Πολύ σύντομα, θα αρχίσεις να αναρωτιέσαι: «Παίρνω αρκετά σαν αντάλλαγμα;» Αυτός ο τρόπος σκέψης αναπτύσσει την ανάγκη σου να ελέγχεις τους άλλους, ώστε να μη βρεθείς «χασμένος» από τη συναλλαγή, γεγονός που καταστρέφει την ηρεμία του νου σου και γεννά μέσα σου θυμό και πίκρα.
Γιατί να είναι άραγε το ειλικρινές δόσιμο τόσο δύσκολο;
Η θεωρία μου έχει δύο σκέλη. Πρώτον, ότι για να δώσεις χρειάζεται να έχεις ωριμάσει ως ενήλικας, πράγμα που για τους περισσότερους από εμάς δεν μπορεί να ισχύσει, αφού ποτέ δεν μεγαλώνουμε πραγματικά. Δεύτερον, ότι το δόσιμο είναι μια επίκτητη ικανότητα την οποία πολύ λίγοι από εμάς έχουμε αποκτήσει. Αυτά τα δύο συστατικά είναι στενά δεμένα μεταξύ τους και χρειάζονται μακρόχρονη εξάσκηση για να επιτευχθούν.
Ο λόγος που οι περισσότεροι από εμάς δεν έχουμε εξασκηθεί σε αυτές τις ικανότητες είναι απλός: ποτέ δεν είμαστε ώριμοι ή ότι δεν ξέρουμε να δίνουμε. Ασυνείδητα, έχουμε ξεγελάσει τον εαυτό μας. Και είναι κατανοητό. Φαινόμαστε σαν ενήλικες και συμπεριφερόμαστε σαν να προσφέρουμε. Αυτό όμως που κατά βάθος συμβαίνει διαψεύδει τα φαινόμενα.
Ο τρόπος του δοσίματος είναι ένα από τα πιο σημαντικά μαθήματα ζωής και εκεί μέσα κρύβεται και μια απάντηση στο φόβο.
Εξάρτηση και ανεξαρτησία
Σαν μωρά, αντιπροσωπεύουμε την απόλυτη ανημπόρια. Ερχόμαστε στον κόσμο απόλυτα εξαρτημένοι από τους άλλους. Αν δεν μας δώσουν -φαγητό, προστασία, θαλπωρή, οτιδήποτε- θα πεθάνουμε. Η επιβίωσή μας εξαρτάται από τους γύρω μας και η δική μας προσφορά σε αντάλλαγμα είναι πολύ μικρή. Δεν μας νοιάζει τι ώρα είναι ή αν θα ξυπνήσουμε με τους γονείς μας όταν πεινάμε, ούτε πόσο δυνατά τσιρίζουμε ή αν θα ξεσηκώσουμε τη γειτονιά όταν θέλουμε να μας πάρουν αγκαλιά.
Είναι αλήθεια πως οι γονείς, σχεδόν πάντα, νιώθουν ευτυχισμένοι από ένα άγγιγμα ή από ένα χαμόγελο του παιδιού τους και αυτό είναι το δόσιμο του μωρού. Δεν πιστεύω όμως ότι το μωρό αγρυπνά τη νύχτα με υπολογισμούς του τύπου: «Η ζωή μου είναι τόσο πλούσια! Χρωστάω τόσα πολλά στους γονείς μου! Λέω, αύριο το πρωί, να τους ανταμείψω με ένα μεγάλο, γενναιόδωρο χαμόγελο». Όχι, δεν είναι έτσι.
Η «προσφορά» τους βρίσκεται μάλλον σε ένα πρωτόγονο ή αντανακλαστικό επίπεδο. Για να πούμε την αλήθεια, μια άδεια κοιλίτσα το πρωί προκαλεί μόνο δυνατές στριγκλιές και ανυπομονησία.
Όσο περνούν τα χρόνια, λειτουργούμε όλο και περισσότερο σαν ανεξάρτητες οντότητες, ικανές να φροντίσουν τον εαυτό τους -ή τουλάχιστον δίνουμε αυτή την εικόνα. Ντυνόμαστε μόνοι μας, τρώμε μόνοι μας, κερδίζουμε χρήματα μόνοι μας.
Κι όμως, υπάρχει ένα κομμάτι του εαυτού μας που ποτέ δεν φαίνεται να ξεκόβει από τη βρεφική μας κατάσταση. Μεταφορικά, εξακολουθούμε να φοβόμαστε ότι κανείς δεν θα έρθει να ικανοποιήσει την πείνα μας -για φαγητό, για χρήματα, για αγάπη, για αναγνώριση και τόσα άλλα. Και η ικανοποίηση της όποιας πείνας μας είναι μόνο προσωρινή. Ξέρουμε πως θα ξαναπεινάσουμε σύντομα.
Φαντάσου λοιπόν τι μας κάνει καθημερινά αυτό το δίλημμα. Δεν μπορούμε να δώσουμε. Δεν μπορούμε να αγαπήσουμε. Αφού αφορά στην επιβίωσή μας, συνείδητα ή ασυνείδητα γινόμαστε εκμεταλλευτές. Δεν είμαστε σε θέση να υποστηρίξουμε την ευημερία των άλλων, όταν αυτή έρχεται σε κάποια αντίθεση με τη δική μας.
Όμως, όσο λειτουργούμε από το επίπεδο της βρεφικής μας κατάστασης, ποια είναι τα συναισθήματα που μας προκαλούνται; Νιώθουμε αβοήθητοι, παγιδευμένοι, θυμωμένοι, απογοητεύμενοι, ανικανοποίητοι, κενοί και, το κυριότερο απ' όλα, φοβισμένοι.
Τι μπορεί να είναι πιο τρομακτικό από το να εξαρτάται η επιβίωση ενός ανθρώπου από κάποιον άλλο;
Φόβος και αίσθηση ανεπάρκειας
Ως φοβισμένοι ενήλικες ανησυχούμε για τα ίδια πράγματα που μας προβλημάτιζαν και τότε που ήμαστε παιδιά: Κι αν φύγει; Λες να πάψει να με αγαπάει; Κι αν σταματήσει να με φροντίζει; Λες να αρρωστήσει... να πεθάνει; Ενήλικες πια, συνεχίζουμε να κάνουμε αυτές τις ερωτήσεις για τους συντρόφους μας, ακόμα και για τους φίλους, τους εργοδότες, τους γονείς και τα παιδιά μας.
Οι άνθρωποι που φοβούνται δεν μπορούν να αγαπήσουν ειλικρινά. Τους έχει διαποτίσει μια πολύ βαθιά αίσθηση ανεπάρκειας για τον κόσμο, σαν να μην είναι τίποτα αρκετό. Σαν να μην υπάρχει αρκετή αγάπη, αρκετά χρήματα, αρκετή αναγνώριση, ούτε αρκετή προσοχή - με δυο λόγια σα να μη φτάνουν για όλους.
Ο φόβος για κάποιο τομέα της ζωής μας συνήθως γενικεύεται και μας κάνει να αποκλείουμε τον εαυτό μας, για να τον προστατέψουμε, από πολλούς άλλους τομείς.
Τους φοβισμένους ανθρώπους μπορούμε να τους φανταστούμε γονατιστούς και καμπουριασμένους, να αγκαλιάζουν τον εαυτό τους για να τον προστατέψουν κρύβοντάς τον. Παρ' όλο που αυτή η εικόνα αντιπροσωπεύει την εσωτερική κατάσταση όλων των φοβισμένων ανθρώπων, η εξωτερική εικόνα που εμφανίζεται μπορεί να πάρει πολλές, και διαφορετικές μορφές:
- Επιτυχημένους επαγγελματίες, που έχουν ανάγκη την αποδοχή του εργοδότη τους.
- Νοικοκυρές, που κατηγορούν τον άνδρα ή τα παιδιά τους ότι τις εμπόδισαν να ζήσουν τη ζωή τους.
- Επιτυχημένες γυναίκες καριέρας, που απαιτούν τόσα πολλά από τους άνδρες γύρω τους, ώστε τελικά μένουν μόνες τους.
- Άντρες που δεν μπορούν να αντέξουν την ανεξαρτησία των συζύγων τους.
- Στελέχη επιχειρήσεων που παίρνουν αποφάσεις επιζήμιες και ανεύθυνες.
Αν στην περιγραφή αυτή αναγνωρίζεις τον εαυτό σου, τότε... καλωσήρθες στην παρέα μας. Υπάρχουν ελάχιστοι στην κοινωνία μας που έχουν διδαχθεί τα μυστικά της ανθρώπινης ανάπτυξης και του δοσίματος. Μας έχουν μάθει να προσέχουμε για τη σωματική μας ασφάλεια, μας έχουν επίσης μάθει να μην επιτρέπουμε σε κανέναν να μας κοροϊδεύει ή να μας εκμεταλλεύεται.
Το αποτέλεσμα είναι να νιώθουμε ότι μας χρησιμοποίησαν κάθε φορά που δεν παίρνουμε κάποιο αντάλλαγμα για κάτι που κάνουμε.
Αν είμαστε συνέχεια στην αναμονή, θα περάσουμε το πιο μεγαλο μέρος της ζωής μας απογοητευμένοι, επειδή ο κόσμος δεν μας φέρθηκε σωστά.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου