Το κλουβί ένιωθε ένα τεράστιο κενό στα σπλάχνα του και η μοναξιά τού έφερνε λύπη. Του έλειπε το κελάηδημα του πουλιού που είχε συνηθίσει να φιλοξενεί.
Το επόμενο πρωί, βλέποντας ότι εκείνη η αχάριστη δεν είχε γυρίσει, άρχισε να κουνιέται για να σκορπίσει όλους τους σπόρους και τα φρυγανισμένα ψίχουλα που είχε μέσα, ώστε να εξαπλωθεί η μυρωδιά της τροφής.
Το πρώτο πουλί που έτρεξε ήταν ένας γιγάντιος γλάρος. Ο γλάρος άρχισε να τσιμπολογάει τον πάτο του κλουβιού, που ήταν γεμάτος από τη σκορπισμένη τροφή. Το κλουβί, βλέποντας το τεράστιο, επιθετικό πουλί, ανοιγόκλεισε την πόρτα του απότομα, δίνοντας έτσι στον γλάρο δύο χαστούκια που τον τρόμαξαν, και πήγε από εκεί που ήρθε.
Αμέσως μετά πλησίασε ένα πράσινο παπαγαλάκι, το οποίο περιφρόνησε την τροφή, καθότι προτιμούσε το φρέσκο ψωμί.
Ήρθε στο τέλος η σειρά ενός σπουργιτιού. Το πουλάκι μπήκε στο κλουβί και, μόλις αυτό έκλεισε και βρέθηκε παγιδευμένο, άρχισε να τιτιβίζει θρηνητικά, έτσι που το κλουβί ξανάνοιξε την πόρτα του για να το αφήσει να φύγει, καθώς θυμήθηκε ότι τα σπουργίτια στενοχωριούνται μέχρι θανάτου αν στερηθούν την ελευθερία τους.
Το σπουργίτι, ευγνώμον για τη χειρονομία αυτή, έκανε μια συμφωνία με το κλουβί: θα ερχόταν κάθε μέρα με φίλους του για να του κάνουν παρέα και θα κατέφευγε σε αυτό τις βροχερές μέρες.
Το κλουβί ποτέ πια δεν ήταν μόνο` ανακάλυψε ότι η αγάπη κατοικεί στον σεβασμό της ελευθερίας των άλλων.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου