Στις 19 Ιουλίου του 1938 ο Salvador Dali συναντήθηκε με τον πατέρα της ψυχανάλυσης Sigmund Freud στο σπίτι του δεύτερου στο Λονδίνο, αφού είχε επισκεφτεί πολλές φορές τη Βιέννη προσπαθώντας να τον συναντήσει και αφού – όπως γράφει ο ίδιος στην αυτοβιογραφία του- είχε κάνει μαζί του πολλές φανταστικές συζητήσεις “στο δωμάτιό του, στο Hotel Sacher”.
Οι νοητές αυτές συναντήσεις και η ενασχόληση του Dali με τις βασικές αρχές της ψυχανάλυσης φαίνεται να επηρέασαν σε σημαντικό βαθμό τόσο την αντίληψή του για τον κόσμο όσο και το έργο του ειδικά.
Το 1962 δήλωσε πως μέσα από ορισμένους πίνακές του προσπάθησε να αναπαραστήσει τη θεωρία των ονείρων του Freud. Προκειμένου να κερδίσει την επιβράβευση και αποδοχή του Freud, είχε φέρει μαζί του τον πίνακά του “Η μεταμόρφωση του Νάρκισσου”, ο οποίος αφενός μεν εμπίπτει στην ψυχαναλυτική θεματολογία και αφετέρου αποτελεί ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα της παρνοϊκής - κριτικής μεθόδου του Dali.
Ο ίδιος ο Freud εξάλλου τόνισε κοιτάζοντας τη “Μεταμόρφωση του Νάρκισσου” ότι στα έργα του Dali απαιτείται προσπάθεια για τον εντοπισμό του συνειδητού, όπως συνήθως γίνεται για τον εντοπισμό του ασυνείδητου περιεχομένου στα υπόλοιπα έργα τέχνης.
Την επόμενη μέρα ο Freud έγραψε μια επιστολή στον Zweig, αναφερόμενος στη συνάντηση: «Ο νεαρός Ισπανός, ωστόσο με την ειλικρίνειά του, τα φανατικά μάτια του και το αδιαμφισβήτητο τεχνικό του μυαλό, με έκανε να ξανασκεφτώ τη γνώμη μου. Από κριτικής άποψης, θα μπορούσε ακόμα να εννοηθεί ότι η έννοια της τέχνης αψηφά το όριο του υποσυνείδητου αλλά και του συνειδητού». Ο Freud είδε στο έργο του Dali μερικές από τις δικές του ιδέες.
Τα βιώματα του Dali και η επακόλουθη διαμόρφωση μίας ναρκισσιστικής δομής προσωπικότητάς ενδέχεται να οδήγησαν και στην εντατική ενασχόληση με την ψυχανάλυση. Ο Dali γεννήθηκε το 1904, 3 χρόνια μετά το θάνατο του αδερφού του, ο οποίος περιγράφεται ως ιδιαίτερα χαρισματικός και αγαπητός και πέθανε σε ηλικία 7 ετών από μηνιγγίτιδα.
Ο Dali πήρε το όνομα του αδερφού του αλλά και το ρόλο του “σωτήρα”- του παρηγορητή για τους γονείς του, οι οποίοι και τον συνέκριναν συνέχεια με το νεκρό αδερφό του. Ο ίδιος στην αυτοβιογραφία του αναφέρει ότι επιθυμεί να αποδείξει ότι είναι ο εαυτός του και όχι ο νεκρός αδερφός του.
Η τέχνη του, με το αστείρευτο ταλέντο και την ψυχαναλυτική σκοπιά του αντικειμένου, αποτέλεσαν το δρόμο καταξίωσης αλλά και έκφρασης ασυνείδητων επιθυμιών και φόβων.
Στα έργα του Dali χρησιμοποιούνται ευρέως τα σύμβολα: Ο ζωγράφος έδωσε μία ξεκάθαρα ψυχαναλυτική εξήγηση στη χρήση του στοιχείου της τρύπας σε πολλά από τα έργα του. Δήλωσε ότι θεμελιώδης ανάγκη του ανθρώπου είναι να επιστρέψει πίσω στη μήτρα, συσχετίζοντας τις τρύπες με τον “ενδομήτριο παράδεισο”, τον οποίο συχνά αναπολούσε.
Διατείνονταν μάλιστα ότι ήταν σε θέση να θυμηθεί χρώματα και εικόνες από την εποχή που ήταν μέσα στη μήτρα. Χρησιμοποιώντας σύμβολα σεξουαλικότητας, όπως ο ρινόκερος επιχείρησε να διαμορφώσει την “τέχνη των πάντων” (Art of everything), μέσα από την έκφραση όλων των σεξουαλικών ενστίκτων και φαντασιώσεων και τη συνύπαρξή τους με το μειλίχιο και το παντοτινό. Το 1929, και ενώ είχε προσχωρήσει στο κίνημα των υπερρεαλιστών, φιλοτέχνησε έναν πίνακα με τίτλο “Το πένθιμο παιχνίδι”, όπου προσπάθησε να εντάξει στις παραστάσεις ορισμένα μοτίβα εμπνευσμένα από την ψυχανάλυση.
Ο Dali όμως δεν περιορίστηκε στη χρήση των συμβόλων αλλά προσπάθησε να δημιουργήσει ένα επιπλέον καλλιτεχνικό μονοπάτι για την έκφραση του ασυνείδητου, διευρύνοντας την αντιληπτική ικανότητα του δημιουργού και του θεατή. Οι σουρεαλιστές είχαν ανέκαθεν συσχετίσει ψυχολογικές θεωρίες με τη δημιουργικότητα και την παραγωγή τέχνης.
Ο πρωτοπόρος σουρεαλιστής, Γάλλος συγγραφέας Andre Breton όρισε το σουρεαλισμό ως εξής: «Καθαρός ψυχικός αυτοματισμός, με τον οποίο κάποιος εκφράζει την πραγματική λειτουργία της σκέψης. Υπαγόρευση της σκέψης εν απουσία κάθε ελέγχου της λογικής, πέρα από κάθε αισθητική ή ηθική προκατάληψη.» Η έννοια του ψυχικού αυτοματισμού παραπέμπει στην ελεύθερη συσχέτιση αντικειμένων, τα οποία ενδέχεται να μην έχουν κάποια προφανή συσχέτιση μεταξύ τους.
Ο ορισμός αυτός μας παραπέμπει αυτόματα στην τεχνική των ελεύθερων συνειρμών της ψυχαναλυτικής διαδικασίας. Και οι δύο διαδικασίες απελευθερώνουν τη σκέψη, ώστε να συνθέσει τη δική της πραγματικότητα.
Στα μέσα του 1930, ο André Breton έγραψε για τη θεμελιώδη κρίση του αντικειμένου: το αντικείμενο άρχισε να γίνεται αντιληπτό όχι πλέον ως μία παγιωμένη εξωτερική μορφή αλλά ως μία προέκταση του υποκειμενικού εαυτού. Ο Dali υποστήριξε ότι τα αντικείμενα αυτά νοηματοδοτούνται μόνο όταν το μυαλό, κοιτάζοντάς τα, δημιουργεί ένα πλασματικό είδωλο, που είναι το αποτέλεσμα υποσυνείδητων διεργασιών.
Επεκτείνοντας τη σκέψη αυτή, ο Dali έστρεψε το ενδιαφέρον του προς μία άλλη πτυχή της ψύχωσης: την ικανότητα του βυθισμένου στην παράνοια μυαλού να δημιουργεί συνδέσεις ανάμεσα σε αντικείμενα, τα οποία δε συνδέονται μεταξύ τους με βάση τη λογική.
Η παρανοϊκή - κριτική μέθοδος προέκυψε μέσα από τη φιλοδοξία του Dali να διαμορφώσει όχι απλώς μια νέα καλλιτεχνική οπτική αλλά μια νέα κοσμοαντίληψη.
Πρόκειται για μια προσπάθεια προσομοίωσης ενός παρανοϊκού ιδεασμού ή πρόκλησης μίας ονειρικής κατάστασης, με στόχο την καταστρατήγηση της λογικής και της ατομικής ταυτότητας, την ανάδυση υποσυνείδητου υλικού και την επικράτηση της υποκειμενικής ματιάς. Βασίστηκε σε μια προσπάθεια αυθόρμητης κριτικής και συστηματοποίησης των συνειρμών που προκύπτουν από παραισθητικά βιώματα και των ερμηνειών γενικά της παράλογης σκέψης.
Ο Dali αντιμετώπισε την παράνοια ως ουσιαστικό μηχανισμό κατασκευής της πραγματικότητας και συχνά φανταζόταν ότι τα αντικείμενα μπορούν να ζωντανέψουν ή να δείξουν τα συναισθήματά τους. Μία πρακτική που χρησιμοποίησε ήταν να κοιτάζει σταθερά ένα συγκεκριμένο αντικείμενο μέχρι αυτό να μετατραπεί σε άλλη μορφή, προκαλώντας έτσι ένα είδος ψευδαίσθησης. Η παρανοϊκή-κριτική μέθοδος στηρίχθηκε οπότε σε μια ανορθολογική, υποκειμενική και πολλαπλή ανάγνωση της εξωτερικής πραγματικότητας.
Στη μελέτη του «Το πρόβλημα του ύφους και η ψυχιατρική αντίληψη της παρανοϊκής εμπειρίας» ο Jacques Lacan τονίζει ότι «η παρανοϊκή εμπειρία και η αντίληψη του κόσμου που μας προτείνεται μέσα από αυτήν αποτελεί μια πρωτότυπη μέθοδο έκφρασης η οποία συμβάλλει, με τους δικούς της νοητικούς μηχανισμούς, στην επιβεβαίωση της ανθρώπινης κοινότητας». Αυτή είναι η λογική πάνω στην οποία βασίστηκε ο Dali για να διαμορφώσει μία νέα μέθοδο καλλιτεχνικής δημιουργίας αλλά και ανάγνωσης της τέχνης.
Ένας βασικός στόχος της μεθόδου είναι η πρόκληση σύγχυσης στο θεατή και πρωτίστως η αναίρεση κάθε βεβαιότητας σχετικά με όσα ως τώρα του έμαθαν να βλέπει και να πιστεύει. Η έννοια αυτή προσομοιάζει την έννοια του “ανοίκειου” της ψυχιατρικής, όπως αυτή περιγράφηκε κυρίως από το Γερμανό ψυχίατρο Ernst Jentsch, δηλαδή ως προϊόν διανοητικής αβεβαιότητας.
Στα έργα του Dali όλα παραμορφώνονται και ρευστοποιούνται υπό την επίδραση απωθημένων, παρορμήσεων, επιθυμιών και γενικότερα υπό την επίδραση της εσωτερικευμένης, υποκειμενικής ματιάς του θεατή.
Η τεχνική των διπλών μορφών χρησιμοποιήθηκε κατά κόρον από τον Dali, στα έργα του οποίου όλα είναι ρευστά και ουσιαστικά επιτρέπεται στη συνείδησή μας να επιλέξει μέσα από μία σωρεία παράλογων αντικειμένων, ποιο θα είναι το λογικά αποδεκτό που θα ξεχωρίσει. Το σκεπτικό αυτό εμπεριέχει ουσιαστικά ορισμένες από τις βασικές αρχές της θεωρίας Gestalt, ότι δηλαδή ο κόσμος γίνεται αντιληπτός σε μια απλοποιημένη και ολιστική μορφή καθώς και ότι η συνείδηση επιδιώκει να συμπληρώσει τα μέρη που λείπουν από το σχήμα, το οποίο στη συνέχεια παίρνει μια πλήρη μορφή, ακόμη και αν για αυτό “χρησιμοποιείται” ουσιαστικά μία οπτική ψευδαίσθηση.
Μέσα από αναλογίες και παιχνίδια προοπτικής, ο Dali προσπάθησε να δείξει πόσο μοιάζουν μεταξύ τους φαινομενικά άσχετα πρόσωπα και πράγματα. Σε ορισμένους πίνακές του, μικρές μορφές π.χ. ανθρώπων, συνθέτουν μία μεγαλύτερη ή ένα άλλο, άσχετο αντικείμενο, δείχνοντάς μας με αυτόν τον τρόπο ότι όλα, δηλαδή και ο τρόπος που αντιλαμβανόμαστε τις εικόνες και τα ερεθίσματα, είναι απλά μέσα στο μυαλό μας, καθώς προκύπτουν από την παρατήρηση και την αντιληπτική μας ικανότητα.
Τα αντικείμενα που βρίσκονται μέσα μας είναι αυτά που θα τοποθετηθούν στο επιφανειακό, αντιληπτικό πεδίο μας και θα συνθέσουν την προσωπική μας πραγματικότητα. Μια «παράλογη» στιγμή καθορίζει την οπτική εντύπωση. Οι θεατές βλέπουν αυτό που θέλουν να δουν ή ακόμα και αυτό που νομίζουν ότι βλέπουν.
Ο Salvador Dali υπήρξε ένας από τους σπουδαιότερους σουρεαλιστές εικαστικούς και έμεινε στην ιστορία για τις «ζωγραφισμένες στο χέρι, φωτογραφίες ονείρων», όπως αποκαλούσε τα έργα του.
Η προσπάθειά του ήταν να απεικονίσει το ασυνείδητο στην τέχνη του μέσα από την ψυχοσεξουαλική παλινδρόμηση καθώς και μέσω της επικράτησης της πρωταρχικής αρχής της ευχαρίστησης.
“Τώρα το μεγάλο μυστήριο πλησιάζει,
η μεγάλη μεταμόρφωση πρόκειται να συμβεί.
Ο Νάρκισσος, στην ακινησία του, απορροφημένος
από την αντανάκλασή του με
την βραδύτητα των σαρκοφάγων φυτών,
γίνεται αόρατος.”
– Salvador Dali
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου