Πώς τελειώνουν οι σχέσεις;
Πώς τελειώνουν οι άνθρωποι από τη ζωή σου;
Πώς ξεμένεις από αγάπη;
Πώς φεύγεις πραγματικά; Όχι σωματικά κι αναγκαστικά. Πραγματικά. Να φεύγεις και να είσαι καλά, χωρίς να νιώθεις θυμό, πόνο, νεύρα και μίσος. Πώς φεύγεις, λύνοντας τις αλυσίδες που ρίζωσαν μέσα στην καρδιά σου και σε κρατάνε εκεί κολλημένο σε έναν άνθρωπο που δεν έχει τίποτα άλλο να σου δώσει;
Στα ξαφνικά. Ξαφνικά εκεί που θες να το παλέψεις, εκεί που συγχωρείς και ξανασυγχωρείς, εκεί που κλαις και χτυπιέσαι, μια μέρα ξυπνάς και μέσα σου δεν υπάρχει τίποτα.
Ούτε καν σκέφτεσαι τον άλλο. Τώρα, σκέφτεσαι εσένα.
Σκέφτεσαι πώς θα επιβιώσεις, πώς θα ξαναχτίσεις τον εαυτό σου, πώς θα αγαπήσεις ξανά τον εαυτό σου αντί να γκρινιάζεις όλη μέρα για το πόσο λίγο σε αγάπησαν, πόσο πολύ σε πόνεσαν και για το ότι πρέπει ξανά να αρχίσεις από το 0.
Είναι σαν να κάνει ο εγκέφαλός σου αυτό το κλικ που χρειαζόταν για να ξυπνήσεις, την ώρα που έπιανες πάτο. Μια μέρα ξύπνησες και είπες, τελείωσα μαζί του και με όλη αυτή τη μιζέρια.
Δεν πρέπει να αγχώνεσαι για πράγματα που δεν μπορείς να αλλάξεις. Αυτό είναι ένα από τα μεγαλύτερα μαθήματα που σε διδάσκει η ζωή. Είναι σαν να κάνεις μία τρύπα στο νερό.
Αν κάποιος δεν θέλει, δεν θέλει. Ό,τι κι αν κάνεις εσύ το πιο πιθανόν είναι πάλι να μη θέλει, με κάποιες ίσως μικρές αναλαμπές. Ό,τι κι αν κάνεις εσύ, αν ο άλλος δεν μπορεί, δεν μπορεί.
Είναι σαν να σε έχει κλείσει κάποιος έξω από το σπίτι του γιατί μέσα σ’ αυτό δεν χωράνε άλλοι άνθρωποι και άλλα πράγματα απ’ αυτά που επέλεξε και όταν ζητάει κάποτε λίγο να πάρει αέρα βγαίνει έξω να σε δει που σε έχει δεμένο στην αυλή. Και μετά όταν πάλι μπαίνει μέσα στο “σπίτι” του, εσύ χτυπάς την πόρτα απεγνωσμένα χωρίς ανταπόκριση και μετά σκάβεις λάκκους για να μπεις με κάποιο τρόπο μέσα.
Γιατί να το κάνεις αυτό στον εαυτό σου;
Γιατί να χάνεις τόσο πολύτιμο χρόνο;
Γιατί να κουράζεσαι, να χαλιέσαι, να εκνευρίζεσαι, να ρωτάς γιατί, να σκοτώνεσαι με τον άλλο; Αν θέλει, θα σε βάλει στο “σπίτι” του. Αν θέλει, θα σου έχει πάντα ένα παράθυρο ανοιχτό. Αν δεν είναι διαθέσιμος, δεν είναι διαθέσιμος για σένα και πρέπει να αποχωρείς. Και αν σε έχει δέσει συναισθηματικά, αν δεν αντέχεις να είσαι έξω και νιώθεις μόνος και βλέπεις το δρόμο και θες να φύγεις για να ζήσεις, τότε να φύγεις.
Ίσως στο επόμενο να είσαι πιο ευπρόσδεκτος, ίσως βρεις κάποιον που αντί για “σπίτι” να έχει μια βάρκα για καρδιά και να σε βρίσκει στο λιμάνι πού και πού και να ταξιδεύετε μαζί.
Ίσως βρεις κάποιον με καρδιά τεράστια σαν παλάτι και να κατοικήσεις εκεί στην ασφάλεια της αγκαλιάς του.
Μόνο μη μένεις εκεί που σε έχουν δεμένη να πεθαίνεις στο κρύο, στο λίγο, στη μοναξιά, στα δεν μπορώ και στα δε θέλω.
Δε γεννήθηκες για να βολεύεις κανέναν. Πρέπει τα θέλω σου και τα μπορώ σου να συμβαδίζουν με αυτά του άλλου. Τι να κάνεις έναν άνθρωπο που δεν μπορείς ποτέ να σηκώσεις το τηλέφωνο να του μιλήσεις; Που δεν μπορείς να κάνεις την καύλα σου όταν το νιώθεις, που δεν μπορείς να κάνεις το πιο απλό που κάνουν όλοι οι άνθρωποι ανεξαρτήτως σχέσης, μία απλή συνομιλία; Μία απλή συνομιλία και να νιώθεις όμορφα. Να μπορείς να κάνεις σχέδια για το καλοκαίρι, για τα βράδια με πανσέληνο, για τις θάλασσες. Να μη σου κόβουν τα φτερά. Να μη σου κόβουν την αγάπη σου, τα όνειρα και την όρεξη για ζωή. Είναι χειρότερο κι από τον θάνατο.
Δεν υπάρχει κάποιο σχέδιο, δεν υπάρχει κάποιος σκοπός. Δεν είσαι τέτοια. Δε θες να βρεις κάποιον να τον αιχμαλωτίσεις. Θες ένα συνταξιδιώτη, ένα φίλο, ένα εραστή. Γίνεται, σε οποιεσδήποτε συνθήκες. Αρκεί ο άλλος να το θέλει, αρκεί εσύ να είσαι καλά.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου