Σε μια κοινωνία ψεύδους, προσωπικού συμφέροντος και ανειλικρίνειας, εσύ να επιλέγεις τι δέχεσαι και τι όχι. Να βάζεις όρια, να υψώνεις τείχη. Να μην επιτρέπεις σε κανέναν να περνάει τα όρια και να βεβηλώνει τα συναισθήματα, τις προθέσεις και τη ζωή σου.
Γίνεσαι αφελής, πιστεύοντας σε έναν καλύτερο κόσμο, όμως, αυτός δεν υπάρχει, παρά μόνο ως μια αισιόδοξη κατακλείδα σε έκθεση αρχάριας γραφής. Οι άνθρωποι δεν ασχολούνται πια, με συναισθήματα και ιδέες. Απορροφήθηκαν απ’ τις οθόνες, τους εξάντλησε η βιοπάλη κι απέκτησαν μια εσωτερική ανάγκη υπεροχής και κυριαρχίας, θεωρώντας ότι έτσι θα ακουστούν απ’ τους πολλούς, θα ξεχωρίσουν. Είναι και τα πρότυπα της εποχής τέτοια, όπου ο καθένας μπορεί να κατασπαράξει τους άλλους και όχι απλά να παραμείνει ατιμώρητος, αλλά να λάβει και χειροκρότημα, επειδή τάχα, σημείωσε μια νίκη.
Τα όρια λοιπόν, τα χρωστάς στον εαυτό σου. Είναι η δική σου προστασία, είναι το φυλαχτό που κουβαλάς πάνω σου και σε προστατεύει απ’ το κακό που σε περιτριγυρίζει και προσπαθεί να ρουφήξει την ενέργεια, το χαρακτήρα και την ηθική σου. Όσο εσύ δεν βάζεις όρια, αφήνεις χώρο στον καθένα, να μη σε σέβεται, να σε υποτιμάει, να λειτουργεί αυθαίρετα και βίαια, υπερβαίνοντας και καταπατώντας τη νοητή γραμμή, που χωρίζει το επιτρεπτό απ’ το ανεπίτρεπτο. Όσο δεν βάζεις όρια, η φωνή σου δεν θα ακούγεται στ’ αφτιά κανενός.
Κι αν νομίζεις ότι η σιωπή σου, θα φανερώσει την ενόχλησή σου, τότε λυπάμαι φίλε μου, αλλά, γελιέσαι! Τη σιωπή την επιζητούν, όχι επειδή την εκτιμούν, αλλά επειδή τους βολεύει και τους επιτρέπει να δρουν ανενόχλητοι και να πατούν επί πτωμάτων προκειμένου να γίνει το δικό τους. Γι’ αυτό, να μιλάς, να εκφράζεις τι σε ενοχλεί, τι αντέχεις, τι μπορείς να δεχτείς. Γιατί, αν δεν το κάνεις, θα ξυπνήσεις ένα πρωί, ανήμπορος να ελέγξεις το οτιδήποτε. Θα κείτεσαι στο πάτωμα νεκρός, με εκατοντάδες ποντίκια ολόγυρά σου, που θα τρώνε τη σάρκα σου, τη μολυσμένη από δαύτα!
Και τότε, να μην παραπονεθείς καθόλου. Γιατί εσύ θα φταις, που δεν τα έβγαλες έξω από την πόρτα σου, δεν απολύμανες τον χώρο, δεν έδωσες την ανάλογη θεραπεία στο σώμα και το μυαλό σου. Να μην παγιδευτείς στο θυμό, γιατί δεν φταίνε αυτοί που δεν γνώρισαν την ομορφιά της αλήθειας, της αλληλεγγύης, της ειλικρίνειας και του συλλογικού αποτελέσματος. Είναι δύσβατος ο δρόμος προς την απελευθέρωση του εαυτού μας από την ευκολία των καιρών. Θέλει πολλή δουλειά, κυρίως εσωτερική, θέλει κι ένα μαγικό «κλικ», για να ενεργοποιήσει αυτούς τους λεπτούς, σχεδόν αόρατους αισθητήρες, που κρύβονται μέσα μας και θέλουν πολλή τροφή, για να δυναμώσουν και να φανούν.
Να βάζεις όρια από την αρχή. Να μιλάς, να εκφράζεις τη δυσαρέσκειά σου, να λες εγώ μέχρι εδώ αντέχω. Γιατί, αν τα όρια δεν τεθούν από την αρχή, τότε, πάλι εσύ θα φταις. Είναι σαν να τους έχεις μάθει να κοιμούνται σε πουπουλένιο μαξιλάρι κι αφού το συνήθισαν και βολεύτηκαν, να πηγαίνεις και να τους το τραβάς. Θ’ αντιδράσουν, θα φωνάξουν, θα σε μισήσουν και θα θεωρήσουν ότι εσύ ευθύνεσαι για τη διατάραξη της όποιας σχέσης σας. Κανείς δεν θα προσέξει ότι τους έδωσες το μοναδικό μαξιλάρι που είχες και ότι για χάρη τους κοιμόσουν στο πάτωμα, χωρίς σκεπάσματα, με κρύους καιρούς. Το μόνο που θα έχουν να θυμούνται από σένα, θα είναι ότι τους στέρησες το μαξιλάρι που είχαν συνηθίσει.
Να βάζεις όρια από την αρχή, γιατί αν τα τοποθετήσεις λίγο αργότερα, τίποτα δεν θα μπορέσεις να αλλάξεις με ήπιο τρόπο και η μόνη λύση, θα είναι μια ακαριαία κι επώδυνη αποκοπή. Και καλό είναι, να μην κόβουμε τίποτα από τη ζωή μας «μαχαίρι», γιατί έτσι, δίνουμε στο κάρμα την επιλογή, να μας το ξαναφέρει μπροστά μας, με σκοπό να δει αν αυτή τη φορά, θα σταθούμε πιο ικανοί να οριοθετήσουμε την περιοχή μας και να κρατήσουμε σε απόσταση τ’ αρπακτικά που παραμονεύουν.
Γίνεσαι αφελής, πιστεύοντας σε έναν καλύτερο κόσμο, όμως, αυτός δεν υπάρχει, παρά μόνο ως μια αισιόδοξη κατακλείδα σε έκθεση αρχάριας γραφής. Οι άνθρωποι δεν ασχολούνται πια, με συναισθήματα και ιδέες. Απορροφήθηκαν απ’ τις οθόνες, τους εξάντλησε η βιοπάλη κι απέκτησαν μια εσωτερική ανάγκη υπεροχής και κυριαρχίας, θεωρώντας ότι έτσι θα ακουστούν απ’ τους πολλούς, θα ξεχωρίσουν. Είναι και τα πρότυπα της εποχής τέτοια, όπου ο καθένας μπορεί να κατασπαράξει τους άλλους και όχι απλά να παραμείνει ατιμώρητος, αλλά να λάβει και χειροκρότημα, επειδή τάχα, σημείωσε μια νίκη.
Τα όρια λοιπόν, τα χρωστάς στον εαυτό σου. Είναι η δική σου προστασία, είναι το φυλαχτό που κουβαλάς πάνω σου και σε προστατεύει απ’ το κακό που σε περιτριγυρίζει και προσπαθεί να ρουφήξει την ενέργεια, το χαρακτήρα και την ηθική σου. Όσο εσύ δεν βάζεις όρια, αφήνεις χώρο στον καθένα, να μη σε σέβεται, να σε υποτιμάει, να λειτουργεί αυθαίρετα και βίαια, υπερβαίνοντας και καταπατώντας τη νοητή γραμμή, που χωρίζει το επιτρεπτό απ’ το ανεπίτρεπτο. Όσο δεν βάζεις όρια, η φωνή σου δεν θα ακούγεται στ’ αφτιά κανενός.
Κι αν νομίζεις ότι η σιωπή σου, θα φανερώσει την ενόχλησή σου, τότε λυπάμαι φίλε μου, αλλά, γελιέσαι! Τη σιωπή την επιζητούν, όχι επειδή την εκτιμούν, αλλά επειδή τους βολεύει και τους επιτρέπει να δρουν ανενόχλητοι και να πατούν επί πτωμάτων προκειμένου να γίνει το δικό τους. Γι’ αυτό, να μιλάς, να εκφράζεις τι σε ενοχλεί, τι αντέχεις, τι μπορείς να δεχτείς. Γιατί, αν δεν το κάνεις, θα ξυπνήσεις ένα πρωί, ανήμπορος να ελέγξεις το οτιδήποτε. Θα κείτεσαι στο πάτωμα νεκρός, με εκατοντάδες ποντίκια ολόγυρά σου, που θα τρώνε τη σάρκα σου, τη μολυσμένη από δαύτα!
Και τότε, να μην παραπονεθείς καθόλου. Γιατί εσύ θα φταις, που δεν τα έβγαλες έξω από την πόρτα σου, δεν απολύμανες τον χώρο, δεν έδωσες την ανάλογη θεραπεία στο σώμα και το μυαλό σου. Να μην παγιδευτείς στο θυμό, γιατί δεν φταίνε αυτοί που δεν γνώρισαν την ομορφιά της αλήθειας, της αλληλεγγύης, της ειλικρίνειας και του συλλογικού αποτελέσματος. Είναι δύσβατος ο δρόμος προς την απελευθέρωση του εαυτού μας από την ευκολία των καιρών. Θέλει πολλή δουλειά, κυρίως εσωτερική, θέλει κι ένα μαγικό «κλικ», για να ενεργοποιήσει αυτούς τους λεπτούς, σχεδόν αόρατους αισθητήρες, που κρύβονται μέσα μας και θέλουν πολλή τροφή, για να δυναμώσουν και να φανούν.
Να βάζεις όρια από την αρχή. Να μιλάς, να εκφράζεις τη δυσαρέσκειά σου, να λες εγώ μέχρι εδώ αντέχω. Γιατί, αν τα όρια δεν τεθούν από την αρχή, τότε, πάλι εσύ θα φταις. Είναι σαν να τους έχεις μάθει να κοιμούνται σε πουπουλένιο μαξιλάρι κι αφού το συνήθισαν και βολεύτηκαν, να πηγαίνεις και να τους το τραβάς. Θ’ αντιδράσουν, θα φωνάξουν, θα σε μισήσουν και θα θεωρήσουν ότι εσύ ευθύνεσαι για τη διατάραξη της όποιας σχέσης σας. Κανείς δεν θα προσέξει ότι τους έδωσες το μοναδικό μαξιλάρι που είχες και ότι για χάρη τους κοιμόσουν στο πάτωμα, χωρίς σκεπάσματα, με κρύους καιρούς. Το μόνο που θα έχουν να θυμούνται από σένα, θα είναι ότι τους στέρησες το μαξιλάρι που είχαν συνηθίσει.
Να βάζεις όρια από την αρχή, γιατί αν τα τοποθετήσεις λίγο αργότερα, τίποτα δεν θα μπορέσεις να αλλάξεις με ήπιο τρόπο και η μόνη λύση, θα είναι μια ακαριαία κι επώδυνη αποκοπή. Και καλό είναι, να μην κόβουμε τίποτα από τη ζωή μας «μαχαίρι», γιατί έτσι, δίνουμε στο κάρμα την επιλογή, να μας το ξαναφέρει μπροστά μας, με σκοπό να δει αν αυτή τη φορά, θα σταθούμε πιο ικανοί να οριοθετήσουμε την περιοχή μας και να κρατήσουμε σε απόσταση τ’ αρπακτικά που παραμονεύουν.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου