«Κάθε άνθρωπος σκοτώνει ό,τι αγαπά κι ας το ξέρει ο καθείς: άλλος μ' ερωτικά γλυκόλογα, ο δειλός με φιλί κι ο αντρείος με σπαθί.
Ένας σκοτώνει την αγάπη του νέος, άλλοι όταν γερνάν, ένας τη πνίγει με τα χέρια του πόθου, άλλος με τα χέρια του πλούτου.
Οι πιο συμπονετικοί τη μαχαιρώνουνε γιατί έτσι ο νεκρός παγώνει γρηγορώτερα.
Άλλοι αγαπούνε λίγο, άλλοι πιότερο, άλλοι πουλάνε τον έρωτα, άλλοι τον αγοράζουν, άλλοι σκοτώνουν με δάκρια κι άλλοι βουβά χωρίς στεναγμό, γιατί καθένας σκοτώνει ό,τι αγαπά.»
«Τη πιο ψηλή θέση την αποζητά ο καθένας. Είναι το σημείο που κατευθύνονται όλες οι ανθρώπινες προσπάθειες.»
«Αυτός ξεκουραζότανε σα κάποιον που κοιμάται κι ονειρεύεται πάνω στο μαλακό χορτάρι ενός λιβαδιού. Οι φύλακες τον κοιτάζανε καθώς κοιμότανε και δε μπορούσαν να καταλάβουνε πως μπορούσε να κοιμάται τόσον ήσυχα, αφού βρισκότανε τόσο κοντά στο σκοινί του δήμιου. Μα ο ύπνος δεν έρχεται όταν είναι για να κλάψουν αυτοί που ποτέ ως τώρα δε χύσανε δάκρια ή κι αλήτες κι απατεώνες και κατεργάρηδες, αγρυπνήσαν όλη νύχτα και μέσα σε κάθε νου, γλιστρούσεν έρποντας η φρίκη για τον πόνο του άλλου. Αλίμονο, δεν υπάρχει φριχτότερο από τον πόνο για το κρίμα ενός άλλου. Γιατί ίσα στη καρδιά το μαχαίρι του κακού βυθίζει τη φαρμακωμένη λεπίδα του και σα λιωμένο μολύβι ήτανε τα δάκρια που χύσαμε για το αίμα που δεν είχαμε χύσει εμείς.»
«Ω!... φώναζαν, ο κόσμος είναι πλατύς, μα το κορμί σκλαβωμένο παραλύει. Μια και δυο φορές το παιγνίδι των ζαριών, μπορεί να 'ναι παιγνίδι καλό. Μα δε το κερδίζει όποιος το παίζει με την αμαρτία στη κρυφήν αυλή της ατιμίας.»
«Γιατί κείνος που ζει πιότερο από μια φορά, πεθαίνει πιότερες φορές.»
«Ευτυχισμένοι κείνοι που οι καρδιές τους τσακίζουνε και που βρίσκουνε στη συγνώμη, τη γαλήνη. Πως αλλιώς μπορούσε ο άνθρωπος να καθαρίσει από τα κρίματα, την αμαρτωλή του ψυχή; Από που αλλού μπορεί να μπει, αν όχι από τη τσακισμένη καρδιά μας;»
«Γιατί κανένας δε καταφρονεί τη τσακισμένη και μετανοημένη καρδιά.»
«Και καθένας σκοτώνει ό,τι αγαπά κι όλοι ας ξέρουμε πως ο νέος σκοτώνει με τα μάτια γεμάτα μίσος, άλλοι με χαϊδευτικά λόγια, ο δειλός μ' ένα φιλί κι ο αντρείος με το σπαθί.»
Oscar Wilde, Η Μπαλάντα Της Φυλακής Του Ρήντινγκ
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου