Η θεωρία της κοινωνικής ταυτότητας του Tajfel
Η θεωρία της κοινωνικής ταυτότητας του Tajfel (1974,1981,1982) αποτελεί ένα σημαντικό θεωρητικό πλαίσιο της σύγχρονης κοινωνικής ψυχολογίας.
Αφετηρία της θεωρίας είναι η αρχή ότι η κοινωνία αποτελεί μια συλλογή κοινωνικών κατηγοριών διαφορετικής κοινωνικής θέσης και ισχύος.
Οι κοινωνικές κατηγορίες ορίζονται κατ' αντιδιαστολή μεταξύ τους και η δυναμική τους εξαρτάται από οικονομικές και ιστορικές δυνάμεις.
Η ταυτότητα των ανθρώπων απορρέει σε μεγάλο βαθμό από τις κοινωνικές κατηγορίες στις οποίες ανήκουν. Οι θεωρητικοί της κοινωνικής ταυτότητας πιστεύουν ότι οι διομαδικές σχέσεις και η συμπεριφορά οφείλονται στο γνωστικό επαναπροσδιορισμό του εαυτού εαυτού από την άποψη της ένταξής του σε διάφορες ομάδες.
Η θεωρία της κοινωνικής ταυτότητας υποστηρίζει ότι υπάρχει μια διαφορά μεταξύ του εαυτού ως ατόμου (ατομική ταυτότητα) και του εαυτού ως μέλους μιας ομάδας (κοινωνική ταυτότητα).
Όταν είναι πρόδηλη η κοινωνική ταυτότητα, τότε είναι περισσότερο πιθανή η εκδήλωση ομαδικών συμπεριφορών αφενός διότι οι άνθρωποι αποδέχονται την ιδιότητα του μέλους της ομάδας ως κομμάτι του εαυτού τους και ορίζουν τον εαυτό τους βάσει αυτής της ιδιότητας, και αφετέρου διότι αυτές οι ταυτότητες είναι κοινές.
Η ψυχολογική δομή που εγκαθιδρύει τους δεσμούς μεταξύ του ατόμου και της ομάδας και επιτρέπει τις διομαδικές συμπεριφορές είναι η κοινωνική ταυτότητα: «το κομμάτι του εαυτού που απορρέει από τη γνώση του ατόμου ότι αποτελεί μέλος μιας κοινωνικής ομάδας (ή ομάδων μαζί με την αξία και τη συναισθηματική σημασία που αποδίδονται σε αυτή την ιδιότητα του ανήκειν» (Tajfel 1981:255).
Σύμφωνα με τη θεωρία της κοινωνικής ταυτότητας, υπεύθυνες για τη διομαδική συμπεριφορά είναι δύο διαδικασίες:
-Η κοινωνική κατηγοριοποίηση
-Η κοινωνική σύγκριση
«Η κοινωνική ταυτότητα αντιλαμβάνεται την κατηγοριοποίηση και την κοινωνική σύγκριση ως τις ψυχολογικές διαδικασίες που καθορίζουν τις παραμέτρους εντός των οποίων δρουν οι κοινωνικο-ιστορικοί παράγοντες ή, πιο σωστά, οι υποκειμενικές αντιλήψεις γι' αυτούς» (Hogg & Abrams 1988:54).
Κοινωνική κατηγοριοποίηση
Η θεωρία της κοινωνικής ταυτότητας υποστηρίζει ότι η κατηγοριοποίηση επιτελεί δύο λειτουργίες: μια γνωστική και μια λειτουργία ταυτότητας.
Η γνωστική λειτουργία βοηθά τους ανθρώπους να απλοποιούν την πρόσληψη. Πρόκειται για μια θεμελιώδη λειτουργία, η οποία βοηθά τους ανθρώπους να τακτοποιήσουν το περιβάλλον τους. Δύο διαδικασίες εμπλέκονται σε αυτή την οργάνωση του περιβάλλοντος: η επίταση και η αντίθεση. Η επίταση επιτρέπει την ελαχιστοποίηση των διαφορών μεταξύ ερεθισμάτων που ανήκουν στην ίδια κατηγορία, ενώ η αντίθεση αφορά τη μεγιστοποίηση των διαφορών μεταξύ των κατηγοριών.
Η λειτουργία ταυτότητας: Σε ένα κοινωνικό σύστημα οι κοινωνικές κατηγορίες συνδέονται με συγκεκριμένες αξίες. Η αξία της κατηγορίας αντανακλάται στα μέλη της. Η ένταξη στην ενδοομάδα έχει συνέπειες για την αυτοεκτίμηση των ανθρώπων. Τα άτομα θα προσπαθήσουν να διατηρήσουν ή να αποκτήσουν θετική αυτοεκτίμηση, για τούτο και θα προσπαθήσουν να εγκαθιδρύσουν μια θετική διαφορά μεταξύ της ενδοομάδας τους και των συναφών εξωομάδων.
Με άλλα λόγια, τα μέλη των ομάδων κάνουν διακρίσεις προκειμένου να διατηρήσουν μια θετική αυτοεκτίμηση.
Κοινωνική σύγκριση
Η αξιολόγηση μιας κατηγορίας εξαρτάται από το πλαίσιο αναφοράς και εδραιώνεται μέσα από το πλαίσιο αναφοράς και εδραιώνεται μέσα από κοινωνικές συγκρίσεις.
Για τη θεωρία της κοινωνικής ταυτότητας, η γνώση είναι κοινωνικό προϊόν και τα άτομα είναι αναγκαίο να κάνουν συγκρίσεις για να μάθουν καλύτερα τον εαυτό τους, να επικυρώσουν τις πεποιθήσεις τους και να κατανοήσουν πληρέστερα τον περιβάλλοντα κόσμο.
Όταν η αξιολόγησης αφορά την ενδοομάδα, τα άτομα χρειάζεται να διασφαλίσουν ότι το αποτέλεσμα της σύγκρισης θα είναι θετικό.
Με άλλα λόγια, η αξιολόγηση της θέσης του ατόμου στην κοινωνική δομή είναι σχετική: εγκαθιδρύεται σε σχέση με ένα άλλο άτομο (μέλος της ίδιας ή διαφορετικής ομάδας) ή σε σχέση με μια εξωομάδα. Όπως γνωρίζουμε από τη θεωρία της κοινωνικής σύγκρισης, το αποτέλεσμα της σύγκρισης εξαρτάται από το σημείο αναφοράς που χρησιμοποιείται -άλλα μέλη της ενδοομάδας, άλλα μέλη της εξωομάδας, μια άλλη ομάδα, παρελθούσες καταστάσεις, μελλοντικές προσδοκίες -και από τις διαστάσεις της σύγκρισης.
Οι διαδικασίες της κοινωνικής κατηγοριοποίησης και της κοινωνικής σύγκρισης συνεργάζονται για την παραγωγή της διομαδικής συμπεριφοράς. Η κατηγοριοποίηση οδηγεί σε μια στερεοτυπική αντίληψη των μελών της ομάδας και σε μια διαφοροποίηση μεταξύ της ενδοομάδας και της εξωομάδας. Η κοινωνική σύγκριση ρυθμίζει τις διαφορές μεταξύ των ομάδων επιλέγοντας τις διαστάσεις και παρακολουθώντας το πλαίσιο της σύγκρισης.
Η γνωστική/κινητοποιητική υπόθεση για τη διομαδική συμπεριφορά
Η θεωρία της κοινωνικής ταυτότητας βασίζει τις ερμηνείες της για τη διομαδική συμπεριφορά σε μια γνωστική/κινητοποιητική υπόθεση: η κατανόηση του κόσμου με όρους κοινωνικών κατηγοριών και η αντίληψη του κόσμου με όρους κοινωνικών κατηγοριών και η αντίληψη τυ εαυτού ως μέρους αυτών (γνωσίες) καθώς και το κίνητρο για την απόκτηση μιας θετικής κοινωνικής ταυτότητας είναι υπεύθυνα για τη διομαδική συμπεριφορά.
Τα αποτέλεσματα μεταγενέστερων ερευνών έφεραν στο φως αντιφατικά ευρήματα (Hogg & Abrams 1988), τα οποία υποδήλωναν ότι το να νιώθει ένας άνθρωπος θετικά για την κοινωνική ταυτότητά του μπορεί να είναι κάτι περισσότερο από ένα θέμα αυτοεκτίμησης.
Σε κάθε περίπτωση, η θεωρόα της κοινωνικής ταυτότητας είναι μια θεωρία της ομαδικής συμπεριφοράς.
Ο Tajfel ενδιαφερόταν κυρίως να κατανοήσει πότε το θεμελιώδες κίνητρο για μια θετική κοινωνική ταυτότητα καταλήγει σε ατομική συμπεριφορά (το άτομο δρα για το δικό του όφελος) και πότε σε συλλογική συμπεριφορά (αντίληψη του εαυτού ως μέλους της ομάδας και δράση που αποσκοπεί στο συμφέρον όλης της ομάδας).
Η θεωρία της κοινωνικής ταυτότητας υποστηρίζει ότι η μετάβαση από μια ατομική σε μια συλλογική συμπεριφορά εξαρτάται από τα συστήματα πεποιθήσεων των ατόμων.
Η θεωρία πρότεινε δύο κύρια τέτοια συστήματα:
-Την κοινωνική ταυτότητα
-Την κοινωνική αλλαγή
Το σύστημα πεποιθήσεων της κοινωνικής κινητικότητας υποστηρίζει ότι τα όρια μεταξύ των ομάδων είναι διαπερατά και άρα μπορεί κανείς να αλλάξει την υπαγωγή του σε μια ομάδα. Το σύστημα πεποιθήσεων της κοινωνικής αλλαγής υποστηρίζει ότι τα όρια μεταξύ των ομάδων είναι μη διαπερατά και άρα η μόνη δυνατότητα που έχει κάποιος είναι να προσπαθήσει να βελτιώσει τη θέση ολόκληρης της ενδοομάδας.
Αυτά τα συστήματα πεποιθήσεων προάγουν διαφορετικές συμπεριφορές (ατομική/συλλογική) όταν το αποτέλεσμα της σύγκρισης μεταξύ των ομάδων αποβαίνει αρνητικό για την ενδοομάδα.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου