Τι μας λέει η ιστορία του είδους μας; Εννοώ το αφήγημα που μας προσφέρει η επιστήμη και όχι την αρχαϊκή εκδοχή που έχει εμποτιστεί με τη θρησκεία και την ιδεολογία.
Πιστεύω ότι τα στοιχεία είναι αρκετά πλούσια και ξεκάθαρα, ώστε να μας πουν τουλάχιστον τα εξής: Δεν δημιουργηθήκαμε από κάποια υπερφυσική διάνοια αλλά από την τύχη και την αναγκαιότητα ως ένα είδος ανάμεσα στα εκατομμύρια είδη της γήινης βιόσφαιρας. Μπορεί κανείς να ελπίζει και να επιθυμεί ό,τι θέλει, αλλά δεν υπάρχει η παραμικρή ένδειξη για κάποια εξωτερική θεία χάρη που μας φωτίζει- η παραμικρή ένδειξη μοίρας ή σκοπού που να μας έχει δοθεί- καμιά δεύτερη ζωή που να έχει εξασφαλιστεί για εμάς μετά το τέλος αυτής που διανύουμε τώρα. Φαίνεται πως είμαστε εντελώς μόνοι. Και αυτό, κατά τη γνώμη μου, είναι πολύ καλό. Σημαίνει ότι είμαστε εντελώς ελεύθεροι. Ως αποτέλεσμα, μπορούμε να διαγνώσουμε ευκολότερα την αιτιολογία των ανορθολογικών πεποιθήσεων που μας χωρίζουν τόσο άδικα. Μπροστά μας βρίσκονται νέες επιλογές, τις οποίες ούτε καν μπορούσαμε να τις φανταστούμε παλαιότερα. Μας επιτρέπουν να επιδιώξουμε με περισσότερη εμπιστοσύνη τον σπουδαιότερο σκοπό όλων των εποχών, την ενότητα του ανθρώπινου γένους.
Η προϋπόθεση για την επίτευξη αυτού του σκοπού είναι η ακριβής αυτεπίγνωση. Άρα, ποιο είναι το νόημα της ανθρώπινης ύπαρξης; Έχω υποστηρίξει ότι είναι το έπος του είδους μας, το οποίο άρχισε με τη βιολογική εξέλιξη και την προϊστορία, πέρασε στην καταγεγραμμένη ιστορία και, επειγόντως πλέον, ημέρα με την ημέρα, όλο και πιο γρήγορα στο αόριστο μέλλον, είναι επίσης αυτό που θα επιλέξουμε να γίνουμε.
Το να μιλήσουμε για ανθρώπινη ύπαρξη σημαίνει να δούμε πιο καθαρά τη διαφορά μεταξύ των ανθρωπιστικών σπουδών και της επιστήμης. Οι ανθρωπιστικές σπουδές ασχολούνται λεπτομερώς με όλους τους τρόπους που οι άνθρωποι σχετίζονται μεταξύ τους και με το περιβάλλον τους, με το τελευταίο να περιλαμβάνει τα φυτά και τα ζώα που έχουν αισθητική και πρακτική αξία. Η επιστήμη ασχολείται με όλα τα υπόλοιπα. Η αυτάρκης κοσμοθεωρία των ανθρωπιστικών σπουδών περιγράφει την ανθρώπινη κατάσταση —αλλά όχι το γιατί είναι έτσι και όχι αλλιώς. Η επιστημονική κοσμοθεωρία είναι πολύ ευρύτερη. Περιλαμβάνει το νόημα της ανθρώπινης ύπαρξης —τις γενικές αρχές της ανθρώπινης κατάστασης, τη θέση του είδους μας στο Σύμπαν και το γιατί να υπάρχει ούτως ή άλλως.
Η ανθρωπότητα εμφανίστηκε ως τυχαίο συμβάν της εξέλιξης, ένα προϊόν τυχαίων μεταλλάξεων και φυσικής επιλογής. Το είδος μας δεν είναι παρά μια απόληξη ανάμεσα στις πολλές διακλαδώσεις μίας και μόνο γενεαλογικής γραμμής των πρωτευόντων του Παλαιού Κόσμου (προπίθηκοι, πίθηκοι, ανθρωποειδείς πίθηκοι, άνθρωποι), από τους οποίους σήμερα υπάρχουν αρκετές εκατοντάδες άλλα είδη, καθένα προϊόν των δικών του διακλαδώσεων. Θα μπορούσαμε άνετα να έχουμε παραμείνει ένας ακόμη αυστραλοπίθηκος με μέγεθος εγκεφάλου παρόμοιο εκείνου των ανθρωποειδών πιθήκων, συλλέγοντας φρούτα και πιάνοντας ψάρια, και τελικά να εξαφανιστούμε όπως και οι άλλοι αυστραλοπίθηκοι.
Στα 400 εκατομμύρια χρόνια που τα μεγάλα ζώα έχουν κατακτήσει τη στεριά, ο Homo sapiens είναι το μοναδικό είδος που εξέλιξε ευφυΐα αρκετά υψηλή, ώστε να δημιουργήσει πολιτισμό. Οι γενετικά στενότεροι συγγενείς μας, οι χιμπαντζήδες, που σήμερα αντιπροσωπεύονται από δύο είδη (τον κοινό χιμπαντζή και τον μπονόμπο), έφθασαν πολύ κοντά. Οι γενεαλογικές γραμμές ανθρώπων και χιμπαντζήδων διαχωρίστηκαν από έναν κοινό πρόγονο στην Αφρική πριν από 6 εκατομμύρια χρόνια περίπου. Χονδρικά, έχουν περάσει διακόσιες χιλιάδες γενιές, χρόνος επαρκής για να επιφέρει η φυσική επιλογή μια σειρά μεγάλων γενετικών αλλαγών. Οι προάνθρωποι διέθεταν ορισμένα πλεονεκτήματα που περιόρισαν την κατεύθυνση της μετέπειτα εξέλιξής τους. Σε αυτά περιλαμβάνονταν, αρχικά, η μερικώς δενδρόβια διαβίωση και η ελεύθερη χρήση των πρόσθιων άκρων που τη συνοδεύει. Αυτή η αρχαϊκή συνθήκη μεταβλήθηκε κατόπιν σε μια πρωτίστως εδαφόβια διαβίωση. Επίσης, προϋπήρχε στους προγόνους μας η συνθήκη του μεγάλου εγκεφάλου, καθώς και μια τεράστια ήπειρος με σχεδόν ομοιόμορφο κλίμα και με εκτεταμένα χορτολίβαδα και διάσπαρτες αραιές συστάδες ξηρού δάσους. Σε μεταγενέστερες εποχές, οι ευνοϊκές συνθήκες περιελάμβαναν τις συχνές εδαφικές πυρκαγιές, οι οποίες βοηθούσαν την ανάπτυξη ποώδους και θαμνώδους βλάστησης. Κάτι ακόμη σημαντικότερο, οι πυρκαγιές κατέστησαν τελικά δυνατή τη μετάβαση στο ψημένο κρέας. Ο σπάνιος αυτός συνδυασμός περιστάσεων κατά την εξελικτική διαδρομή, μαζί με τύχη (δεν συνέβησαν καταστροφικές κλιματικές αλλαγές, ηφαιστειακές εκρήξεις ή πολύ σοβαρές πανδημίες), «έριξαν τα ζάρια» υπέρ των πρώιμων ανθρώπων.
Σαν θεοί, οι απόγονοί τους έχουν γεμίσει μεγάλο μέρος του πλανήτη και έχουν αλλάξει σε ποικίλο βαθμό τον υπόλοιπο. Έχουμε γίνει ο νους του πλανήτη, ίσως και ολόκληρης της γειτονιάς του Γαλαξία μας. Μπορούμε να κάνουμε τη Γη ό,τι θέλουμε. Συζητούμε διαρκώς για την καταστροφή της —με πυρηνικό πόλεμο, κλιματική αλλαγή, μια αποκαλυπτική Δευτέρα Παρουσία όπως προβλέπει η Αγία Γραφή.
Τα ανθρώπινα όντα δεν είναι εκ φύσεως μοχθηρά. Έχουμε αρκετή ευφυΐα, καλές προθέσεις, γενναιοδωρία και επινοητικότητα για να μετατρέψουμε τη Γη σε παράδεισο, τόσο για εμάς τους ίδιους όσο και για τη βιόσφαιρα που μας γέννησε. Μπορούμε λογικά να επιτύχουμε τον στόχο αυτό, ή τουλάχιστον να έχουμε προχωρήσει πολύ προς αυτή την κατεύθυνση, μέχρι το τέλος του τρέχοντος αιώνα. Ένα πρόβλημα μας εμποδίζει μέχρι σήμερα, ότι ο Homo sapiens είναι ένα εγγενώς δυσλειτουργικό είδος. Μας παρεμποδίζει η «παλαιολιθική κατάρα»: οι γενετικές προσαρμογές που λειτουργούσαν πολύ καλά επί εκατομμύρια χρόνια ύπαρξής μας ως κυνηγών-τροφοσυλλεκτών, αλλά συνιστούν όλο και περισσότερο εμπόδια σε μια παγκόσμια αστική και τεχνοεπιστημονική κοινωνία.
Μοιάζουμε ανίκανοι να σταθεροποιήσουμε τόσο τις οικονομικές πολιτικές όσο και τους τρόπους διακυβέρνησης σε επίπεδο ανώτερο από εκείνο ενός χωριού. Επιπλέον, η μεγάλη πλειονότητα των ανθρώπων παγκοσμίως παραμένει δέσμια των φυλετικά οργανωμένων θρησκειών, στις οποίες ηγούνται άνδρες που ισχυρίζονται πως διαθέτουν υπερφυσική δύναμη προκειμένου να εξασφαλίσουν την υπακοή και τους πόρους των πιστών. Είμαστε εθισμένοι στις φυλετικές συγκρούσεις, οι οποίες μπορεί να είναι αβλαβείς και διασκεδαστικές αν διοχετεύονται σε ομαδικά αθλήματα, αλλά δολοφονικές όταν εκφράζονται ως πραγματικές εθνικές, θρησκευτικές και ιδεολογικές διαμάχες. Υπάρχουν και άλλες κληρονομικές μεροληψίες. Υπερβολικά παραλυμένοι από την εγωπάθειά μας για να μπορέσουμε να προστατεύσουμε την υπόλοιπη ζωή, συνεχίζουμε να καταστρέφουμε το φυσικό περιβάλλον, την αναντικατάστατη και πολυτιμότερη κληρονομιά του είδους μας. Και παραμένει ταμπού η συζήτηση για πολιτικές πληθυσμικού ελέγχου, οι οποίες θα στόχευαν στη βέλτιστη πληθυσμιακή πυκνότητα, στη βέλτιστη γεωγραφική και ηλικιακή κατανομή. Η ιδέα ακούγεται «φασιστική», και σε κάθε περίπτωση μπορεί να αναβληθεί για μία ή δύο γενιές ακόμη —ελπίζουμε.
Η δυσλειτουργία του είδους μας έχει παραγάγει την κληρονομική μυωπία με την οποία είμαστε όλοι μας ανησυχητικά εξοικειωμένοι. Οι άνθρωποι δυσκολεύονται να νοιαστούν για άλλους ανθρώπους πέρα από τη δική τους φυλή ή χώρα· και ακόμη και τότε, δυσκολεύονται να νοιαστούν για ανθρώπους έπειτα από μία ή δύο γενιές. Είναι ακόμη πιο δύσκολο να ενδιαφερθούμε για τα είδη των ζώων —εκτός από τα σκυλιά, τα άλογα και κάποια λίγα ακόμη είδη που έχουμε εξημερώσει ώστε να είναι δουλικοί σύντροφοί μας.
Όλοι οι ηγέτες μας, θρησκευτικοί, πολιτικοί και οικονομικοί, αποδέχονται εν πολλοίς τις υπερφυσικές εξηγήσεις για την ανθρώπινη ύπαρξη. Ακόμη και όταν είναι σκεπτικιστές στην προσωπική τους ζωή, δεν ενδιαφέρονται να αντιπαρατεθούν στους θρησκευτικούς ηγέτες και να δημιουργήσουν αδικαιολόγητη αναταραχή στον πληθυσμό, από τον οποίο αντλούν δύναμη και προνόμια. Οι επιστήμονες, που θα μπορούσαν να συνεισφέρουν σε μια πιο ρεαλιστική κοσμοθεωρία, αποδεικνύονται ιδιαίτερα απογοητευτικοί. Στο μεγαλύτερο μέρος τους φρουροί της εξουσίας, είναι πνευματικοί νάνοι, ευχαριστημένοι μέσα στον στενό χώρο της ειδικότητάς τους, για την οποία καταρτίστηκαν και για την οποία πληρώνονται.
Μέρος της δυσλειτουργίας, φυσικά, οφείλεται στο νεανικό στάδιο του παγκόσμιου πολιτισμού, ο οποίος βρίσκεται εν εξελίξει ακόμη. Το μεγαλύτερο μέρος της, όμως, οφείλεται στο γεγονός ότι ο εγκέφαλός μας έχει ανεπαρκή συνδεσμολόγηση. Η ανθρώπινη φύση είναι η γενετική κληρονομιά του προανθρώπινου και του παλαιολιθικού παρελθόντος μας —η «ανεξίτηλη σφραγίδα της ταπεινής καταγωγής μας», όπως αναγνώρισε ο Δαρβίνος, αρχικά ως προς την ανατομία (Η καταγωγή του ανθρώπου, 1871) και κατόπιν ως προς τις εκφράσεις των συναισθημάτων στο πρόσωπό μας (The Expression of the Emotions in Man and Animals, 1872). Οι εξελικτικοί ψυχολόγοι έχουν προσπαθήσει να εξηγήσουν τον ρόλο της βιολογικής εξέλιξης στις διαφορές μεταξύ των φύλων, στη νοητική ανάπτυξη των παιδιών, στην ιεραρχία, στη φυλετική επιθετικότητα, ακόμη και στις διατροφικές επιλογές.
Όπως έχω υποστηρίξει σε προηγούμενα έργα μου, η αιτιακή αλυσίδα φθάνει ακόμη πιο βαθιά, εκτεινόμενη σε όλη τη διαδρομή έως το επίπεδο της βιολογικής οργάνωσης που λειτουργεί η φυσική επιλογή. Η εγωιστική δράση εντός της ομάδας προσφέρει ανταγωνιστικό πλεονέκτημα, αλλά συνήθως είναι καταστροφική για την ομάδα ως σύνολο. Στην αντίθετη κατεύθυνση από την ατομική επιλογή εργάζεται η επιλογή ομάδων —ομάδα εναντίον ομάδας. Όταν ένα άτομο συνεργάζεται και φέρεται αλτρουιστικά, μειώνεται σημαντικά το πλεονέκτημά του έναντι άλλων μελών της ομάδας του, αλλά αυξάνεται η επιβίωση και ο ρυθμός αναπαραγωγής της ομάδας ως σύνολο. Συνοπτικά, η ατομική επιλογή ευνοεί την κακία, ενώ η επιλογή ομάδων την αρετή. Το αποτέλεσμα είναι η εσωτερική συνειδησιακή σύγκρουση που επηρεάζει τους πάντες, εκτός από τους ψυχοπαθείς, οι οποίοι ευτυχώς εκτιμάται ότι δεν είναι περισσότεροι από ι% έως 4% του συνολικού πληθυσμού.
Τα προϊόντα των δύο αντιτιθέμενων διανυσμάτων της φυσικής επιλογής βρίσκονται παγιωμένα στα συναισθήματα και στη συλλογιστική μας και δεν μπορούν να απαλειφθούν. Η εσωτερική σύγκρουση δεν είναι μια ατομική ανωμαλία, αλλά μια άχρονη ανθρώπινη ιδιότητα. Δεν υπάρχει ή δεν μπορεί να υπάρξει ανάλογη σύγκρουση στους αετούς, στις αλεπούδες ή στις αράχνες, λόγου χάριν, τα χαρακτηριστικά των οποίων διαμορφώθηκαν μόνο από την ατομική επιλογή, ή στις εργάτριες των μυρμηγκιών, τα κοινωνικά χαρακτηριστικά των οποίων διαμορφώθηκαν εξ ολοκλήρου από την επιλογή ομάδων.
Η εσωτερική συνειδησιακή σύγκρουση που προκαλείται από ανταγωνιστικά επίπεδα φυσικής επιλογής είναι κάτι πολύ περισσότερο από ένα μυστηριακό αντικείμενο για θεωρητικούς βιολόγους. Δεν είναι η παρουσία του καλού και του κακού που μάχονται μέσα στα στήθη μας. Είναι βιολογικό χαρακτηριστικό θεμελιώδες για την κατανόηση της ανθρώπινης κατάστασης και αναγκαίο για την επιβίωση του είδους μας. Οι αντίθετες πιέσεις της επιλογής κατά τη γενετική εξέλιξη των προανθρώπων παρ ήγαγαν ένα ασταθές μίγμα εγγενών συναισθηματικών αποκρίσεων. Αυτές δημιούργησαν έναν νου που αλλάζει διάθεση διαρκώς και καλειδοσκοπικά —κατά περίσταση περήφανος, επιθετικός, ανταγωνιστικός, θυμωμένος, εκδικητικός, παραδόπιστος, ύπουλος, περίεργος, τολμηρός, φυλετικός, γενναίος, ταπεινός, πατριωτικός, ενσυναισθητικός και γεμάτος αγάπη. Όλοι οι φυσιολογικοί άνθρωποι είναι και αγενείς και ευγενείς, μεταβαίνοντας συχνά, και μερικές φορές ταυτόχρονα, από τη μία κατάσταση στην άλλη.
Η αστάθεια των συναισθημάτων είναι μια ιδιότητα που θα έπρεπε να θέλουμε να διατηρήσουμε. Αποτελεί την πεμπτουσία του ανθρώπινου χαρακτήρα και την πηγή της δημιουργικότητάς μας. Χρειάζεται να κατανοήσουμε τους εαυτούς μας, τόσο με εξελικτικούς όσο και με ψυχολογικούς όρους προ-κειμένου να σχεδιάσουμε ένα πιο ορθολογικό, προστατευμένο από καταστροφές μέλλον. Πρέπει να μάθουμε να συμπεριφερόμαστε σωστά, αλλά ας μη σκεφτούμε ποτέ να τιθασεύσουμε την ανθρώπινη φύση.
Οι βιολόγοι έχουν δημιουργήσει την πολύ χρήσιμη έννοια του ανεκτού παρασιτικού φόρτου, το οποίο ορίζεται ως επαχθές αλλά όχι αφόρητο. Όλα σχεδόν τα είδη φυτών και ζώων φέρουν παράσιτα, τα οποία, εξ ορισμού, είναι άλλα είδη που ζουν επάνω ή μέσα στα σώματά τους και, στις περισσότερες περιπτώσεις, καταναλώνουν μικρό μέρος των ξενιστών τους χωρίς να τους σκοτώνουν. Τα παράσιτα, σε μια φράση, είναι θηρευτές που τρώνε τη λεία τους σε τεμάχια μικρότερα της μονάδας. Τα ανεκτά παράσιτα είναι εκείνα που έχουν εξελιχθεί έτσι ώστε να διασφαλίζουν την επιβίωση και την αναπαραγωγή τους, αλλά ταυτόχρονα να προκαλούν ελάχιστο πόνο και κόστος στον ξενιστή τους. Θα ήταν σφάλμα για ένα άτομο να επιχειρήσει να εξαλείψει όλα τα ανεκτά παράσιτά του. Το κόστος θα ήταν εξαιρετικά μεγάλο σε χρόνο και θα αποσυντόνιζε σε υπερβολικό βαθμό τις δικές του σωματικές λειτουργίες. Αν αμφισβητείτε αυτή την αρχή, σκεφτείτε τι θα χρειαζόταν για να εξολοθρεύσετε όλα τα μικροσκοπικά σχεδόν ακάρεα του γένους Demodex που μπορεί (με 50% πιθανότητα περίπου) να ζουν αυτή τη στιγμή στη βάση των τριχών από τα φρύδια σας. Επίσης, σκεφτείτε τα εκατομμύρια των εχθρικών βακτηρίων που ζουν μαζί με τα φιλικά στα πλούσια, από θρεπτική σκοπιά, υγρά του στόματός σας.
Τα καταστροφικά εγγενή χαρακτηριστικά της κοινωνικής ζωής μπορούν να θεωρηθούν ως το αντίστοιχο της φυσικής παρουσίας παρασιτικών οργανισμών, και ο πολιτισμικός περιορισμός του αντικτύπου τους ως η μείωση ενός ανεκτού δογματικού φόρτου. Ένα προφανές παράδειγμα του τελευταίου είναι η τυφλή πίστη στις ιστορίες υπερφυσικής Δημιουργίας. Φυσικά, στα περισσότερα μέρη του κόσμου σήμερα, η μείωση του δογματικού φόρτου θα ήταν δύσκολη ή ακόμη και επικίνδυνη. Οι ιστορίες σχετίζονται στενά τόσο με τη φυλετική εξουσία μέσω υποταγής των πιστών όσο και με την παραδοχή της θρησκευτικής ανωτερότητας έναντι των πιστών άλλων ιστοριών Δημιουργίας. Η λεπτομερής αλλά με αντικειμενικότητα εξέταση καθεμιάς από τις ιστορίες αυτές και η διόρθωση της γνωστής ιστορικής τους προέλευσης θα ήταν μια καλή αρχή, και έχει ήδη ξεκινήσει —παρότι αργά και προσεκτικά— σε πολλούς ακαδημαϊκούς κλάδους. Ένα δεύτερο βήμα, μάλλον μη ρεαλιστικό, θα ήταν να ζητήσουμε από τους ηγέτες κάθε θρησκείας και σέχτας, υποβοηθούμενοι από θεολόγους, να υπερασπιστούν δημοσίως τις υπερφυσικές λεπτομέρειες της πίστης τους σε αντιπαράθεση με εκείνες άλλων πίστεων, μέσω της ανάλυσης των φυσικών και των ιστορικών αιτιών.
Μέχρι σήμερα, η παγκόσμια πρακτική έναντι τέτοιων προκλήσεων στον πυρήνα των δογμάτων συγκεκριμένων θρησκειών είναι να αποκηρύσσονται ως βλασφημίες. Εντούτοις, στον σημερινό, καλύτερα πληροφορημένο κόσμο δεν θα ήταν καθόλου παράλογο να αντιστρέφουμε την πρακτική αυτή και να κατηγορήσουμε για βλασφημία κάθε θρησκευτικό ή πολιτικό ηγέτη που ισχυρίζεται πως μιλά εκ μέρους του Θεού. Η ιδέα έχει να κάνει με την τοποθέτηση της προσωπικής αξιοπρέπειας του πιστού υπεράνω της αξιοπρέπειας της πίστης που απαιτεί την τυφλή του υπακοή. Εν τέλει, θα πρέπει να καταστεί δυνατή η οργάνωση σεμιναρίων για την ιστορικότητα του Ιησού σε εκκλησίες ευαγγελιστών, ακόμη και η δημοσίευση εικόνων του Μωάμεθ χωρίς τον κίνδυνο του θανάτου.
Κάτι τέτοιο θα ήταν μια πραγματική διακήρυξη ελευθερίας. Η ίδια πρακτική θα μπορούσε να υιοθετηθεί για τις δογματικές πολιτικές ιδεολογίες, από τις οποίες διαθέτουμε άφθονες στον κόσμο. Η συλλογιστική πίσω από τις κοσμικές αυτές θρησκείες είναι πάντοτε η ίδια, με μια πρόταση να θεωρείται λογικά ορθή έπειτα από επάνω προς τα κάτω εξήγηση και στη βάση ενός καταλόγου επιλεγμένων στοιχείων που διαβεβαιώνεται ότι την υποστηρίζουν. Οι ζηλωτές και ομοίως οι δικτάτορες θα ένιωθαν την ισχύ τους να τους εγκαταλείπει αν τους ζητείτο να εξηγήσουν τις παραδοχές τους και να επαληθεύσουν τις κεντρικές τους πεποιθήσεις.
Από τα πιο φαρμακερά πολιτισμικά ανάλογα των παρασίτων είναι η θρησκευτικής βάσης άρνηση της βιολογικής εξέλιξης. Οι μισοί περίπου Αμερικανοί (από 44% το 1980 αυξήθηκαν σε 46% το 2013) —οι περισσότεροι, ευαγγελιστές χριστιανοί—, μαζί με ένα σημαντικό ποσοστό μουσουλμάνων σε όλο τον κόσμο, πιστεύουν ότι ουδέποτε εκδηλώθηκε τέτοια διαδικασία. Ως δημιουργιστές, επιμένουν ότι ο Θεός δημιούργησε την ανθρωπότητα και την υπόλοιπη ζωή με μία έως μερικές μαγικές μετακινήσεις. Ο νους τους παραμένει κλειστός εμπρός στον τεράστιο όγκο των εμπειρικών αποδείξεων της εξέλιξης, οι οποίες συνδέονται όλο και περισσότερο μεταξύ τους σε κάθε επίπεδο βιολογικής οργάνωσης, από τα μόρια έως τα οικοσυστήματα και τη γεωγραφία της βιοποικιλότητας. Αγνοούν ή, ακριβέστερα, θεωρούν αρετή το να παραμένουν αδαείς όσον αφορά τη συνεχιζόμενη εξέλιξη που παρατηρείται στη Φύση (και έχει αναγνωριστεί στα γονίδια τα οποία συμμετέχουν σε αυτήν). Παραβλέπονται ακόμη και τα νέα είδη που έχουν δημιουργηθεί στο εργαστήριο. Για τους δημιουργιστές, η εξέλιξη, στην καλύτερη περίπτωση, είναι μια αναπόδειχτη θεωρία. Για μερικούς, είναι μια ιδέα που επινοήθηκε από τον Σατανά και διαδόθηκε από τον Δαρβίνο και κατόπιν από τους επιστήμονες, με σκοπό να παραπλανηθεί η ανθρωπότητα. Όταν ως παιδί πήγαινα σε μια ευαγγελική εκκλησία στη Φλόριντα, μάθαινα ότι οι κοσμικοί πράκτορες του Σατανά είναι εξαιρετικά έξυπνοι και αφοσιωμένοι, αλλά όλοι τους, άνδρες και γυναίκες, λένε ψέματα —οπότε, ό,τι και αν άκουγα, θα έπρεπε να κλείνω τα αφτιά μου και να μένω αφοσιωμένος στην αληθινή πίστη.
Στις δημοκρατίες, όλοι είμαστε ελεύθεροι να πιστεύουμε ό,τι θέλουμε- άρα, γιατί να αποκαλούμε την οποιαδήποτε γνώμη, όπως τον δημιουργισμό, φαρμακερό πολιτισμικό ανάλογο των παρασίτων; Διότι εκπροσωπεί τον θρίαμβο της τυφλής θρησκευτικής πίστης επί των επιμελώς ελεγμένων γεγονότων. Δεν είναι κάποια αντίληψη της πραγματικότητας που έχει σμιλευτεί με αποδεικτικά στοιχεία και λογική κρίση. Αντιθέτως, είναι μέρος του τιμήματος εγγραφής σε μια θρησκευτική φυλή. Η πίστη είναι η απόδειξη της υποταγής ενός ανθρώπου σε έναν συγκεκριμένο θεό' και ακόμη και τότε, όχι στην ίδια τη θεότητα απευθείας, αλλά σε άλλους ανθρώπους που ισχυρίζονται πως αντιπροσωπεύουν τον θεό.
Το κόστος των σκυμμένων κεφαλιών για την κοινωνία συνολικά έχει υπάρξει τεράστιο. Η εξέλιξη είναι μια θεμελιώδης διαδικασία στο Σύμπαν, όχι μόνο για τους έμβιους οργανισμούς αλλά παντού, σε κάθε επίπεδο. Η ανάλυσή της έχει ζωτική σημασία για τη βιολογία, συμπεριλαμβανομένων της ιατρικής, της μικροβιολογίας και της αγρονομίας. Επιπλέον, η ψυχολογία, η ανθρωπολογία, ακόμη και η ίδια η ιστορία των θρησκειών δεν έχουν νόημα χωρίς την εξέλιξη ως την κρίσιμη συνιστώσα που ακολουθείται στο πέρασμα του χρόνου. Η ρητή άρνηση της εξέλιξης —άρνηση που παρουσιάζεται ως μέρος κάποιας «επιστήμης της Δημιουργίας»— είναι ένα ξεκάθαρο σφάλμα, το ενήλικο ισοδύναμο του κλεισίματος των αφτιών, και ένα ελάττωμα σε κάθε κοινωνία που επιλέγει να συναινέσει έτσι σε μια φονταμενταλιστική πίστη.
Σίγουρα υπάρχουν και θετικές συνέπειες από την τυφλή πίστη. Αυξάνει τη συνοχή των ομάδων και προσφέρει παρηγοριά στα μέλη τους. Προάγει την αγαθοεργία και τη νομοταγή συμπεριφορά. Ίσως ο δογματικός φόρτος να γίνει ανεκτικότερος χάρις στις υπηρεσίες αυτές. Εντούτοις, η απώτατη δύναμη που καθοδηγεί την τυφλή πίστη δεν συνιστά θεϊκή επιφοίτηση, αλλά διαβεβαίωση της συμμετοχής σε μια ομάδα. Η ευημερία της ομάδας και η υπεράσπιση της περιοχής της έχει βιολογική και όχι υπερφυσική προέλευση. Με εξαίρεση τις θεολογικά καταπιεστικές κοινωνίες, έχει αποδειχθεί εύκολο για τους ανθρώπους να παντρεύονται με αλλόθρησκους, να αλλάζουν θρησκεία, ακόμη και να την εγκαταλείπουν εξ ολοκλήρου, χωρίς να χάνουν την ηθικότητα ή, κάτι εξίσου σημαντικό, την ικανότητα να θαυμάζουν.
Υπάρχουν και άλλες, εκτός θρησκείας, αρχαϊκές παρανοήσεις που έχουν εξασθενίσει τον πολιτισμό, αν και στη βάση πιο λογικού και έντιμου σκεπτικού. Η σημαντικότερη, ότι οι δύο σπουδαίοι κλάδοι της μάθησης —η επιστήμη και οι ανθρωπιστικές σπουδές— είναι μεταξύ τους διανοητικά ανεξάρτητες. Και επιπλέον, όσο πιο μακριά τις κρατάμε τόσο το καλύτερο.
Έχω υποστηρίξει εδώ ότι, καθώς η επιστημονική γνώση και η τεχνολογία συνεχίζουν να αυξάνονται με εκθετικό ρυθμό, διπλασιαζόμενες κάθε μία ή δύο δεκαετίες αναλόγως του κλάδου, ο ρυθμός αύξησης αναπόφευκτα θα μειωθεί. Οι πρωτότυπες ανακαλύψεις, έχοντας παραγάγει τεράστιο πλήθος γνώσεων, θα πάψουν να αυξάνονται και, τελικά, θα αρχίσουν να μειώνονται. Σε λίγες δεκαετίες, η γνώση στο πλαίσιο του τεχνοεπιστημονικού πολιτισμού θα είναι τεράστια συγκριτικά με τη σημερινή, αλλά και ίδια σε ολόκληρο τον κόσμο. Αυτό που θα συνεχίσει να εξελίσσεται και να διευρύνεται ατέρμονα είναι οι ανθρωπιστικές σπουδές. Αν μπορούμε να πούμε ότι το είδος μας διαθέτει ψυχή, αυτή ζει στις ανθρωπιστικές σπουδές.
Εντούτοις, τούτος ο σπουδαίος κλάδος της μάθησης, που συμπεριλαμβάνει τις τέχνες και τη λόγια κριτική τους, συνεχίζει να παρεμποδίζεται από τους αυστηρούς και παραγνωρισμένους περιορισμούς του αισθητήριου κόσμου εντός του οποίου διαβιεί ο ανθρώπινος νους. Είμαστε πρωτίστως οπτικοακουστικά όντα και δεν αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο των γεύσεων και των οσμών, στον οποίο ζουν τα περισσότερα από τα εκατομμύρια άλλα είδη. Είμαστε παντελώς αδαείς όσον αφορά τα ηλεκτρικά και τα μαγνητικά πεδία που χρησιμοποιούνται από κάποια ζώα για προσανατολισμό και επικοινωνία. Ακόμη και στον δικό μας κόσμο της όρασης και του ήχου, δεν απέχουμε πολύ από το να είμαστε τυφλοί και κουφοί, ανίκανοι να αντιληφθούμε άμεσα παρά ελάχιστα μόνο τμήματα του ηλεκτρομαγνητικού φάσματος ή του πλήρους εύρους συχνοτήτων των περιοδικών συμπιέσεων που μας κατακλύζουν διά γης, θαλάσσης και αέρος.
Και αυτό είναι μόνο η αρχή. Μολονότι οι λεπτομέρειες των δημιουργικών τεχνών είναι δυνητικά άπειρες, τα αρχέτυπα και τα ένστικτα που έχουν σχεδιαστεί για να εκφράζουν είναι στην πραγματικότητα ελάχιστα. Το σύνολο των συναισθημάτων που τα παράγουν, ακόμη και των ισχυρότερων, είναι πολύ μικρό —τρόπος του λέγειν, μικρότερο από το πλήθος των οργάνων μιας μεγάλης ορχήστρας. Οι καλλιτέχνες και οι λόγιοι των ανθρωπιστικών σπουδών αντιλαμβάνονται, σε γενικές γραμμές, ένα μικρό μέρος τού κατά τα λοιπά απέραντου συνεχούς του χωροχρόνου στη Γη, τόσο του έμβιου όσο και του άβιου τμήματός του, και ακόμη μικρότερο του ηλιακού συστήματος και του Σύμπαντος. Ορθά αντιλαμβάνονται τον Homo sapiens ως ένα πολύ ιδιαίτερο είδος, αλλά αφιερώνουν ελάχιστο χρόνο στο να αναρωτηθούν τι σημαίνει αυτό και γιατί να είναι έτσι.
Αληθεύει ότι η επιστήμη και οι ανθρωπιστικές σπουδές διαφέρουν θεμελιωδώς μεταξύ τους στο τι λένε και τι κάνουν. Δεν παύουν, όμως, να είναι συμπληρωματικές ως προς την προέλευση και να αναδύονται από τις ίδιες δημιουργικές διεργασίες του ανθρώπινου εγκεφάλου. Αν η ευρετική και η αναλυτική δύναμη της επιστήμης μπορεί να ενωθεί με την ενδοσκοπική δημιουργικότητα των ανθρωπιστικών σπουδών, η ανθρώπινη ύπαρξη θα αποκτήσει ένα απείρως πιο παραγωγικό και ενδιαφέρον νόημα.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου