Ο αθλητισμός είναι μια από τις δημοφιλέστερες ενασχολήσεις του ανθρώπου που του δίνουν την ευκαιρία να αναμετρηθεί με άλλους ανθρώπους και να βιώσει το αίσθημα της νίκης. Η προσπάθεια βελτίωσης της αθλητικής απόδοσης έχει οδηγήσει στη χρήση αθέμιτων μέσων με μοναδικό στόχο τη νίκη. Αυτό βέβαια δεν είναι χαρακτηριστικό της σύγχρονης μόνο εποχής.
Η χρήση διεγερτικών παυσίπονων και άλλων φαρμάκων χρονολογείται από την αρχαία εποχή, όπως προκύπτει από αναφορές στην Αίγυπτο και τη Ρώμη. Στη νεότερη εποχή, ένα εκχύλισμα καρπών του φυτού κόλα με οινόπνευμα ήταν η βάση ενός διεγερτικού ποτού από τη Νότια Αφρική που ονομάστηκε ντοπ και από εκεί προέκυψε αργότερα και η λέξη ντόπινγκ (doping).
Το ζήτημα όμως του ντόπινγκ έχει δύο πλευρές, όπως πολλά θέματα στην ανθρώπινη κοινωνία.
Οι υποστηρικτές της χρήσης του ντόπινγκ αντιμετωπίζουν τη συμμετοχή σε μεγάλες αθλητικές διοργανώσεις, στις οποίες και επικρατεί το ντόπινγκ, αποκλειστικά ως ένα επάγγελμα. Επομένως, βρίσκουν λογικό ένας επαγγελματίας να κάνει ό,τι είναι δυνατό προκειμένου να βελτιώσει την απόδοσή του και να γίνει ο καλύτερος στον επαγγελματικό του χώρο. Με αυτό το σκεπτικό, βρίσκουν θετική τη χρήση ντόπινγκ και την υπερασπίζονται προς το όφελος του ανθρώπου, και άρα και του αθλητή.
Γιατί για παράδειγμα να καταδικάζεται η βελτίωση (με τη χρήση της πιο σύγχρονης και αποτελεσματικής τεχνολογίας όπως είναι το γονιδιακό ντόπινγκ) ενός χαρακτηριστικού της φυσικής κατάστασης, όπως είναι για παράδειγμα η αντοχή, σε έναν αθλητή μεγάλων αποστάσεων και να θεωρείται θεμιτή η βελτίωση της εξωτερικής εμφάνισης ατόμων που το επάγγελμά τους έχει να κάνει με την προβολή της εικόνας τους στο κοινό, όπως είναι για παράδειγμα τα μοντέλα, οι ηθοποιοί ή οι παρουσιαστές; Και στις δύο περιπτώσεις δεν παραποιείται η εκ γενετής κατάσταση του ατόμου; Και στις δύο περιπτώσεις δεν γίνεται προσπάθεια απόκτησης πλεονεκτικής θέσης σε σχέση με τους αντιπάλους με στόχο την επαγγελματική καταξίωση και πρωτιά;
Επιπρόσθετα, οι υποστηρικτές της χρήσης του ντόπινγκ θεωρούν ότι ο καθένας έχει το δικαίωμα να επιλέγει την πορεία του στη ζωή και μέχρι ποιο σημείο θα ρισκάρει προσωπικά αγαθά, προκειμένου να πραγματοποιήσει τα όνειρά του, ως απάντηση στις ανησυχίες για τις επιβλαβείς επιδράσεις του ντόπινγκ στην υγεία των αθλητών.
Επιπλέον, στους υποστηρικτές της χρήσης του ντόπινγκ, όπως και της χρήσης και άλλων θεμιτών και αθέμιτων μέσων, με στόχο την πρωτιά, σημαντικό ρόλο παίζουν το χρήμα και η δόξα. Τα χρηματικά έπαθλα που οι σύγχρονες κοινωνίες δίνουν στους νικητές των μεγάλων αθλητικών διοργανώσεων είναι τόσο μεγάλα που εξασφαλίζεται όχι μόνο ολόκληρη η ζωή των πρωταθλητών, αλλά και της οικογένειάς τους, ακόμη και των προπονητών τους. Έτσι το κίνητρο για τη νίκη είναι πολύ μεγάλο. Το χρηματικό έπαθλο ενισχύεται και από την αναγνώριση που εισπράττουν οι πρωταθλητές από το κοινωνικό σύνολο. Η έπαρση της δόξας και του φανατισμού των οπαδών ενισχύει ακόμη περισσότερο τον μοναδικό στόχο της νίκης.
Οι κανόνες των αθλημάτων βρίσκονται σε πλήρη αντίθεση με την τακτική αυτή των αθλητών, οι οποίοι εν γνώσει τους τις περισσότερες φορές παραβαίνουν τις «εναγώνιες» διατάξεις. Η χρήση του ντόπινγκ καταπατά την ηθική του αθλητισμού, αφού υπονομεύει την ευγενική άμιλλα και τη νίκη του καλύτερου. Ο αθλητικός συναγωνισμός χαρακτηρίζεται ως η καλύτερη και η πλέον άμεμπτη από ηθικής άποψης μορφή του ανθρώπινου συναγωνισμού, διότι οι κανόνες είναι ίδιοι για όλους τους αθλητές και έτσι ο καλύτερος έχει πάρα πολλές πιθανότητες να κερδίσει. Η χρήση όμως του ντόπινγκ θέτει σε αμφιβολία την παραπάνω άποψη, αφού οι αθλητές που κερδίζουν δεν είναι συνήθως οι καλύτεροι, αλλά αυτοί που έκαναν χρήση απαγορευμένων ουσιών και μεθόδων.
Με αφορμή, λοιπόν, το αν θα είμαστε υπέρ ή κατά του ντόπινγκ, μήπως πρέπει να βάλουμε αλλιώς τα ερωτήματα;
Τελικά, μήπως πρέπει να αποφασίσουμε αν θέλουμε ο αθλητισμός να είναι ένα εμπόριο ικανοτήτων, όπου θα κυριαρχεί η εκμετάλλευση των αθλητών, η χρησιμοποίησή τους ακόμη και μέσω γενετικής τους τροποποίησης ή και χωρίς αυτήν, μέχρι την κερδοφόρα τους προσφορά, κι έπειτα η απόσυρσή τους, χωρίς να νοιάζεται κανείς για τις επιπτώσεις όλης αυτής της εκμετάλλευσης στην υγεία των αθλητών και τη ζωή τους γενικότερα; Ή μήπως όχι;
Μήπως το βασικό, όμως, που πρέπει να αλλάξει είναι η αντίληψη για τον αθλητισμό και τον πρωταθλητισμό; Το ντόπινγκ είναι κοινωνικό φαινόμενο και όταν κυρίαρχο μοντέλο είναι η επιτυχία πάση θυσία, τότε η θυσία μπορεί να αφορά τον ίδιο τον αθλητή, την υγεία του και τη ζωή του. Είναι τελικά η κοινωνία και η πολιτεία που έχουν μεγάλες ευθύνες;
Ίσως η επιστροφή του ήθους και του σκοπού της άθλησης πρέπει να ξεκινήσει από την αναθεώρηση των κινήτρων, σκοπών και στόχων των διάφορων αθλητικών οργανισμών και σωματείων που έχουν τόσο πολύ εμπορευματοποιήσει την έννοια της άθλησης και τελικά την έχουν εκτροχιάσει από την αρχική της αγνή και ωφέλιμη ταυτότητα του «ευ αγωνίζεσθαι».
Η χρήση διεγερτικών παυσίπονων και άλλων φαρμάκων χρονολογείται από την αρχαία εποχή, όπως προκύπτει από αναφορές στην Αίγυπτο και τη Ρώμη. Στη νεότερη εποχή, ένα εκχύλισμα καρπών του φυτού κόλα με οινόπνευμα ήταν η βάση ενός διεγερτικού ποτού από τη Νότια Αφρική που ονομάστηκε ντοπ και από εκεί προέκυψε αργότερα και η λέξη ντόπινγκ (doping).
Το ζήτημα όμως του ντόπινγκ έχει δύο πλευρές, όπως πολλά θέματα στην ανθρώπινη κοινωνία.
Οι υποστηρικτές της χρήσης του ντόπινγκ αντιμετωπίζουν τη συμμετοχή σε μεγάλες αθλητικές διοργανώσεις, στις οποίες και επικρατεί το ντόπινγκ, αποκλειστικά ως ένα επάγγελμα. Επομένως, βρίσκουν λογικό ένας επαγγελματίας να κάνει ό,τι είναι δυνατό προκειμένου να βελτιώσει την απόδοσή του και να γίνει ο καλύτερος στον επαγγελματικό του χώρο. Με αυτό το σκεπτικό, βρίσκουν θετική τη χρήση ντόπινγκ και την υπερασπίζονται προς το όφελος του ανθρώπου, και άρα και του αθλητή.
Γιατί για παράδειγμα να καταδικάζεται η βελτίωση (με τη χρήση της πιο σύγχρονης και αποτελεσματικής τεχνολογίας όπως είναι το γονιδιακό ντόπινγκ) ενός χαρακτηριστικού της φυσικής κατάστασης, όπως είναι για παράδειγμα η αντοχή, σε έναν αθλητή μεγάλων αποστάσεων και να θεωρείται θεμιτή η βελτίωση της εξωτερικής εμφάνισης ατόμων που το επάγγελμά τους έχει να κάνει με την προβολή της εικόνας τους στο κοινό, όπως είναι για παράδειγμα τα μοντέλα, οι ηθοποιοί ή οι παρουσιαστές; Και στις δύο περιπτώσεις δεν παραποιείται η εκ γενετής κατάσταση του ατόμου; Και στις δύο περιπτώσεις δεν γίνεται προσπάθεια απόκτησης πλεονεκτικής θέσης σε σχέση με τους αντιπάλους με στόχο την επαγγελματική καταξίωση και πρωτιά;
Επιπρόσθετα, οι υποστηρικτές της χρήσης του ντόπινγκ θεωρούν ότι ο καθένας έχει το δικαίωμα να επιλέγει την πορεία του στη ζωή και μέχρι ποιο σημείο θα ρισκάρει προσωπικά αγαθά, προκειμένου να πραγματοποιήσει τα όνειρά του, ως απάντηση στις ανησυχίες για τις επιβλαβείς επιδράσεις του ντόπινγκ στην υγεία των αθλητών.
Επιπλέον, στους υποστηρικτές της χρήσης του ντόπινγκ, όπως και της χρήσης και άλλων θεμιτών και αθέμιτων μέσων, με στόχο την πρωτιά, σημαντικό ρόλο παίζουν το χρήμα και η δόξα. Τα χρηματικά έπαθλα που οι σύγχρονες κοινωνίες δίνουν στους νικητές των μεγάλων αθλητικών διοργανώσεων είναι τόσο μεγάλα που εξασφαλίζεται όχι μόνο ολόκληρη η ζωή των πρωταθλητών, αλλά και της οικογένειάς τους, ακόμη και των προπονητών τους. Έτσι το κίνητρο για τη νίκη είναι πολύ μεγάλο. Το χρηματικό έπαθλο ενισχύεται και από την αναγνώριση που εισπράττουν οι πρωταθλητές από το κοινωνικό σύνολο. Η έπαρση της δόξας και του φανατισμού των οπαδών ενισχύει ακόμη περισσότερο τον μοναδικό στόχο της νίκης.
Ανατριχιαστική είναι η δήλωση της Μπιργκίτ Μπέσε, γερμανίδας αθλήτριας σφαιροβολίας που έκανε χρήση αναβολικών από την ηλικία των έντεκα ετών: «Δεν μιλάμε για απλά παράπονα και ενοχλήσεις που μπορούν να θεραπευτούν με μια εγχείριση. Μιλάμε για καρκίνο, καρδιοπάθειες και κίρρωση του ήπατος».Στην άλλη όχθη βρίσκονται οι υποστηρικτές της απαγόρευσης της χρήσης ντόπινγκ με στόχο την αύξηση της αθλητικής απόδοσης.
Οι κανόνες των αθλημάτων βρίσκονται σε πλήρη αντίθεση με την τακτική αυτή των αθλητών, οι οποίοι εν γνώσει τους τις περισσότερες φορές παραβαίνουν τις «εναγώνιες» διατάξεις. Η χρήση του ντόπινγκ καταπατά την ηθική του αθλητισμού, αφού υπονομεύει την ευγενική άμιλλα και τη νίκη του καλύτερου. Ο αθλητικός συναγωνισμός χαρακτηρίζεται ως η καλύτερη και η πλέον άμεμπτη από ηθικής άποψης μορφή του ανθρώπινου συναγωνισμού, διότι οι κανόνες είναι ίδιοι για όλους τους αθλητές και έτσι ο καλύτερος έχει πάρα πολλές πιθανότητες να κερδίσει. Η χρήση όμως του ντόπινγκ θέτει σε αμφιβολία την παραπάνω άποψη, αφού οι αθλητές που κερδίζουν δεν είναι συνήθως οι καλύτεροι, αλλά αυτοί που έκαναν χρήση απαγορευμένων ουσιών και μεθόδων.
Με αφορμή, λοιπόν, το αν θα είμαστε υπέρ ή κατά του ντόπινγκ, μήπως πρέπει να βάλουμε αλλιώς τα ερωτήματα;
Τελικά, μήπως πρέπει να αποφασίσουμε αν θέλουμε ο αθλητισμός να είναι ένα εμπόριο ικανοτήτων, όπου θα κυριαρχεί η εκμετάλλευση των αθλητών, η χρησιμοποίησή τους ακόμη και μέσω γενετικής τους τροποποίησης ή και χωρίς αυτήν, μέχρι την κερδοφόρα τους προσφορά, κι έπειτα η απόσυρσή τους, χωρίς να νοιάζεται κανείς για τις επιπτώσεις όλης αυτής της εκμετάλλευσης στην υγεία των αθλητών και τη ζωή τους γενικότερα; Ή μήπως όχι;
Μήπως το βασικό, όμως, που πρέπει να αλλάξει είναι η αντίληψη για τον αθλητισμό και τον πρωταθλητισμό; Το ντόπινγκ είναι κοινωνικό φαινόμενο και όταν κυρίαρχο μοντέλο είναι η επιτυχία πάση θυσία, τότε η θυσία μπορεί να αφορά τον ίδιο τον αθλητή, την υγεία του και τη ζωή του. Είναι τελικά η κοινωνία και η πολιτεία που έχουν μεγάλες ευθύνες;
Ίσως η επιστροφή του ήθους και του σκοπού της άθλησης πρέπει να ξεκινήσει από την αναθεώρηση των κινήτρων, σκοπών και στόχων των διάφορων αθλητικών οργανισμών και σωματείων που έχουν τόσο πολύ εμπορευματοποιήσει την έννοια της άθλησης και τελικά την έχουν εκτροχιάσει από την αρχική της αγνή και ωφέλιμη ταυτότητα του «ευ αγωνίζεσθαι».
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου