη εμπιστεύεται τις γυναίκες και να δοκιμάσει την γυναίκα του;
Όμως αυτός έχει την απόδειξη.
Στα λόγια της προς τους Μνηστήρες αναγνώρισε στην βασίλισσα την δική του Πηνελόπη, διπλή έξυπνη ερωτική οξυδερκή τον καθρέφτη του.
Ίδια και απαράλλαχτη με αυτόν. Γιατί δεν πετάει τα ρούχα του ζητιάνου να πει το όνομα του;
Εδώ έχουμε ανακαλύπτουμε την υψηλή την λογοτεχνική πανουργία του Ομήρου.
Άριστος ψυχολόγος, έχει στο μυαλό του μια αρχιτεκνονική κατασκευή γεμάτη αναβολές μετεωρίσεις καθυστερήσεις.
Η συνάντηση με την Πηνελόπη πρέπει να στέκει στην κορυφή και να πραγματοποιηθεί μονάχα όταν θα έχουν σκοτωθεί οι μνηστήρες. Παρά την ερώτηση της Πηνελόπης, ο Οδυσσέας όχι μόνο δεν φανερώνει το όνομα του αλλά λέει και κάποιο ψεύτικο. Συστήνεται σαν Αίθωνας.
Αρχίζει να αφηγείται μια από τις ψευδείς του ιστορίες και η Πηνελόπη κλαίει απελπισμένα.
Καθισμένος κοντά της συνεχίζει να κρύβεται και να αυτοελέγχεται. Η Πηνελόπη όπως και ο άνδρας της αγαπάει τις αποδείξεις επιμένει να ρωτάει τον ζητιάνο τι φορούσε ο Οδυσσέας όταν ταξίδευε στην Τροία.
Ούτε τώρα στην κορύφωση της συγκίνησης χάνει την δυσπιστία και τον αυτοέλεγχο και ο ζητιάνος φιλοτεχνεί το πορτραίτο του αληθινό του Οδυσσέα όπως ήταν πριν 20 χρόνια..
Υποκρίνεται πως δεν θυμάται καλά και επιχειρεί μια ακριβέστατη άσκηση της μνήμης αυτός ο άνθρωπος της μνήμης. Ιδού ο βασιλιάς, φορούσε ένα διπλό πορφυρό μανδύα με μια χρυσή πόρπη που απεικόνιζε ένα σκυλί να κρατά στα πόδια τους ένα ελάφι πολύχρωμο και φορούσε ακόμη ένα χιτώνα λεπτό και φωτεινό.
Όταν ο Οδυσσέας τα διηγείται όλα αυτά η Πηνελόπη μεταμορφώνεται.
Από την αρχή της είχε εξάψει την περιέργεια ο ζητιάνος. Τώρα τα συναισθήματα της είναι πιο έντονα. Τον εμπιστεύεται, του λέει πως ο χαρακτήρας της είναι φτιαγμένος από την μήτιν και τις απάτες και μοιράζεται μαζί του το όνειρό της.
Τον αποκαλεί αγαπημένο ξένο, νιώθει συγγένεια με αυτόν και ίσως τον ερωτεύεται κάτω από ρούχα της μεταμφίεσης του. Του προφέρει φιλοξενία την καλύτερη αλλά ο Οδυσσέας αρνείται στρώματα και κρεβάτια.
Ζητά μόνο να ξαπλώσει στον προθάλαμο πάνω σε ένα δέρμα βοδιού σκεπασμένος με μια προβιά και δέχεται να του πλύνει τα πόδια μια ασπρομάλλα γριά γυναίκα που έχει υποφέρει πολύ στην ψυχή της σαν και αυτόν. Ζητάει την τροφό του Τηλέμαχου, την οικονόμο του
την Ευρύκλεια.
Η αναγνώριση είναι άμεση και η ένταση μεγάλη.
Η Πηνελόπη έχει αφαιρεθεί σκέφτεται το όνειρο με τις 20 χήνες
και ο Οδυσσέα απαγορεύει στην Ευρύκλεια να φανερώσει το μυστικό. Το όνειρο που είδε η Πηνελόπη την τελευταία νύχτα είναι πολύ διαφορετικό.
Με την οξεία ευφυΐα της προσπαθεί να καταλάβει το όνειρο που την κυρίεψε αλλά και γενικά την φύση των ονείρων.
Επεξεργάζεται μια θεωρία για τα όνειρα, που όμοια της δεν συναντάται στο Ομηρικό κόσμο. Τα όνειρα είναι εν πρώτοις τρομερά γιατί έχουν μια δύναμη ανυπέρβλητη.
Κατόπιν είναι ανερμήνευτα το βάθος τους παραμένει μυστηριώδες για εκείνη και εμάς που διαβάζουμε.
Ο Όμηρος συμμερίζεται ως ένα βαθμό την θεωρία της μοιρασμένη ανάμεσα στην εμπιστοσύνη και την δυσπιστία για την σκιά.
Το όνειρο με τις χήνες δεν είναι καθόλου ανερμήνευτο γιατί διασαφηνίζεται με απόλυτη ακρίβεια σημείο προς σημείο εικόνα προς εικόνα ώσπου να απωλέσει κάθε ίχνος μυστηρίου. Αν κάποιος θέλει να ερμηνεύσει το όνειρο πρέπει να ακολουθήσει διπλό δρόμο.
Πρώτα να το εντοπίσει και να το υποδιαιρέσει στα στοιχεία του να μεταφράσει τις φαινομενικές εικόνες σε συμβολικές.
Έτσι κάνει ο Οδυσσέας παίζοντας τον ρόλο του αετού και του ζητιάνου. Ο αετός με το γαμψό ράμφος είναι ο ίδιος και οι χήνες που τσιμπούν το σιτάρι είναι οι μνηστήρες.
Είναι ένας καλός ερμηνευτής ονείρων. Συμπεριφέρεται σαν ένας σύγχρονος ψυχαναλυτής που απομονώνει τα στοιχεία και μεταφράζει τις επιφανειακές μορφές σε μορφές βάθους. Δεν μπορούμε να ταυτίσουμε την μορφή του πολύχρωμου μεταμορφωτή που ετοιμάζεται να διεκδικήσει τον κόσμο του πίσω με την μορφή του αυστηρού μαθητή της Βιέννης. Ανάμεσα στην ψυχανάλυση του βασιλιά της Ιθάκης και στο Φρόιντ υπάρχουν δύο διαφορές.
Τα φροϋδικά όνειρα προέρχονται από την τεράστια αποθήκη του παρελθόντος γεμάτη αισθήσεις και φαινομενικότητες που δεν μπορούν να αποκωδικοποιηθούν. Μέσω των αναλύσεων και των συνακόλουθων διακρίσεων και μεταφορών ο Φρουντ θέλει να κατανοήσει την ψυχή του ασθενούς να φέρει στο φως το απωθημένο και να το γιατρέψει.
Το όνειρο που ερμηνεύει ο Οδυσσέας δεν περιλαμβάνει μόνο το παρελθόν κρύβει κυρίως το μέλλον και θέλει να αποκαλύψει στην Πηνελόπη μια προφητεία ένα οιωνό και μόνο έτσι μπορεί να την γιατρέψει. Ο Φρόιντ δεν είχε τέτοιου είδους προφητικές φιλοδοξίες. Η δεύτερη διαφορά βρίσκεται στο ότι τα σύγχρονα όνειρα υπόκεινται στην ίδια αναλυτική τεχνική τα ομηρικά όμως διαιρούνται σε δυο ομάδες.
Όπως υποστηρίζει η Πηνελόπη και ο Όμηρος συμφωνεί μαζί της,
τα όνειρα βγαίνουν αληθινά από τις διάφανες κεράτινες πύλες ενώ τα αλλά από τις σκιερές φιλντισένιες δεν πραγματοποιούνται και φέρνουν δυστυχία. Το όνειρο με τις χήνες αφορά εν μέρει το παρελθόν και το παρόν. Ο Όμηρος το ερμηνεύει και αποκαλύπτει μια αλήθεια η οποία εξέπληξε πολλούς αναγνώστες και η Πηνελόπη το αγνοεί παντελώς ,
Αισθάνεται κάποια τρυφερότητα για τους μνηστήρες χήνες και νιώθει κάποια εχθρότητα ακόμη ασυνείδητη για τον τρομερό σύζυγο αετό και αμείλικτο εκδικητή ο οποίος όπως ελπίζει η ίδια ετοιμάζεται να γυρίσει την Ιθάκη.
Το άλλο μέρος αφορά το μέλλον. Εδώ όλο το φως πέφτει στον Οδυσσέα που εμφανίζεται δυο φορές σαν αετός με ανθρώπινη φωνή που προφητεύει μέσα στο όνειρο και έξω από το όνειρο σαν ζητιάνος που επιδοκιμάζει την ερμηνεία που δίνει ο αετός.
Η άλλη ερμηνεύτρια του ονείρου η Πηνελόπη είναι αναποφάσιστη. Αγνοεί αν το όνειρο βγήκε από την κεράτινη ή φιλντισένια πύλη.
Αν θα επαληθευτεί και είναι πεπεισμένη πως είναι ψέμα βλέποντας τις χήνες να συνεχίζουν να τσιμπολογούν το σιτάρι όταν ξύπνησε και άνοιξε το παράθυρο. Ο Οδυσσέας δεν της αποκρίνεται.
Και η Πηνελόπη συζητά μαζί του το θέμα της δοκιμασίας του τόξου χωρίς να του πει ότι το ενέπνευσε η Αθηνά και νομίζει πως η συμβουλή της Αθηνάς σημαίνει ένα γάμο που η ίδια απεχθάνεται.
Ποτέ δεν την είδαμε τόσο απελπισμένη αμήχανη μετέωρη ταλαντευόμενη κομματιασμένη κυριευμένη από το πνεύμα της καταστροφής να δεχτεί αυτή την μοίρα.
Ποτέ δεν την είδαμε τόσο μεγαλειώδη όπως τώρα κάτω από αυτό το τραγικό φως. Ο Οδυσσέας επιδοκιμάζει το σχέδιο της Αθηνάς και καταλαβαίνει τι πρέπει να κάνει κρατάει τις σκέψεις για τον εαυτό του και της λέει πως ο άνδρας της θα γυρίσει πριν προλάβουν οι μνηστήρες να πιάσουν τα όπλα. Η σύζυγος δεν ανταποκρίνεται και με τρυφερή αυθορμησία λέει στον ζητιάνο ότι της αρέσει να τον ακούει ότι τα λόγια του την δίνουν χαρά και παρηγοριά ότι θα μπορούσε να το ακούει χωρίς να κοιμηθεί αλλά η νύχτα έχει προχωρήσει και είναι καιρός να καληνυχτιστούν.. Ανεβαίνει στην κάμαρα της και ο Οδυσσέας πλαγιάζει στον προθάλαμο, αργεί να τον πάρει λυσιμελής ο ύπνος σκορπώντας τα βάσανα.
Εκείνη την στιγμή στο άνω δώμα η Πηνελόπη ξυπνάει και κάθεται στο κρεβάτι. Ικετεύει την Άρτεμη να την πάρει μακριά με ένα θανατηφόρο βέλος. Καθώς κοιμόταν είδε ένα όνειρο ανυπόφορο που της θύμισε το 2ο χρόνια απουσία του άνδρα της. Ονειρεύτηκε τον Οδυσσέα ότι ξάπλωσε κοντά της νέος ακόμη και κάνανε έρωτα και χάρηκε η καρδιά της γιατί φαινόταν και ο άνδρας της και η πράξη του έρωτα αληθινή. Τώρα που είναι ξύπνια κλαίει απελπισμένα.
Κάτω στον προθάλαμο ο Οδυσσέας ακούει το κλάμα της Πηνελόπης και ξυπνά. Μένει μεταξύ ύπνου και ξύπνιου και τους φαίνεται πως η Πηνελόπη τον αναγνώρισε και στέκει δίπλα κοντά στο πρόσωπο του.
Οι επιθυμίες των δύο συζύγων διασταυρώνονται και οι αφηγηματικές γραμμές εναλλάσσονται κοιμάται ο Οδυσσέας, ξυπνά η Πηνελόπη, ξύπνιος ο Οδυσσέας, κοιμάται η Πηνελόπη μέχρι που οι δυο γραμμές ενώνονται σε μία. Και οι δυο σύζυγοι είναι ξύπνιοι.
Δύο παράλληλες γραμμές χύνονται σε μια μονάχα σύμφωνα με την αρχή της αφηγηματικής συγχρονικότητας που ο Όμηρο αγαπάει βαθιά. Ο Οδυσσέας σηκώνεται απευθύνεται στον Δία ζητώντας ένα σημείο ένα οιωνό τον οποίο ο Ζευς στέλνει χωρίς χρονοτριβή και είναι μια βροντή σε έναστρο και ανέφελο ουρανό που αντιλαμβάνεται σαν μαρτυρία της θεϊκής προστασίας. Κατόπιν έρχεται και δεύτερος οιωνός με μια γριά που αλέθει στάρι στη μυλόπετρα και καταριέται τους μνηστήρες. Στο μεγάλο σπίτι ξυπνά. Οι δούλες ανάβουν την φωτιά στο τζάκι. Ο Τηλέμαχος σηκώνεται ντύνεται ζώνεται το σπαθί του δένει τα σανδάλια του παίρνει το ακόντιο και βγαίνει με τα σκυλιά από το σπίτι. Οι δούλες κάνουν τις δουλειές, οι εργάτες τα ξύλα, ο Εύμαιος φέρνει τρία γουρουνάκια και ο Φιλοίτιος μια αγελάδα και μια κατσίκα…
Ο Οδυσσέας βλέπει και ακούει την ζωή του
που ξαναρχινά όπως κάθε πρωί.
Η ώρα έφθασε.
Και ο κύκλος του χρόνου σχεδόν έχει κλείσει.
Μην κοιμάσαι άλλο φίλον τέκνον μου
Και τρέχει η βάγια η Ευρύκλεια ολόχαρη με γόνατα γοργοτρεχάμενα
να αναγγείλει τα νέα για τον ερχομό του Οδυσσέα στην Πηνελόπη.
"Για ξύπνα, Πηνελόπη κόρη μου, τα μάτια σου να ιδούνε ότι καιρούς
και χρόνια αδιάκοπα λαχτάριζε η καρδιά σου.
ΗΛΘΕ Ο ΟΔΥΣΣΕΑΣ"
Οδύσσεια και …η ωραία κοιμωμένη.
Το όνειρο Η Πηνελόπη κοιμάται πάντα. Ο Τηλέμαχος την κατηγορεί ότι δεν καταλαβαίνει την ποίηση γυρίζει στην κάμαρα της και κλαίει τον άνδρα της και η Αθηνά της σταλάζει στα βλέφαρα ένα γλυκό ύπνο.
Όταν φοβάται για την τύχη του Τηλέμαχου που του έχουν στήσει καρτέρι οι μνηστήρες την πιάνει ένας βαθύς ύπνος, όταν κλαίει για τον Οδυσσέα
Η Αθηνά την βυθίζει σε ύπνο, όταν δεν θέλει να κατεβεί στους Μνηστήρες κοιμάται σε ένα κάθισμα ακόμη και όταν είναι μέσα στο μέγαρο ο Οδυσσέας και εξολοθρεύει τους μνηστήρες εκείνη ανεβαίνει στη κάμαρα της και η Αθηνά απλώνει στα βλέφαρα της την μαγεία του Ερμή.
Ενώ κοιμάται την επισκέπτονται όνειρα που της απαγγέλλουν την σωτηρία του Τηλέμαχου τον γυρισμό του άνδρα της παρουσιάζουν τον Οδυσσέα δίπλα της στο κρεβάτι.
Έτσι ζει η Πηνελόπη τυλιγμένη στην σκιά στην απαλότητα στην γαλήνη και στην αβεβαιότητα του ασυνείδητου όσο κανένα άλλο πρόσωπο στην Οδύσσεια.
Για τον Οδυσσέα ο ύπνος είναι τρομακτική εμπειρία ίδια με το θάνατο λέει ο Όμηρος, κάτι το οποίο ποτέ δεν λέγεται για την Πηνελόπη.
Όταν κλείνουν τα μάτια του δέχεται επιθέσεις των θεών, γνωρίζει βαθύτατες κρίσεις περάσματα από ένα χώρο χρόνο σε άλλον, οι ασκοί του Αιόλου ανοίγουν, χάνει τον δρόμο του. Δεν ονειρεύεται δεν τον επισκέπτονται ούτε αληθινά ούτε ψεύτικα όνειρα.
Αυτός μονάχα είναι ο εξηγητής των ονείρων.
Η Πηνελόπη γνωρίζει το βάσανο της αϋπνίας πυκνές και οξείες αγωνίες θλίψεις αναπολήσεις πόνοι αφόρητοι που η αγρύπνια δεν μπορεί να αντέξει. Γι αυτό υμνεί τον ύπνο, το όριο την μοίρα που οι θεοί έχουν επιβάλει στους θνητούς.
Ο ύπνος που της στέλνει η Αθηνά είναι πάντοτε γλυκύς και κατόπιν λύνει τα μέλη όπως τα λύνουν ο έρωτας και ο θάνατος. Ο ύπνος έχει αυτό το διπλό χάρισμα να λύνει και να δένει έτσι θα πουν ο Σαίξπηρ και ο Γκαίτε.
Ενώ ο Οδυσσέας βλέπει την Αθηνά έστω και μεταμορφωμένη, η Πηνελόπη δεν την βλέπει ποτέ. Η θεότητα εισχωρεί εντός της κατεβαίνει στο όνειρο και τότε μόνο ένα φάσμα προερχόμενο από την χώρα των Ονείρων μπαίνει στην κάμαρα στέκεται πάνω από το κεφάλια της και της μιλά.
Άλλοτε η Αθηνά στέλνει συμβουλές και εμπνεύσεις από την χώρα των θεών. Όλες τις σημαντικές αποφάσεις της η Πηνελόπη τις χρωστά στην Αθηνά, το υφαντό, να κατέβει στους μνηστήρες να προετοιμάσει την δοκιμασία του τόξου.
Η Πηνελόπη είναι μια εμπνευσμένη σε όλη την διάρκεια της Οδύσσειας.
Όμως τούτο το πλάσμα του ύπνου και των ονείρων είναι επίσης τέκνο της λογικής σκεπτόμενη ψύχραιμη υπολογίστρια.
Μια φράση την συνοδεύει και για τον Αντίνοο και για την Αθηνά και για τον Οδυσσέα.
«ο νους της βασίλισσας άλλο στοχάζεται».
Το ότι σκέφτεται άλλο από εκείνο που εκφράζει σημαίνει αυτό που λέει ο Αχιλλέας για τον άνδρα της:
ένα πράγμα κρύβει στην καρδιά του και ένα άλλο λέει.
Άρα το πνεύμα της Πηνελόπης είναι πάντοτε διττό.
Ενώ μιλάει. μια μυστική δύναμη που δρα μέσα της σκέφτεται υφαίνει μηχανεύεται υπολογίζει εξαπατά ακριβώς όπως ο Οδυσσέας. Το υφαντό είναι ένα αριστούργημα τεχνικής και μια απάτη αναφέρεται σε τρία αποσπάσματα όπως ο Δούρειος Ίππος αναφέρεται τρεις φορές.
Ο άνδρα και η γυναίκα είναι όμοιοι ανόμοιοι αντιτίθενται και αλληλοσυμπληρώνονται. Ενώ η Πηνελόπη ονειρεύεται ο Οδυσσέας όχι, εμφανίζεται σαν μια τραγική ψυχή ο Οδυσσέας ταυτίζεται με την τραγωδία στην φαντασία του με την Τρωαδίτισσα σκλάβα, η Πηνελόπη είναι υπάκουη στους θεούς και ο Οδυσσέας στο πεπρωμένο του.
Ενώ η Πηνελόπη ζει στο ασυνείδητο, ο Οδυσσέας μεταμορφώνει το ασυνείδητο σε συνειδητό
Αλλά και οι δυο μαζί ξεγελούν υπολογίζουν δυσπιστούν ψεύδονται βάζουν δοκιμασίες. Από αυτό το μπερδεμένο παιγνίδι ομοιοτήτων ανομοιοτήτων και αντανακλάσεων γεννιέται η βαθύτατη ομόνοια ανάμεσα στους δυο συζύγους την οποία είχε υμνήσει ο Οδυσσέας μιλώντας στην Ναυσικά.
Γιατί δεν είναι άλλο στήριγμα καλύτερο και ισχυρό όταν ομονοούν και ομοφρονούν στο σπίτι ο άνδρας και η γυναίκα. Κλεισμένη στη φυλακή τη Ιθάκης η Πηνελόπη, φυλακισμένος στην Ωγυγία ο Οδυσσέας.
Η Πηνελόπη λαχταρά τον άνδρα της με όλη την δύναμη του νου και του έρωτα της, λείπει, τον θυμάται διαρκώς. νιώθει λειψή μακριά του κλαίει μέχρι που η Αθηνά σταλάζει τον ύπνο. Είναι μια ηρωίδα της ανάμνησης, για αυτήν δεν υπάρχει ούτε αποδοχή ούτε παράδοση μπροστά στην δυσαναπλήρωτη απουσία. Αλλά ο νους της αρνείται τις αυταπάτες της ανάμνησης τις διηγήσεις των περιπλανώμενων και των ταξιδιών αρνείται ακόμη και τις ίδιες της τις ελπίδες όσο και ανομολόγητες.
Θέλει αποδείξεις, μια απόδειξη απτή όσο το συζυγικό κρεβάτι. Εκείνο που μας εκπλήσσει στην Πηνελόπη είναι ο χρόνος της εσωτερικής της ζωής. Την Πηνελόπη την βλέπουμε εκ των έσω όπως κανένα άλλο πρόσωπο της Οδύσσειας μέσα από ένα αόρατο μάτι και ένα αόρατο αυτί που παρακολουθούν τις ολιγωρίες της, τις ταλαντώσεις της τις αβεβαιότητες της τις αμφιβολίες της.
Το βράδυ της επιστροφής του Οδυσσέα στο παλάτι διαδραματίζεται μια μυστηριώδη σκηνή κατά την οποία η Αθηνά επιβάλλει στην Πηνελόπη το σχέδιο. Θέλει να μαγέψει να σαγηνέψει τους μνηστήρες να τους ξεγελάσει υποσχόμενη ένα γάμο υποκλέπτοντας επιδέξια γαμήλια δώρα
Τιμημένη να φανεί και στον άνδρα της και στον γιο της. Διάφοροι σχολιαστές της Οδύσσειας κατηγόρησαν την Πηνελόπη για απάτη σε βάρος των Μνηστήρων,
όμως η ηθικότητα του Οδυσσέα της Αθηνάς και της Πηνελόπης δεν είναι η ηθική μιας ενάρετης αστής του 19 ου αιώνα της κυρίας Προυστ Βέιλ και Τζορτζ Έλιοτ. Θέλουν αποζημιωθούν κάπως για εκείνα που σκόρπισαν οι μνηστήρες.
Πανέμορφη κατεβαίνει την σκάλα του παλατιού, συνοδευόμενη από δύο θεραπαινίδες της, όταν φθάνει κάτω σταματά σε μια κολώνα του σπιτιού με ένα μαντήλι που σκεπάζει τα μάγουλα και στέκεται διακριτικά. Σαν νέα Αφροδίτη σκορπάει γύρω της μια γοητείας ακαταμάχητη.
Όλοι οι μνηστήρες έχουν μαγευτεί από έρωτα για εκείνη και θέλουν να ενωθούν μαζί της.
Η συζήτηση της Πηνελόπης είναι ένα αριστούργημα ρητορικής τέχνης. Κλεισμένη μέσα στην ψυχή της η Αθηνά της υποβάλλει τα θέματα και εκείνη τα αναπτύσσει με μια τέχνη ρητορικής ποικιλίας που θυμίζει την σοφία του άνδρα της. Αποκαλύπτει κάτι το οποίο αγνοούσαμε.
Πριν φύγει ο Οδυσσέας για την Τροία την συμβούλεψε να ξαναπαντρευτεί αν δεν γυρίσει σε 20 χρόνια. Κατά πάσα πιθανότητα η διήγηση είναι ψεύτική και ο Οδυσσέας ποτέ δεν είπε τέτοια λόγια καθώς διαβεβαιώνουν οι σκέψεις του Οδυσσέα ζητιάνου που παρίσταται στην σκηνή. Η Πηνελόπη θέλει να κάνει τους μνηστήρες να πιστέψουν πως έχει πάρει την απόφαση της να παντρευτεί κάποιον από αυτούς.Όμως η βασίλισσα δεν έχει καμιά πρόθεση να παντρευτεί κανένα θέλει μόνο να τους ξεγελάσει. Ελπίζει με ένα βαθύ μέρος της ψυχής της πως ο Οδυσσέας θα γυρίσει και προσπαθεί ξανά να κερδίσει χρόνο.
Σιωπηλή απαρατήρητη αλλά δραστήρια στέκει η Αθηνά μέσα στην ψυχή της. Τα λόγια της η πρόταση γάμου η δοκιμασία με τα τσεκούρια αποτελούν μέρος ενός σχεδίου το οποίο θα οδηγήσει τους μνηστήρες στην καταστροφή. Στη συζήτηση της Πηνελόπης δεν παρίστανται μόνο οι μνηστήρες και ο Τηλέμαχος, σε μια γωνιά στέκει και ο ψευτοζητιάνος. Ο Οδυσσέας καταλαβαίνει τα πάντα και χαίρεται για πολλούς λόγους. Χαίρεται γιατί μετά από τόσα χρόνια αντιλαμβάνεται πως η Πηνελόπη του είναι διττή όπως και αυτός ο νους της μελετάει πάντα κάτι άλλο. Γοητεύει τους μνηστήρες όπως γοήτευσε και ο ίδιος τους Φαίακες, κατέχει την ίδια ρητορική τέχνη λόγια σαν μέλι ψεύδεται με εξαιρετικό τρόπο επινοώντας τον συγκλονιστικό χωρισμό που ποτέ δεν συνέβη. Του είναι πιστή και κατορθώνει με την τέχνη της να πάρει τα γαμήλια δώρα από τους μνηστήρες για ένα γάμο που δεν θα γίνει ποτέ.
Ο Αντίνοος της προσφέρει ένα πέπλο και 12 καρφίτσες, ο Ευρύμαχος ένα περιλαίμιο από χρυσό και κεχριμπάρι ο Ευρυδάμαντας ένα ζευγάρι σκουλαρίκια με μαργαριτάρια και Πείσανδρος ένα περιλαίμιο. Μετά αποσύρεται στην κάμαρα της.
Το παλάτι είναι μια κυψέλη θορυβώδης. Οι μνηστήρες τρώνε και πίνουν ψιλοκουβεντιάζουν εκσφεντονίζουν το σκαμνί στον Οδυσσέα και η Πηνελόπη αντιλαμβάνεται για πρώτη φορά τον ξένο.
Ζητάει από τον Εύμαιο να τον φέρει κοντά της. Ο χοιροβοσκός της εξάπτει την περιέργεια μιλώντας της για τις ιστορίες του ξένου, πηγαίνει στην αίθουσα προσκαλώντας τον ξένο, αλλά αυτός αναβάλλει την συνάντηση για το βράδυ
όταν οι μνηστήρες θάχουν φύγει από το παλάτι. Το βράδυ έρχεται η ώρα της συνάντησης και η Πηνελόπη δεν τον αναγνωρίζει αλλά όπως το συνηθίζει θέλει να δοκιμάσει τον ξένο.
Ξένε μια πρώτη ερώτηση έχω για σένα ποιος είσαι και από πού ποια είναι η πατρίδα σου ποιοι είναι οι γονείς σου;
Αυτή είναι μια ερώτηση που επαναλαμβάνουν όλα τα πρόσωπα της Οδύσσειας ακόμη και ο Πολύφημος.
Όπως είχε κάνει και με τον Εύμαιο, ο Οδυσσέας ακολουθεί μια διττή τακτική. Από την μια ξεγελάει την Πηνελόπη, την σαγηνεύει και την φλερτάρει με τα γλυκά του λόγια, σαν να ήθελε να κατακτήσει την γυναίκα του φορώντας τα κουρέλια του ζητιάνου και να την κάνει να τον αγαπήσει παρά τα παλιόρουχα του. Από την άλλη αποκαλύπτεται τελευταία σε εκείνη έχοντας ήδη αποκαλυφθεί στους άλλους.
Έχει μια εμμονή σχεδόν επίμονη με την δοκιμασία.
Όλη η στοργή όλα τα συναισθήματα όλες οι διαισθήσεις πρέπει να υποχωρήσουν μέσα στην ψυχή του, μπροστά στην αναγκαιότητα ενός επιστημονικού ελέγχου ανελέητου σχεδόν. Όμως γιατί στην Πηνελόπη αποκαλύπτεται τόσο αργά;
Γιατί δεν την εμπιστεύεται προκειμένου να έχει ένα σύμμαχο ακριβό στην μάχη για τους μνηστήρες;
Είναι ένα μεγάλο ερώτημα με απόπειρες απαντήσεων.
Υπακούει στις υποδείξεις του Αγαμέμνονα και της Αθηνάς να μη εμπιστεύεται τις γυναίκες και να δοκιμάσει την γυναίκα του;
Όμως αυτός έχει την απόδειξη.
Στα λόγια της προς τους Μνηστήρες αναγνώρισε στην βασίλισσα την δική του Πηνελόπη, διπλή έξυπνη ερωτική οξυδερκή τον καθρέφτη του.
Ίδια και απαράλλαχτη με αυτόν. Γιατί δεν πετάει τα ρούχα του ζητιάνου να πει το όνομα του;
Εδώ έχουμε ανακαλύπτουμε την υψηλή την λογοτεχνική πανουργία του Ομήρου.
Άριστος ψυχολόγος, έχει στο μυαλό του μια αρχιτεκνονική κατασκευή γεμάτη αναβολές μετεωρίσεις καθυστερήσεις.
Η συνάντηση με την Πηνελόπη πρέπει να στέκει στην κορυφή και να πραγματοποιηθεί μονάχα όταν θα έχουν σκοτωθεί οι μνηστήρες. Παρά την ερώτηση της Πηνελόπης, ο Οδυσσέας όχι μόνο δεν φανερώνει το όνομα του αλλά λέει και κάποιο ψεύτικο. Συστήνεται σαν Αίθωνας.
Αρχίζει να αφηγείται μια από τις ψευδείς του ιστορίες και η Πηνελόπη κλαίει απελπισμένα.
Καθισμένος κοντά της συνεχίζει να κρύβεται και να αυτοελέγχεται. Η Πηνελόπη όπως και ο άνδρας της αγαπάει τις αποδείξεις επιμένει να ρωτάει τον ζητιάνο τι φορούσε ο Οδυσσέας όταν ταξίδευε στην Τροία.
Ούτε τώρα στην κορύφωση της συγκίνησης χάνει την δυσπιστία και τον αυτοέλεγχο και ο ζητιάνος φιλοτεχνεί το πορτραίτο του αληθινό του Οδυσσέα όπως ήταν πριν 20 χρόνια..
Υποκρίνεται πως δεν θυμάται καλά και επιχειρεί μια ακριβέστατη άσκηση της μνήμης αυτός ο άνθρωπος της μνήμης. Ιδού ο βασιλιάς, φορούσε ένα διπλό πορφυρό μανδύα με μια χρυσή πόρπη που απεικόνιζε ένα σκυλί να κρατά στα πόδια τους ένα ελάφι πολύχρωμο και φορούσε ακόμη ένα χιτώνα λεπτό και φωτεινό.
Όταν ο Οδυσσέας τα διηγείται όλα αυτά η Πηνελόπη μεταμορφώνεται.
Από την αρχή της είχε εξάψει την περιέργεια ο ζητιάνος. Τώρα τα συναισθήματα της είναι πιο έντονα. Τον εμπιστεύεται, του λέει πως ο χαρακτήρας της είναι φτιαγμένος από την μήτιν και τις απάτες και μοιράζεται μαζί του το όνειρό της.
Τον αποκαλεί αγαπημένο ξένο, νιώθει συγγένεια με αυτόν και ίσως τον ερωτεύεται κάτω από ρούχα της μεταμφίεσης του. Του προφέρει φιλοξενία την καλύτερη αλλά ο Οδυσσέας αρνείται στρώματα και κρεβάτια.
Ζητά μόνο να ξαπλώσει στον προθάλαμο πάνω σε ένα δέρμα βοδιού σκεπασμένος με μια προβιά και δέχεται να του πλύνει τα πόδια μια ασπρομάλλα γριά γυναίκα που έχει υποφέρει πολύ στην ψυχή της σαν και αυτόν. Ζητάει την τροφό του Τηλέμαχου, την οικονόμο του
την Ευρύκλεια.
Η αναγνώριση είναι άμεση και η ένταση μεγάλη.
Η Πηνελόπη έχει αφαιρεθεί σκέφτεται το όνειρο με τις 20 χήνες
και ο Οδυσσέα απαγορεύει στην Ευρύκλεια να φανερώσει το μυστικό. Το όνειρο που είδε η Πηνελόπη την τελευταία νύχτα είναι πολύ διαφορετικό.
Με την οξεία ευφυΐα της προσπαθεί να καταλάβει το όνειρο που την κυρίεψε αλλά και γενικά την φύση των ονείρων.
Επεξεργάζεται μια θεωρία για τα όνειρα, που όμοια της δεν συναντάται στο Ομηρικό κόσμο. Τα όνειρα είναι εν πρώτοις τρομερά γιατί έχουν μια δύναμη ανυπέρβλητη.
Κατόπιν είναι ανερμήνευτα το βάθος τους παραμένει μυστηριώδες για εκείνη και εμάς που διαβάζουμε.
Ο Όμηρος συμμερίζεται ως ένα βαθμό την θεωρία της μοιρασμένη ανάμεσα στην εμπιστοσύνη και την δυσπιστία για την σκιά.
Το όνειρο με τις χήνες δεν είναι καθόλου ανερμήνευτο γιατί διασαφηνίζεται με απόλυτη ακρίβεια σημείο προς σημείο εικόνα προς εικόνα ώσπου να απωλέσει κάθε ίχνος μυστηρίου. Αν κάποιος θέλει να ερμηνεύσει το όνειρο πρέπει να ακολουθήσει διπλό δρόμο.
Πρώτα να το εντοπίσει και να το υποδιαιρέσει στα στοιχεία του να μεταφράσει τις φαινομενικές εικόνες σε συμβολικές.
Έτσι κάνει ο Οδυσσέας παίζοντας τον ρόλο του αετού και του ζητιάνου. Ο αετός με το γαμψό ράμφος είναι ο ίδιος και οι χήνες που τσιμπούν το σιτάρι είναι οι μνηστήρες.
Είναι ένας καλός ερμηνευτής ονείρων. Συμπεριφέρεται σαν ένας σύγχρονος ψυχαναλυτής που απομονώνει τα στοιχεία και μεταφράζει τις επιφανειακές μορφές σε μορφές βάθους. Δεν μπορούμε να ταυτίσουμε την μορφή του πολύχρωμου μεταμορφωτή που ετοιμάζεται να διεκδικήσει τον κόσμο του πίσω με την μορφή του αυστηρού μαθητή της Βιέννης. Ανάμεσα στην ψυχανάλυση του βασιλιά της Ιθάκης και στο Φρόιντ υπάρχουν δύο διαφορές.
Τα φροϋδικά όνειρα προέρχονται από την τεράστια αποθήκη του παρελθόντος γεμάτη αισθήσεις και φαινομενικότητες που δεν μπορούν να αποκωδικοποιηθούν. Μέσω των αναλύσεων και των συνακόλουθων διακρίσεων και μεταφορών ο Φρουντ θέλει να κατανοήσει την ψυχή του ασθενούς να φέρει στο φως το απωθημένο και να το γιατρέψει.
Το όνειρο που ερμηνεύει ο Οδυσσέας δεν περιλαμβάνει μόνο το παρελθόν κρύβει κυρίως το μέλλον και θέλει να αποκαλύψει στην Πηνελόπη μια προφητεία ένα οιωνό και μόνο έτσι μπορεί να την γιατρέψει. Ο Φρόιντ δεν είχε τέτοιου είδους προφητικές φιλοδοξίες. Η δεύτερη διαφορά βρίσκεται στο ότι τα σύγχρονα όνειρα υπόκεινται στην ίδια αναλυτική τεχνική τα ομηρικά όμως διαιρούνται σε δυο ομάδες.
Όπως υποστηρίζει η Πηνελόπη και ο Όμηρος συμφωνεί μαζί της,
τα όνειρα βγαίνουν αληθινά από τις διάφανες κεράτινες πύλες ενώ τα αλλά από τις σκιερές φιλντισένιες δεν πραγματοποιούνται και φέρνουν δυστυχία. Το όνειρο με τις χήνες αφορά εν μέρει το παρελθόν και το παρόν. Ο Όμηρος το ερμηνεύει και αποκαλύπτει μια αλήθεια η οποία εξέπληξε πολλούς αναγνώστες και η Πηνελόπη το αγνοεί παντελώς ,
Αισθάνεται κάποια τρυφερότητα για τους μνηστήρες χήνες και νιώθει κάποια εχθρότητα ακόμη ασυνείδητη για τον τρομερό σύζυγο αετό και αμείλικτο εκδικητή ο οποίος όπως ελπίζει η ίδια ετοιμάζεται να γυρίσει την Ιθάκη.
Το άλλο μέρος αφορά το μέλλον. Εδώ όλο το φως πέφτει στον Οδυσσέα που εμφανίζεται δυο φορές σαν αετός με ανθρώπινη φωνή που προφητεύει μέσα στο όνειρο και έξω από το όνειρο σαν ζητιάνος που επιδοκιμάζει την ερμηνεία που δίνει ο αετός.
Η άλλη ερμηνεύτρια του ονείρου η Πηνελόπη είναι αναποφάσιστη. Αγνοεί αν το όνειρο βγήκε από την κεράτινη ή φιλντισένια πύλη.
Αν θα επαληθευτεί και είναι πεπεισμένη πως είναι ψέμα βλέποντας τις χήνες να συνεχίζουν να τσιμπολογούν το σιτάρι όταν ξύπνησε και άνοιξε το παράθυρο. Ο Οδυσσέας δεν της αποκρίνεται.
Και η Πηνελόπη συζητά μαζί του το θέμα της δοκιμασίας του τόξου χωρίς να του πει ότι το ενέπνευσε η Αθηνά και νομίζει πως η συμβουλή της Αθηνάς σημαίνει ένα γάμο που η ίδια απεχθάνεται.
Ποτέ δεν την είδαμε τόσο απελπισμένη αμήχανη μετέωρη ταλαντευόμενη κομματιασμένη κυριευμένη από το πνεύμα της καταστροφής να δεχτεί αυτή την μοίρα.
Ποτέ δεν την είδαμε τόσο μεγαλειώδη όπως τώρα κάτω από αυτό το τραγικό φως. Ο Οδυσσέας επιδοκιμάζει το σχέδιο της Αθηνάς και καταλαβαίνει τι πρέπει να κάνει κρατάει τις σκέψεις για τον εαυτό του και της λέει πως ο άνδρας της θα γυρίσει πριν προλάβουν οι μνηστήρες να πιάσουν τα όπλα. Η σύζυγος δεν ανταποκρίνεται και με τρυφερή αυθορμησία λέει στον ζητιάνο ότι της αρέσει να τον ακούει ότι τα λόγια του την δίνουν χαρά και παρηγοριά ότι θα μπορούσε να το ακούει χωρίς να κοιμηθεί αλλά η νύχτα έχει προχωρήσει και είναι καιρός να καληνυχτιστούν.. Ανεβαίνει στην κάμαρα της και ο Οδυσσέας πλαγιάζει στον προθάλαμο, αργεί να τον πάρει λυσιμελής ο ύπνος σκορπώντας τα βάσανα.
Εκείνη την στιγμή στο άνω δώμα η Πηνελόπη ξυπνάει και κάθεται στο κρεβάτι. Ικετεύει την Άρτεμη να την πάρει μακριά με ένα θανατηφόρο βέλος. Καθώς κοιμόταν είδε ένα όνειρο ανυπόφορο που της θύμισε το 2ο χρόνια απουσία του άνδρα της. Ονειρεύτηκε τον Οδυσσέα ότι ξάπλωσε κοντά της νέος ακόμη και κάνανε έρωτα και χάρηκε η καρδιά της γιατί φαινόταν και ο άνδρας της και η πράξη του έρωτα αληθινή. Τώρα που είναι ξύπνια κλαίει απελπισμένα.
Κάτω στον προθάλαμο ο Οδυσσέας ακούει το κλάμα της Πηνελόπης και ξυπνά. Μένει μεταξύ ύπνου και ξύπνιου και τους φαίνεται πως η Πηνελόπη τον αναγνώρισε και στέκει δίπλα κοντά στο πρόσωπο του.
Οι επιθυμίες των δύο συζύγων διασταυρώνονται και οι αφηγηματικές γραμμές εναλλάσσονται κοιμάται ο Οδυσσέας, ξυπνά η Πηνελόπη, ξύπνιος ο Οδυσσέας, κοιμάται η Πηνελόπη μέχρι που οι δυο γραμμές ενώνονται σε μία. Και οι δυο σύζυγοι είναι ξύπνιοι.
Δύο παράλληλες γραμμές χύνονται σε μια μονάχα σύμφωνα με την αρχή της αφηγηματικής συγχρονικότητας που ο Όμηρο αγαπάει βαθιά. Ο Οδυσσέας σηκώνεται απευθύνεται στον Δία ζητώντας ένα σημείο ένα οιωνό τον οποίο ο Ζευς στέλνει χωρίς χρονοτριβή και είναι μια βροντή σε έναστρο και ανέφελο ουρανό που αντιλαμβάνεται σαν μαρτυρία της θεϊκής προστασίας. Κατόπιν έρχεται και δεύτερος οιωνός με μια γριά που αλέθει στάρι στη μυλόπετρα και καταριέται τους μνηστήρες. Στο μεγάλο σπίτι ξυπνά. Οι δούλες ανάβουν την φωτιά στο τζάκι. Ο Τηλέμαχος σηκώνεται ντύνεται ζώνεται το σπαθί του δένει τα σανδάλια του παίρνει το ακόντιο και βγαίνει με τα σκυλιά από το σπίτι. Οι δούλες κάνουν τις δουλειές, οι εργάτες τα ξύλα, ο Εύμαιος φέρνει τρία γουρουνάκια και ο Φιλοίτιος μια αγελάδα και μια κατσίκα…
Ο Οδυσσέας βλέπει και ακούει την ζωή του
που ξαναρχινά όπως κάθε πρωί.
Η ώρα έφθασε.
Και ο κύκλος του χρόνου σχεδόν έχει κλείσει.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου