1.7. Ιλιάδα και Οδύσσεια: αναλογίες και διαφορές
Καίρια ερωτήματα που αφορούν τις σχέσεις των δύο επών (λ.χ., ποιο από τα δύο έπη προηγείται και ποιο ακολουθεί; ανήκουν η Ιλιάδα και η Οδύσσεια στον ίδιο ή σε διαφορετικό ποιητή; οι ομοιότητες στη γλώσσα και στα παράλληλα θέματα είναι προϊόντα απευθείας μίμησης του ενός έπους από το άλλο ή θα πρέπει να αναχθούν στην προφορική παράδοση;) δύσκολα μπορούν να απαντηθούν με βέβαιο και κατηγορηματικό τρόπο. Παρ' όλα αυτά, με βάση χαρακτηριστικές ενδείξεις, μερικές από τις οποίες σχολιάζονται στη συνέχεια, γίνεται δεκτό σήμερα από πολλούς ομηριστές ότι η Οδύσσεια είναι μεταγενέστερη, που σημαίνει ότι προϋποθέτει την Ιλιάδα, συχνά τη «μιμείται» και σκόπιμα τη συναγωνίζεται. Μια τέτοια σχέση προϋποθέτει ότι τα δύο έπη παρουσιάζουν προφανείς αναλογίες αλλά και χαρακτηριστικές διαφορές.
Στην κάπως άνιση έκταση των δύο επών -η Ιλιάδα αποτελείται από 15.693 και η Οδύσσεια από 12.110 στίχους- αντιστοιχεί το διαφορετικό θεματικό τους περιβάλλον. Η Ιλιάδα είναι κυρίως πολεμικό και δραματικό ποίημα, ενώ η Οδύσσεια, δίχως να αποκλείει τα πολεμικά επεισόδια, όπως είναι η «Μνηστηροφονία», παραμένει κατά βάση μεταπολεμικό έπος, του νόστου και της επανένωσης με τους οικείους. Στη συμπληρωματικού τύπου αυτή αντίθεση υπεισέρχονται άλλες ειδικότερες. Στην Ιλιάδα δεσπόζει η προβολή της αγριότητας της μάχης και των συνεπειών της, ενώ, παρά το συμφιλιωτικό της επιλογικό μέρος ανάμεσα στον Αχιλλέα και στον Πρίαμο, πάνω από τα κεφάλια των ηρώων αιωρούνται η απειλή του θανάτου και η άλωση της Τροίας. Ο μύθος της Οδύσσειας εξελίσσεται πιο αισιόδοξα: η αναρχία και η αταξία, που κυριαρχούν στην Ιθάκη κατά το διάστημα της απουσίας του Οδυσσέα, τερματίζονται με τον νόστο του πρωταγωνιστή της, ο οποίος τιμωρεί τους μνηστήρες της Πηνελόπης και αναγνωρίζεται από τον γιο, τη γυναίκα και τον γέροντα πατέρα του. Η συμφιλίωση που επιβάλλεται από τους θεούς ανάμεσα στον Οδυσσέα, στους συμμάχους του και στους συγγενείς των εξοντωμένων μνηστήρων στο τέλος της Οδύσσειας είναι ασφαλώς πιο αισιόδοξη από ό,τι η μάλλον πένθιμη της Ιλιάδας. Τέλος, ο επιλογικός ορίζοντας και των δύο επών παραμένει ανοιχτός: στην Ιλιάδα εκκρεμεί η συνέχιση του πολέμου με τα δραματικά του παρεπόμενα, ενώ στην Οδύσσεια ο αναγνωρισμός του Οδυσσέα από την Πηνελόπη σκιάζεται από τις νέες περιπέτειες που περιμένουν τον σύζυγο από μια δεύτερη αποδημία.
Και στα δύο έπη, εκτός από τις ισχυρές, παθολογικές και άνισες, σχέσεις ανάμεσα σε συμπολεμιστές και εταίρους, τονίζεται το σύνθετο πλέγμα των στενών οικογενειακών δεσμών (Πηλέας-Θέτιδα και Αχιλλέας· Πρίαμος-Εκάβη και Έκτορας-Ανδρομάχη-Αστυάναξ· Λαέρτης-Αντίκλεια και Πηνελόπη-Οδυσσέας-Τηλέμαχος). Ο επιτονισμός αυτός, κυρίως στην Οδύσσεια, επιτυγχάνεται με την αντιπαράθεση ανάμεσα σε έμπιστα ζεύγη (Οδυσσέας-Πηνελόπη), σε παρασυζυγικά (Ελένη-Πάρης), σε άπιστα (Αγαμέμνονας-Κλυταιμνήστρα) ή κάπως ψυχρά (Μενέλαος-Ελένη). Ο πόλεμος στην Ιλιάδα διαλύει κοινωνικές, φιλικές, οικογενειακές και συζυγικές σχέσεις -η συμφιλίωση ανάμεσα στον Αχιλλέα και στον Πρίαμο είναι ασφαλώς λαμπρή εξαίρεση-, ενώ στην Οδύσσεια ο νόστος, παρά την απώλεια των εταίρων, τις εδραιώνει.
Οι σχέσεις ανάμεσα σε φίλους και εχθρούς, στον άντρα και στη γυναίκα, στους επώνυμους ήρωες και στο ανώνυμο πλήθος στο πολεμικό σκηνικό της Ιλιάδας είναι περιορισμένες και δεδομένες. Στην Οδύσσεια αντίθετα οι σχέσεις μεταξύ των θνητών διευρύνονται με την αναβαθμισμένη εκπροσώπηση των γυναικών, των απλών ανθρώπων και των δούλων. Σκηνές της καθημερινής ζωής αφθονούν στην Οδύσσεια, ενώ στην Ιλιάδα μετατοπίζονται στον χώρο της παρομοίωσης. Το πολιτικό στοιχείο αναδεικνύεται περισσότερο στην Οδύσσεια από ό,τι στην Ιλιάδα, όπου το μένος του πολεμιστή αποκλείει κατά κανόνα τη διαπραγμάτευση. Η ορθή κρίση και η συμβουλή στο πλαίσιο της συνέλευσης, και θεσμοί, όπως η φιλοξενία, συντηρούνται επίσης στην Ιλιάδα, έρχονται ωστόσο σε δεύτερη μοίρα.
Ανάλογα προβάλλονται και οι διαφορετικές αξίες που στηρίζουν την ιδεολογία των δύο επών. Το θέμα της τιμής του Αχιλλέα στην Ιλιάδα αντιπαραβάλλεται στον αγώνα που δίνει ο Οδυσσέας για την υπεράσπιση της ιδιοκτησίας του στην Οδύσσεια. Η κατάκτηση του κλέους (φήμης και δόξας) αφορά και στους δύο βασικούς πρωταγωνιστές των επών. Όμως, ενώ για τον ιλιαδικό πολεμιστή το κλέος συνδέεται με τον θάνατό του στο πεδίο της μάχης και τη στέρηση του νόστου, στην Οδύσσεια το κλέος του πρωταγωνιστή της προϋποθέτει την έξοδο από τον θάνατο -χαρακτηριστικό παράδειγμα η «Νέκυια»- και εδραιώνεται με την επιστροφή στην πατρίδα του.
Στην Ιλιάδα και στην Οδύσσεια οι βασικοί πρωταγωνιστές της, ο Αχιλλέας και ο Οδυσσέας, αποσύρονται στην αρχή, για διαφορετικούς βέβαια λόγους, από το προσκήνιο της αφηγηματικής δράσης, επιτρέποντας έτσι σε άλλους ήρωες (στον Αγαμέμνονα, στον Διομήδη, στον Πάτροκλο στην Ιλιάδα· στον Τηλέμαχο στην Οδύσσεια) να τους υποκαταστήσουν, όχι όμως και με αποτελεσματικό τρόπο. Η απουσία των δύο ηρώων από τα αφηγηματικά δρώμενα προκαλεί αναπόφευκτα βάσανα και οδύνη στους συμπολεμιστές και στην οικογένειά τους. Καθυστερημένα Αχιλλέας και Οδυσσέας, έχοντας απαρνηθεί ο πρώτος άδοξη ζωή και νόστο, ο δεύτερος τη φυλακισμένη αθανασία που του υπόσχεται η Καλυψώ, επιστρέφουν τελικά στο προσκήνιο της δράσης και εκδικούνται τους μισητούς εχθρούς τους: τον Έκτορα ο Αχιλλέας· τους μνηστήρες ο Οδυσσέας. Είναι χαρακτηριστικό ότι τα δύο κεντρικά φονικά επεισόδια εμφανίζονται στην εικοστή δεύτερη ραψωδία της Ιλιάδας και της Οδύσσειας.
Ανάμεσα ωστόσο στους δύο ήρωες υπάρχουν χαρακτηριστικές διαφορές: ο Αχιλλέας είναι πιο αυθόρμητος, ευθύς στα λόγια και ήρωας της βίας, του πάθους και της πράξης. Ο Οδυσσέας είναι πιο επιφυλακτικός και ικανός ρήτορας, ήρωας κατεξοχήν της πανουργίας και του δόλου. Το ήθος και των δύο αντιστοιχεί στη διαφορετική θεματολογία και ιδεολογία των δύο επών: στη βία της ιλιαδικής ανοικτής μάχης, όπου η τιμή του πολεμιστή επιβάλλει την αντιμετώπιση του αντιπάλου σώμα με σώμα, αντιβάλλονται η εφαρμογή της οδυσσειακής ενέδρας, η χρήση του αντιηρωικού τόξου από τον Οδυσσέα στη μνηστηροφονία, τα πλανερά λόγια ή και το ψέμα. Από τον τραγικό κόσμο της Ιλιάδας περνάμε στον κατεξοχήν ειρωνικό της Οδύσσειας, όπου η εξέλιξη της δράσης, μέσω κυρίως των πρωτεϊκών μεταμορφώσεων του πρωταγωνιστή της, στηρίζεται στην αντίθεση ανάμεσα στην άγνοια και στη γνώση, στην αποκάλυψη και στην απόκρυψη, στον λόγο και στην πράξη.
Χαρακτηριστική είναι επίσης και στα δύο έπη η παρουσία και εμπλοκή των θεών και δαιμόνων στον χώρο των θνητών. Γενικά, ο κόσμος των αθανάτων Ολυμπίων στα δύο έπη αντιπαρατίθεται έντονα προς τον κόσμο των θνητών. Για παράδειγμα, οι έριδες για τους πρώτους παίρνουν τις διαστάσεις της παρωδίας και του κωμικού, ενώ για τους δεύτερους έχουν τραγικές συνέπειες. Στην Ιλιάδα οι θεοί παρουσιάζονται πιο συχνά με τα ελαττώματα των ηρώων -για παράδειγμα ερίζουν εξαιτίας τους- μοιρασμένοι στα αντίπαλα στρατόπεδα, παρεμβαίνουν περισσότερο και πιο συχνά στον χώρο των θνητών και συμβάλλουν, καθοριστικά και με ύπουλο τρόπο, στον θάνατο συμπαθητικών ηρώων (του Πατρόκλου και του Έκτορα). Αντίθετα στην Οδύσσεια οι θεοί εμπλέκονται λιγότερο και αραιότερα στην αφηγηματική δράση -κατεξοχήν ο Δίας και η Αθηνά, και σποραδικά ο Ερμής- και επεμβαίνουν κυρίως όταν πρόκειται να αποκαταστήσουν τη δικαιοσύνη στον χώρο των θνητών. Καταδικάζουν την αλαζονεία του Αιγίσθου και των μνηστήρων και επιβάλλουν το δίκιο, μαζί με το αίσιο τέλος του οδυσσειακού έπους, μέσω της παρέμβασης της θεάς Αθηνάς. Αν και στο οδυσσειακό έπος ο Ποσειδώνας, εχθρός του Οδυσσέα, καθυστερεί τον νόστο του, η γενικότερη, πιο εξελιγμένη, ηθική και θεοδικία που παρουσιάζει η Οδύσσεια έναντι της Ιλιάδας, αποδίδεται στον μεταγενέστερο χρόνο της σύνθεσής της.
Γενικότερα, η Οδύσσεια φαντάζει σε πολλά της σημεία ἐπίλογος της Ιλιάδας (Λογγίνος, 1ος αι. μ.Χ., Περί Ύψους 9.12). Ο θάνατος του Αχιλλέα, ο δούρειος ίππος και η άλωση της Τροίας, η επιστροφή της Ελένης, η δολοφονία του Αγαμέμνονα, τα βάσανα και οι περιπλανήσεις του νόστου των Αχαιών εμφανίζονται, έμμεσα ή άμεσα, στην Οδύσσεια, ώστε δύσκολα θα μπορούσε να ισχυριστεί κάποιος ότι το οδυσσειακό έπος, αν και δεν αναφέρεται ρητά σε επεισόδια του ιλιαδικού, το αγνοεί πλήρως.
Ως προς τον τρόπο με τον οποίο συντάσσεται το αφηγηματικό υλικό στα δύο έπη, ο Αριστοτέλης στην Ποιητική του (23.2) αναφέρει: «Έτσι, και τα ποιήματά του [ενν. ο Όμηρος] το ένα, την Ιλιάδα, το σύνθεσε απλό και γεμάτο παθήματα, και την Οδύσσεια, τη σύνθεσε περίπλοκη (γεμάτη αναγνωρίσεις από την αρχή έως το τέλος) και με χαρακτήρες.». Εξειδικεύοντας κάπως την «απλή» σύνθεση, θα λέγαμε ότι η σύνταξη της αφηγηματικής δράσης της Ιλιάδας, δίχως να στερείται τη συμμετρία στη σύνθεση (που εξασφαλίζεται με παραλληλισμούς και αντιθέσεις), είναι γραμμική και προοδευτική: αρχίζει με τη σύγκρουση Αχιλλέα και Αγαμέμνονα, εξελίσσεται με τον θάνατο του Πατρόκλου, κορυφώνεται με την εξόντωση του Έκτορα και κατευθύνεται, στον χώρο πλέον του μεταϊλιαδικού μύθου, προς τον θάνατο του Αχιλλέα και την άλωση της Τροίας. Έναντι της κάπως απλούστερης δομής της Ιλιάδας η αντίστοιχη της Οδύσσειας αποδεικνύεται πράγματι συνθετότερη και πολύπλοκη. Ο ευρύτερος χώρος μέσα στον οποίο εκτυλίσσεται η αφηγηματική δράση του οδυσσειακού έπους επιτρέπει την απότομη εναλλαγή των σκηνών και τη συχνότερη μετατόπιση των αφηγηματικών δρωμένων στον χώρο και στον χρόνο. Κυρίαρχο αφηγηματικό τέχνασμα οι «Απόλογοι» του Οδυσσέα, στο πλαίσιο των οποίων το έπος απλώνεται στον κόσμο του παραμυθιού. Εδώ τα γεγονότα μπορεί να φαίνονται «λιγότερο πιθανά» από ό,τι οι ηρωικές μάχες της Ιλιάδας, υψώνονται ωστόσο στη σφαίρα της αφηγηματικής τέχνης και, γενικότερα, της καλλιτεχνικής φαντασίας. Στην Ιλιάδα οι διεξοδικές πρωτοπρόσωπες διηγήσεις ηρώων είναι περιορισμένες και λειτουργούν συχνά ως μυθολογικά παραδείγματα που αποσκοπούν στην παραίνεση ενός ήρωα για να δράσει.
Γενικότερα, η Οδύσσεια μας δίνει μια πιο παραστατική, έναντι της Ιλιάδας, εικόνα για την αφηγηματική τέχνη και την ποίηση ειδικότερα. Αν και στα δύο έπη οι Μούσες είναι που υποστηρίζουν το έργο του αφηγητή στη διήγηση, η Οδύσσεια παρουσιάζει όχι μόνο τον βασικό της πρωταγωνιστή ως δεξιοτέχνη αφηγητή, αλλά διαθέτει επώνυμους και δεξιοτέχνες αοιδούς, τον Φήμιο στην Ιθάκη και τον Δημόδοκο στη Σχερία, με ιδεατούς ακροατές τους απόκοσμους Φαίακες. Η αφηγηματική δράση στην Ιλιάδα είναι καθοριστικά ριζωμένη στην πραγματικότητα του πολέμου και στο αναπότρεπτο του θανάτου. Στην Οδύσσεια αντίθετα οι ήρωες βρίσκουν συχνά την ευκαιρία να μετατρέπουν τα βάσανα της ζωής τους σε ιστορίες που τέρπουν και θέλγουν. Και τα δύο ωστόσο έπη εδραιώθηκαν στην ελληνική και στην παγκόσμια λογοτεχνία όχι τόσο εξαιτίας των αναλογιών και των διαφορών που παρουσιάζουν μεταξύ τους, αλλά επειδή έθεσαν με καίριο τρόπο κρίσιμα προβλήματα του ανθρώπου, τα οποία προσπάθησαν να κατανοήσουν και να εξηγήσουν.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου