Τα μαντεία, κατά την κλασική αρχαιότητα, ήταν ο επίσημος, θρησκευτικού χαρακτήρα θεσμός σε συγκεκριμένο τόπο, που έδινε σοφές συμβουλές, χρησμούς και μελλούμενα, περιβεβλημένα από το πνευματικό-θεϊκό στοιχείο. Λειτουργούσαν ως ενδιάμεσα με τους θεούς, ως πύλες.
Η μαντική τέχνη στις αρχαίες εποχές θεωρείτο ιερή, καθώς μέσω αυτής οι άνθρωποι είχαν την ευκαιρία να δέχονται την καθοδήγηση των θεοτήτων που λάτρευαν. Οι τόποι εξάσκησης αυτής της θεϊκής τέχνης, τα μαντεία, αποτελούσαν εστίες έλξης πολλών ανθρώπων αλλά και διαφορετικών πολιτισμών. Στις περισσότερες περιπτώσεις οι χρησμοί μεγάλων μαντείων επηρέαζαν με καταλυτικό τρόπο τα πολιτικά, κοινωνικά και πολεμικά δρώμενα και συνεπώς τον ρου της ιστορίας.
Οι μέθοδοι της μαντείας διέφεραν ανάλογα με τον τοπικό πολιτισμό και τις θεότητες που λατρεύονταν, αλλά σε κάθε περίπτωση, η μαντεία βασιζόταν σε ένα «μαγικό κλειδί» μέσω του οποίου ο μάντης αποκρυπτογραφούσε το βαθύτερο νόημα των γεγονότων της καθημερινότητας.
Η κύρια αρχή της μαντείας βρίσκεται στο γεγονός ότι, αναγνωρίζει την ύπαρξη ενός βασικού συνδέσμου ανάμεσα στην εσωτερική και την εξωτερική πραγματικότητα. Λέγεται μάλιστα ότι υπάρχει μια απέραντη σοφία πίσω από την ανάλυση των φαινομενικά τυχαίων γεγονότων του φυσικού κόσμου.
Μαντεία λοιπόν, είναι η τέχνη πρόβλεψης του μέλλοντος και ερμηνείας του παρόντος και του παρελθόντος με μέσα που δεν βασίζονται στη λογική και στην επιστήμη. Βασικό της στοιχείο είναι ο νόμος της αιτιότητας, δηλαδή η αναζήτηση των αιτιών μιας ενέργειας για να είναι εφικτή η πρόγνωση του μέλλοντος.
Κάτι ανάλογο με εκείνο που ο Γιουνγκ ονόμαζε, «Συγχρονικότητα», η οποία αποκαλύπτει τις αόρατες συνδέσεις μεταξύ του αντικειμενικού και του υποκειμενικού κόσμου. Στο ασυνείδητο της ανθρώπινης ύπαρξης βρίσκονται όλες οι πληροφορίες για τα αίτια των γεγονότων του μέλλοντός του. Πρόκειται για μία εξίσωση. Όποιος γνωρίζει τις απαραίτητες πληροφορίες για τις μεταβλητές και τις παραμέτρους τις μπορεί να την λύσει. Δηλαδή να προβλέψει το μέλλον. Το ανθρώπινο ασυνείδητο ή το υποσυνείδητο μπορεί να εκτελέσει τις απαραίτητες πράξεις για τη λύση αυτής της εξίσωσης αυτόματα.
Κατά τον Λαπλάς, «Πρέπει να βλέπουμε την παρούσα κατάσταση του Σύμπαντος ως αποτέλεσμα της προγενέστερης και ως αιτία αυτής που θα ακολουθήσει στο μέλλον. Μια διάνοια που σ’ ορισμένη στιγμή θα μπορούσε να γνωρίζει όλες τις δυνάμεις που κινούν την πλάση και τις θέσεις των όντων, θα ήταν σε θέση να γνωρίζει τόσο τις κινήσεις των πιο μεγάλων ουρανίων σωμάτων, όσο και των μικρών. Γι’ αυτή τη διάνοια τίποτε δεν θα ήταν αβέβαιο. Το μέλλον, όπως και το παρελθόν θα ήταν παρόν μπροστά της».
Η Μαντική στην Αρχαία Ελλάδα
Οι αρχαίοι Έλληνες έτρεφαν βαθιά εκτίμηση για την τέχνη-επιστήμη της μαντικής, η οποία ήταν ευρύτατα διαδεδομένη σε όλο τον αρχαίο ελλαδικό κόσμο, ενώ η Ελλάδα ήταν γνωστή ως η Πατρίδα των Χρησμών.
Η ετυμολογία των λέξεων «μαντική» και «μαντεία» ανάγεται στο ρήμα «μαίνεσθαι». Θεωρούνταν δηλαδή καταστάσεις ιερής μανίας-έκστασης, δηλαδή την έως ενός βαθμού, απώλεια του εγώ για συγκεκριμένο χρόνο. Προκειμένου να επιτευχθεί η πρόγνωση, ήταν απαραίτητο η Ψυχή να ελευθερωθεί από τους περιορισμούς του χώρου και του χρόνου, γι’ αυτό και οι μαντικές ικανότητες ενισχύονταν σε κατάσταση ύπνωσης ή έκστασης.
Η γυναικεία φύση θεωρείτο περισσότερο συμβατή με την μαντική διαδικασία και γι’ αυτό στην αρχαιότητα οι περισσότερες ήταν γυναίκες, οι λεγόμενες Πυθίες και Σίβυλλες, ενώ λιγοστοί ήταν οι άνδρες μάντεις. Πάντοτε όμως, μάντεις και μάντισσες, έπρεπε να υποβληθούν σε συγκεκριμένη προετοιμασία εξαγνισμού ώστε να εισέλθουν σε ειδική συνειδησιακή κατάσταση, μέσω της οποίας μπορούσαν να δεχθούν και να μεταδώσουν τη θεία θέληση.
Οι ερωτήσεις που ετίθεντο στους μάντεις, κυμαίνονταν από μεγάλα πολιτικά διλλήματα, πολεμικά ζητήματα και συμμετοχή σε συμμαχίες, έως και τις πιο απλές προσωπικές ανησυχίες της καθημερινότητας. Απαραίτητη προϋπόθεση όμως για τη λήψη του χρησμού ήταν, ο ερωτών, να βρίσκεται σε αρμονία με τις αρχές του φυσικού αλλά και του πνευματικού κόσμου. Για το λόγο αυτό υποβαλλόταν και ο ίδιος σε ειδική προετοιμασία, σωματική και ψυχολογική, προτού συμβουλευτεί κάποιο μαντείο. Οι χρησμοί εξέφραζαν τη θέληση των θεών και έτσι καθοδηγούσαν και διαμόρφωναν τη συμπεριφορά των ανθρώπων.
Η μαντική αποτελούσε αναπόσπαστο κομμάτι της θρησκευτικής και κοινωνικής ζωής των αρχαίων Ελλήνων αν και υπήρχαν διαφορετικές, συμπληρωματικές καλύτερα, προσεγγίσεις για τη φύση και την μεθοδολογία της.
Κατά τον Πλούταρχο, η πρόβλεψη του μέλλοντος ήταν αποτέλεσμα συντονισμού της Ψυχής του μάντη με πιο λεπτεπίλεπτους κόσμους, οι οποίοι φωτίζονταν από τον θεό του Φωτός τον Απόλλωνα, που διέλυε το σκότος με τις ακτίνες του. Η Κασσάνδρα, οι Σίβυλλες και οι Πυθίες θεωρούνταν «εξ Απόλλωνος μαινόμεναι». Ο Σωκράτης από την πλευρά του, θεωρούσε ότι η μαντική μπορούσε να γίνει κτήμα κάθε ανθρώπου μέσω της αυτογνωσίας. Οι Στωικοί πίστευαν πως, κάθε συμβάν συνδεόταν με ένα σύνολο γεγονότων, παρελθοντικών, σύγχρονων και μελλοντικών. Ο Δημόκριτος θεωρούσε τη μαντική ως εγγενή ικανότητα της Ψυχής, πίστευε δε ότι οι Ψυχές των μάντεων αλλά και των τρελλών είχαν διαφορετική σύνθεση από εκείνες των υπόλοιπων ανθρώπων.
Οι αρχαίοι Έλληνες διαιρούσαν τη μαντική τέχνη σε δύο κατηγορίες: στην άτεχνη και την έντεχνη, ονόματα τα οποία αποδόθηκαν από τον Κικέρωνα στο «Περί Μαντείας». Η φυσική ή άτεχνος μαντεία ήταν μια «έμφυτη» ικανότητα προφητείας, μια θεόπνευστη ορμή, που με αυτήν ο άνθρωπος γινόταν όργανο θείου πνεύματος. Αποτελούσε ένα χάρισμα που ασκείτο με άμεσο τρόπο από ένα αγνό άτομο που ήταν έτοιμο να δεχθεί την έμπνευση και να αποκαλύψει τη θεία βούληση. Από την άλλη πλευρά, η έντεχνη ή επαγωγική μαντεία διδασκόταν και συμπληρωνόταν από μακροχρόνια προσωπική πείρα.
Οι Ιεροί Τόποι των Μαντείων
Τα μαντεία, γενικά, διαδραμάτιζαν σημαντικό κοινωνικό ρόλο ασκώντας μεγάλη επιρροή στη ζωή των ατόμων και των πόλεων. Ήταν σπαρμένα σε όλη την Ελλάδα αποτελώντας ένα δίκτυο ιερών τόπων και είχαν καταλυτική επίδραση στη διαμόρφωση ιδεών. Άκμασαν έως τον 5ο αιώνα π.Χ. στα Αρχαϊκά και Κλασικά χρόνια, ενώ η παρακμή τους τοποθετείται γύρω στα Ελληνιστικά χρόνια.
Τρία ήταν τα βασικά χαρακτηριστικά ενός μαντείου: η θεότητα στην οποία ήταν αφιερωμένο, το ιερατείο και η τοποθεσία.
Οι σοφοί στην αρχαία Ελλάδα -αλλά και σε άλλες χώρες όπως την Αίγυπτο, την Αμερική, την Ανατολή- όριζαν, ως ιερούς τόπους, συγκεκριμένα μέρη στα οποία θεωρούσαν ότι διοχετεύονταν οι ουράνιες ενέργειες επάνω στον πλανήτη μας. Εκεί όπου υπήρχε ένα είδος Ιερογαμίας, εκεί όπου ενωνόταν ο Ουρανός με τη Γη. Θεωρούσαν επίσης, ότι κοντά στις Ισημερίες και τα Ηλιοστάσια αυτή η ένωση ανανεωνόταν.
Οι θέσεις των ιερών τόπων, σχημάτιζαν γεωμετρικά σχήματα που συχνά αναπαριστούσαν έναν είδος χάρτη του Ουρανού. Επειδή πίστευαν ότι «Όπως είναι επάνω είναι και κάτω», αναπαριστούσαν πάνω στη Γη αστρικά συστήματα και αστερισμούς ως οπτικές αντανακλάσεις της ουράνιας πραγματικότητας. Στον «Τίμαιο» του Πλάτωνα ορίζεται ότι αυτός ο κόσμος, ο αισθητός, είναι ακριβές αντίγραφο του ουράνιου σχεδίου, με αναλογίες συμμετρικές και αρμονικές. Η καρδιά της αρχαίας γνώσης βασιζόταν πάνω στην εναρμόνιση και αλληλοσυσχέτιση του Ουρανού και της Γης. Πίστευαν ότι τα άστρα εξέπεμπαν ενεργειακές δυνάμεις που καθώς διοχετεύονταν και εκδηλώνονταν στη Γη, δημιουργούσαν περαιτέρω ενεργειακά πεδία αλλά και «συνειδητότητα».
Όλοι οι λαοί, θεωρούσαν τον πλανήτη Γη ζωντανό οργανισμό. Πίστευαν πως η μητέρα Γαία τρεφόταν και διατηρείτο στη ζωή με ένα δίκτυο από υπόγειες ενεργειακές αρτηρίες, ανάλογες με εκείνες του ανθρώπινου σώματος. Στις αρτηρίες αυτές, τα λεγόμενα «τελλουρικά ρεύματα», έρεαν ηλεκτρομαγνητικές - αιθερικές ενέργειες. Οι διασταυρώσεις, τουλάχιστον δύο τέτοιων «αρτηριών», χαρακτηρίζονταν ως τόποι δύναμης, ως ιεροί χώροι. Είναι περιοχές όπου ο χώρος, ο χρόνος, η ύλη και η ενέργεια συμπεριφερόταν διαφορετικά από ότι συνήθως.
Οι ιεροί τόποι των μαντείων συχνά είχαν κάποια ιδιαίτερα φυσικά χαρακτηριστικά στα οποία οι πρόγονοί μας προσέδιδαν έναν ιδιαίτερο συμβολισμό. Έτσι ένα μαντείο μπορεί να βρισκόταν κοντά σε σπήλαια, πηγές, σχισμές βράχων και ρωγμές του εδάφους, που θεωρούνταν γενικά ως δίαυλοι επικοινωνίας με τους θεούς και τα πνεύματα. Ως πύλες μέσω των οποίων οι θεοί απευθύνονταν άμεσα στους ανθρώπους.
Στην Ελλάδα κάθε πυθόχρηστο, εξαρτώμενο από τους Δελφούς μαντείο, είχε έναν λίθινο ομφαλό. Οι ομφάλιοι λίθοι που έχουν διασωθεί σε αρχαίους ναούς, είναι «χάρτες» που δείχνουν τους ενεργειακούς μεσημβρινούς και παράλληλους, οι οποίοι συνδέουν γεωδαιτικά όχι μόνον τα αρχαία ιερά αλλά και τις πόλεις μεταξύ τους.
Θα παρουσιάσουμε στη συνέχεια κάποια από τα πιο σημαντικά μαντεία της Αρχαίας Ελλάδας.
Το Μαντείο της Δωδώνης
Πρόκειται για το αρχαιότερο ιερό-μαντείο που συναντάται στον ελλαδικό χώρο.Βρίσκεται πάνω στις παγωμένες κοιλάδες της Δωδώνης, στους πρόποδες του όρους Τόμαρος, σε υψόμετρο 600 μέτρων.
Η ύπαρξη του Μαντείου της Δωδώνης ως λατρευτικού χώρου χρονολογείται από το 2.600 π.Χ., αν και σύμφωνα με σύγχρονες αρχαιολογικές εκτιμήσεις η Δωδώνη ήταν ήδη ενεργή από την εποχή του χαλκού, επικεντρωμένη στη λατρεία της Μητέρας-Γης, για την οποία μάλιστα τελείτο θυσία Ιερού Ταύρου.
Η λατρεία του Δία ήρθε στη Δωδώνη αργότερα, από τους Σελλούς, και εξελίχθηκε σταδιακά σε κυρίαρχη. Ο Δίας λατρευόταν με πολλές ονομασίες, όπως Ζευς ο Πελασγικός, Νάϊος και Δωδωναίος. Με τη σύζυγο του Διώνη αποτελούσαν το «Ιερό Ζεύγος», ενώ η Διώνη εκπροσωπούσε την υγρή φύση και τη γονιμοποιό δύναμη του υγρού στοιχείου.
Ο Ηρόδοτος για την ίδρυση αυτού του μαντείου αναφέρει πως, δυο μαύρα περιστέρια ξεκίνησαν να πετούν από τις Θήβες της Αιγύπτου προς μέρη μακρινά. Το ένα έφτασε στην καρδιά της Λιβύης στην όαση της Σίβα όπου και ιδρύθηκε ο μαντείο του Άμμωνα, το άλλο έφτασε στη Δωδώνη, κούρνιασε πάνω σε μια βελανιδιά και δήλωσε με ανθρώπινη φωνή ότι εκεί έπρεπε να θεμελιωθεί το μαντείο του Δία.
Για πολλούς αιώνες το μαντείο της Δωδώνης ήταν μονάχα αυτή η βελανιδιά που συνομιλούσε με τον άνεμο. Είναι πραγματικά μοναδική η ύπαρξη ιερού χωρίς ναό, με μόνη την συγκεκριμένη βελανίδια, την οποία όλοι θεωρούσαν, ότι τη χρησιμοποιούσε ο θεός σαν γήινη κατοικία του. Για τον λόγο αυτό, ο Δίας εδώ, ονομαζόταν Νάιος-Φυγονάιος, αυτός δηλαδή που κατοικεί στην βελανιδιά. Το γεγονός ότι η βελανιδιά της Δωδώνης είχε μαντικές ιδιότητες οφειλόταν στην προηγούμενη σύνδεση της με την Γαία, την μητέρα όλων των μαντείων. Ενώ αυτό το δέντρο συνδέεται επιπλέον και με χθόνιες θεότητες: τον Ποσειδώνα, την Δήμητρα και τις Ερινύες.
Σύμφωνα με τους μύθους, δρυς είναι το δέντρο, επάνω στο οποίο ο Ζας (Δίας) άπλωσε το πέπλο που θα χάριζε στη γυναίκα του Χθονίη για τους γάμους τους. Ο Ζας έκανε να φυτρώσει μαγικά μια μεγάλη βαλανιδιά, για να γίνει θεμέλιο της Γης ή κατ΄ άλλη εκδοχή, κάλεσε από μακριά μια βαλανιδιά που πέταξε με μαγικό τρόπο ως αυτόν, χρησιμοποιώντας τα κλαδιά της για φτερούγες. Κατόπιν ύφανε ένα ρούχο που το στόλισε με τη Γη και τον Ωκεανό και το ακούμπησε επάνω στα απλωμένα της κλαδιά για να σχηματίσει την επιφάνεια της Γης.
Η φωνή του θεού εκφραζόταν με τον ψίθυρο των φύλλων που σάλευε ο άνεμος, με τις δονήσεις που αντηχούσαν οι μπρούτζινοι λέβητες πάνω στους τρίποδες γύρω από τον ιερό κορμό της βελανιδιάς, με το γουργουρητό των περιστεριών που κούρνιαζαν στα κλαδιά της. Πάνω στο παχύ στρώμα κάτω από την βελανιδιά ξάπλωναν οι ερμηνευτές του Δία οι οποίοι απαντούσαν με χρησμούς στα ερωτήματα που έγραφαν οι ενδιαφερόμενοι σε χάλκινο έλασμα. Μάντευαν ακόμη και από το κελάρυσμα του νερού της ιεράς πηγής Ναϊου ή πηγή του Διός.
Οι ιερείς ήταν Θεσπρωτοί που ονομάζονταν Σελλοί ή Ελλοί ίσως οι πρώτοι κομιστές του ονόματος Έλληνες. Οι Σελλοί περπατούσαν ξυπόλυτοι, δεν έπλεναν τα πόδια τους και κοιμούνταν κατάχαμα αφού πίστευαν ακράδαντα ότι κάθε προφητική δύναμη εκπορεύεται από τη γη. Στην Ιλιάδα διαβάζουμε: «Δία της Δωδώνης, πρωτοκυβέρνε, Πελασγικέ, που μένεις μακριά, την παγερή αφεντεύοντας Δωδώνη, και τρογύρα χαμοκοιτάμενοι, ανιφτόποδοι, ζουν οι Σελλοί οι δικοί σου προφήτες»
Αργότερα προστέθηκαν στο μαντείο οι τρείς ιέρειες-πελειάδες, όπου πελία, ονομάζεται το περιστέρι, που στην Ήπειρο σήμαινε γραία, σύμβολο της θεάς Γης. Ο Ηρόδοτος αναφέρεται στις ιέρειες: Τιμαρέτη, Νικάνδρη και Προμενεία που τραγουδούσαν τον περίφημο ύμνο «Ζευς ην, Ζευς εστί και Ζευς έσεται. Ω μεγάλε Ζευ!»
Το μαντείο γνωστό σε όλη την αρχαία Ελλάδα, αναφέρεται από τον Όμηρο στην «Ιλιάδα και την Οδύσσεια» και από τον Αριστοτέλη και τον Ηρόδοτο στην «Αργοναυτική Εκστρατεία». Στην διάρκεια τουλάχιστον δυο χιλιετηρίδων, άνθρωποι από διάφορα μέρη και περιοχές, βρέθηκαν στη Δωδώνη να ικετέψουν το θεό για μια απάντηση στα αγωνιώδη ερωτήματά τους. Κυρίως όμως απευθύνονταν σε αυτό Μακεδόνες, Ηπειρώτες, Αιτωλοί και Ακαρνάνες. Η εποχή της ακμής του μαντείου ήταν η Μυκηναϊκή εποχή (1500 – 1000 π.Χ.).
Άλλα Μαντεία Αφιερωμένα στον Δία
Το μαντείο του Δία στην Ολυμπία. Εδώ οι χρησμοί έβγαιναν από τη φωτιά της προσφερόμενης ζωοθυσίας.
Το μαντείο του Κρητογενούς Δία. Ο χρησμός διδόταν απευθείας στον ενδιαφερόμενο προσκυνητή, σε όνειρο, την ώρα που κοιμόταν στο «Μέγα Σπήλαιο».
Το μαντείο του Λυκαίου Δία και Πάνα πάνω στο Λυκαίο βουνό της Αρκαδίας όπου εκεί χρησμοδοτούσε προφήτισσα.
Το μαντείο του Άμμωνα Δία, στη Λιβυκή έρημο, στην όαση Σίβα. Εδώ, υπήρχε λίμνη τα νερά της οποίας την ανατολή ήταν χλιαρά, το μεσημέρι γίνονταν ψυχρότερα, κατά τη δύση του Ηλίου άρχιζαν να ξαναθερμαίνονται και ως τα μεσάνυχτα είχαν αρχίσει να βράζουν. Σύμφωνα με τον Διόδωρο τον Σικιελιώτη, στο μαντείο υπήρχε άγαλμα, υπό τη μορφή κριού, του Άμμωνα Ρα, που μπορούσε να μιλάει και να δίνει απαντήσεις.
Το Μαντείο των Δελφών
Ένας πανέμορφος τόπος ευλογημένος από τη μητέρα Γη, οι Δελφοί, ήταν η μαγική τοποθεσία, στην οποία αποφάσισε η Γαία, να εγκαταστήσει την ιέρειά της. Σε υψόμετρο γύρω στα 700 μέτρα στην περιοχή της αρχαίας Φωκίδας, ανάμεσα σε δυο πελώριους βράχους, τις Φαιδριάδες, υπήρχε το μαντείο. Η αρχή της λειτουργίας του χάνεται στα βάθη του χρόνου.
Πολύ παλιά ζούσε εκεί η θεά Γαία με τον γιο της, το ερπετό Πύθωνα. Δεν υπήρχε κανένα χτίσμα τριγύρω και μονάχα η γη άλλαζε φορεσιά ανάλογα με την εποχή του χρόνου. Σε αυτήν την μυθική εποχή πολύ πριν από την λατρεία του Απόλλωνα, έδινε τους χρησμούς μία ιέρεια της γης, ένα νεαρό κορίτσι, που καθόταν σε έναν τρίποδα πάνω σε ένα γήινο χάσμα.
Ο ιστορικός Ιουστίνος θεωρεί ότι αυτή είναι η αιτία της ίδρυσης του μαντείου στους Δελφούς, η ύπαρξη δηλαδή ενός χάσματος, από το οποίο έβγαιναν αναθυμιάσεις, που οδηγούσαν την μάντισσα σε κατάσταση έκστασης. Αυτές οι γήινες ρωγμές θεωρούνταν ιερές αφού χρησιμοποιούνταν ως δίοδοι επικοινωνίας με τα χθόνια βασίλεια.
Το μαντείο πέρασε στην εξουσία του Απόλλωνα κατά την Γεωμετρική περίοδο. Ο θεός πήρε το μαντείο από την Γαία αφού σκότωσε τον Πύθωνα, παίρνοντας έτσι το προσωνύμιο Πύθιος. Στη συνέχεια, για να εξαγνίσει το χώρο και τον εαυτό του έφερε μαζί του το ιερό του φυτό, τη δάφνη. Οι πρώτοι ιερείς του Απόλλωνα λέγεται ότι ήταν Κρήτες που είχαν έρθει εκεί με την μορφή Δελφινιών τους οποίους ο ίδιος μετέφερε στην πλάτη του. Έτσι ο Απόλλωνας ονομάστηκε Δελφίνιος και η τοποθεσία Δελφοί.
Ο Αισχύλος μέσα από την τραγωδία του «Ευμένιδες» μας παρουσιάζει μια διαφορετική εκδοχή. Η πρώτη μάντισσα των Δελφών ήταν η θεά Γη και στη συνέχεια οι κόρες της, η Θέμις και η τιτανίδα Φοίβη. Ο Απόλλωνας, έγινε Φοίβος, ήρθε από τη Δήλο και δεν χρειάστηκε να σκοτώσει τον Πύθωνα.
Ενώ ο Ευριπίδης στην «Ιφιγένεια εν Ταύροις» διατείνεται ότι ο Απόλλωνας ως βρέφος ήρθε με τη μητέρα του Λητώ από τη Δήλο, κατέλαβε το μαντείο και σκότωσε τον Πύθωνα. Θύμωσε όμως η Γη για τη βίαιη εκδίωξη της Θέμιδας και άρχισε να στέλνει προφητικά όνειρα στους ανθρώπους για να αποδυναμώσει τη δύναμη του θεού. Ο Δίας παρενέβη παραδίδοντας τελικά την εξουσία του τόπου στον Απόλλωνα.
Τέλος ο Ηράκλειτος αναφέρει πως: «Ο θεός που το μαντείο του βρίσκεται στους Δελφούς ούτε μιλά ούτε παραμένει σιωπηλός, αλλά δίνει σημάδια».
Οι Δελφοί ήταν το σημαντικότερο, το ιερότερο, μέρος της Αρχαϊκής περιόδου στην Ελλάδα. Επρόκειτο για βαθιά θρησκευτική εμπειρία στην οποία όλα τα ερωτήματα έβρισκαν απαντήσεις και οι συμβουλές των ιερέων του Απόλλωνα ακολουθούνταν κατά γράμμα.
Η εμπιστοσύνη όλων στη δύναμη του μαντείου ήταν τόσο μεγάλη που το συμβουλεύονταν για κάθε θέμα πολιτικό, ακόμα και προσωπικό. Φτωχοί αλλά και βασιλιάδες κατέφευγαν εκεί ή έστελναν αντιπροσώπους προκειμένου να ζητήσουν βοήθεια από τον θεό. Κατέφθαναν και αντιπροσωπείες από πόλεις που είχαν πληγεί από κάποια φυσική καταστροφή και ζητούσαν εξιλέωση.
Κατά την αρχαϊκή περίοδο αναγέρθηκε στους Δελφούς μεγαλόπρεπος Δωρικός ναός, που στην είσοδό του υπήρχαν τρείς επιγραφές: «Γνώθι Σαυτόν», «Μηδέν Άγαν» (κάνε τα πάντα με μέτρο) και στην κορυφή το παράξενο «Εν Δελφοίς Ε». Το Δελφικό Έψιλον, το αρχαιοελληνικό σύμβολο (κλείδα) που σχετιζόταν με τη μύηση του ανθρώπου στο Φως.
Την περίοδο του 7ου και 6ου π.Χ. αιώνα, όπου αυξήθηκε το ενδιαφέρον για νέες αποικίες, το μαντείο γνώρισε τη μεγαλύτερη ακμή του, καθώς πολλές αποστολές ξεκινούσαν μόνον αφού έπαιρναν πρώτα τον χρησμό. Αυτές τιμούσαν τον Απόλλωνα σαν Αρχηγέτη, ενώ αρκετές έπαιρναν το όνομα Απολλωνία. Όταν η αποίκηση στεφόταν με επιτυχία, οι προσφορές, και τα δώρα κατέκλυζαν τον ναό. Έτσι οι Δελφοί έγιναν η ισχυρότερη και πιο πλούσια πόλη της Ελλάδας, ενώ κάθε ισχυρή πόλη είχε χτισμένο εκεί το θησαυροφυλάκιο της. Οι πιο αδύναμες οικονομικά πόλεις, ανέγειραν αγάλματα στην Ιερά Οδό, ενώ όλες οι πόλεις-κράτη της Ελλάδας συνεισέφεραν οικονομικά και έστελναν θησαυρούς στους Δελφούς.
Ο Κλεισθένης έχτισε καινούργιες ενότητες στο ναό και θεσμοθέτησε τα Πύθια που τελούνταν κάθε τέσσερα χρόνια όπως και οι Ολυμπιακοί αγώνες. Κατά την περίοδο των Πυθίων αγώνων, εκτελούνταν παραστάσεις στο θέατρο και στο στάδιο, ενώ έως και 7.000 θεατές παρακολουθούσαν τους αθλητές στα αθλήματα και τις αρματοδρομίες.
Την επιμέλεια του μαντείου είχαν πέντε άνδρες, κάθε ένας από τους οποίους άνηκε σε μια από τις μεγάλες οικογένειες των Δελφών που ονομάζονταν Δευκαλιωνίδες. Αυτοί ονομάζονταν όσιοι, ενώ ο επικεφαλής τους προφήτης.
Πυθία ονομαζόταν η εκάστοτε Πρωθιέρεια του θεού Απόλλωνα στο μαντείο των Δελφών η οποία, μέσα σε έκσταση, απελευθερωμένη από τους περιορισμούς του χώρου και του χρόνου, μετέφερε την χρησμοδότηση του θεού προς τον ενδιαφερόμενο.
Η ιέρεια αγωνιζόταν καθώς το πνεύμα του θεού την καταλάμβανε γιατί, «όλος ο χρόνος συγκεντρώνεται μαζί και οι αιώνες συνωθούνται μέσα στο στήθος της…» Γιατί «μετρά τον αριθμό των κόκκων της άμμου στην παραλία και λογαριάζει τη θάλασσα. Καταλαβαίνει την ομιλία του μουγκού και ακούει τον άφωνο».
Η λέξη «Πυθία» προέρχεται από το αρχαίο ρήμα «πυνθάνομαι» που σημαίνει πληροφορούμαι. Άλλοι θεωρούν ότι προέρχεται από το «Πύθων», το όνομα του ερπετού της Γαίας.
Αρχικά, οι πρώτες ιέρειες-Πυθίες ήταν αφιερωμένες στην υπηρεσία του θεού, νεαρές, παρθένες των Δελφών. Αργότερα όμως αποφασίστηκε η Πυθία να είναι πάνω από 50 χρόνων. Άφηνε το σπίτι και την οικογένειά της και έμενε σε ένα συγκεκριμένο οίκημα μέσα στον ναό ώστε να διατηρείται αμόλυντη. Φορούσε άσπρα ρούχα και ζούσε βάσει των κανονισμών των ιερέων.
Πρώτη ιέρεια Πυθία του μαντείου των Δελφών ήταν η Φημονόη. Στην αρχή της λειτουργίας του το μαντείο είχε μόνο μία Πυθία. Όσο όμως τα χρόνια περνούσαν και η φήμη των Δελφών μεγάλωνε, οι Πυθίες ήταν συνήθως τρεις.
Αυτό που πρέπει να τονίσουμε είναι το γεγονός ότι, το μαντείο είχε τόσο ισχυρή θέση στη συνείδηση των Ελλήνων επειδή η Πυθία μετέφερε τα ίδια τα λόγια του Απόλλωνα, εκτελώντας τη λεγόμενη «ένθεο μαντική», την απευθείας προφητεία που δινόταν στους πιστούς διαμέσου των ιερέων και ιερειών.
Πριν από το χρησμό η Πυθία ακολουθούσε ένα τελετουργικό κάθαρσης εξαγνίζοντας το σώμα της στα ιερά νερά της Κασταλίας. Στη συνέχεια κατέβαινε στο άδυτον, έπαιρνε τη θέση της πάνω στο τρίποδο, άκουγε την ερώτηση από τους ιερείς που βρίσκονταν σε ένα διπλανό μικρό χώρο, μασώντας φύλλα δάφνης και πίνοντας νερό από την Κασσωτίδα, έπεφτε σε έκσταση, ενώ οι ιερείς κατέγραφαν και ερμήνευαν τα λόγια που πρόφερε. Οι χρησμοί που οι ιερείς «μετέφραζαν» ήταν συνήθως έμμετροι, σε δακτυλικό εξάμετρο και πολλές φορές είχαν διφορούμενη σημασία.
Στην Κασταλία πηγή εξαγνίζονταν εκτός από τους ιερείς και εκείνοι που ζητούσαν χρησμό οι λεγόμενοι θεοπρόπες. Πλήρωναν έναν ορισμένο φόρο, τον πελανόν, που δεν ήταν ο ίδιος για όλους, ενώ έπρεπε να προσφέρουν και θυσία στον ναό του Απόλλωνα. Έπρεπε δε, να γνωστοποιήσουν στους ιερείς εκ των προτέρων τα ερωτήματά τους. Τελικά εισέρχονταν μέσα στο άδυτο και οδηγούνταν σε μία ειδική θέση μπροστά στην Πυθία την οποία όμως δεν έβλεπαν γιατί εκείνη βρισκόταν πίσω από ένα παραπέτασμα.
Ο Πλούταρχος, ο οποίος διετέλεσε ιερέας του μαντείου, αναφέρει ότι η Πυθία χρησμοδοτούσε μια φορά τον χρόνο, στις 7 του μήνα Βυσίου (μέσα Φεβρουαρίου-Μαρτίου), ημέρα των γενεθλίων του Απόλλωνα. Από τον 6ο π.Χ αιώνα όμως που οι πιστοί άρχισαν να πληθαίνουν, το Μαντείο άρχισε να χρησμοδοτεί στις 7 κάθε μήνα, πλην των «αποφράδων ημερών», όπου δεν μπορούσε να δώσει χρησμό η Πυθία και τους τρεις χειμερινούς μήνες, γιατί ο Απόλλωνας ταξίδευε στους Υπερβορείους και την εξουσία του ιερού χώρου αναλάμβανε ο αδερφός του Διόνυσος. Στόχος του Δελφικού ιερού ήταν η τελειοποίηση του ανθρώπου και αυτό προϋπόθετε την συνεχή και αρμονική συνεργασία των δυο μεγάλων θεών.
Βασική επιδίωξη του μαντείου των Δελφών ήταν να απαλύνει τα ήθη των ανθρώπων σε προσωπικό αλλά και σε συλλογικό επίπεδο. Στο κεντρικό, σημείο της Απολλώνιας διδασκαλίας η οποία εκφραζόταν μέσω του μαντείου και των χρησμών, στέκονται δύο βασικές αντιλήψεις: το μέτρο και η αυτογνωσία. Η συμβολή του μαντείου ήταν καίρια και οδήγησε τους Έλληνες να κατακτήσουν προχωρημένες για την εποχή ανθρωπιστικές ιδέες.
Η αντίληψη του μαντείου για τον κατευνασμό των παθών, τον εξανθρωπισμό των ηθών και τον έλεγχο των βίαιων αντιδράσεων, μετεξελίχθηκε σε αρχή όλης της διδασκαλίας του και απετέλεσε θεμελιώδες στοιχείο στις αποφάσεις του. Όλοι οι χρησμοί διαπνέονταν από ένα αρμονικό ανθρώπινο λόγο, που εξέφραζε την απολλώνια διδασκαλία. Ενδεικτικά αναφέρουμε μερικά Δελφικά παραγγέλματα:
ΕΠΟΥ ΘΕΩ - Να ακολουθούμε τον θεό
ΣΕΑΥΤΟΝ ΑΙΔΟΥ - Να σεβόμαστε τον εαυτό μας
ΗΤΤΩ ΥΠΕΡ ΔΙΚΑΙΟΥ - Να μαχόμαστε για το δίκαιο, το καλό, το σωστό, το χρήσιμο
ΑΡΧΕ ΣΕΑΥΤΟΥ - Να κυριαρχούμε του εαυτού μας
ΘΥΜΟΥ ΚΡΑΤΕΙ - Να συγκρατούμε τον θυμό μας
ΟΜΙΛΕΙ ΠΡΑΩΣ - Να ομιλούμε με πραότητα
ΗΔΟΝΗΣ ΚΡΑΤΕΙΝ - Να είμαστε εγκρατείς
ΜΕΛΕΤΕΙ ΤΟ ΠΑΝ - Να μελετάμε τα πάντα
ΟΣΙΑ ΚΡΙΝΕ - Να κρίνουμε με αγιότητα
ΕΥΓΕΝΕΙΑΝ ΑΣΚΕΙ - Να είμαστε ευγενείς, να έχουμε ευγενική ψυχή
ΦΙΛΟΦΡΟΝΕΙ ΠΑΣΙΝ - Να αγαπάμε τους πάντες και τα πάντα
ΦΥΛΑΚΗΝ ΠΡΟΣΕΧΕ - Να είμαστε σε εγρήγορση
ΦΙΛΙΑΝ ΑΓΑΠΑ - Να αγαπάμε τη φιλία
ΣΟΦΙΑΝ ΖΗΤΕΙ - Να αναζητούμε τη σοφία
ΛΕΓΕ ΠΡΑΤΤΕ ΔΙΚΑΙΑ - Να πράττουμε δίκαια
ΜΑΝΘΑΝΩΝ ΜΗ ΚΑΜΝΕ - Να μην κουραζόμαστε να μαθαίνουμε
ΧΡΟΝΟΥ ΦΕΙΔΟΥ - Να εκμεταλλευόμαστε τον χρόνο μας
ΕΠΙ ΡΩΜΗ ΜΗ ΚΑΥΧΩ - Να μην καυχιόμαστε για τη δύναμή μας
ΕΥΓΝΩΜΩΝ ΓΙΝΟΥ - Να είμαστε ευγνώμονες
ΤΕΛΕΥΤΩΝ ΑΛΥΠΟΣ - Να πεθαίνουμε χωρίς λύπη
ΠΑΙΣ ΩΝ ΚΟΣΜΙΟΣ ΙΣΘΙ, ΗΒΩΝ ΕΓΚΡΑΤΗΣ,
ΜΕΣΟΣ ΔΙΚΑΙΟΣ, ΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΣ ΣΟΦΟΣ - Να είμαστε κόσμιοι, έφηβοι εγκρατείς,
άνδρες δίκαιοι, γέροντες σοφοί
Οι χρησμοί αυτοί, που η φύση τους μας έγινε γνωστή από επιγραφές και από έργα αρχαίων συγγραφέων, αποτελούσαν για τον ελληνικό κόσμο της εποχής Νόμο. Το μαντείο έμεινε ζωντανό όλους τους αιώνες της ακμής του ελληνικού πολιτισμού.
Στη νεότερη εποχή, ο χώρος των Δελφών συνδέθηκε με τον μεγάλο μας ποιητή Άγγελο Σικελιανό, ο οποίος συνέλαβε την «Δελφική Ιδέα», δηλαδή τη δημιουργία ενός παγκόσμιου πνευματικού πυρήνα, ικανού να συνθέσει τις αντιθέσεις των λαών. Οργάνωσε τις «Δελφικές Εορτές», με τις παραστάσεις των τραγωδιών του Αισχύλου «Προμηθεύς Δεσμώτης», το 1927, και «Ικέτιδες», το 1930. Η «Δελφική Ιδέα» περιελάμβανε, επίσης, την «Δελφική Ένωση», μια παγκόσμια ένωση για την συναδέλφωση των λαών, και το «Δελφικό Πανεπιστήμιο».
Ισχυρή παρακαταθήκη του μαντείου είναι το γεγονός ότι ο ελληνικός λαός κράτησε στον πυρήνα του, υποσυνείδητα, Απολλώνια, πνευματικά φωτεινά χαρακτηριστικά.
Σήμερα οι Δελφοί έχουν χαρακτηρισθεί από την UNESCO ως τόπος παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς.
Άλλα Μαντεία Αφιερωμένα στον Θεό Απόλλωνα
Το μαντείο στα Δίδυμα της Μιλήτου. Ένα σημαντικό αρχαίο ιερό και ταυτόχρονα μαντείο, αφιερωμένο στα δίδυμα αδέλφια Απόλλωνα και Άρτεμη. Ιδρύθηκε από τον Ηρόδοτο και τον Παυσανία. Εδώ υπήρχε πηγή που προκαλούσε μαντική έκσταση. Οι Πέρσες κατέστρεψαν τον ναό και πήραν πολλά αγάλματα του Απόλλωνα. Το 334 π.Χ. ανοικοδομήθηκε από τον Μέγα Αλέξανδρο και το 300 π.Χ. ο Σέλευκος επανέφερε τα αγάλματα, ξαναέχτισε τον ναό ο οποίος έγινε ένας από τους μεγαλύτερους ναούς του ελληνιστικού κόσμου.
Το μαντείο στις Αβές της Φωκίδας. Ήταν αφιερωμένο στον Απόλλωνα, κοντά στο σημερινό χωριό Έξαρχος, στο Υφάντειο Όρος. Καταστράφηκε από τον Ξέρξη στον ιερό πόλεμο από τους Βοιωτούς. Λειτουργούσε ακόμα ως τους Ρωμαϊκούς χρόνους. Το εν λόγω μαντείο συμβουλεύτηκε κάποτε και ο Κροίσος. Η παράδοση αναφέρει ως ιδρυτές τους αποίκους από το Άργος που ήρθαν με τον Άβαντα, ενώ κατά τον Στράβωνα, ο Αριστοτέλης αποδίδει την ίδρυση του μαντείου στους Θράκες.
Το μαντείο του Σπονδείου Απόλλωνα στη Θήβα, στο οποίο οι ιερείς χρησμοδοτούσαν, στηριζόμενοι στα σημεία τυχαίων ήχων.
Το μαντείο του Απόλλωνα στη Δήλο. Ιερό πανελλήνιας φήμης, όπου οι χρησμοί δίδονταν μόνο το καλοκαίρι.
Το μαντείο του Ισμηνίου Απόλλωνα στη Θήβα, όπου εφαρμοζόταν η Εμπυρομαντεία, η προσπάθεια πρόβλεψης του μέλλοντος βασιζόμενη στην παρατήρηση της καύσης των προσφορών των πιστών προς τους θεούς τους.
Το μαντείο του Απόλλωνα στις Υσιές της Βοιωτίας που βρισκόταν στους πρόποδες του Κιθαιρώνα.
Το μαντείο του Απόλλωνα στο Πτώο της Θήβας. Οι χρησμοί δίδονταν κυρίως στην Αιολική διάλεκτο.
Το μαντείο στα Πάταρα της Λυκίας. Ήταν αφιερωμένο στον Πατάρεω Απόλλωνα, όπου οι χρησμοί δίνονταν μόνο τον χειμώνα.
Το μαντείο του Θυρξέα Απόλλωνα, στις Κυανέες της Κιλικίας. Υπήρχε πηγή, όπου ο χρησμολόγος έβλεπε τα μελλούμενα σε θεία εικονική αποκάλυψη.
Το μαντείο του Κλάρου στον Κολοφώνα. Ιδρύθηκε από το ιερατείο των Δελφών και ήταν αφιερωμένο στον Κλάριο Απόλλωνα.
Το Νεκρομαντείο του Αχέροντα
Διάδρομος από το Νεκρομαντείο του Αχέροντα.
Η λέξη «Νεκρομαντείο» προέρχεται από την αρχαία ελληνική «Νεκυομαντείο» που δηλώνει τη μαντεία από τους νεκρούς.Φέρεται ότι πρωτοχρησιμοποιήθηκε από τον Ωριγένη κατά τον τρίτο αιώνα.
Τα νεκρομαντεία της αρχαιότητας ιδρύονταν συνήθως σε μέρη που θύμιζαν είσοδο προς τον κάτω κόσμο, τον Άδη, τον κόσμο των νεκρών. Έτσι, σπηλιές, χάσματα γης, ποτάμια ή λίμνες (Αχερουσία λίμνη) θεωρούνταν πύλες εισόδου στον Άδη αλλά και σημεία από τα οποία ο νεκρός ανέβαινε στον πάνω κόσμο για να απαντήσει στα ερωτήματα που του έθεταν. Η ύπαρξή τους βασιζόταν στην πίστη του αρχαίου ελληνικού κόσμου, ότι η Ψυχή κατά την απελευθέρωσή της από το σώμα, αποκτούσε μαντικές ικανότητες.
Στα νεκρομαντεία προσέρχονταν οι πιστοί για να συμβουλευτούν τις Ψυχές των νεκρών οι οποίοι ανέβαιναν από τον κάτω κόσμο, μέσω ενός συγκεκριμένου τελετουργικού.
Οι πρώτοι τόποι άσκησης της νεκρομαντείας υπήρξαν οι τάφοι όπου οι ζωντανοί προσέφεραν αρώματα και τροφές στους πεθαμένους και προσπαθούσαν να καλέσουν τα πνεύματά τους με διάφορες τεχνικές. Αργότερα άρχισαν να ιδρύονται τα νεκρομαντεία, στα οποία προσέρχονταν οι πιστοί για να συμβουλευτούν τις Ψυχές των νεκρών. Η κατοχή σημαντικών πληροφοριών από τους νεκρούς προερχόταν από τα γεγονότα που είδαν και άκουσαν κατά τη διάρκεια της επίγειας ζωής τους αλλά και της μεταθανάτιας ζωής τους.
Το πιο διάσημο νεκρομαντείο της αρχαιότητας ήταν το Νεκρομαντείο του Αχέροντα. Χτισμένο στην κορυφή ενός λόφου, στο χωριό Μεσοπόταμος, στην Πρέβεζα, στο σημείο όπου έσμιγε ο ποταμός Αχέρων με τον Κωκυτό και τον Πυριφλεγέθοντα, στις βορειοδυτικές όχθες της Αχερουσίας λίμνης, εκεί ήταν η είσοδος του κόσμου των Ψυχών. Ο Όμηρος στην «Οδύσσεια» περιγράφει λεπτομερώς αυτή την περιοχή κατά την κάθοδο του Οδυσσέα στον Άδη για να συμβουλευτεί τον μάντη Τειρεσία.
Καταλυτικός για τη μαντεία ήταν ο ρόλος των ιερέων, οι οποίοι έπαιρναν πληροφορίες για την κατάσταση του επισκέπτη και στη συνέχεια τον οδηγούσαν στο νότιο τμήμα της αυλής όπου βρίσκονταν τα δωμάτια παραμονής και προδιαίτησης. Εκεί παρέμεναν οι επισκέπτες για να προετοιμαστούν για τη δοκιμασία που θα ακολουθούσαν.
Εδώ οι επισκέπτες υποβάλλονταν σε ειδική δίαιτα με ουσίες που προκαλούσαν αναστάτωση στον οργανισμό τους. Όταν έκρινε ο ιερέας ότι κάποιος ήταν έτοιμος, τον οδηγούσε στον ανατολικό διάδρομο μέσα από την τρίτη πύλη, αφού όμως επισκεπτόταν πρώτα το λουτρό και έπλενε τα χέρια του σε ένα πιθάρι με νερό. Τελικά ο επισκέπτης οδηγούνταν στο τελευταίο, το βόρειο δωμάτιο για άγνωστο χρονικό διάστημα. Εδώ η δίαιτα γινόταν αυστηρότερη και με τις συνεχείς προσευχές αλλά και τις διηγήσεις του ιερέα μέσα στο σκοτάδι, έφθανε σε μια μεταβαλλόμενη κατάσταση συνείδησης.
Τελικά με οδηγό τον ιερέα, ο επισκέπτης έβγαινε στον ανατολικό διάδρομο όπου θυσίαζε ένα ζώο και κατευθύνονταν στην πύλη του νότιου διαδρόμου, ο οποίος ήταν δαιδαλώδης σαν λαβύρινθος με τρεις τοξωτές πύλες που είχαν σιδερένιες πόρτες με καρφιά ώστε να ενισχύεται η αίσθηση του κάτω κόσμου. Εδώ πρόσφεραν στους θεούς άλευρα (άλφιτα) μέσα σε πήλινες λεκάνες τις οποίες έσπαγαν επιτόπου.
Η τελευταία πύλη ήταν η είσοδος του ιερού επίσης σιδερόφρακτη και οδηγούσε στην κεντρική αίθουσα. Εκεί γινόταν οι «χοές» προσφορές σε υγρή μορφή, όπως γάλα, μέλι, κρασί και αίμα θυσιασμένων ζώων, που χύνονταν στο πλακόστρωτο δάπεδο για να εξευμενίσουν τους θεούς του κάτω κόσμου. Τότε εμφανίζονταν σε αυτό το χώρο οι «σκιές» των νεκρών και μιλούσαν στον επισκέπτη.
Οι Ψυχές θεωρούνταν άυλες, σαν «σκιές». Τα «είδωλα» των Ψυχών ανέβαζαν οι ιερείς με σιδερένιους μοχλούς από την υπόγεια αίθουσα. Ιδιαίτερα αξιοσημείωτη είναι η ακουστική του χώρου της υπόγειας αίθουσας. Εκεί βασίλευε απόλυτη ησυχία ενώ ταυτόχρονα ο τρόπος αντήχησης του χώρου ήταν εξαιρετικά υποβλητικός. Ο χώρος ήταν έτσι κατασκευασμένος, ώστε να δημιουργεί στον επισκέπτη του έντονα ψυχοακουστικά φαινόμενα.
Στο τέλος οι πιστοί αποχωρούσαν από άλλη έξοδο ώστε να μην έρθουν σε επαφή με τους επόμενους επισκέπτες εξασφαλίζοντας έτσι τη μυστικότητα. Η οποιαδήποτε μαρτυρία του χρησμού αποτελούσε βλασφημία και οδηγούσε ακόμα και σε θάνατο.
Άλλα Νεκρομαντεία
Το μαντείο Άορνον, στην αρχαία Θεσπρωτία. Εδώ αναδυόταν δηλητηριώδεις ατμοί μέσα από μια σπηλιά. «Η σπηλιά του Χάροντα» φημολογείται ότι ήταν μια από τις εισόδους για τον Άδη.
Το μαντείο στο Χαρώνειο Άντρο, κοντά στη Νύσα της Καρίας αφιερωμένο στη Δήμητρα και την Κόρη.
Το Τροφώνιο Μαντείο
Το άνοιγμα του Τροφώνειου μαντείου.
Το αρχαίο Τροφώνιο μαντείο βρισκόταν στη Βοιωτία και πήρε το όνομά του από τον Τροφώνιο, γιο του Απόλλωνα, ήρωα και πρίγκιπα του Ορχομενού, τον οποίο κατάπιε μια μέρα η γη και εξαφανίστηκε. Καιρό αργότερα, αποδόθηκε σε αυτόν, η φωνή ενός άλλου αρχαίου μαντείου του κάτω κόσμου, το οποίο προϋπήρχε στη Λειβαδιά στις πλούσιες πηγές του ποταμού Έρκυνα.
Ο Έρκυνας είναι ένας στενός ορμητικός ποταμός, που ακόμα κινεί τους παλιούς νερόμυλους της Λειβαδιάς. Στις πηγές του υπήρξε κάποτε το ιερό της Έρκυνας, μιας αρχαίας θεάς της βλάστησης που την κλασσική εποχή ο μύθος συσχέτισε με την Δήμητρα. «Η Έρκυνα και η Κόρη, η θυγατέρα της Δήμητρας, έπαιζαν μια μέρα εκεί με μία χήνα. Ξαφνικά η χήνα ξέφυγε από τα χέρια της Έρκυνας και άρχισε να τρέχει φτεροκοπώντας ώσπου κρύφτηκε μέσα σε μια σπηλιά. Η Κόρη πήγε να την ψάξει και την βρήκε κουλουριασμένη κάτω από ένα βράχο. Μόλις την έβγαλε από εκεί, άρχισε να αναβλύζει με δύναμη μια πηγή που από τότε φέρει το όνομα της». Κοντά στις πηγές της Έρκυνας βρισκόταν το ιερό άλσος του Τροφωνίου. Υπήρχαν εκεί τα αγάλματα του ήρωα και του κοριτσιού να κρατούν σκήπτρα που πάνω τους αναρριχούνταν φίδια. Μέσα σε αυτό το μαγικό τοπίο, τιμούνταν επίσης, οι Νύμφες, ο Ερμής και ο Πάνας καθώς και η μητέρα των θεών, η Ρέα.
Κατά τον Παυσανία υπάρχει μια άλλη εξήγηση για τον τρόπο με τον οποίον ανακαλύφθηκε η τρύπα του Τροφώνιου Μαντείου: «Ένα μεγάλο σμήνος από άγριες μέλισσες εμφανίστηκε στην Λιβαδειά, κάποιοι το ακολούθησαν ως την τεράστια κυψέλη του κάτω από την γη», και αυτό τους οδήγησε στην ανακάλυψη του μαντείου. Γι' αυτόν το λόγο ο Τροφώνιος συχνά απεικονίζεται να κρατά μία κυψέλη μελισσών.
Εκείνοι που έρχονταν να συμβουλευτούν το μαντείο, υποβάλλονταν για λίγες μέρες σε εξαγνισμό σε αυτό το ιερό άλσος. Διέμεναν στην ονομαζόμενη «οικία του αγαθού δαίμονα και της αγαθής τύχης». Λούζονταν στα κρύα νερά του ποταμού και έτρωγαν μόνο από το κρέας των θυσιασμένων κριαριών.
Ο Παυσανίας που συμβουλεύτηκε προσωπικά αυτό το μαντείο αναφέρει πως μια νύχτα αφού είχε πιει το νερό της λήθης οδηγήθηκε στο ειδικό σημείο από δυο δεκατριάχρονα αγόρια. Αυτά τα αγόρια τα ονόμαζαν Ερμές, όπως τον ψυχοπομπό, αφού η προσφυγή στο μαντείο ήταν μια συμβολική κάθοδος στον Άδη. Η είσοδος στο μαντείο δεν σώζεται αλλά γνωρίζουμε ότι βρισκόταν κοντά στις πηγές και έμοιαζε με το χείλος ενός πηγαδιού. Ο Ερωτών κατέβαινε μόνος από μια εύθραυστη χειρόσκαλα, ξάπλωνε ανάσκελα στο έδαφος κρατώντας στα χέρια κριθαρόπιτες για να τις προσφέρει στα φίδια. Έχωνε τα πόδια του σε ένα στόμιο που έμοιαζε με άνοιγμα φούρνου και ένιωθε να τον τραβάει στο εσωτερικό ένας βίαιος χείμαρρος.
Ο Πλούταρχος μας διηγείται όσα είδε ο νεαρός Τίμαρχος τη νύχτα που κατέβηκε στο μαντείο. «Όταν κοίταξε προς τα πάνω δεν είδε άλλη στεριά παρά κάποια νησιά που λαμπύριζαν με μια απαλή φλόγα. Όταν κοίταξε προς τα κάτω αντίκρισε μια τεράστια άβυσσο. Από εκεί έφτασαν στα αυτιά του χιλιάδες ουρλιαχτά και μουγκρητά ζώων, φωνές μικρών παιδιών αχνά σαν κάτι να έφτανε από πολύ μακριά και να ανέβαινε από το απέραντο κενό και αυτό τον τρομοκράτησε πολύ. Λίγο μετά κάτι αόρατο του μίλησε και του είπε. "Τίμαρχε τι θέλεις να μάθεις;" Και εκείνος αποκρίθηκε, "Τα πάντα. Άραγε υπάρχει κάτι που να μην είναι θαυμάσιο και εκπληκτικό;"» Ο Τίμαρχος παρέμεινε στο εσωτερικό δύο νύχτες και μια μέρα νιώθοντας σαν να δραπέτευε η Ψυχή του από τις ρωγμές του κρανίου του.
Η κάθοδος στο μαντείο ήταν εμπειρία συγκλονιστική αλλά το ίδιο και η έξοδος. Συνήθως έβγαιναν από εκεί μέσα μετά από 2-3 ημέρες μέσα από την ίδια τρύπα που είχαν εισέλθει. Έβγαιναν με ορμή από εκεί σαν να τους εξωθούσε μία μεγάλη αντιβαρυτική δύναμη, ήταν ζαλισμένοι, αποχαυνωμένοι και συνέρχονταν μόνο ακολουθώντας τις οδηγίες που τους έδιναν οι ιερείς. Τους έβαζαν να καθίσουν στον επονομαζόμενο «θρόνο της μνημοσύνης» όπου οι ιερείς τους ρωτούσαν σχετικά με ό,τι είχαν δει και ακούσει κατά την επαφή τους με την θεότητα. Κατόπιν οι συγγενείς τους τούς συνόδευαν στον οίκο του αγαθού δαίμονα και της αγαθής τύχης όπου σιγά-σιγά ανακτούσαν το χαμόγελο τους. Αυτά που είδαν, άκουσαν και έμαθαν μέσα στο Τροφώνιο δεν επιτρεπόταν να τα διηγηθούν σε τρίτους.
Το Υδρομαντείο της «Πυθίας του Αρχιπελάγους» ή του Αι Γιώργη του Βαλσαμίτη
Σε απόσταση τριών χιλιομέτρων από τη Χώρα της Αμοργού, υπάρχει από την αρχαιότητα έως και σήμερα, το υδρομαντείο του θεού Απόλλωνα.
Ήταν τόσο γνωστό, που άνθρωποι απ’ όλα τα σημεία της Ελλάδας και της Μικράς Ασίας έρχονταν σε αυτόν τον ιερό τόπο, για να το συμβουλευτούν. Το υδρομαντείο λειτουργούσε υπό τη φροντίδα του ιεροφάντη με τους τελετουργικούς τύπους που επέβαλε η καθιερωμένη θρησκεία και κατά τις γιορτές των Απολλωνίων χιλιάδες άνθρωποι κατέφθαναν, για να προσφέρουν τις σπονδές τους και να λάβουν τους χρησμούς του μαντείου.
Τον 8ο αιώνα στο ίδιο σημείο βρέθηκε η εικόνα του Αι Γιώργη και οι κάτοικοι για να τον τιμήσουν έχτισαν ναό. Το τέμπλο του χρονολογείται από το 1886 και οι τοιχογραφίες του μετρούν τουλάχιστον 600 χρόνια. Βρίσκεται σε μια χαράδρα και το εκκλησάκι μοιάζει από μακριά με λευκό περιστέρι που κάθεται στην πλαγιά του βουνού, ενώ τώρα έχει χτιστεί και μοναστήρι.
Ο «Αι Γιώργης ο Βαλσαμίτης», λένε ότι ονομάστηκε έτσι λόγω του χαρακτηριστικού φυτού που ευδοκιμούσε στην περιοχή, είναι γνωστός για το «αγίασμά» του ή το «λάλων ύδωρ», στο οποίο αποδίδονται προφητικές ιδιότητες, γι’ αυτό ονομάζεται επίσης «Πυθία του Αρχιπελάγους». Κάποτε στην περιοχή ζούσε ένας λεπρός, που πήγε εκεί για να πιει νερό. Έπλυνε το πρόσωπό του, για να δροσιστεί από την καλοκαιρινή ζέστη και αυτομάτως τα σημάδια της αρρώστιας του εξαφανίστηκαν. Από τότε, το νερό του Αι Γιώργη του Βαλσαμίτη έγινε ξακουστό για τις θαυματουργές ιδιότητές του. Έτσι, είναι πιθανόν το όνομα Βαλσαμίτης να έχει προκύψει από το χαρακτηρισμό του ως «θεραπευτή», γιατί «βάλσαμο» σημαίνει και «γιατρικό».
Στην αρχή, το νερό αυτό θεωρούνταν ιαματικό, όμως αργότερα και αυτό είναι πρωτοφανές, έγινε χριστιανικό Υδρομαντείο! Όποιος πιστός ήθελε να συμβουλευτεί το αγίασμα, πήγαινε στην εκκλησία, έκανε τον σταυρό του προσκυνώντας το εικόνισμα του Αγίου, άναβε κερί και παρακαλούσε τον Αι Γιώργη για την βοήθειά του. Έπαιρνε νερό με ένα λευκό φλιτζάνι και ανάλογα με τα σημεία που θα παρουσιάζονταν στο αρχικά καθαρό νερό, αποφάσιζε αν θα προχωρούσε η υπόθεση που μελετούσε ή όχι. Στην συνέχεια ξαναπροσκυνούσε την εικόνα, έκανε τον σταυρό του και έφευγε. Ωστόσο, δεν υπήρχαν πολλοί που μπορούσαν να εξηγήσουν τα «σημάδια» του αγιάσματος. Συνήθως, αυτήν την ικανότητα είχαν κάποιοι γέροντες και ορισμένοι ιερείς. Οι κάτοικοι του νησιού, μερικές εποχές, δεν ξεκινούσαν τίποτα, πριν συμβουλευτούν πρώτα το αγίασμα! Το Υδρομαντείο έπαψε να λειτουργεί κατά το τέλος της δεκαετίας του 1960, ενώ την φροντίδα του μοναστηριού την έχει αναλάβει μια μοναχή.
Στις περισσότερες περιοχές η υδρομαντεία περιοριζόταν στην παρατήρηση της ήρεμης επιφάνειας νερού εντός δοχείου όπου στην συνέχεια έριχναν πολύτιμα αντικείμενα και παρακολουθούσαν τους σχηματιζόμενους κύκλους ή τον τρόπο βύθισης των. Αλλού ασκούσαν την υδρομαντεία κρατώντας πάνω από το δοχείο ύδατος δακτύλιο που εξαρτιόταν από κλωστή.
Υδρομαντεία υπήρχαν και σε άλλα σημεία του ελλαδικού χώρου όπως αυτό στις Κυανέες της Λυκίας όπου χρησιμοποιούνταν υδάτινη πηγή για προφητεία. Πολύ πρόσφατα αρχαίο πηγάδι υδρομαντείας, βρέθηκε στον Κεραμεικό!
Ασκληπιεία-Ονειρομαντεία
Ο Ασκληπιός ήταν ο θεός της Ιατρικής που λατρευόταν σε όλο τον ελλαδικό χώρο κατά την αρχαιότητα. Ήταν η κεντρική φυσιογνωμία του αρχετύπου των ηρώων-θεραπευτών.
Δεν υπήρξε μονάχα γιατρός αλλά και χρησμωδός, κατείχε μαντικές ικανότητες· ήταν ευεργετικός θεός, προστάτης και παντοδύναμος σωτήρας των ανθρώπων. Πρόσφερε απλόχερα τη βοήθειά του σε κάθε άνθρωπο που είχε ανάγκη, δείχνοντας έμπρακτα αγάπη και συμπόνια. Με αυτόν τον τρόπο μας δίδασκε ότι αληθινός γιατρός είναι εκείνος που, χωρίς ιδιοτελή κίνητρα, προσφέρει τον εαυτό του στην μεγάλη μάχη για τη θεραπεία του κόσμου. Το κύρος των Ασκληπιείων στην αρχαία Ελλάδα ήταν πολύ μεγάλο και αναφέρονταν με σεβασμό και θαυμασμό.
Τα Ασκληπιεία ήταν ιεροί χώροι, αφιερωμένοι στον Ασκληπιό ή σε άλλους θεούς ή ήρωες. Οι άρρωστοι που προσέρχονταν για θεραπεία ακολουθούσαν διαδικασίες που περιλάμβαναν δεήσεις, θυσίες, ακροάσεις μουσικών εκτελέσεων ή θεατρικών παραστάσεων, λουτρά, δίαιτα κ.λπ.
Το τελικό στάδιο ήταν η εγκοίμηση, δηλαδή ο άρρωστος κοιμόταν μέσα σε ειδικό χώρο και, στον ύπνο του, εμφανιζόταν ο θεός ή κάποια άλλη μορφή που εκτελούσε την θεραπεία ή έδινε στον άρρωστο θεραπευτικές οδηγίες. Κατά τους αρχαίους, καθώς η ψυχή διαχωριζόταν από το σώμα ταξίδευε στον χωροχρόνο όπου συναντούσε άλλες ψυχές, οι οποίες είχαν γνώση του μέλλοντος. Τα όνειρα, θεωρούνταν πως βρίσκονταν κοντά στις ψυχές των νεκρών, αντιμετωπίζονταν ως τρόποι άντλησης πληροφοριών για το μέλλον. Υπήρχαν εξειδικευμένοι ερμηνευτές ονείρων οι λεγόμενοι ονειροπόλοι ή ονειρομάντεις.
Τα κυριότερα Ασκληπιεία ήταν τα εξής:
Το μαντείο του Ασκληπιού στην Επίδαυρο. Επρόκειτο κυρίως για χώρο θεραπείας. Ένας τρόπος θεραπείας ήταν και η μαντική, που συνόδευε την εγκοίμηση του ασθενούς. Με την εγκοίμηση ο θεός εμφανιζόταν στο όνειρο υπό διάφορες μορφές.
Το μαντείο του Ασκληπιού στην Τρίκκη. Ανάλογη περίπτωση με το Ασκληπιείο της Επιδαύρου. Κατά τον Διόδωρο τον Σικελιώτη επρόκειτο για το πρώτο Ασκληπιείο, ιδρυμένο από τον ίδιο τον Ασκληπιό κατά το 1255 – 1200 π.Χ.
Το μαντείο της Τιτάνης στη Συκεωνία. Επρόκειτο περί Ασκληπιείου.
Το μαντείο του Διόνυσου στην Αμφίκλεια όπου, κατά τον Παυσανία, δίνονταν θεραπευτικές ονειρομαντίες.
Το μαντείο του Αμφιάραου στον Ωρωπό, όπως λέει ο Στράβων, από τα ονομαστότερα θεραπευτήρια και ονειρομαντεία.
Το μαντείο στην Τελμησσό της Λυκίας, ήταν ονειρομαντείο, το οποίο συμβουλεύτηκαν τόσο ο Μέγας Αλέξανδρος όσο και ο Κροίσος.
Το μαντείο στις Θαλάμες της Λακωνίας, ήταν και αυτό ονειρομαντείο.
Το μαντείο της Ινούς, στην Επίδαυρο της Λιμυράς και στο Οίτυλο, ήταν κυρίως ονειρομαντεία.
Το μαντείο της Ακραίας Ήρας ήταν ονειρομαντείο.
Το μαντείο της Πασιφάης στους Θαλάμους της Λακωνίας, όπου και εκεί εφαρμοζόταν η ονειρομαντεία.
Μαντεία Αφιερωμένα σε Άλλους Θεούς
Το μαντείο του Άρη στη Θράκη.
Το μαντείο του Πάνα στη Λυκόσουρα της Αρκαδίας.
Το μαντείο της Αφροδίτης στην Πάφο.
Το μαντείο της Αθηνάς στις Μυκήνες.
Το μαντείο της Τιθορέας στη Φωκίδα.
Το μαντείο του Αμφιλόχου, στο Μαλλό της Κιλικίας. Τόπος λατρείας της Αστάρτης και άλλων φοινικικών θεοτήτων.
Το μαντείο του Φρίξου στην Ιβηρία, κοντά στον Καύκασο.
Το μαντείο στις Φάρες της Αχαΐας. Εκεί υπήρχε άγαλμα του Ερμή, και όποιος ήθελε την συμβουλή του θεού, πήγαινε το βράδυ και άναβε την εστία εμπρός του αγάλματος. Έπειτα, με βουλωμένα τα αυτιά του πήγαινε να ρωτήσει κρυφά στο αυτί τον θεό και όταν έβγαινε έξω τα ξεβούλωνε και η πρώτη φωνή που θα άκουγε αυτή θα ήταν και η απάντηση του μαντείου.
Το μαντείο της Δήμητρας στην Πάτρα γινόταν κατοπτρομαντεία.
Το μαντείο του Κάλχαντα στη Δαυνία της νοτίου Ιταλίας. Ο προσκυνητής που ζητούσε χρησμό έπρεπε να θυσιάσει μαύρο κριάρι και να κοιμηθεί τυλιγμένος στο δέρμα του.
Το μαντείο του Φρίξου στην Ιβηρία, κοντά στον Καύκασο.
Το μαντείο της Άρτεμης στην Κολχίδα.
Το μαντείο της Ιερής Κώμης στον Μαίανδρο. Αφιερωμένο στην Άρτεμη.
Το μαντείο του Ηρακλή, όπου ο ενδιαφερόμενος για χρησμό προσκυνητής, έπαιρνε κότσια ζώων, τα πετούσε, και ανάλογα με το σχήμα που δημιουργούταν από τη ρίψη διάβαζαν σε πίνακα τις εξηγήσεις των διαφόρων συνδυασμών.
Επίλογος
Όλη η Ελλάδα σπαρμένη με μαντεία, ναούς, θεραπευτήρια αλλά και πόλεις στους αντίστοιχους τόπους δύναμης, αντανακλούσε πάνω της αστρικές διαδρομές, διοχετεύοντας με αυτόν τον τρόπο στους κατοίκους της χώρας, ουράνιες, πνευματικές ενέργειες.
Τα μαντεία είχαν σημαντικό ρόλο στον εξευγενισμό και την ανύψωση της ανθρώπινης φύσης μεταφέροντας τα ίδια τα λόγια των θεών στους αναζητητές και προσφέροντας πνευματική καθοδήγηση. Λειτουργούσαν ως ναοί, θεραπεύοντας και μεταδίδοντας την θεϊκή θέληση, σπέρνοντας σπόρους πολύτιμης σοφίας. Απαντούσαν στις ερωτήσεις των ανθρώπων οι οποίοι προετοιμάζονταν πολλές φορές εξαντλητικά, για την πολύτιμη αυτή εμπειρία, την οποία δέχονταν με σεβασμό. Η πίστη στις θείες συμβουλές θεμελίωσε ήθος και πνευματικές αξίες και βοήθησε την ανθρώπινη συνειδητότητα να κάνει πολλά βήματα μπροστά.
Ο Ασκληπιός ήταν ο θεός της Ιατρικής που λατρευόταν σε όλο τον ελλαδικό χώρο κατά την αρχαιότητα. Ήταν η κεντρική φυσιογνωμία του αρχετύπου των ηρώων-θεραπευτών.
Δεν υπήρξε μονάχα γιατρός αλλά και χρησμωδός, κατείχε μαντικές ικανότητες· ήταν ευεργετικός θεός, προστάτης και παντοδύναμος σωτήρας των ανθρώπων. Πρόσφερε απλόχερα τη βοήθειά του σε κάθε άνθρωπο που είχε ανάγκη, δείχνοντας έμπρακτα αγάπη και συμπόνια. Με αυτόν τον τρόπο μας δίδασκε ότι αληθινός γιατρός είναι εκείνος που, χωρίς ιδιοτελή κίνητρα, προσφέρει τον εαυτό του στην μεγάλη μάχη για τη θεραπεία του κόσμου. Το κύρος των Ασκληπιείων στην αρχαία Ελλάδα ήταν πολύ μεγάλο και αναφέρονταν με σεβασμό και θαυμασμό.
Τα Ασκληπιεία ήταν ιεροί χώροι, αφιερωμένοι στον Ασκληπιό ή σε άλλους θεούς ή ήρωες. Οι άρρωστοι που προσέρχονταν για θεραπεία ακολουθούσαν διαδικασίες που περιλάμβαναν δεήσεις, θυσίες, ακροάσεις μουσικών εκτελέσεων ή θεατρικών παραστάσεων, λουτρά, δίαιτα κ.λπ.
Το τελικό στάδιο ήταν η εγκοίμηση, δηλαδή ο άρρωστος κοιμόταν μέσα σε ειδικό χώρο και, στον ύπνο του, εμφανιζόταν ο θεός ή κάποια άλλη μορφή που εκτελούσε την θεραπεία ή έδινε στον άρρωστο θεραπευτικές οδηγίες. Κατά τους αρχαίους, καθώς η ψυχή διαχωριζόταν από το σώμα ταξίδευε στον χωροχρόνο όπου συναντούσε άλλες ψυχές, οι οποίες είχαν γνώση του μέλλοντος. Τα όνειρα, θεωρούνταν πως βρίσκονταν κοντά στις ψυχές των νεκρών, αντιμετωπίζονταν ως τρόποι άντλησης πληροφοριών για το μέλλον. Υπήρχαν εξειδικευμένοι ερμηνευτές ονείρων οι λεγόμενοι ονειροπόλοι ή ονειρομάντεις.
Τα κυριότερα Ασκληπιεία ήταν τα εξής:
Το μαντείο του Ασκληπιού στην Επίδαυρο. Επρόκειτο κυρίως για χώρο θεραπείας. Ένας τρόπος θεραπείας ήταν και η μαντική, που συνόδευε την εγκοίμηση του ασθενούς. Με την εγκοίμηση ο θεός εμφανιζόταν στο όνειρο υπό διάφορες μορφές.
Το μαντείο του Ασκληπιού στην Τρίκκη. Ανάλογη περίπτωση με το Ασκληπιείο της Επιδαύρου. Κατά τον Διόδωρο τον Σικελιώτη επρόκειτο για το πρώτο Ασκληπιείο, ιδρυμένο από τον ίδιο τον Ασκληπιό κατά το 1255 – 1200 π.Χ.
Το μαντείο της Τιτάνης στη Συκεωνία. Επρόκειτο περί Ασκληπιείου.
Το μαντείο του Διόνυσου στην Αμφίκλεια όπου, κατά τον Παυσανία, δίνονταν θεραπευτικές ονειρομαντίες.
Το μαντείο του Αμφιάραου στον Ωρωπό, όπως λέει ο Στράβων, από τα ονομαστότερα θεραπευτήρια και ονειρομαντεία.
Το μαντείο στην Τελμησσό της Λυκίας, ήταν ονειρομαντείο, το οποίο συμβουλεύτηκαν τόσο ο Μέγας Αλέξανδρος όσο και ο Κροίσος.
Το μαντείο στις Θαλάμες της Λακωνίας, ήταν και αυτό ονειρομαντείο.
Το μαντείο της Ινούς, στην Επίδαυρο της Λιμυράς και στο Οίτυλο, ήταν κυρίως ονειρομαντεία.
Το μαντείο της Ακραίας Ήρας ήταν ονειρομαντείο.
Το μαντείο της Πασιφάης στους Θαλάμους της Λακωνίας, όπου και εκεί εφαρμοζόταν η ονειρομαντεία.
Μαντεία Αφιερωμένα σε Άλλους Θεούς
Το μαντείο του Άρη στη Θράκη.
Το μαντείο του Πάνα στη Λυκόσουρα της Αρκαδίας.
Το μαντείο της Αφροδίτης στην Πάφο.
Το μαντείο της Αθηνάς στις Μυκήνες.
Το μαντείο της Τιθορέας στη Φωκίδα.
Το μαντείο του Αμφιλόχου, στο Μαλλό της Κιλικίας. Τόπος λατρείας της Αστάρτης και άλλων φοινικικών θεοτήτων.
Το μαντείο του Φρίξου στην Ιβηρία, κοντά στον Καύκασο.
Το μαντείο στις Φάρες της Αχαΐας. Εκεί υπήρχε άγαλμα του Ερμή, και όποιος ήθελε την συμβουλή του θεού, πήγαινε το βράδυ και άναβε την εστία εμπρός του αγάλματος. Έπειτα, με βουλωμένα τα αυτιά του πήγαινε να ρωτήσει κρυφά στο αυτί τον θεό και όταν έβγαινε έξω τα ξεβούλωνε και η πρώτη φωνή που θα άκουγε αυτή θα ήταν και η απάντηση του μαντείου.
Το μαντείο της Δήμητρας στην Πάτρα γινόταν κατοπτρομαντεία.
Το μαντείο του Κάλχαντα στη Δαυνία της νοτίου Ιταλίας. Ο προσκυνητής που ζητούσε χρησμό έπρεπε να θυσιάσει μαύρο κριάρι και να κοιμηθεί τυλιγμένος στο δέρμα του.
Το μαντείο του Φρίξου στην Ιβηρία, κοντά στον Καύκασο.
Το μαντείο της Άρτεμης στην Κολχίδα.
Το μαντείο της Ιερής Κώμης στον Μαίανδρο. Αφιερωμένο στην Άρτεμη.
Το μαντείο του Ηρακλή, όπου ο ενδιαφερόμενος για χρησμό προσκυνητής, έπαιρνε κότσια ζώων, τα πετούσε, και ανάλογα με το σχήμα που δημιουργούταν από τη ρίψη διάβαζαν σε πίνακα τις εξηγήσεις των διαφόρων συνδυασμών.
Επίλογος
Όλη η Ελλάδα σπαρμένη με μαντεία, ναούς, θεραπευτήρια αλλά και πόλεις στους αντίστοιχους τόπους δύναμης, αντανακλούσε πάνω της αστρικές διαδρομές, διοχετεύοντας με αυτόν τον τρόπο στους κατοίκους της χώρας, ουράνιες, πνευματικές ενέργειες.
Τα μαντεία είχαν σημαντικό ρόλο στον εξευγενισμό και την ανύψωση της ανθρώπινης φύσης μεταφέροντας τα ίδια τα λόγια των θεών στους αναζητητές και προσφέροντας πνευματική καθοδήγηση. Λειτουργούσαν ως ναοί, θεραπεύοντας και μεταδίδοντας την θεϊκή θέληση, σπέρνοντας σπόρους πολύτιμης σοφίας. Απαντούσαν στις ερωτήσεις των ανθρώπων οι οποίοι προετοιμάζονταν πολλές φορές εξαντλητικά, για την πολύτιμη αυτή εμπειρία, την οποία δέχονταν με σεβασμό. Η πίστη στις θείες συμβουλές θεμελίωσε ήθος και πνευματικές αξίες και βοήθησε την ανθρώπινη συνειδητότητα να κάνει πολλά βήματα μπροστά.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου