Σάββατο 2 Νοεμβρίου 2019

Μορφές και Θέματα της Αρχαίας Ελληνικής Μυθολογίας: ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΙΣ - ΛΥΡΑ

ΛΥΡΑ
(αστερισμός)
 
Ο θεός Ερμής δημιούργησε τη λύρα από μεγάλο όστρακο χελώνας, το οποίο κάλυψε με δέρμα ζώου από τα κοπάδια του Απόλλωνα και κέρατα αντιλόπης. Προσάρμοσε επτά χορδές από τον αριθμό των θυγατέρων του Άτλαντα, ενώ ο Ορφέας, στα χέρια του οποίου πέρασε από τον Απόλλωνα, τις αύξησε σε εννέα από τον αριθμό των Μουσών -ο Ορφέας ήταν γιος μιας Μούσας, της Καλλιόπης. Με αυτή τη λύρα και τη μουσική του απέκτησε τη φήμη ότι υπέτασσε δέντρα, ζώα και πέτρες.
 
Από τους θεούς τιμούσε μόνο τον Ήλιο, που τον αποκαλούσε και Απόλλωνα, και χαράματα ανέβαινε στο Παγγαίο για να δει τον ήλιο να βγαίνει. Προκάλεσε την οργή του Διόνυσου, γιατί δεν τον τιμούσε, και εκείνος έστειλε τις Βασσαρίδες* που τον διαμέλισαν και πέταξαν τα μέλη του χωριστά το ένα από το άλλο.
 
Οι Μούσες τα περιμάζεψαν και τον έθαψαν στα Λείβηθρα. Και επειδή δεν είχαν πού να δώσουν τη λύρα, ζήτησαν από τον Δία να την τοποθετήσει ανάμεσα στα αστέρια σε ανάμνηση δική τους και του Ορφέα. Ο αστερισμός της λύρας αποτελείται από εβδομήντα τρία άστρα. (Ερατοσθένης, Καταστερισμοί 1.24R.2**)
 
Δίπλα στον αστερισμό της Λύρας υπάρχει ο αστερισμός του Κύκνου ή του Όρνιθος. Πιστευόταν ότι ήταν ο Ορφέας που μεταθανάτια τοποθετήθηκε δίπλα στο αγαπημένο του όργανο.
--------------------------
*Στην τραγωδία Βασσάραι ή Βασσαρίδες του Αισχύλου, οι Βασσαρίδες ταυτίζονται με τις Μαινάδες που διαμέλισαν τον Ορφέα.
 
**Η λύρα του Ορφέα και ο αστερισμός της Λύρας
 
Αὕτη ἐνάτη κεῖται ἐν τοῖς ἄστροις, ἔστι δὲ Μουσῶν· κατεσκευάσθη δὲ τὸ μὲν πρῶτον ὑπὸ Ἑρμοῦ ἐκ τῆς χελώνης καὶ τῶν Ἀπόλλωνος βοῶν, ἔσχε δὲ χορδὰς ἑπτὰ ἀπὸ τῶν Ἀτλαντίδων. μετέλαβε δὲ αὐτὴν Ἀπόλλων καὶ συναρμοσάμενος ᾠδὴν Ὀρφεῖ ἔδωκεν, ὃς Καλλιόπης υἱὸς ὤν, μιᾶς τῶν Μουσῶν, ἐποίησε τὰς χορδὰς ἐννέα ἀπὸ τοῦ τῶν Μουσῶν ἀριθμοῦ καὶ προήγαγεν ἐπὶ πλέον ἐν τοῖς ἀνθρώποις δοξαζόμενος οὕτως ὥστε καὶ ὑπόληψιν ἔχειν περὶ αὐτοῦ τοιαύτην ὅτι τὰ δένδρα καὶ τὰς πέτρας καὶ τὰ θηρία ἐκήλει διὰ τῆς ᾠδῆς· ὃς τὸν μὲν Διόνυσον οὐκ ἐτίμα, τὸν δὲ Ἥλιον μέγιστον τῶν θεῶν ἐνόμιζεν εἶναι, ὃν καὶ Ἀπόλλωνα προσηγόρευσεν· ἐπεγειρόμενός τε τῆς νυκτὸς κατὰ τὴν ἑωθινὴν ἐπὶ τὸ ὄρος τὸ καλούμενον Πάγγαιον ἀνιὼν προσέμενε τὰς ἀνατολάς, ἵνα ἴδῃ τὸν Ἥλιον πρῶτον· ὅθεν ὁ Διόνυσος ὀργισθεὶς αὐτῷ ἔπεμψε τὰς Βασσαρίδας, ὥς φησιν Αἰσχύλος ὁ τῶν τραγῳδιῶν ποιητής· αἵτινες αὐτὸν διέσπασαν καὶ τὰ μέλη διέρριψαν χωρὶς ἕκαστον· αἱ δὲ Μοῦσαι συναγαγοῦσαι ἔθαψαν ἐπὶ τοῖς λεγομένοις Λειβήθροις. τὴν δὲ λύραν οὐκ ἔχουσαι ὅτῳ δώσειν τὸν Δία ἠξίωσαν καταστερίσαι, ὅπως ἐκείνου τε καὶ αὐτῶν μνημόσυνον τεθῇ ἐν τοῖς ἄστροις· τοῦ δὲ ἐπινεύσαντος οὕτως ἐτέθη· ἐπισημασίαν δὲ ἔχει ἐπὶ τῷ ἐκείνου συμπτώματι δυομένη καθ' ὥραν. Ἔχει δὲ ἀστέρας ἐπὶ τῶν κτενῶν ἑκατέρων α, ἐφ' ἑκατέρου πήχεως ἀκρωτῆρι ὁμοίως α, ἐφ' ἑκατέρων ὤμων α, ἐπὶ ζυγοῦ α, ἐπὶ τοῦ πυθμένος α, λευκὸν καὶ λαμπρόν· τοὺς πάντας η.
(Ερατοσθένης, Καταστερισμοί 1.24R.2)

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου