Πέμπτη 13 Μαρτίου 2014

Δαλάι Λάμα, Τι είναι η αγάπη;

Τι ΖΗΤΑΜΕ ΣΤΗ ΖΩΗ; Ο Βούδας, ένας μοναχός που έζησε πριν από δυο χιλιάδες περίπου χρόνια, έδωσε μια απλή α­πάντηση: Όλοι ζητάμε την ευτυχία. Αλλά πώς γίνεται κά­ποιος ευτυχισμένος; Πολλοί πίστεψαν ότι το είχαν κατα­φέρει όταν έγιναν πλούσιοι, διάσημοι ή απέκτησαν μεγά­λη εξουσία. Όμως οι περισσότεροι διαπίστωσαν σύντομα ότι η ζωή τους, παρά τα πλούτη και την πολυτέλεια, ήταν κενή και ανούσια όπως πριν. Η συνταγή του Βούδα για να ευτυχήσεις είναι εκπληκτικά απλή: Προσπάθησε να γίνεις καλός άνθρωπος. Κι επειδή αυτό είναι εύκολο να το λες και δύσκολο να το κάνεις, μας έμαθε, σαν καλός προπο­νητής, μερικά κόλπα.
Όλα ξεκινάνε από το κεφάλι μας. Πρέπει να αλλάξουμε τη στάση και τον τρόπο σκέψης μας. Να κάνουμε το καλό και να αποφεύγουμε το κακό. Δε γεννηθήκαμε για να βλά­πτουμε τους άλλους. Αν αντιμετωπίζουμε κάθε άνθρωπο με φιλικό και εγκάρδιο τρόπο, η ζωή μας αποκτάει νόημα. Αυτή είναι η βάση της φιλοσοφίας μου. Το κλειδί για όλα είναι η αγάπη. Αλλά τι είναι αυτό; Τι είναι η αγάπη; Κάθε μέρα ακούμε χιλιάδες φορές τη λέξη «αγάπη». To πρωί στο ραδιόφωνο ακούς κάποιον να τραγουδάει με παθια­σμένη φωνή «Σ’ αγαπώ», το μεσημέρι ίσως τη λες καρδιοχτυπώντας σε κάποιο αγόρι ή κορίτσι που έχεις ερωτευτεί, ενώ το βράδυ η μαμά σου την ψιθυρίζει στο αφτί σου πριν σε καληνυχτίσει με ένα φιλί. Ασφαλώς θα έχεις ακούσει και τον πατέρα σου να λέει πως αγαπάει το αυτοκίνητό του ή τη συλλογή με τις βιντεοταινίες του.
Όμως εννοούν όλοι την ίδια αγάπη; Δε νομίζω. Πολλοί άν­θρωποι μπερδεύουν την αγάπη με την ευχαρίστηση ή με έ­να προσωρινό αίσθημα έλξης για κάποιο άτομο ή για κά­ποιο πράγμα. Αυτού του είδους η αγάπη είναι ασταθής και μεταβλητή όπως ο καιρός. Αγαπάς κάποιον επειδή έχει ω­ραία μάτια, επειδή λέει έξυπνες κουβέντες ή για χίλιους άλ­λους λόγους που γεννάει η φαντασία σου. Μόλις ο ήλιος πάψει να λάμπει, διαπιστώνεις ότι αυτή η αγάπη υπήρχε μό­νο στη φαντασία σου. Το ίδιο συμβαίνει και με τα αντικεί­μενα, όπως τα ρούχα ή τα παιχνίδια. Για παράδειγμα, μπαί­νεις σε ένα κατάστημα και βλέπεις ξαφνικά κάτι που σου α­ρέσει. Λες: «Το θέλω». Εκείνη τη στιγμή αναπτύσσεται μια έλξη που κάνει το συνηθισμένο αντικείμενο κάτι ξεχωριστό. Αγοράζεις το αντικείμενο και διαπιστώνεις ότι τώρα που το απέκτησες είναι ακόμα ωραιότερο. Βέβαια, εξακολουθεί να είναι το ίδιο πράγμα, και υπάρχουν πολλά σαν κι αυτό στο κατάστημα, αλλά τώρα που το έχεις στην τσάντα σου αρχί­ζεις να το αγαπάς επειδή είναι δικό σου. Η αγάπη σε αυτή την περίπτωση είναι καθαρά ένα αίσθημα ιδιοκτησίας.
Οι περισσότεροι άνθρωποι ονειρεύονται μια ρομαντική α­γάπη όμορφη όσο στις χολιγουντιανές ταινίες, στις οποίες δυο άνθρωποι συναντιούνται, νιώθουν τη σπίθα να φουντώ­νει και την επόμενη στιγμή είναι τρελοί από αγάπη και από­λυτα ευτυχισμένοι. Δυστυχώς, η πείρα δείχνει ότι μια σχέση ή ένας γάμος σπανίως έχουν μεγάλη διάρκεια. Μια παθια­σμένη σχέση μοιάζει με σπίτι χτισμένο πάνω στον πάγο. Μό­λις ο πάγος λιώσει, το κτίριο καταρρέει. Μια τέτοια αγάπη πολύ εύκολα καταλήγει σε κορεσμό και ανία, ακόμα και σε μίσος, στη χειρότερη περίπτωση. Αυτό συμβαίνει, δυστυχώς, πολύ συχνά μεταξύ ανθρώπων που κάποτε αγαπήθηκαν. Ού­τε και αυτή, λοιπόν, είναι η σωστή, η αληθινή αγάπη.
 
Κάποτε με ρώτησε ένα ερωτευμένο ζευγάρι: «Μπορούμε να περιμένουμε από το σύντροφό μας να ανταποδώσει την α­γάπη μας;». Η απάντησή μου ήταν «Όχι». Κάτι τέτοιο θα αποτελούσε φτηνή συναλλαγή: Αν μ’ αγαπάς, θα σ’ αγαπώ. Αυ­τή είναι λάθος αντιμετώπιση. Εγώ βλέπω αλλιώς την αγάπη. Η αληθινή αγάπη είναι αποδεσμευμένη από τη ζήλια, δε θέ­τει όρους, δεν έχει προκαταλήψεις. Πρόκειται για το είδος της αγάπης που ο Χριστός ονόμασε «αγάπη για τον πλησίον».
 
Μέσα σε κάθε άνθρωπο κοιμάται ο σπόρος της αγάπης. Αυ­τό το σπόρο που έχουμε στην καρδιά μπορούμε να τον βοη­θήσουμε να μεγαλώσει και αργότερα να ανθίσει σαν λου­λούδι. Εμείς οι μοναχοί προσπαθούμε να το πετύχουμε με το να ασκούμαστε σε θετικές πράξεις και να ενισχύουμε θε­τικές ιδιότητες. Τέτοιες είναι η ανεκτικότητα και ο σεβασμός απέναντι σε ό,τι μας περιβάλλει και, φυσικά, η αποφυγή κα­κών πράξεων όπως ο φόνος, η κλοπή, το ψέμα. Δε χρειάζε­ται να είσαι άγιος για να έχεις φιλικές και εγκάρδιες σχέσεις με τους ανθρώπους. Η αγάπη για την οποία σου μιλάω α­γκαλιάζει όλα τα ζωντανά πλάσματα του πλανήτη μας. Γι’ αυ­τό σε ρωτάω: Υπάρχει κάποια διαφορά ανάμεσα στην αγά­πη για τη μητέρα και στην αγάπη για ένα μυρμήγκι; Όχι!
 
Ακόμα κι αν σου φαίνεται απίστευτο, μπορούμε να αγαπά­με τους εχθρούς μας. Είναι, μάλιστα, πολύ σημαντικό να μάθουμε να αγαπάμε τους εχθρούς μας. Κανονικά, βλέπεις ως αντίπαλο κάποιον που σε εκνευρίζει και σου δημιουργεί δυσκολίες. Αυτό είναι λάθος αντιμετώπιση. Το άτομο που θεωρείς αντίπαλο δεν παύει να είναι ένα ανθρώπινο πλάσμα. Αν αγαπάμε όλη την ανθρωπότητα, πώς είναι δυνατόν να α­ποκλείουμε τους εχθρούς μας; Πρέπει να δώσουμε το χέρι και σε αυτούς. Παραδέχομαι πως είναι δύσκολο να αγα­πάμε τους εχθρούς μας. Όμως μπορώ να σου δώσω ένα πα­ράδειγμα: Όταν ήμουν δεκαπέντε ετών ο κινεζικός στρατός εισέβαλε στη Λάσα, την πρωτεύουσα του Θιβέτ. Ως πνευ­ματικός και κοσμικός ηγέτης του λαού μου, προσπάθησα να βρω μια ειρηνική λύση στο πρόβλημα. Δυστυχώς, μάταια. Το 1959 τα κομουνιστικά στρατεύματα του Μάο σκότωσαν χιλιάδες συμπατριώτες μου και κατέλαβαν τη χώρα. Εγώ πέρασα τα Ιμαλάια και κατέφυγα στη γειτονική Ινδία, όπου ζω εξόριστος από τότε. Οι Θιβετιανοί, λοιπόν, έχουν κάθε λόγο να μισούν τους Κινέζους για το απερίγραπτο κακό που προξένησαν στο λαό μου. Όταν όμως ξυπνάνε τέτοια συ­ναισθήματα, καλό είναι να αυτοσυγκεντρωνόμαστε και να προσπαθούμε να συναισθανθούμε και τους Κινέζους, να μπούμε στη θέση τους. Ο εχθρός παραμένει άνθρωπος, ό,τι κι αν έχει κάνει. Ως άτομο, ως ανθρώπινο πλάσμα, συνεχί­ζει να αξίζει το σεβασμό και την αγάπη μας. Όμως τις κα­κόβουλες πράξεις του τις καταδικάζουμε, βέβαια. Κι αν χρειαστεί, πρέπει να προστατευτούμε από αυτές.
Πώς μπορούμε να μάθουμε να αγαπάμε; Αυτή είναι μια ε­ρώτηση που ασφαλώς θα θέλεις να μου κάνεις. Δεν υπάρ­χει συνταγή, ούτε κάποιος συγκεκριμένος τρόπος. Για μέ­να η αγάπη είναι περίπου σαν τη μαγειρική τέχνη: Κάθε φαγητό μαγειρεύεται αλλιώς και απαιτεί μεγάλη δεξιοτε- χνία. Στο ένα φαγητό πρέπει να βράσεις πρώτα τα λαχα­νικά, έπειτα να τα τηγανίσεις και να βάλεις τα μπαχαρικά στο τέλος. Σε άλλο, πάλι, αρχίζεις ανάποδα, ρίχνοντας μια γερή δόση αλάτι. Για να πετύχει το φαγητό πρέπει να λαμ­βάνεις πάντα υπόψη σου πολλούς παράγοντες. Το ίδιο ι­σχύει και στις σχέσεις σου με τους ανθρώπους.
Γι αυτό δεν αρκούμαι στο να πω: «Κοιτάξτε όλοι σι ο εξής να αγαπάτε και να κατανοείτε ο ένας τον άλλο περισσότερο». Η πιο αποτελεσματική μέθοδος είναι να συναισθανόμαστε τον άλλο, να προσπαθούμε να καταλάβουμε πώς σκέφτεται και πώς νιώθει, τι τον κάνει να υποφέρει. Γι’ αυτό εμείς οι μο­ναχοί προσπαθούμε καθημερινά να αναπτύξουμε και να δυ­ναμώσουμε την ενσυναίσθηση με διάφορες ασκήσεις. Φα­νταζόμαστε κάποια κατάσταση στην οποία ένα πλάσμα με αισθήματα νιώθει πόνο, όπως, για παράδειγμα, ένα πρόβα­το που πάει για σφαγή. Προσπαθούμε να σκεφτοΰμε πόσο υποφέρει αυτό το πρόβατο, φέρνοντας στο μυαλό μας το φό­βο του θανάτου, τους πόνους, το αίμα. Ή φανταζόμαστε κά­ποιο αγαπημένο πρόσωπο να υποφέρει και αναρωτιόμαστε πώς θα αντιδροΰσαμε εμείς στη θέση του. Με αυτό τον τρό­πο καταφέρνουμε να καταλαβαίνουμε καλύτερα τα συναι­σθήματα και τις εμπειρίες των ανθρώπων, αναπτύσσουμε την ενσυναίσθηση και μαθαίνουμε να συμμεριζόμαστε τον πόνο των άλλων και να μην παραμένουμε απαθείς.
Η ικανότητα να μπαίνουμε στη θέση του άλλου και να σκε­φτόμαστε τι θα κάναμε εμείς είναι πού χρήσιμη, αν θέλεις να μάθεις να αγαπάς κάποιον. Αλλά αυτή η μέθοδος απαι­τεί πολύ θάρρος. Χρειάζεται θάρρος για να φανταστείς πώς θα ήταν αν βρισκόσουν στη θέση του άλλου. Αυτό βοηθάει συνήθως να αμβλυνθεί η οξύτητα μιας διαμάχης, επειδή σε κάνει να κατανοείς καλύτερα τα συναισθήματα των άλλων και σε μαθαίνει να τα σέβεσαι. Είναι απαραίτητο να κα­τοικεί η αγάπη στις καρδιές μας, αν θέλουμε πραγματικά να μην υποφέρουν οι άλλοι και να μην υπάρχουν πια επι­θετικότητα και μίσος. Στη γλώσσα μου η ενσυναίσθηση λέ­γεται «τσε-βα». Η λέξη αυτή μπορεί να μεταφραστεί και ως «σεβασμός και υπευθυνότητα». Μια άλλη σημασία της στη γλώσσα μου είναι «η επιθυμία του δικού μας καλού». Ο ευ­κολότερος δρόμος είναι ο εξής: Καταρχήν, πρέπει να θέλεις ο ίδιος να είσαι καλός και ελεύθερος από έγνοιες. Έπειτα αφήνεις αυτό το συναίσθημα να μεγαλώσει μέσα σου, κι ό­ταν μεγαλώσει αρκετά, το αφήνεις να απλωθεί σιγά σιγά και να μεταδοθεί τελικά και σε άλλους ανθρώπους.
Όπως βλέπεις, αυτή η μορφή αγάπης είναι ανεξάρτητη α­πό το αν συμπαθείς το ένα ή το άλλο πρόσωπο. Όλα τα ζωντανά πλάσματα έχουν έμφυτη την επιθυμία να ευτυχή­σουν, και, όπως εσύ και εγώ, έχουν το δικαίωμα να εκπλη­ρώσουν την επιθυμία τους. Γι’ αυτό όποτε συναντάω αν­θρώπους τους πλησιάζω με αυτό το συναίσθημα. Επειδή ξέ­ρω ότι υπάρχουν πολλά πράγματα που μας συνδέουν. Όλοι μας έχουμε σώμα, πνεύμα και συναισθήματα. Όλους μάς έφερε στον κόσμο μια μάνα. Όλοι πρέπει μια μέρα να εγκαταλείψουμε αυτό τον κόσμο. Και όλοι μας επιθυμούμε την ευτυχία και όχι τη δυστυχία στη ζωή. Κι ας έχουμε δια­φορετικό χρώμα δέρματος, ας ασπαζόμαστε άλλη θρη­σκεία, ας φοράμε άλλο νούμερο παπουτσιού. Βλέποντας τον κάθε άνθρωπο από αυτή τη σκοπιά, νιώθω ότι όλοι ό­σους συναντάω είναι ακριβώς όπως εγώ.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου