Ο άνθρωπος είναι κοινωνικό ον. Συναστρέφεται με άλλους ανθρώπους λαμβάνοντας και δίδοντας αυτά που θεωρεί ότι του είναι αναγκαία για την επιβίωση του.
Για να αποδεχθώ όμως κάτι, θα πρέπει να έχω επίγνωση αυτού που μου λείπει. Έτσι, η αξιολόγηση της θέσης στην οποία βρίσκομαι είναι αναγκαία για να προβώ στο επόμενο στάδιο της αποδοχής κάποιου πράγματος.
Παράλληλα με την αξιολόγηση της θέσης μου, θα πρέπει να προβώ σε μια διαδικασία σύγκρισης, ώστε αυτό που αποδέχομαι να εξυπηρετεί την ανάγκη μου.
Η αίσθηση κι η αποδοχή των αληθινών αναγκών κάθε ανθρώπου, καθορίζει και επηρεάζει εν πολλοίς την ψυχική του υγεία.
Πως όμως μια ανάγκη θα μου γνωστοποιηθεί αν δεν προκύψει ένα πρόβλημα, μια αδυναμία υλοποίησης; Ένα πρόβλημα λοιπόν προκύπτει, δηλ. φανερώνεται στην σκέψη μου ή σε αυτά που με περιβάλλουν, ούτως ώστε να μπω στην διαδικασία σκέψης των αναγκών μου.
Να δω το ελλείματα μου και τις ανάγκες μου και είτε να απορρίψω είτε να υιοθετήσω την προς αποδοχή θεματική. Για να υποπέσει κάτι στην αντί-ληψη μου, στις αισθήσεις και στην σκέψη μου εκ προοιμίου θα πρέπει να αποδεχτώ ότι η φύση πρώτη γνώριζε τις ανάγκες μου.
Απευθύνεται κάθε φορά σε εμένα με σκέψεις, αισθήσεις, ανθρώπους και περιβάλλον για να μου ομολογήσει κάτι που με αφορά. Άλλωστε αυτή με δημιούργησε. Η Φύση δεν κάνει τίποτα περιττό και μη αναγκαίο. Έτσι διατηρεί την διαχρονία της, που εμείς καλούμαστε να παρατηρήσουμε.
Ας ρωτήσουμε τη λέξη απο-δέχομαι να δούμε τι θα μας απαντήσει:
Ι. Δέχομαι από κάποιον. Δέχομαι αυτό που παραδέχομαι. Αποδέχομαι τις αντιλήψεις του και γίνομαι μαθητής του, τον ακολουθώ ως οπαδός του. Δέχομαι την παρ-ουσία του. Τον δέχομαι με επιδοκιμασία εγκρίνοντας τον, διότι μου παρέχει με αποδοχή και ευχαρίστηση το έργο του. Είναι το πρόσωπο από το οποίο δέχομαι με ευχαρίστηση κάτι όταν μου δοθεί. Το κάνω γατί παραδέχομαι τα λεγόμενα του ως αληθή και διότι με αφορούν.
ΙΙ. λαμβάνω πίσω, ανακτώ, επανακτώ αυτό που ήταν δικό μου και έχω απολέσει. (Μέγα Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας LIDDELL & SCOTT).
Ας σταθούμε λίγο στη δεύτερη έννοια της λέξης αποδοχή. Λαμβάνω πίσω κάτι όταν δικαιωματικά ήταν δικό μου και το έχω απωλέσει. Το επανακτώ καθότι ήταν δικό μου. Ποιο είναι το υποκείμενο και ποιο το αντικείμενο σε αυτήν την περίπτωση; Ή μήπως το δικό μου είναι και του άλλου; Ή καλύτερα το υπο-κείμενο που είναι εγώ και το αντι-κείμενο που είναι το άλλο είναι ταυτότητα. Οπότε σε αυτήν την περίπτωση το δίνω και το παίρνω αφορά το ένα και αυτό το υπάρχον Ον.
Ο προσωκρατικός τιτάνας της φιλοσοφικής σκέψης και πατέρας της Οντολογίας Παρμενίδης διατύπωνε:
«Εν τω Παν» (Όλα είναι Ένα). Όλα δηλ. με κάποιο αδιόρατο τρόπο συνέχονται.
Ο Ηράκλειτος επίσης διατυπώνει το ίδιο: «Εν πολλοίς πολλά εν Ενί» δηλ. (το Ένα βρίσκεται στα πολλά και τα πολλά στο Ένα).
Δηλαδή από το ένα απορρέουν όλα και σε αυτό καταλήγουν, διότι η σχέση τους είναι άρρηκτη, συμπαγής και αδιάσπαστη. Με αλλά λόγια για να μπορούνε να εξάγουμε κάποιο συμπέρασμα, θα πρέπει να περάσουμε σε μια υπερβατική ματιά όπως τη διατυπώνει η αρχαία ελληνική σκέψη, αν θέλουμε να δούμε αυτά που πραγματώνονται κάτω από την αληθή τους διάσταση. Αλλιώς θα αναλώνουμε το χρόνο στο να ψάχνουμε και να επιζητούμε, το μη αληθές, αγνοώντας το κυρίαρχο: δεν επιλέγουμε εμείς, αλλά η Ζωή επιλέγει για εμάς. Σε αυτήν ανήκουμε και όχι αυτή σε εμάς. Αυτή γνώριζε τις ανάγκες μας και αυτή πρέπει να εμπιστευόμαστε και να αποδεχόμαστε τυφλά. Δικαιωματικά οικούμε σε αυτήν και μας παρέχει όπως η τροφός ότι κι΄αν της αιτήσουμε.
Ο Παρμενίδης μας ομολογεί απερίφραστα:
«(διότι) από οποιοδήποτε σημείο και αν αρχίσω, πάλι στο ίδιο θα επιστρέψω» (Παρμενίδης 5.2).
Γι' αυτό: «μόνο μια οδός απομένει» (8.1)
Να ενταχθούμε και να αποδεχθούμε το Ένα, του οποίου είμαστε εξ αγάπης αναπόσπαστο μέρος και δικαιωματικά ανήκουμε σε αυτό. Αυτή είναι η τιμή που μας παρέχει: να το βιώσουμε. Η χαρά του σύμπαντος κόσμου γίνεται και χαρά μας, η δε λύπη του μας αγγίζει.
Ας ακολουθήσουμε λοιπόν την οδό που η ζωή μας προτρέπει να ακολουθήσουμε. Γι’ αυτό ο καθένας μας βρίσκεται στο συγκεκριμένο της τόπο: για να εκφράσει την αλήθεια της.
Ας αποδεχθούμε τον όποιον τρόπο της, που η ίδια επιλέγει για τον καθέναν από εμάς προσωπικά ώστε να μας πείσει. Αυτή είναι η ανάγκης της: να υπάρχει η ίδια αιώνια και εμείς μαζί της. Άλλος δρόμος δεν υπάρχει από την ανάγκη του: «Ζειν αενάως».
«αυτή είναι η μόνη οδός, της πειθούς, (που καλούμαστε να οδοιπορήσουμε, να πιστεύσουμε και να αποδεχθούμε ώστε να ακολουθήσουμε) επειδή εκεί βρίσκεται η αλήθεια». (Παρμενίδης 2.4)
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου