Ήρθε η ώρα να μιλήσουμε για αλήθειες.
Δεν θα μιλήσω για τις δογματικές, θρησκευτικές ή επιστημονικές αλήθειες.
Είναι αλήθειες που είτε ένα ευρύ σύνολο ανθρώπων έχει δεχθεί αξιωματικά και αδιαπραγμάτευτα (όπως στην περίπτωση της θρησκείας) είτε μέσα από αυστηρές διαδικασίες ελέγχου και πειραμάτων που την επαληθεύουν, όσες φορές κι αν κάποιο πείραμα επαναλαμβάνεται, τουλάχιστον μέχρι να γίνουν νέες ανακαλύψεις (όπως στην περίπτωση της επιστήμης) ή έχουν να κάνουν με την βεβαιότητα να γνωρίζουμε την αλήθεια των πραγμάτων, τα οποία είναι όπως ακριβώς φαίνονται (όπως στην δογματική αλήθεια).
Θα μιλήσω για τις «προσωπικές» αλήθειες του καθενός που απορρέουν από αυτά που αισθάνεται ή πιστεύει, τη δική του δηλαδή πραγματικότητα, με την προϋπόθεση πως δεν γνωρίζει κάποια άλλη.
Γραμμένες, προφορικές, ξεκάθαρες ή με υπονοούμενα, σε μεγάλες ή μικρές δόσης απόλυτης ειλικρίνειας, είναι καταδικασμένες να δίνουν ή χαρά ή πόνο. Ποτέ κάτι ενδιάμεσο, γλυκανάλατο, στο περίπου. Έτοιμες να κάνουν ευτυχισμένο ή δυστυχισμένο εσένα που τη λες, εκείνον που την μαθαίνει και το αντίστροφο.
Σου έχει τύχει να την έχεις στην άκρη της γλώσσας και να καίγεσαι να την ξεστομίσεις. Να την έχεις πνίξει, να την έχεις καπνίσει, να την έχεις μασήσει, να την έχεις πετάξει στα μούτρα του άλλου. Να την έχεις καταχωνιάσει στο πίσω μέρος του μυαλού, να προσποιείσαι πως δεν υπάρχει. Να την έχεις μεθύσει με ποτά, να την έχεις μπλέξει, να την έχεις ντύσει για να ακουστεί καλύτερη.
Πόση αλήθεια αντέχεις τελικά;
Πολλοί άνθρωποι συχνά απαιτούν αλήθεια και ειλικρίνεια περιμένοντας όμως να ακούσουν αυτά που θέλουν, όχι αυτά που έχει να τους πει ο άλλος. Θέλουν μια αλήθεια που να συμφωνεί με την δική τους, όχι την αλήθεια του άλλου. Γιατί στην τελική η αλήθεια, στις περισσότερες των περιπτώσεων, ακόμη κι όταν είναι αντικειμενική και απαλλαγμένη από προσωπικά οφέλη, είναι βασισμένη πάνω στην προσωπική αντίληψη και αίσθηση του ενός επί των πραγμάτων και θεμάτων που μιλά. Αυτό από μόνο του κάνει την αλήθεια υποκειμενική.
Όταν όμως η δική σου αλήθεια έρχεται σε αντίθεση με την αλήθεια ενός συνόλου ανθρώπων, δεν νομίζεις πως ίσως είναι ώρα να την αναθεωρήσεις; Θα μου πεις: γιατί να έχουν δίκιο οι άλλοι κι όχι εγώ, εφόσον η προσωπική αλήθεια είναι υποκειμενική;
Λοιπόν, εάν όλοι παίρναμε τις αλήθειες μας ως αξιώματα που δεν επιδέχονται ανάλυσης, συζήτησης και την πιθανότητα κατάρριψης τους ως μύθοι, ο κόσμος θα ήταν γεμάτος από εγωιστικές αλήθειες, όχι προσωπικές. Και ο εγωισμός είναι το κύριο χαρακτηριστικό της προσωπικότητας του καθενός που εμποδίζει το άτομο να εξετάσει καθαρά όλες τις παραμέτρους .Ο δεύτερος παράγοντας είναι, φυσικά, το συναίσθημα.
Φτάσαμε (πάλι) λοιπόν στην πηγή του κακού, τις αιτίες που δεν αφήνουν μια μεγάλη μερίδα ανθρώπων να χαλαρώσει και απλά να εκδηλώσει ή να δηλώσει αυτό που αισθάνεται : εγωισμός και συναίσθημα.
Καταλήγεις να βασανίζεσαι, να υποκρίνεσαι, να πνίγεσαι στις αλήθειες σου, να τις κρατάς για σένα. Να παιδεύεσαι και να ερωτεύεσαι, συχνά μόνος, επειδή δεν βρίσκεις το κουράγιο, τη δύναμη ή απλώς τις αφορμές, που θα σε κάνουν να φανερώσεις την αλήθεια σου. Να γνέφεις συγκαταβατικά ή χλιαρά, απλά και μόνο για να μην στεναχωρήσεις τον φίλο σου, να μην έρθεις σε αντιπαράθεση με το αφεντικό σου, να μην πληγώσεις τον άνθρωπό σου. Να περιμένεις την ημέρα της δικαίωσης των όσων πρεσβεύεις, χωρίς ποτέ να έχεις δώσει την ευκαιρία σε εκείνον που πιθανώς να φάει τα μούτρα του, να αναθεωρήσει την δική του.
Θα έρθεις βεβαίως να μου ξαναπείς: Δεν είναι όλοι έτοιμοι να ακούσουν μια αλήθεια που δεν τους βολεύει. Δεν αξίζουν όλοι την προσπάθεια να τους ανοίξεις τα κοντόφθαλμα μάτια τους. Δίκιο έχεις, εν μέρει.
Έρχομαι κι εγώ με την σειρά μου να σου πω: Δεν έχεις ακούσει το γνωμικό «Κάνε το καλό και ρίξτε το στο γιαλό». Δεν μπορείς να φανταστείς πόσο λυτρωτικό είναι.
Δεν θα μιλήσω για τις δογματικές, θρησκευτικές ή επιστημονικές αλήθειες.
Είναι αλήθειες που είτε ένα ευρύ σύνολο ανθρώπων έχει δεχθεί αξιωματικά και αδιαπραγμάτευτα (όπως στην περίπτωση της θρησκείας) είτε μέσα από αυστηρές διαδικασίες ελέγχου και πειραμάτων που την επαληθεύουν, όσες φορές κι αν κάποιο πείραμα επαναλαμβάνεται, τουλάχιστον μέχρι να γίνουν νέες ανακαλύψεις (όπως στην περίπτωση της επιστήμης) ή έχουν να κάνουν με την βεβαιότητα να γνωρίζουμε την αλήθεια των πραγμάτων, τα οποία είναι όπως ακριβώς φαίνονται (όπως στην δογματική αλήθεια).
Θα μιλήσω για τις «προσωπικές» αλήθειες του καθενός που απορρέουν από αυτά που αισθάνεται ή πιστεύει, τη δική του δηλαδή πραγματικότητα, με την προϋπόθεση πως δεν γνωρίζει κάποια άλλη.
Γραμμένες, προφορικές, ξεκάθαρες ή με υπονοούμενα, σε μεγάλες ή μικρές δόσης απόλυτης ειλικρίνειας, είναι καταδικασμένες να δίνουν ή χαρά ή πόνο. Ποτέ κάτι ενδιάμεσο, γλυκανάλατο, στο περίπου. Έτοιμες να κάνουν ευτυχισμένο ή δυστυχισμένο εσένα που τη λες, εκείνον που την μαθαίνει και το αντίστροφο.
Σου έχει τύχει να την έχεις στην άκρη της γλώσσας και να καίγεσαι να την ξεστομίσεις. Να την έχεις πνίξει, να την έχεις καπνίσει, να την έχεις μασήσει, να την έχεις πετάξει στα μούτρα του άλλου. Να την έχεις καταχωνιάσει στο πίσω μέρος του μυαλού, να προσποιείσαι πως δεν υπάρχει. Να την έχεις μεθύσει με ποτά, να την έχεις μπλέξει, να την έχεις ντύσει για να ακουστεί καλύτερη.
Πόση αλήθεια αντέχεις τελικά;
Πολλοί άνθρωποι συχνά απαιτούν αλήθεια και ειλικρίνεια περιμένοντας όμως να ακούσουν αυτά που θέλουν, όχι αυτά που έχει να τους πει ο άλλος. Θέλουν μια αλήθεια που να συμφωνεί με την δική τους, όχι την αλήθεια του άλλου. Γιατί στην τελική η αλήθεια, στις περισσότερες των περιπτώσεων, ακόμη κι όταν είναι αντικειμενική και απαλλαγμένη από προσωπικά οφέλη, είναι βασισμένη πάνω στην προσωπική αντίληψη και αίσθηση του ενός επί των πραγμάτων και θεμάτων που μιλά. Αυτό από μόνο του κάνει την αλήθεια υποκειμενική.
Όταν όμως η δική σου αλήθεια έρχεται σε αντίθεση με την αλήθεια ενός συνόλου ανθρώπων, δεν νομίζεις πως ίσως είναι ώρα να την αναθεωρήσεις; Θα μου πεις: γιατί να έχουν δίκιο οι άλλοι κι όχι εγώ, εφόσον η προσωπική αλήθεια είναι υποκειμενική;
Λοιπόν, εάν όλοι παίρναμε τις αλήθειες μας ως αξιώματα που δεν επιδέχονται ανάλυσης, συζήτησης και την πιθανότητα κατάρριψης τους ως μύθοι, ο κόσμος θα ήταν γεμάτος από εγωιστικές αλήθειες, όχι προσωπικές. Και ο εγωισμός είναι το κύριο χαρακτηριστικό της προσωπικότητας του καθενός που εμποδίζει το άτομο να εξετάσει καθαρά όλες τις παραμέτρους .Ο δεύτερος παράγοντας είναι, φυσικά, το συναίσθημα.
Φτάσαμε (πάλι) λοιπόν στην πηγή του κακού, τις αιτίες που δεν αφήνουν μια μεγάλη μερίδα ανθρώπων να χαλαρώσει και απλά να εκδηλώσει ή να δηλώσει αυτό που αισθάνεται : εγωισμός και συναίσθημα.
Καταλήγεις να βασανίζεσαι, να υποκρίνεσαι, να πνίγεσαι στις αλήθειες σου, να τις κρατάς για σένα. Να παιδεύεσαι και να ερωτεύεσαι, συχνά μόνος, επειδή δεν βρίσκεις το κουράγιο, τη δύναμη ή απλώς τις αφορμές, που θα σε κάνουν να φανερώσεις την αλήθεια σου. Να γνέφεις συγκαταβατικά ή χλιαρά, απλά και μόνο για να μην στεναχωρήσεις τον φίλο σου, να μην έρθεις σε αντιπαράθεση με το αφεντικό σου, να μην πληγώσεις τον άνθρωπό σου. Να περιμένεις την ημέρα της δικαίωσης των όσων πρεσβεύεις, χωρίς ποτέ να έχεις δώσει την ευκαιρία σε εκείνον που πιθανώς να φάει τα μούτρα του, να αναθεωρήσει την δική του.
Θα έρθεις βεβαίως να μου ξαναπείς: Δεν είναι όλοι έτοιμοι να ακούσουν μια αλήθεια που δεν τους βολεύει. Δεν αξίζουν όλοι την προσπάθεια να τους ανοίξεις τα κοντόφθαλμα μάτια τους. Δίκιο έχεις, εν μέρει.
Έρχομαι κι εγώ με την σειρά μου να σου πω: Δεν έχεις ακούσει το γνωμικό «Κάνε το καλό και ρίξτε το στο γιαλό». Δεν μπορείς να φανταστείς πόσο λυτρωτικό είναι.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου