H δυσκολία στη δέσμευση μοιάζει να αποτελεί συνήθη διάγνωση σε ανθρώπους που ζουν αλλεπάλληλες σεξουαλικές σχέσεις και, όταν έρθει η στιγμή να επισημοποιηθεί η σχέση, τότε αναζητούν αφορμές για να εξαφανιστούν. Στη δική μας οπτική, το πρόβλημα των ανθρώπων αυτών δεν έγκειται στη δυσκολία δέσμευσης, αλλά στην αφόρητη και ισοπεδωτική δέσμευση που πολλές φορές έχουν με την πατρική οικογένεια και με το επιβαρυμένο προσωπικό παρελθόν τους.
Οι νέοι άνθρωποι που δυσκολεύονται να δεσμευτούν σε συντροφικές σχέσεις, δεν είναι οι ελεύθεροι άνθρωποι, αλλά τα δεσμευμένα παιδιά των πατρικών τους οικογενειών. Τους επιτρέπεται το ερωτικό παιχνίδι που θα τους χαλαρώσει, αλλά όχι ο γάμος που θα τους απομακρύνει από τον γονιό.
Η πλήρης δέσμευση και η αποκλειστικότητα στην ερωτική σχέση δεν είναι στέρηση, επιταγή και τιμωρία, αλλά δυνατότητα, ευκαιρία και προνόμιο. Η δέσμευση στη σχέση επιτρέπει τη δημιουργία ουσιαστικών σχέσεων ζωής. Οι σύντροφοι δεν αρκούνται στην ευχάριστη παρέα που διαλύεται «με τις πρώτες σταγόνες βροχής» αλλά διαμορφώνουν μια σχέση «παντός καιρού». Η σχέση αυτή γνωρίζει να αντέχει στις δυσκολίες, γιατί δημιουργεί ψυχικά αποθέματα και αποθεματικά ζωής.
Στις συντροφικές σχέσεις υφίστανται δύο διαφορετικές πλευρές της δέσμευσης. Η κοινωνική και η προσωπική. Η κοινωνική δέσμευση αναφέρεται στον κοινωνικό περίγυρο που προσφέρει την επίσημο ποίηση της σχέσης. Πρόκειται για την υπογραφή ενός συμβολαίου, αντίστοιχου προς τα συμβόλαια ανάληψης εργασίας. Το κοινωνικό συμβόλαιο που καλείται να επισημοποιήσει την συντροφική συνύπαρξη, εξασφαλίζει τα θέματα που αφορούν την σχέση με την κοινωνία. Ταυτόχρονα όμως, είναι εντελώς ανίκανο να εξασφαλίσει την τρυφερότητα, την εκτίμηση, τον πόθο, την εμπιστοσύνη και τον σεβασμό.
Η προσωπική δέσμευση εκπηγάζει από την έλξη προς τον σύντροφο και την πληρότητα της σχέσης, που καταγράφονται ως σημαντικά στοιχεία της προσωπικής ολοκλήρωσης. Η προσωπική δέσμευση δεν γίνεται αντιληπτή ως υποχρέωση, ούτε καν ως δέσμευση, αλλά αντιπροσωπεύει την προσωπική αίσθηση ότι ο ίδιος είναι μέρος αυτής της σχέσης και δεν είναι διατεθειμένος να χάσει αυτό το προνόμιο. Η προσωπική αίσθηση πληρότητας και η βεβαιότητα για την σημαντικότητα της σχέσης οδηγούν τους συντρόφους να θέλουν να το φωνάξουν, να το μοιραστούν με όλους. Στα πλαίσια αυτά ο γάμος τους δεν συνιστά μια τυπική κοινωνική συνθήκη, η τελετή δεν αποτελεί ένα κοινωνικό event με πολλά στοιχεία show, αλλά μια έκρηξη χαράς από το συντελούμενο γεγονός της συνύπαρξης τους.
Το κάλεσμα και η αναφορά στους γονείς, στους συγγενείς, στους φίλους και στα άλλα σημαντικά πρόσωπα συνιστά πρόσκληση συμμετοχής στη χαρά του γάμου και επίκληση των ευχών τους που θα τους συνοδεύουν στο διηνεκές του απαιτητικού ταξιδιού. Με την βεβαιότητα ότι οι ίδιοι και η σχέση τους δεν είναι μόνοι και αποκομμένοι, αλλά ότι μετέχουν σε μια πανανθρώπινη κοινότητα στην οποία υπάρχουν πολλά αγαπημένα πρόσωπα, που τους περιβάλλουν με την αγάπη τους.
Η παρατεταμένη αναστολή της δέσμευσης στην ερωτική σχέση δεν οδηγεί στην ελευθερία, αλλά στην απώλεια της ερωτικής επιθυμίας. Η άρνηση της υπεράσπισης της επιλογής σου, είναι η επιλογή της ανέραστης στάσης: “Δεν φεύγω, αλλά δεν είναι σίγουρο ότι θέλω να παραμείνω”. Ο φόβος εξάλλου για την δέσμευση εδραιώνεται σε μια παιδική παντοδύναμη βουλιμική αίσθηση που δεν θέλει να χάσει τίποτα και που θεωρεί ότι μπορεί να τα έχει όλα. Επομένως, αν επιλέξει ένα πρόσωπο για σχέση ζωής, θα απολέσει την δυνατότητα να σχετιστεί με άλλα.
Η γνωστή ερώτηση: “Και πώς μπορώ να ξέρω αν εκείνος είναι που μου ταιριάζει καλύτερα, και όχι κάποιος άλλος που δεν τον έχω γνωρίσει ακόμα;” είναι συνεπής με την αφελή σκέψη ότι υπάρχει το ακριβώς αντίστοιχο μοναδικό κομμάτι του παζλ που πρέπει να ανακαλύψουμε. Η απάντηση αντιστοιχεί να είναι το ίδιο αφελής: Έχεις δίκιο! Ας ψάξεις λοιπόν και στη Νότια Αμερική και στα απομακρυσμένα χωριά της Κίνας και όπου αλλού θα μπορούσε να υπάρχει κάποια πιθανότητα, αλλά ίσως στα 85 ανακαλύψεις ότι αυτός που σου ταίριαζε ήταν ο νεανικός έρωτας που δεν υπερασπίστηκες.
Ο φόβος για την δέσμευση συχνά δεν αφορά την ανασφάλεια για το πρόσωπο του άλλου, αλλά την ανασφάλεια για την προσωπική σου ικανότητα να αναλάβεις το απαιτητικό ταξίδι της διακινδύνευσης, που απαιτεί δυνατά σκαριά. Μια ξενέρωτη ισοπεδωμένη κατάσταση, όπου η ανυπαρξία πάθους εκκινεί από την εσωτερική χλιαρή διάθεση και συνεχίζει στην “ερωτική” σχέση, επιστρέφει ακόμη πιο μίζερα στον εαυτό, ώστε να αφαιρέσει κάθε ίχνος ζωής.
Αυτός που δυσκολεύεται να δεσμευθεί, τελικά είναι θύτης της άρνησης του να κάνει μια επιλογή που να μπορεί να τον διακινήσει. Η κενότητα γίνεται ο οριστικός σύντροφος, καθώς η χρόνια αναβολή της δέσμευσης στον έρωτα οδηγεί τελεσίδικα στην οριστική ματαίωση της ερωτικότητας. Εκείνος που αποδέχεται μια τέτοια χλιαρή σχέση, χάνει και ο ίδιος την ερωτικότητα του και καταλήγει ζητιάνος που εκλιπαρεί. Η τέχνη της αναβολής στην δέσμευση γνωρίζει τον τρόπο να μεταφέρει την προσωπική ανεπάρκεια για ερωτικό πάθος στον άλλο, ο οποίος καταγράφεται ως ανίκανος να γοητεύσει ή “λίγος” που ζητά την εξασφάλιση.
Γιατί λοιπόν η δέσμευση που αναμφισβήτητα είναι τόσο σημαντική για όλες τις σημαντικές δημιουργίες, έχει αμφισβητηθεί στις προσωπικές σχέσεις; Επειδή επιβλήθηκε ως υποχρέωση και δεν καταγράφηκε ως το επιθυμητό ζητούμενο.
Οι νέοι άνθρωποι που δυσκολεύονται να δεσμευτούν σε συντροφικές σχέσεις, δεν είναι οι ελεύθεροι άνθρωποι, αλλά τα δεσμευμένα παιδιά των πατρικών τους οικογενειών. Τους επιτρέπεται το ερωτικό παιχνίδι που θα τους χαλαρώσει, αλλά όχι ο γάμος που θα τους απομακρύνει από τον γονιό.
Η πλήρης δέσμευση και η αποκλειστικότητα στην ερωτική σχέση δεν είναι στέρηση, επιταγή και τιμωρία, αλλά δυνατότητα, ευκαιρία και προνόμιο. Η δέσμευση στη σχέση επιτρέπει τη δημιουργία ουσιαστικών σχέσεων ζωής. Οι σύντροφοι δεν αρκούνται στην ευχάριστη παρέα που διαλύεται «με τις πρώτες σταγόνες βροχής» αλλά διαμορφώνουν μια σχέση «παντός καιρού». Η σχέση αυτή γνωρίζει να αντέχει στις δυσκολίες, γιατί δημιουργεί ψυχικά αποθέματα και αποθεματικά ζωής.
Στις συντροφικές σχέσεις υφίστανται δύο διαφορετικές πλευρές της δέσμευσης. Η κοινωνική και η προσωπική. Η κοινωνική δέσμευση αναφέρεται στον κοινωνικό περίγυρο που προσφέρει την επίσημο ποίηση της σχέσης. Πρόκειται για την υπογραφή ενός συμβολαίου, αντίστοιχου προς τα συμβόλαια ανάληψης εργασίας. Το κοινωνικό συμβόλαιο που καλείται να επισημοποιήσει την συντροφική συνύπαρξη, εξασφαλίζει τα θέματα που αφορούν την σχέση με την κοινωνία. Ταυτόχρονα όμως, είναι εντελώς ανίκανο να εξασφαλίσει την τρυφερότητα, την εκτίμηση, τον πόθο, την εμπιστοσύνη και τον σεβασμό.
Η προσωπική δέσμευση εκπηγάζει από την έλξη προς τον σύντροφο και την πληρότητα της σχέσης, που καταγράφονται ως σημαντικά στοιχεία της προσωπικής ολοκλήρωσης. Η προσωπική δέσμευση δεν γίνεται αντιληπτή ως υποχρέωση, ούτε καν ως δέσμευση, αλλά αντιπροσωπεύει την προσωπική αίσθηση ότι ο ίδιος είναι μέρος αυτής της σχέσης και δεν είναι διατεθειμένος να χάσει αυτό το προνόμιο. Η προσωπική αίσθηση πληρότητας και η βεβαιότητα για την σημαντικότητα της σχέσης οδηγούν τους συντρόφους να θέλουν να το φωνάξουν, να το μοιραστούν με όλους. Στα πλαίσια αυτά ο γάμος τους δεν συνιστά μια τυπική κοινωνική συνθήκη, η τελετή δεν αποτελεί ένα κοινωνικό event με πολλά στοιχεία show, αλλά μια έκρηξη χαράς από το συντελούμενο γεγονός της συνύπαρξης τους.
Το κάλεσμα και η αναφορά στους γονείς, στους συγγενείς, στους φίλους και στα άλλα σημαντικά πρόσωπα συνιστά πρόσκληση συμμετοχής στη χαρά του γάμου και επίκληση των ευχών τους που θα τους συνοδεύουν στο διηνεκές του απαιτητικού ταξιδιού. Με την βεβαιότητα ότι οι ίδιοι και η σχέση τους δεν είναι μόνοι και αποκομμένοι, αλλά ότι μετέχουν σε μια πανανθρώπινη κοινότητα στην οποία υπάρχουν πολλά αγαπημένα πρόσωπα, που τους περιβάλλουν με την αγάπη τους.
Η παρατεταμένη αναστολή της δέσμευσης στην ερωτική σχέση δεν οδηγεί στην ελευθερία, αλλά στην απώλεια της ερωτικής επιθυμίας. Η άρνηση της υπεράσπισης της επιλογής σου, είναι η επιλογή της ανέραστης στάσης: “Δεν φεύγω, αλλά δεν είναι σίγουρο ότι θέλω να παραμείνω”. Ο φόβος εξάλλου για την δέσμευση εδραιώνεται σε μια παιδική παντοδύναμη βουλιμική αίσθηση που δεν θέλει να χάσει τίποτα και που θεωρεί ότι μπορεί να τα έχει όλα. Επομένως, αν επιλέξει ένα πρόσωπο για σχέση ζωής, θα απολέσει την δυνατότητα να σχετιστεί με άλλα.
Η γνωστή ερώτηση: “Και πώς μπορώ να ξέρω αν εκείνος είναι που μου ταιριάζει καλύτερα, και όχι κάποιος άλλος που δεν τον έχω γνωρίσει ακόμα;” είναι συνεπής με την αφελή σκέψη ότι υπάρχει το ακριβώς αντίστοιχο μοναδικό κομμάτι του παζλ που πρέπει να ανακαλύψουμε. Η απάντηση αντιστοιχεί να είναι το ίδιο αφελής: Έχεις δίκιο! Ας ψάξεις λοιπόν και στη Νότια Αμερική και στα απομακρυσμένα χωριά της Κίνας και όπου αλλού θα μπορούσε να υπάρχει κάποια πιθανότητα, αλλά ίσως στα 85 ανακαλύψεις ότι αυτός που σου ταίριαζε ήταν ο νεανικός έρωτας που δεν υπερασπίστηκες.
Ο φόβος για την δέσμευση συχνά δεν αφορά την ανασφάλεια για το πρόσωπο του άλλου, αλλά την ανασφάλεια για την προσωπική σου ικανότητα να αναλάβεις το απαιτητικό ταξίδι της διακινδύνευσης, που απαιτεί δυνατά σκαριά. Μια ξενέρωτη ισοπεδωμένη κατάσταση, όπου η ανυπαρξία πάθους εκκινεί από την εσωτερική χλιαρή διάθεση και συνεχίζει στην “ερωτική” σχέση, επιστρέφει ακόμη πιο μίζερα στον εαυτό, ώστε να αφαιρέσει κάθε ίχνος ζωής.
Αυτός που δυσκολεύεται να δεσμευθεί, τελικά είναι θύτης της άρνησης του να κάνει μια επιλογή που να μπορεί να τον διακινήσει. Η κενότητα γίνεται ο οριστικός σύντροφος, καθώς η χρόνια αναβολή της δέσμευσης στον έρωτα οδηγεί τελεσίδικα στην οριστική ματαίωση της ερωτικότητας. Εκείνος που αποδέχεται μια τέτοια χλιαρή σχέση, χάνει και ο ίδιος την ερωτικότητα του και καταλήγει ζητιάνος που εκλιπαρεί. Η τέχνη της αναβολής στην δέσμευση γνωρίζει τον τρόπο να μεταφέρει την προσωπική ανεπάρκεια για ερωτικό πάθος στον άλλο, ο οποίος καταγράφεται ως ανίκανος να γοητεύσει ή “λίγος” που ζητά την εξασφάλιση.
Γιατί λοιπόν η δέσμευση που αναμφισβήτητα είναι τόσο σημαντική για όλες τις σημαντικές δημιουργίες, έχει αμφισβητηθεί στις προσωπικές σχέσεις; Επειδή επιβλήθηκε ως υποχρέωση και δεν καταγράφηκε ως το επιθυμητό ζητούμενο.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου