"Μπαρμπούτι" το κλασικό τυχερό παιχνίδι με ζάρια που παίζεται επί αιώνες στον ελληνικό χώρο και το οποίο, από το όνομά του, φαίνεται να έχει οθωμανικές ρίζες.
Βέβαια, τα παιχνίδια με ζάρια δεν ανακαλύφθηκαν τότε, καθώς παίζονταν ήδη στην αρχαία Ελλάδα.
Ο Όμηρος αναφέρει ότι ο Αχαιός ήρωας Παλαμήδης επινόησε τα ζάρια, ώστε οι πολιορκητές της Τροίας να απασχολούνται στον ελεύθερο χρόνο τους. Ο περιηγητής του 2ου αι. μ.Χ. Παυσανίας, μάλιστα, αναφέρει ότι ο μεγάλος ζωγράφος του 5ου αι. π.Χ. Πολύγνωτος είχε απεικονίσει στην Νέκυια, την περίφημη τοιχογραφία του στην Λέσχη των Κνιδίων στους Δελφούς, τον Παλαμήδη με τον συμμαχητή του Θερσίτη και τους δύο Αίαντες (τον Τελαμώνιο και τον Λοκρό) να συνεχίζουν και στον Κάτω Κόσμο το ατέρμονο παιχνίδι τους.
Τα ζάρια (κύβοι) ήταν εξάπλευροι βόλοι με σημειωμένους σε κάθε έδρα αριθμούς από το ένα έως το έξι. Ο κάθε παίκτης τοποθετούσε τα ζάρια σε ένα σκεύος που ονομαζόταν φιμός και, αφού το έσειε, τα έριχνε σε έναν άβακα. Από τον συνδυασμό του αποτελέσματος προέκυπτε η νίκη ή η ήττα στο παιχνίδι. Όπως και σήμερα η καλύτερη ρίψη ήταν οι εξάρες.
Οι κύβοι ήταν αγαπημένο παιχνίδι μικρών και μεγάλων όχι μόνο στην αρχαία Ελλάδα αλλά σε όλους τους πολιτισμούς της Μεσογείου. Κατασκευασμένοι από διάφορα υλικά, όπως πηλό, ελεφαντοστό, οστό και μέταλλο, τους βρίσκουμε συχνά σε τάφους ως κτέρισμα, μαζί με αστραγάλους και πεσσούς, να συντροφεύουν τους νεκρούς στον μεταθανάτιο βίο τους.
Όπως συμβαίνει και σήμερα, η επιτυχία στα τυχερά παιχνίδια είναι άρρηκτα δεμένη με την έκφραση της ενδόμυχης ανάγκης του ανθρώπου για καλή τύχη, πρόγνωση του μέλλοντος και ευόδωση των επιθυμιών του.
Ως προστάτες των κυβευτών, δηλ. των παικτών ζαριών, εθεωρούντο οι θεοί Ερμής και Πάν. Οι Σικελοί και αρχαίοι Έλληνες, ιδίως οι Αθηναίοι, επιδίδονταν με ιδιαίτερη ζέση στην κυβεία, δηλ. στο παίξιμο των ζαριών. Ο Αριστοφάνης, μάλιστα, διακωμώδησε το πάθος των Αθηναίων συμπολιτών του, οι οποίοι ασκούνταν στην κυβεία σε ειδικούς, συνήθως κακόφημους, χώρους, ακόμη και στο ιερό της Αθηνάς Σκιράδος, δίπλα στην Ιερά Οδό, όπου φαίνεται πως χάθηκαν πολλές περιουσίες.
Εξαιρετικά διαδεδομένο ήταν το παιχνίδι αυτό και στην αρχαία Ρώμη και το Βυζάντιο, όπου είχε εξελιχθεί σε κοινωνική μάστιγα και είχε γίνει απόπειρα να καταργηθεί διά νόμου.
Η συνήθεια της πρόγνωσης του μέλλοντος και της αποφασιστικής κρίσης μέσω κύβων, αποτυπώνεται ανάγλυφα σε μία παροιμιώδη ρήση του Ιούλιου Καίσαρα. Ο Ρωμαίος συγγραφέας Σουητώνιος αναφέρει ότι ο στρατηλάτης κατά την κρίσιμη στιγμή της διάβασης του ποταμού Ρουβίκωνα (10 Ιανουαρίου 49 π.Χ.) και της έναρξης της νικηφόρου πορείας και τελικής επίθεσης κατά της δημοκρατικής Ρώμης, αναφώνησε: «alea jacta est» ή «jacta alea est», δηλαδή, «ο κύβος ερρίφθη» (λατ. Alea=κύβος). Συνέπεια της ενέργειας αυτής υπήρξε η ουσιαστική κατάλυση της ρωμαϊκής δημοκρατίας, με τελική κατάληξη την ίδρυση λίγο αργότερα της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας.
Όπως μας πληροφορεί ο σχετικός με θέματα τζόγου ιστότοπος: kazinokazino.com, το μπαρμπούτι και τα ζάρια ήταν δημοφιλή καθώς ήταν πολύ εύκολο για κάποιον να στήσει μια αυτοσχέδια μπαρμπουτιέρα πάνω σε μια κουβέρτα όπως και πολύ εύκολο ήταν για κάποιον να κουβαλάει δύο ζάρια χωρίς να γίνεται αντιληπτός. Επειδή κατά καιρούς υπήρξαν διάφορες απαγορεύσεις για τέτοιου είδους τυχερά παιχνίδια όπως το μπαρμπούτι, ήταν πολύ εύκολο αυτά τα παιχνίδια να διεξάγονται παράνομα και όσο εύκολα στήνονταν τόσο εύκολα διαλύοντανι αν υπήρχε ανάγκη.
«Πάντα ο Δίας φέρνει την καλύτερη ζαριά», λέει μία περίφημη φράση του αρχαίου δραματουργού Σοφοκλή, δείχνοντας τις θεϊκές καταβολές του παρεξηγημένου παιχνιδιού, το οποίο ευθύνεται στις μέρες μας για την απώλεια ολόκληρων περιουσιών και την καταστροφή οικογενειών.
Σύμφωνα με πολύτιμες πληροφορίες αντλημένες από το http://prkls.blogspot.gr/:
Οι αρχαίοι Έλληνες απέδιδαν στο μπαρμπούτι -ζάρια θεϊκή καταγωγή, θεωρώντας το ισάξιο της λογοτεχνίας, των μαθηματικών και της αστρονομίας. Ενδεικτική είναι η ιστοριούλα που σκαρώνει ο Πλάτωνας στον χαρούμενο πλατωνικό διάλογο "Φαίδρος", όπου βάζει τον Σωκράτη να αφηγείται μια ιστοριούλα περί του θεού Θεύθ, η οποία πάνω-κάτω είναι η εξής:
Αυτός ο Θευθ, λέει ο Σωκράτης, γεννήθηκε στη Ναύκρατι της Αιγύπτου.
Για σύμβολό του, είχε ένα πουλί.
Ο Θευθ λοιπόν, μεγάλωσε, πήγε σχολείο, όπου την πέρασε ζωή και κότα, επειδή ακόμα δεν υπήρχαν γράμματα και όταν ενηληκιώθηκε, δεν είχε τι να κάνει και άρχισε να φτιάχνει εφευρέσεις και πατέντες.
Μια μέρα, πήρε παραμάσχαλα τις εφευρέσεις - πατέντες του, που ήταν πολλές ,
αριθμοί, αστρονομία, τάβλι, μπαρμπούτι -ζάρια, και μέσα σε όλα και τη γραφή και τα γράμματα,
και πήγε να τις παρουσιάσει στον Θαμούν-Άμμωνα.
Τις παρουσίασε μία-μία τις πατέντες του στον Θαμούν, και ο Θαμούν τον ρώταγε για κάθε μια
τι χρησιμότητα έχει.
Το εντυπωσιακό είναι το εξής:
Σύμφωνα με τα λεγόμενα του Σωκράτους, ο Θαμούν σκάλωσε όταν είδε τα γράμματα, μη μπορώντας να εννοήσει ποιά χρησιμότητα θα μπορούσαν να έχουν (παρακάτω βλέπουμε πως ουσιαστικά τα γράμματα θα τα θεωρήσει μια σχεδόν άχρηστη εφεύρεση). Δεν συνέβη όμως το ίδιο με "τας κυβείας", δηλαδή με το μπαρμπούτι. Κρίνοντας από τα συμφραζόμενα των λόγων του Σωκράτους, θα μπορούσαμε να συμπεράνουμε πως ο Θαμούν όχι μόνο κατάλαβε αμέσως τα περί μπαρμπουτιού, αλλά επιπλέον θα πρέπει να το θεώρησε μια εξαιρετικά χρήσιμη εφεύρεση. Το σίγουρο είναι ότι όλες οι αντιρρήσεις του Θαμούν περιορίστηκαν στη χρησιμότητα των γραμμάτων και μόνο. Για το μπαρμπούτι -ζάρια δεν αναφέρεται να έγινε η παραμικρή αρνητική κριτική...
Φαίνεται πως το μπαρμπούτι, ως παίγνιον, ήταν αρκετά διαδεδομένο μεταξύ των αρχαίων ημών προγόνων. Βέβαια, ήταν λίγο διαφορετικό από το δικό μας.
Αυτούς που έπαιζαν ζάρια, οι αρχαίοι ημών πρόγονοι δεν τους έλεγαν τζογαδόρους ή ζαράκηδες, αλλά τους έλεγαν "τρηματίκτες". (πιθανόν από την παραλλαγή κάποιας φράσεως που εμπεριείχε τη λέξη "τρία").
Οι αρχαίοι ημών πρόγονοι έπαιζαν μπαρμπούτι χρησιμοποιώντας τρία ζάρια, και όχι δύο ζάρια όπως εμείς σήμερα. Όπως γίνεται προφανές, εφόσον το παιχνίδι παιζόταν με τρία ζάρια, σαφώς και προφανώς η καλύτερη ζαριά ήταν το 666.
Τη συγκεκριμένη ζαριά, την 666, την αναφέρει και ο Πλάτων στους "Νόμους" του (Νόμοι 12:968)
και βέβαια ήταν ιδανική ζαριά για τον νικητή, αλλά καταστροφική για τον χαμένο.
"Ας κινδυνέψουμε για την πολιτεία! Ας τα παίξουμε όλα για όλα!
Είτε να φέρουμε 666 (και κατά συνέπεια να έχουμε απόλυτη επιτυχία)
είτε να φέρουμε 111 (επομένως να μας φάει το μαύρο σκοτάδι)"
λέει ο φιλόσοφος Πλάτων στους "Νόμους".
Όταν λοιπόν ο Σοφοκλής λέει πως "αεί γαρ εύ πίπτουσιν οι Διός κύβοι", δηλαδή "ο Δίας πάντοτε φέρνει την καλύτερη ζαριά", καλό θα ήταν να ξέρουμε πως η καλύτερη ζαριά εκείνη την εποχή ήταν το "666", οι εξάρες με τρία ζάρια, δηλαδή.
Και εφόσον αυτή ήταν η συνήθης ζαριά του Δία (αλλά και η ιδεώδης παικτική στόχευση κάθε ευδαίμονος τζογαδόρου της αρχαιότητας), ε, επόμενο ήταν να αρχίσει από τους κακορίζικους της μετά Χριστόν εποχής το γνωστό "κυνήγι του 666".
Βέβαια, τα παιχνίδια με ζάρια δεν ανακαλύφθηκαν τότε, καθώς παίζονταν ήδη στην αρχαία Ελλάδα.
Ο Όμηρος αναφέρει ότι ο Αχαιός ήρωας Παλαμήδης επινόησε τα ζάρια, ώστε οι πολιορκητές της Τροίας να απασχολούνται στον ελεύθερο χρόνο τους. Ο περιηγητής του 2ου αι. μ.Χ. Παυσανίας, μάλιστα, αναφέρει ότι ο μεγάλος ζωγράφος του 5ου αι. π.Χ. Πολύγνωτος είχε απεικονίσει στην Νέκυια, την περίφημη τοιχογραφία του στην Λέσχη των Κνιδίων στους Δελφούς, τον Παλαμήδη με τον συμμαχητή του Θερσίτη και τους δύο Αίαντες (τον Τελαμώνιο και τον Λοκρό) να συνεχίζουν και στον Κάτω Κόσμο το ατέρμονο παιχνίδι τους.
Τα ζάρια (κύβοι) ήταν εξάπλευροι βόλοι με σημειωμένους σε κάθε έδρα αριθμούς από το ένα έως το έξι. Ο κάθε παίκτης τοποθετούσε τα ζάρια σε ένα σκεύος που ονομαζόταν φιμός και, αφού το έσειε, τα έριχνε σε έναν άβακα. Από τον συνδυασμό του αποτελέσματος προέκυπτε η νίκη ή η ήττα στο παιχνίδι. Όπως και σήμερα η καλύτερη ρίψη ήταν οι εξάρες.
Οι κύβοι ήταν αγαπημένο παιχνίδι μικρών και μεγάλων όχι μόνο στην αρχαία Ελλάδα αλλά σε όλους τους πολιτισμούς της Μεσογείου. Κατασκευασμένοι από διάφορα υλικά, όπως πηλό, ελεφαντοστό, οστό και μέταλλο, τους βρίσκουμε συχνά σε τάφους ως κτέρισμα, μαζί με αστραγάλους και πεσσούς, να συντροφεύουν τους νεκρούς στον μεταθανάτιο βίο τους.
Όπως συμβαίνει και σήμερα, η επιτυχία στα τυχερά παιχνίδια είναι άρρηκτα δεμένη με την έκφραση της ενδόμυχης ανάγκης του ανθρώπου για καλή τύχη, πρόγνωση του μέλλοντος και ευόδωση των επιθυμιών του.
Ως προστάτες των κυβευτών, δηλ. των παικτών ζαριών, εθεωρούντο οι θεοί Ερμής και Πάν. Οι Σικελοί και αρχαίοι Έλληνες, ιδίως οι Αθηναίοι, επιδίδονταν με ιδιαίτερη ζέση στην κυβεία, δηλ. στο παίξιμο των ζαριών. Ο Αριστοφάνης, μάλιστα, διακωμώδησε το πάθος των Αθηναίων συμπολιτών του, οι οποίοι ασκούνταν στην κυβεία σε ειδικούς, συνήθως κακόφημους, χώρους, ακόμη και στο ιερό της Αθηνάς Σκιράδος, δίπλα στην Ιερά Οδό, όπου φαίνεται πως χάθηκαν πολλές περιουσίες.
Εξαιρετικά διαδεδομένο ήταν το παιχνίδι αυτό και στην αρχαία Ρώμη και το Βυζάντιο, όπου είχε εξελιχθεί σε κοινωνική μάστιγα και είχε γίνει απόπειρα να καταργηθεί διά νόμου.
Η συνήθεια της πρόγνωσης του μέλλοντος και της αποφασιστικής κρίσης μέσω κύβων, αποτυπώνεται ανάγλυφα σε μία παροιμιώδη ρήση του Ιούλιου Καίσαρα. Ο Ρωμαίος συγγραφέας Σουητώνιος αναφέρει ότι ο στρατηλάτης κατά την κρίσιμη στιγμή της διάβασης του ποταμού Ρουβίκωνα (10 Ιανουαρίου 49 π.Χ.) και της έναρξης της νικηφόρου πορείας και τελικής επίθεσης κατά της δημοκρατικής Ρώμης, αναφώνησε: «alea jacta est» ή «jacta alea est», δηλαδή, «ο κύβος ερρίφθη» (λατ. Alea=κύβος). Συνέπεια της ενέργειας αυτής υπήρξε η ουσιαστική κατάλυση της ρωμαϊκής δημοκρατίας, με τελική κατάληξη την ίδρυση λίγο αργότερα της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας.
Όπως μας πληροφορεί ο σχετικός με θέματα τζόγου ιστότοπος: kazinokazino.com, το μπαρμπούτι και τα ζάρια ήταν δημοφιλή καθώς ήταν πολύ εύκολο για κάποιον να στήσει μια αυτοσχέδια μπαρμπουτιέρα πάνω σε μια κουβέρτα όπως και πολύ εύκολο ήταν για κάποιον να κουβαλάει δύο ζάρια χωρίς να γίνεται αντιληπτός. Επειδή κατά καιρούς υπήρξαν διάφορες απαγορεύσεις για τέτοιου είδους τυχερά παιχνίδια όπως το μπαρμπούτι, ήταν πολύ εύκολο αυτά τα παιχνίδια να διεξάγονται παράνομα και όσο εύκολα στήνονταν τόσο εύκολα διαλύοντανι αν υπήρχε ανάγκη.
«Πάντα ο Δίας φέρνει την καλύτερη ζαριά», λέει μία περίφημη φράση του αρχαίου δραματουργού Σοφοκλή, δείχνοντας τις θεϊκές καταβολές του παρεξηγημένου παιχνιδιού, το οποίο ευθύνεται στις μέρες μας για την απώλεια ολόκληρων περιουσιών και την καταστροφή οικογενειών.
Αρχαία ζάρια που βρέθηκαν στο Σούνιο( 580-570 π.Χ) |
Σύμφωνα με πολύτιμες πληροφορίες αντλημένες από το http://prkls.blogspot.gr/:
Οι αρχαίοι Έλληνες απέδιδαν στο μπαρμπούτι -ζάρια θεϊκή καταγωγή, θεωρώντας το ισάξιο της λογοτεχνίας, των μαθηματικών και της αστρονομίας. Ενδεικτική είναι η ιστοριούλα που σκαρώνει ο Πλάτωνας στον χαρούμενο πλατωνικό διάλογο "Φαίδρος", όπου βάζει τον Σωκράτη να αφηγείται μια ιστοριούλα περί του θεού Θεύθ, η οποία πάνω-κάτω είναι η εξής:
Αυτός ο Θευθ, λέει ο Σωκράτης, γεννήθηκε στη Ναύκρατι της Αιγύπτου.
Για σύμβολό του, είχε ένα πουλί.
Ο Θευθ λοιπόν, μεγάλωσε, πήγε σχολείο, όπου την πέρασε ζωή και κότα, επειδή ακόμα δεν υπήρχαν γράμματα και όταν ενηληκιώθηκε, δεν είχε τι να κάνει και άρχισε να φτιάχνει εφευρέσεις και πατέντες.
Μια μέρα, πήρε παραμάσχαλα τις εφευρέσεις - πατέντες του, που ήταν πολλές ,
αριθμοί, αστρονομία, τάβλι, μπαρμπούτι -ζάρια, και μέσα σε όλα και τη γραφή και τα γράμματα,
και πήγε να τις παρουσιάσει στον Θαμούν-Άμμωνα.
Τις παρουσίασε μία-μία τις πατέντες του στον Θαμούν, και ο Θαμούν τον ρώταγε για κάθε μια
τι χρησιμότητα έχει.
Το εντυπωσιακό είναι το εξής:
Σύμφωνα με τα λεγόμενα του Σωκράτους, ο Θαμούν σκάλωσε όταν είδε τα γράμματα, μη μπορώντας να εννοήσει ποιά χρησιμότητα θα μπορούσαν να έχουν (παρακάτω βλέπουμε πως ουσιαστικά τα γράμματα θα τα θεωρήσει μια σχεδόν άχρηστη εφεύρεση). Δεν συνέβη όμως το ίδιο με "τας κυβείας", δηλαδή με το μπαρμπούτι. Κρίνοντας από τα συμφραζόμενα των λόγων του Σωκράτους, θα μπορούσαμε να συμπεράνουμε πως ο Θαμούν όχι μόνο κατάλαβε αμέσως τα περί μπαρμπουτιού, αλλά επιπλέον θα πρέπει να το θεώρησε μια εξαιρετικά χρήσιμη εφεύρεση. Το σίγουρο είναι ότι όλες οι αντιρρήσεις του Θαμούν περιορίστηκαν στη χρησιμότητα των γραμμάτων και μόνο. Για το μπαρμπούτι -ζάρια δεν αναφέρεται να έγινε η παραμικρή αρνητική κριτική...
Φαίνεται πως το μπαρμπούτι, ως παίγνιον, ήταν αρκετά διαδεδομένο μεταξύ των αρχαίων ημών προγόνων. Βέβαια, ήταν λίγο διαφορετικό από το δικό μας.
Αυτούς που έπαιζαν ζάρια, οι αρχαίοι ημών πρόγονοι δεν τους έλεγαν τζογαδόρους ή ζαράκηδες, αλλά τους έλεγαν "τρηματίκτες". (πιθανόν από την παραλλαγή κάποιας φράσεως που εμπεριείχε τη λέξη "τρία").
Οι αρχαίοι ημών πρόγονοι έπαιζαν μπαρμπούτι χρησιμοποιώντας τρία ζάρια, και όχι δύο ζάρια όπως εμείς σήμερα. Όπως γίνεται προφανές, εφόσον το παιχνίδι παιζόταν με τρία ζάρια, σαφώς και προφανώς η καλύτερη ζαριά ήταν το 666.
Τη συγκεκριμένη ζαριά, την 666, την αναφέρει και ο Πλάτων στους "Νόμους" του (Νόμοι 12:968)
και βέβαια ήταν ιδανική ζαριά για τον νικητή, αλλά καταστροφική για τον χαμένο.
"Ας κινδυνέψουμε για την πολιτεία! Ας τα παίξουμε όλα για όλα!
Είτε να φέρουμε 666 (και κατά συνέπεια να έχουμε απόλυτη επιτυχία)
είτε να φέρουμε 111 (επομένως να μας φάει το μαύρο σκοτάδι)"
λέει ο φιλόσοφος Πλάτων στους "Νόμους".
Όταν λοιπόν ο Σοφοκλής λέει πως "αεί γαρ εύ πίπτουσιν οι Διός κύβοι", δηλαδή "ο Δίας πάντοτε φέρνει την καλύτερη ζαριά", καλό θα ήταν να ξέρουμε πως η καλύτερη ζαριά εκείνη την εποχή ήταν το "666", οι εξάρες με τρία ζάρια, δηλαδή.
Και εφόσον αυτή ήταν η συνήθης ζαριά του Δία (αλλά και η ιδεώδης παικτική στόχευση κάθε ευδαίμονος τζογαδόρου της αρχαιότητας), ε, επόμενο ήταν να αρχίσει από τους κακορίζικους της μετά Χριστόν εποχής το γνωστό "κυνήγι του 666".
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου