Στη σύγχρονη κοινωνία είμαστε αιχμάλωτοι του χρόνου, ο οποίος έχει περιοριστεί μόνο στην ποσότητα, δηλαδή σ’ έναν απλό αριθμητικό υπολογισμό δευτερολέπτων, λεπτών, ωρών, ετών. Ο χρόνος ποτέ δεν μας αρκεί, κι αν κάποτε διαθέτουμε λίγο παραπάνω, τον σπαταλάμε άσκοπα. Τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του έχουν εξαφανιστεί.
Κάποτε, ο χρόνος θεωρούνταν μια ενέργεια του σύμπαντος, σαν ποτάμι που έπρεπε να διαβούμε ή σαν ένα γαλήνιο μικρό λιμάνι. Στο δικό μας μετα-βιομηχανικό κόσμο έχει γίνει μηχανικός, απρόσωπος, εξωτερικός και αποκομμένος από τις εσωτερικές εμπειρίες.
Όμως η μακρόχρονη εσωτερική παράδοση μας λέει ότι μπορούμε να ενωθούμε ξανά με το ζωντανό παλμό του χρόνου και μας δίνει και τον τρόπο με τον οποίο μπορούμε να τον βιώσουμε πιο ουσιαστικά και δημιουργικά.
Ο άνθρωπος όλων των εποχών είχε την επιθυμία να βιώσει στιγμές αιωνιότητας. Μια ιστορία, που συναντάται σε διάφορες παραλλαγές σε πολλούς πολιτισμούς δείχνει την ανάγκη αυτή:
Μια μέρα ένας μοναχός, γυρνώντας από το δάσος, όπου είχε πάει να μαζέψει ξύλα, στάθηκε, για ν’ ακούσει ένα πουλί. Το τραγούδι του ήταν πάρα πολύ ωραίο και ο μοναχός έμεινε για μερικά λεπτά μαγεμένος, πριν συνεχίσει το δρόμο του. Όταν επέστρεψε στο μοναστήρι, βρήκε καινούργια πρόσωπα, άγνωστα σε αυτόν. Ακούγοντας το πουλί, είχε περάσει ένας ολόκληρος αιώνας και όλοι οι φίλοι του είχαν πεθάνει.
Μπαίνοντας ολοκληρωτικά σε μία και μόνο στιγμή, ο μοναχός είχε αγγίξει την αιωνιότητα. Η ιστορία μας θυμίζει τα λόγια του Γ. Μπλαίηκ, ότι είναι δυνατό να βιώσει κανείς «τον κόσμο σ’ έναν κόκκο άμμου και την αιωνιότητα σε μια ώρα». Αυτή η αντίληψη συμφωνεί με τον τρόπο που ο παραδοσιακός άνθρωπος βιώνει το χρόνο, έναν τρόπο που δεν έχει καμία σχέση με τον το πώς τον μετρά το ρολόι.
Η παραδοσιακή αντίληψη του κόσμου
Σύμφωνα με το Ρουμάνο θρησκειολόγο και ανθρωπολόγο Μιρσέα Ελιάντ, για τον παραδοσιακό άνθρωπο ούτε τα αντικείμενα του εξωτερικού κόσμου ούτε οι ανθρώπινες πράξεις έχουν κάποια ουσιαστική αξία, παρά μόνο όταν συμμετέχουν σε μια πραγματικότητα που τα υπερβαίνει. Π.χ. ανάμεσα σε αναρίθμητους λίθους, ένας γίνεται «ιερός» και διαποτίζεται με ουσία, γιατί υπενθυμίζει μια μυθική πράξη. Το αντικείμενο γίνεται κανάλι μιας εξωτερικής-θείας δύναμης, η οποία το διαφοροποιεί από το περιβάλλον του και του δίνει νόημα και αξία.
Το ίδιο συμβαίνει και με τις ανθρώπινες πράξεις. Το νόημα και η αξία τους δε συνδέεται τόσο με την πράξεις καθαυτές, αλλά με την ιδιότητά τους ν’ αναπαράγουν μια αρχέγονη κατάσταση, ένα μυθικό πρότυπο. Έτσι π.χ. η πράξη της διατροφής δεν είναι μια απλή φυσιολογική λειτουργία αλλά μια πράξη ανανέωσης της κοινωνίας. Ο γάμος δεν είναι μια συνηθισμένη πράξη, αλλά επαναλαμβάνει κάποιες μυθικές πράξεις, που έγιναν στους πρωταρχικούς χρόνους από τους θεούς, τους προγόνους, τους ήρωες κλπ.
Ιερός-Βέβηλος χρόνος
Το ίδιο ισχύει και για την έννοια του χρόνου. Από τη μία έχουμε την έννοια του «ιερού χρόνου» και από την άλλη την έννοια του «βέβηλου» ή ανθρώπινου ή καθημερινού χρόνου. Σε τι διαφέρει όμως ο ιερός χρόνος από την «ανθρώπινη» διάρκεια που προηγείται και έπεται αυτού; O όρος «ιερός» καλύπτει μια ποικιλία ποιοτήτων. Μπορεί να φανερώνει το χρόνο που τοποθετείται μια ιερή τελετή. Μπορεί να δείχνει το «μυθικό» χρόνο που μπορεί να ανακτηθεί επαναλαμβάνοντας μια μυθική-αρχετυπική πράξη. Τέλος μπορεί να σηματοδοτεί τους κοσμικούς ρυθμούς (αλλαγές εποχών, ισημερίες, ηλιοστάσια). Έτσι για την παραδοσιακή κοσμοαντίληψη, κάθε λεπτό ή δευτερόλεπτο μπορεί σε οποιαδήποτε στιγμή να γίνει «ιερό».Οποιοσδήποτε χρόνος είναι ανοιχτός προς τον ιερό χρόνο. Αρκεί να μεσολαβήσει κάποια ιεροφάνεια, για να μεταμορφωθεί, να καθαγιαστεί και να μνημονεύεται στο μέλλον.
Ο ιερός χρόνος διακόπτει τη ρουτίνα της κανονικής διαδοχής του βέβηλου χρόνου. Αυτή η διακοπή δείχνει ένα εξέχον χαρακτηριστικό του ιερού χρόνου: ο χρόνος είναι αντιστρέψιμος! Ο ιερός χρόνος είναι μια επιστροφή στην αρχή των χρόνων, όπως αυτή περιγράφεται στους μύθους. Στις ιεροτελεστίες και στις ιερές γιορτές οι αρχαίοι θρησκευόμενοι άνθρωποι επέστρεφαν στο χρόνο της αρχής, όταν οι θεοί ή οι ιερές δυνάμεις ήταν παρούσες στη δημιουργία του κόσμου. Όταν κάποιος εισέλθει στον ιερό χρόνο γίνεται σύγχρονος με τους θεούς! Μ’ αυτόν τον τρόπο οι άνθρωποι μπορούσαν να πλησιάσουν το ιερό, αφού το ιερό παρουσιάζεται στον κόσμο.
Στις τελετές ο μυθικός χρόνος είναι «παρών». Όλες οι τελετουργίες έχουν την ιδιότητα να ξετυλίγονται στο Τώρα. Ο χρόνος που συνέβη το γεγονός το οποίο «αναπαριστάνεται» από το τυπικό, έρχεται στην παρούσα στιγμή, όσο απομακρυσμένη κι αν τη φανταζόμαστε. Τα πάθη του Χριστού, ο θάνατος και η ανάστασή Του κατά τη διάρκεια των ακολουθιών της Μεγάλης Εβδομάδας δεν μνημονεύονται μόνο. Συμβαίνουν την ίδια στιγμή κάτω από το βλέμμα των πιστών. Κι ένας πραγματικά θρησκευόμενος πρέπει να νοιώθει σύγχρονος με αυτά τα υπερ-ιστορικά γεγονότα, αφού με την επανάληψη ο θεοφανικός χρόνος είναι «παρών».
Η αποκατάσταση του μυθικού χρόνου
Ο ιερός χρόνος είναι χρόνος αναγέννησης. Επιστρέφοντας στον ιερό χρόνο, όπου δημιουργήθηκε ο κόσμος, ο κόσμος ξαναγεννιέται. Ο χρόνος είναι κυκλικός. Κάθε ιερή γιορτή είναι μια επιστροφή στην αρχή, η οποία αποκαθιστά την ιερή παρουσία στον κόσμο δίνοντάς του ένα νέο ξεκίνημα. Ο ιερός χρόνος σχετίζεται και με τους κύκλους της φύσης. Π.χ. ο εορτασμός της πρωτοχρονιάς είναι μια επιστροφή στην αρχή του χρόνου, στον Πρώτο-χρόνο και μας βεβαιώνει ότι η ζωή θα επιστρέψει την άνοιξη. Καθώς ο κύκλος στρέφεται προς το χειμώνα η ζωή σιγά-σιγά εξαφανίζεται, καθώς η ιερή δύναμη απομακρύνεται. Με κάθε ετήσια επανάληψη του εορτασμού της πρωτοχρονιάς ο χρόνος ιεροποιείται κι ο κόσμος ανανεώνεται για ένα ακόμη έτος.
Ο πρωταρχικός χρόνος είναι «παρών» στον ιερό χρόνο. Ο ιερός χρόνος είναι μια επιστροφή στον πρωταρχικό χρόνο.
Έτσι οιπόν μέσα από οποιοδήποτε τελετουργικό και κατά συνέπεια μέσα από οποιαδήποτε σημαντική εκδήλωση (κυνήγι, ψάρεμα, κλπ) ο άνθρωπος εισχωρεί στο «μυθικό» χρόνο. Γιατί η «μυθική» εποχή δεν πρέπει να εννοηθεί σαν παρελθόν αλλά σαν παρόν και μέλλον. Η περίοδος αυτή είναι «δημιουργική» με την έννοια ότι «τότε» στον αλλοτινό καιρό έλαβε χώρα η δημιουργία και η οργάνωση του Κόσμου ή η αποκάλυψη από τους θεούς ή τους προγόνους ή τους εκπολιτιστές-ήρωες.
Ο παραδοσιακός άνθρωπος στις συνηθισμένες πράξεις του (π.χ. στις αγροτικές ασχολίες, στις κοινωνικές συνήθεις, στην ερωτική ζωή, στην καλλιέργεια κλπ) δε βρίσκει σημασία και ενδιαφέρον, παρά μόνο στο μέτρο που επαναλαμβάνουν κάποιες ιερές κινήσεις και πράξεις-κάποιο υπερανθρώπινου προτύπου.
Οι μοναδικές βέβηλες δραστηριότητες είναι εκείνες που δεν έχουν μυθικό νόημα, δηλαδή που στερούνται παραδειγματικών προτύπων. Έτσι μπορούμε να πούμε, σύμφωνα με τον Μ.Ελιάντε, ότι κάθε υπεύθυνη δραστηριότητα στην επιδίωξη ενός καθορισμένου σκοπού είναι και μια τελετουργία. Στις μέρες μας η πλειονότητα αυτών των δραστηριοτήτων έχει υποστεί μια χρόνια διαδικασία αποϊεροποίησης και στις μοντέρνες κοινωνίες έχουν γίνει ανίερες, δηλαδή καθημερινές. Ας δούμε μερικά παραδείγματα: Όλοι οι χοροί ήταν αρχικά ιεροί όπως π.χ. ο πύρρειος-πολεμικός χορός που δημιουργήθηκε από την Αθηνά ή ο χορός του Θησέα στο Λαβύρινθο. Οι μάχες, οι συγκρούσεις, οι πόλεμοι είχαν τελετουργική αξία και σημασία. Συμβόλιζαν μια μάχη ανάμεσα σε δύο αντιπροσώπους των θεών (π.χ. στην Αίγυπτο Όσιρις και Σεθ, στη Σκανδιναβία Θωρ και γίγαντας Hrungnir). Ακόμη και η συλλογή βοτάνων μπορεί να είναι μια ιερή πράξη, αφού ένα φυτό μπορεί αρχικά να το συνέλεξε ένας θεός. Και οι τελετές ανοικοδόμησης προϋποθέτουν τη μίμηση της κοσμογονικής πράξης και μπορούν να αναστέλλουν τη ροή του βέβηλου χρόνου. Κάθε νέο οικοδόμημα που χτίζεται μπορεί να είναι μια νέα αρχή.
Η ιεροποίηση του χρόνου στη σύγχρονη εποχή
Όλοι οι παραδοσιακοί πολιτισμοί είχαν εναρμονιστεί με τη ροή του χρόνου στο περιβάλλον τους και είχαν βρει τρόπους να έχουν στιγμές αιωνιότητας. Σε αντίθεση εμείς, ο σύγχρονος πολιτισμός, έχουμε συγχρονιστεί με το μηχανικό-γραμμικό χρόνο των ρολογιών του βιομηχανικού μας περιβάλλοντος. Έχουμε επιδοθεί σ’ έναν τρελό αγώνα να νικήσουμε το χρόνο καταλήγοντας να γίνουμε εμείς οι ίδιοι μηχανικά ρολόγια. Όταν δεν μπορούμε να προλάβουμε το ρολόι, εκνευριζόμαστε, αγχωνόμαστε και διαχωριζόμαστε από την εσωτερική μας ύπαρξη.
Στον αγώνα μας να αποδείξουμε την αποδοτικότητά μας, έχουμε ξεχάσει ότι η πνευματική εργασία των ανθρώπινων όντων δεν είναι μια διαδικασία επίδειξης ταχύτητας. Το ζήτημα είναι πώς θα μπορέσουμε να διατηρήσουμε το σύνδεσμό μας με τον πλούσιο χρόνο της φύσης και τα εσωτερικά μας ρολόγια. Το ζήτημα είναι πώς θα ιεροποιήσουμε το χρόνο μας. Η σωστή στάση απέναντι στις γιορτές και τις τελετές είναι ένας τρόπος διακοπής της συνηθισμένης ροής του χρόνου και επανασύνδεσης με τους ρυθμούς της φύσης. Το σημαντικό σε ο,τιδήποτε κάνουμε, είναι η συνειδητοποίηση. Αν εκτελούμε κάθε δραστηριότητά μας συνειδητά και έχοντας πάντα στο νου μας την επιδίωξη ενός συγκεκριμένου σκοπού, τότε μπορούμε να ιεροποιούμε το χρόνο μας και τις πράξεις μας.
Όταν υπολογίζουμε το χρόνο μας με μηχανικό τρόπο, τον βιώνουμε σαν ένα καλάθι για ψώνια που πρέπει να γεμίσει μέχρι πάνω. Π.χ. το Σαββατοκύριακο έχουμε ένα σωρό δουλειές να κάνουμε και ξέρουμε ότι δε θα βρούμε χρόνο να τις τελειώσουμε όλες. Έτσι πιέζουμε τον εαυτό μας, βιάζουμε τα πράγματα και χάνουμε την ουσία της ζωής. Η μέρα ενός στελέχους μιας επιχείρησης μπορεί ν’ αρχίσει με ένα πρόγευμα εργασίας, ν’ ακολουθήσει μ’ ένα βιαστικό μεσημεριανό και να τελειώσει με ένα επαγγελματικό δείπνο στα οποία τα διαπραγματευτικά προβλήματα μπορούν να καταστρέψουν κάθε ευχαρίστηση που προσφέρει το φαγητό.
Άλλοι εργάζονται πολύ σκληρά, κι όμως βρίσκουν χρόνο να απολαύσουν το φαγητό τους. Είναι συνδεδεμένοι με το φαγητό και προσεκτικοί με το χρόνο που του αφιερώνουν. Ζώντας το χρόνο με τον τρόπο αυτό , έχουμε τη δυνατότητα να ανακαλύψουμε τους ατομικούς ρυθμούς της ημέρας.
Μπαίνουμε στο χρόνο που είναι απαραίτητος για κάθε δουλειά που έχουμε να κάνουμε, κι έτσι βιώνουμε ταυτόχρονα μια πληθώρα χρόνων και όχι μόνο ένα συνηθισμένο χρόνο. Η ατομική μας δημιουργικότητα απαιτεί κάθε δραστηριότητα να γίνεται στον κατάλληλο γι αυτήν χρόνο. Ο καλλιτέχνης του Ζεν μπορεί να περάσει μέρες ή ακόμη και μήνες διαλογιζόμενος μπροστά σε μια λευκή κόλλα, και τελικά να ζωγραφίσει μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα μια πεταλούδα που φτερουγίζει πάνω από ένα βλαστό μπαμπού, μ’ ένα κρεσέντο κινήσεων. Μπορούμε να ρωτήσουμε: «πόσο καιρό χρειάστηκε στην πραγματικότητα ο καλλιτέχνης, για να φτιάξει αυτή τη ζωγραφιά;» Ένα δευτερόλεπτο; Μήνες; Χρόνια; Οποιοσδήποτε χρόνος είναι ανοιχτός προς τον ιερό χρόνο. Φτάνει να έχουμε ανοιχτή την αντίληψή μας σ’ αυτόν.
Κάποτε, ο χρόνος θεωρούνταν μια ενέργεια του σύμπαντος, σαν ποτάμι που έπρεπε να διαβούμε ή σαν ένα γαλήνιο μικρό λιμάνι. Στο δικό μας μετα-βιομηχανικό κόσμο έχει γίνει μηχανικός, απρόσωπος, εξωτερικός και αποκομμένος από τις εσωτερικές εμπειρίες.
Όμως η μακρόχρονη εσωτερική παράδοση μας λέει ότι μπορούμε να ενωθούμε ξανά με το ζωντανό παλμό του χρόνου και μας δίνει και τον τρόπο με τον οποίο μπορούμε να τον βιώσουμε πιο ουσιαστικά και δημιουργικά.
Ο άνθρωπος όλων των εποχών είχε την επιθυμία να βιώσει στιγμές αιωνιότητας. Μια ιστορία, που συναντάται σε διάφορες παραλλαγές σε πολλούς πολιτισμούς δείχνει την ανάγκη αυτή:
Μια μέρα ένας μοναχός, γυρνώντας από το δάσος, όπου είχε πάει να μαζέψει ξύλα, στάθηκε, για ν’ ακούσει ένα πουλί. Το τραγούδι του ήταν πάρα πολύ ωραίο και ο μοναχός έμεινε για μερικά λεπτά μαγεμένος, πριν συνεχίσει το δρόμο του. Όταν επέστρεψε στο μοναστήρι, βρήκε καινούργια πρόσωπα, άγνωστα σε αυτόν. Ακούγοντας το πουλί, είχε περάσει ένας ολόκληρος αιώνας και όλοι οι φίλοι του είχαν πεθάνει.
Μπαίνοντας ολοκληρωτικά σε μία και μόνο στιγμή, ο μοναχός είχε αγγίξει την αιωνιότητα. Η ιστορία μας θυμίζει τα λόγια του Γ. Μπλαίηκ, ότι είναι δυνατό να βιώσει κανείς «τον κόσμο σ’ έναν κόκκο άμμου και την αιωνιότητα σε μια ώρα». Αυτή η αντίληψη συμφωνεί με τον τρόπο που ο παραδοσιακός άνθρωπος βιώνει το χρόνο, έναν τρόπο που δεν έχει καμία σχέση με τον το πώς τον μετρά το ρολόι.
Η παραδοσιακή αντίληψη του κόσμου
Σύμφωνα με το Ρουμάνο θρησκειολόγο και ανθρωπολόγο Μιρσέα Ελιάντ, για τον παραδοσιακό άνθρωπο ούτε τα αντικείμενα του εξωτερικού κόσμου ούτε οι ανθρώπινες πράξεις έχουν κάποια ουσιαστική αξία, παρά μόνο όταν συμμετέχουν σε μια πραγματικότητα που τα υπερβαίνει. Π.χ. ανάμεσα σε αναρίθμητους λίθους, ένας γίνεται «ιερός» και διαποτίζεται με ουσία, γιατί υπενθυμίζει μια μυθική πράξη. Το αντικείμενο γίνεται κανάλι μιας εξωτερικής-θείας δύναμης, η οποία το διαφοροποιεί από το περιβάλλον του και του δίνει νόημα και αξία.
Το ίδιο συμβαίνει και με τις ανθρώπινες πράξεις. Το νόημα και η αξία τους δε συνδέεται τόσο με την πράξεις καθαυτές, αλλά με την ιδιότητά τους ν’ αναπαράγουν μια αρχέγονη κατάσταση, ένα μυθικό πρότυπο. Έτσι π.χ. η πράξη της διατροφής δεν είναι μια απλή φυσιολογική λειτουργία αλλά μια πράξη ανανέωσης της κοινωνίας. Ο γάμος δεν είναι μια συνηθισμένη πράξη, αλλά επαναλαμβάνει κάποιες μυθικές πράξεις, που έγιναν στους πρωταρχικούς χρόνους από τους θεούς, τους προγόνους, τους ήρωες κλπ.
Ιερός-Βέβηλος χρόνος
Το ίδιο ισχύει και για την έννοια του χρόνου. Από τη μία έχουμε την έννοια του «ιερού χρόνου» και από την άλλη την έννοια του «βέβηλου» ή ανθρώπινου ή καθημερινού χρόνου. Σε τι διαφέρει όμως ο ιερός χρόνος από την «ανθρώπινη» διάρκεια που προηγείται και έπεται αυτού; O όρος «ιερός» καλύπτει μια ποικιλία ποιοτήτων. Μπορεί να φανερώνει το χρόνο που τοποθετείται μια ιερή τελετή. Μπορεί να δείχνει το «μυθικό» χρόνο που μπορεί να ανακτηθεί επαναλαμβάνοντας μια μυθική-αρχετυπική πράξη. Τέλος μπορεί να σηματοδοτεί τους κοσμικούς ρυθμούς (αλλαγές εποχών, ισημερίες, ηλιοστάσια). Έτσι για την παραδοσιακή κοσμοαντίληψη, κάθε λεπτό ή δευτερόλεπτο μπορεί σε οποιαδήποτε στιγμή να γίνει «ιερό».Οποιοσδήποτε χρόνος είναι ανοιχτός προς τον ιερό χρόνο. Αρκεί να μεσολαβήσει κάποια ιεροφάνεια, για να μεταμορφωθεί, να καθαγιαστεί και να μνημονεύεται στο μέλλον.
Ο ιερός χρόνος διακόπτει τη ρουτίνα της κανονικής διαδοχής του βέβηλου χρόνου. Αυτή η διακοπή δείχνει ένα εξέχον χαρακτηριστικό του ιερού χρόνου: ο χρόνος είναι αντιστρέψιμος! Ο ιερός χρόνος είναι μια επιστροφή στην αρχή των χρόνων, όπως αυτή περιγράφεται στους μύθους. Στις ιεροτελεστίες και στις ιερές γιορτές οι αρχαίοι θρησκευόμενοι άνθρωποι επέστρεφαν στο χρόνο της αρχής, όταν οι θεοί ή οι ιερές δυνάμεις ήταν παρούσες στη δημιουργία του κόσμου. Όταν κάποιος εισέλθει στον ιερό χρόνο γίνεται σύγχρονος με τους θεούς! Μ’ αυτόν τον τρόπο οι άνθρωποι μπορούσαν να πλησιάσουν το ιερό, αφού το ιερό παρουσιάζεται στον κόσμο.
Στις τελετές ο μυθικός χρόνος είναι «παρών». Όλες οι τελετουργίες έχουν την ιδιότητα να ξετυλίγονται στο Τώρα. Ο χρόνος που συνέβη το γεγονός το οποίο «αναπαριστάνεται» από το τυπικό, έρχεται στην παρούσα στιγμή, όσο απομακρυσμένη κι αν τη φανταζόμαστε. Τα πάθη του Χριστού, ο θάνατος και η ανάστασή Του κατά τη διάρκεια των ακολουθιών της Μεγάλης Εβδομάδας δεν μνημονεύονται μόνο. Συμβαίνουν την ίδια στιγμή κάτω από το βλέμμα των πιστών. Κι ένας πραγματικά θρησκευόμενος πρέπει να νοιώθει σύγχρονος με αυτά τα υπερ-ιστορικά γεγονότα, αφού με την επανάληψη ο θεοφανικός χρόνος είναι «παρών».
Η αποκατάσταση του μυθικού χρόνου
Ο ιερός χρόνος είναι χρόνος αναγέννησης. Επιστρέφοντας στον ιερό χρόνο, όπου δημιουργήθηκε ο κόσμος, ο κόσμος ξαναγεννιέται. Ο χρόνος είναι κυκλικός. Κάθε ιερή γιορτή είναι μια επιστροφή στην αρχή, η οποία αποκαθιστά την ιερή παρουσία στον κόσμο δίνοντάς του ένα νέο ξεκίνημα. Ο ιερός χρόνος σχετίζεται και με τους κύκλους της φύσης. Π.χ. ο εορτασμός της πρωτοχρονιάς είναι μια επιστροφή στην αρχή του χρόνου, στον Πρώτο-χρόνο και μας βεβαιώνει ότι η ζωή θα επιστρέψει την άνοιξη. Καθώς ο κύκλος στρέφεται προς το χειμώνα η ζωή σιγά-σιγά εξαφανίζεται, καθώς η ιερή δύναμη απομακρύνεται. Με κάθε ετήσια επανάληψη του εορτασμού της πρωτοχρονιάς ο χρόνος ιεροποιείται κι ο κόσμος ανανεώνεται για ένα ακόμη έτος.
Ο πρωταρχικός χρόνος είναι «παρών» στον ιερό χρόνο. Ο ιερός χρόνος είναι μια επιστροφή στον πρωταρχικό χρόνο.
Έτσι οιπόν μέσα από οποιοδήποτε τελετουργικό και κατά συνέπεια μέσα από οποιαδήποτε σημαντική εκδήλωση (κυνήγι, ψάρεμα, κλπ) ο άνθρωπος εισχωρεί στο «μυθικό» χρόνο. Γιατί η «μυθική» εποχή δεν πρέπει να εννοηθεί σαν παρελθόν αλλά σαν παρόν και μέλλον. Η περίοδος αυτή είναι «δημιουργική» με την έννοια ότι «τότε» στον αλλοτινό καιρό έλαβε χώρα η δημιουργία και η οργάνωση του Κόσμου ή η αποκάλυψη από τους θεούς ή τους προγόνους ή τους εκπολιτιστές-ήρωες.
Ο παραδοσιακός άνθρωπος στις συνηθισμένες πράξεις του (π.χ. στις αγροτικές ασχολίες, στις κοινωνικές συνήθεις, στην ερωτική ζωή, στην καλλιέργεια κλπ) δε βρίσκει σημασία και ενδιαφέρον, παρά μόνο στο μέτρο που επαναλαμβάνουν κάποιες ιερές κινήσεις και πράξεις-κάποιο υπερανθρώπινου προτύπου.
Οι μοναδικές βέβηλες δραστηριότητες είναι εκείνες που δεν έχουν μυθικό νόημα, δηλαδή που στερούνται παραδειγματικών προτύπων. Έτσι μπορούμε να πούμε, σύμφωνα με τον Μ.Ελιάντε, ότι κάθε υπεύθυνη δραστηριότητα στην επιδίωξη ενός καθορισμένου σκοπού είναι και μια τελετουργία. Στις μέρες μας η πλειονότητα αυτών των δραστηριοτήτων έχει υποστεί μια χρόνια διαδικασία αποϊεροποίησης και στις μοντέρνες κοινωνίες έχουν γίνει ανίερες, δηλαδή καθημερινές. Ας δούμε μερικά παραδείγματα: Όλοι οι χοροί ήταν αρχικά ιεροί όπως π.χ. ο πύρρειος-πολεμικός χορός που δημιουργήθηκε από την Αθηνά ή ο χορός του Θησέα στο Λαβύρινθο. Οι μάχες, οι συγκρούσεις, οι πόλεμοι είχαν τελετουργική αξία και σημασία. Συμβόλιζαν μια μάχη ανάμεσα σε δύο αντιπροσώπους των θεών (π.χ. στην Αίγυπτο Όσιρις και Σεθ, στη Σκανδιναβία Θωρ και γίγαντας Hrungnir). Ακόμη και η συλλογή βοτάνων μπορεί να είναι μια ιερή πράξη, αφού ένα φυτό μπορεί αρχικά να το συνέλεξε ένας θεός. Και οι τελετές ανοικοδόμησης προϋποθέτουν τη μίμηση της κοσμογονικής πράξης και μπορούν να αναστέλλουν τη ροή του βέβηλου χρόνου. Κάθε νέο οικοδόμημα που χτίζεται μπορεί να είναι μια νέα αρχή.
Η ιεροποίηση του χρόνου στη σύγχρονη εποχή
Όλοι οι παραδοσιακοί πολιτισμοί είχαν εναρμονιστεί με τη ροή του χρόνου στο περιβάλλον τους και είχαν βρει τρόπους να έχουν στιγμές αιωνιότητας. Σε αντίθεση εμείς, ο σύγχρονος πολιτισμός, έχουμε συγχρονιστεί με το μηχανικό-γραμμικό χρόνο των ρολογιών του βιομηχανικού μας περιβάλλοντος. Έχουμε επιδοθεί σ’ έναν τρελό αγώνα να νικήσουμε το χρόνο καταλήγοντας να γίνουμε εμείς οι ίδιοι μηχανικά ρολόγια. Όταν δεν μπορούμε να προλάβουμε το ρολόι, εκνευριζόμαστε, αγχωνόμαστε και διαχωριζόμαστε από την εσωτερική μας ύπαρξη.
Στον αγώνα μας να αποδείξουμε την αποδοτικότητά μας, έχουμε ξεχάσει ότι η πνευματική εργασία των ανθρώπινων όντων δεν είναι μια διαδικασία επίδειξης ταχύτητας. Το ζήτημα είναι πώς θα μπορέσουμε να διατηρήσουμε το σύνδεσμό μας με τον πλούσιο χρόνο της φύσης και τα εσωτερικά μας ρολόγια. Το ζήτημα είναι πώς θα ιεροποιήσουμε το χρόνο μας. Η σωστή στάση απέναντι στις γιορτές και τις τελετές είναι ένας τρόπος διακοπής της συνηθισμένης ροής του χρόνου και επανασύνδεσης με τους ρυθμούς της φύσης. Το σημαντικό σε ο,τιδήποτε κάνουμε, είναι η συνειδητοποίηση. Αν εκτελούμε κάθε δραστηριότητά μας συνειδητά και έχοντας πάντα στο νου μας την επιδίωξη ενός συγκεκριμένου σκοπού, τότε μπορούμε να ιεροποιούμε το χρόνο μας και τις πράξεις μας.
Όταν υπολογίζουμε το χρόνο μας με μηχανικό τρόπο, τον βιώνουμε σαν ένα καλάθι για ψώνια που πρέπει να γεμίσει μέχρι πάνω. Π.χ. το Σαββατοκύριακο έχουμε ένα σωρό δουλειές να κάνουμε και ξέρουμε ότι δε θα βρούμε χρόνο να τις τελειώσουμε όλες. Έτσι πιέζουμε τον εαυτό μας, βιάζουμε τα πράγματα και χάνουμε την ουσία της ζωής. Η μέρα ενός στελέχους μιας επιχείρησης μπορεί ν’ αρχίσει με ένα πρόγευμα εργασίας, ν’ ακολουθήσει μ’ ένα βιαστικό μεσημεριανό και να τελειώσει με ένα επαγγελματικό δείπνο στα οποία τα διαπραγματευτικά προβλήματα μπορούν να καταστρέψουν κάθε ευχαρίστηση που προσφέρει το φαγητό.
Άλλοι εργάζονται πολύ σκληρά, κι όμως βρίσκουν χρόνο να απολαύσουν το φαγητό τους. Είναι συνδεδεμένοι με το φαγητό και προσεκτικοί με το χρόνο που του αφιερώνουν. Ζώντας το χρόνο με τον τρόπο αυτό , έχουμε τη δυνατότητα να ανακαλύψουμε τους ατομικούς ρυθμούς της ημέρας.
Μπαίνουμε στο χρόνο που είναι απαραίτητος για κάθε δουλειά που έχουμε να κάνουμε, κι έτσι βιώνουμε ταυτόχρονα μια πληθώρα χρόνων και όχι μόνο ένα συνηθισμένο χρόνο. Η ατομική μας δημιουργικότητα απαιτεί κάθε δραστηριότητα να γίνεται στον κατάλληλο γι αυτήν χρόνο. Ο καλλιτέχνης του Ζεν μπορεί να περάσει μέρες ή ακόμη και μήνες διαλογιζόμενος μπροστά σε μια λευκή κόλλα, και τελικά να ζωγραφίσει μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα μια πεταλούδα που φτερουγίζει πάνω από ένα βλαστό μπαμπού, μ’ ένα κρεσέντο κινήσεων. Μπορούμε να ρωτήσουμε: «πόσο καιρό χρειάστηκε στην πραγματικότητα ο καλλιτέχνης, για να φτιάξει αυτή τη ζωγραφιά;» Ένα δευτερόλεπτο; Μήνες; Χρόνια; Οποιοσδήποτε χρόνος είναι ανοιχτός προς τον ιερό χρόνο. Φτάνει να έχουμε ανοιχτή την αντίληψή μας σ’ αυτόν.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου