Τετάρτη 2 Ιανουαρίου 2019

Η κατάθλιψη σήμερα: «επιδημία» ή σύμπτωμα της εποχής;

Λέγεται ότι ο 21ος αιώνας θα είναι ο «αιώνας της κατάθλιψης», μετά τον 20ο που ήταν ο «αιώνας του άγχους». Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας ανακοίνωσε ότι η κατάθλιψη αποτελεί πλέον την πρώτη αιτία πρόκλησης αναπηρίας παγκοσμίως. Δημιουργείται εύκολα λοιπόν η εντύπωση ότι κάποιου είδους «επιδημία» εξαπλώνεται σε όλο τον κόσμο, όπως στο παρελθόν η πανούκλα και η χολέρα. Είναι όμως έτσι τα πράγματα;


Τι είναι πρώτα απ’ όλα αυτή η κατάθλιψη;

Σύμφωνα με τα σύγχρονα ταξινομικά συστήματα (ICD-10, DSM-5), ως κατάθλιψη ορίζεται η παρουσία «καταθλιπτικής» διάθεσης ή απώλειας του ενδιαφέροντος και της ευχαρίστησης για μια περίοδο τουλάχιστον 2 εβδομάδων. Θα πρέπει να συνοδεύεται από κάποια ακόμα συμπτώματα, όπως η αϋπνία, η μείωση της ενέργειας, η απώλεια βάρους, η αναποφασιστικότητα. Είναι προφανές ότι η περιγραφή είναι αρκετά γενική, μπορεί να συμπεριλάβει μεγάλο αριθμό ανόμοιων μεταξύ τους καταστάσεων, ενώ δεν είναι δυνατόν να αποφύγει το «αναγκαίο κακό» όλων των διαγνώσεων της ψυχιατρικής, ότι εξαρτάται από την υποκειμενική παρατήρηση, κυρίως του ψυχιάτρου. Πολλές φορές δεν είναι καθόλου εύκολο να διακρίνουμε αν η διάθεση κάποιου είναι «καταθλιπτική» ή απλώς «πεσμένη».

Όπως υποστηρίζει ο Αμερικανός καθηγητής ψυχιατρικής Frances Allen, ο οποίος ήταν υπεύθυνος για τη συγγραφή της προηγούμενης έκδοσης του Διαγνωστικού και Στατιστικού Εγχειριδίου Ψυχικών Διαταραχών (DSM-IV), τα χαλαρά κριτήρια διάγνωσης έχουν οδηγήσει σε μια ψευδή επιδημία «Μείζονος Καταθλιπτικής Διαταραχής», η οποία συχνά δεν είναι στην πραγματικότητα «μείζονα», δεν είναι στην πραγματικότητα «καταθλιπτική», δεν είναι στην πραγματικότητα «διαταραχή».

Η θλίψη δεν είναι ασθένεια

Σύμφωνα με τον ίδιο, η θλίψη δεν είναι συνώνυμη με την ασθένεια, ενώ η δυνατότητά μας να νιώσουμε συναισθηματικό πόνο μάς οδηγεί στο να προσαρμοζόμαστε καλύτερα σε νέες συνθήκες. Η φύση απεχθάνεται την ομοιογένεια και λατρεύει την ποικιλομορφία, ενώ σε μια γεμάτη ζωή χρειάζεται ολόκληρη η παλέτα των συναισθημάτων. Δεν (πρέπει να) υπάρχει μία διάγνωση για κάθε πρόβλημα, ούτε ένα χάπι για κάθε αναποδιά.

Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, πάνω από 300 εκατομμύρια άτομα στον κόσμο πάσχουν από κατάθλιψη σήμερα, περισσότερα από κάθε άλλη φορά. Όμως, βασιζόμενοι μόνο στα στατιστικά στοιχεία είναι δύσκολο να αποφανθούμε αν έχουν όντως αυξηθεί τα άτομα που είναι θλιμμένα σε σχέση με το παρελθόν, αν αυτό που έχει αυξηθεί είναι η τάση μας να «βλέπουμε» παντού την κατάθλιψη, ή αν έχουν αυξηθεί και τα δύο ταυτόχρονα. Για το λόγο αυτό, θα επιχειρήσω μια διαφορετική προσέγγιση του θέματος.

Η κατάθλιψη στις μέρες μας. Σύγκριση με το παρελθόν

Ακούμε συχνά από μεγαλύτερους στην ηλικία ότι «παλιά οι άνθρωποι ήταν πιο ευτυχισμένοι». Χωρίς να υπάρχει διάθεση ρομαντικής εξιδανίκευσης του παρελθόντος, είναι γενικώς αποδεκτό ότι παλιότερα η ζωή ήταν πιο σκληρή, αλλά ταυτόχρονα πιο απλή. Ο ρόλος του καθενός στην οικογένεια και την κοινωνία ήταν συγκεκριμένος και παγιωμένος, το ίδιο και οι υποχρεώσεις του. Οι όποιες διέξοδοι για διασκέδαση ήταν περιορισμένες και καθορισμένες από την αναγκαιότητα. Οι άνθρωποι τότε ήταν λιγότερο ελεύθεροι, αλλά και λιγότερο προβληματισμένοι. Ζούσαν σε μεγαλύτερη στέρηση, αλλά αντλούσαν ικανοποίηση από μικρά πράγματα, οι δουλειές τους ήταν περισσότερο απαιτητικές σωματικά, αλλά λιγότερο απαιτητικές ψυχικά.

Στις σύγχρονες δυτικές κοινωνίες παρατηρείται οικονομική και πνευματική ανάπτυξη, ενώ ταυτόχρονα αμφισβητούνται όλοι οι παραδοσιακοί ρόλοι, θεσμοί, έννοιες, ιδεολογίες. Μάλιστα, η κατάσταση αλλάζει συνεχώς, με ολοένα και πιο γρήγορο ρυθμό, εξαιτίας των τεχνολογικών, αλλά και των συνακόλουθων κοινωνικών εξελίξεων. Στις αρχές του 20ού αιώνα, την εποχή που έζησε ο Σίγκμουντ Φρόυντ, αυτό που κυριαρχούσε ήταν οι απαγορεύσεις, όμως στην εποχή μας ασκείται πίεση για όλο και μεγαλύτερη απόλαυση. Ενώ τότε ο περίγυρος περιόριζε τους ανθρώπους, σήμερα τους δίνει ένα φαινομενικά αντίθετο πρόσταγμα: «απόλαυσε»! Μια τέτοια απόλαυση χωρίς μέτρο δεν είναι καθόλου ευχάριστη, ενώ κάποιες φορές μπορεί να αποβεί και μοιραία, όπως για παράδειγμα στην τοξικομανία.

Ποιός είναι, τελικά, ο σκοπός των απαιτήσεων που συνεχώς αυξάνονται;

Διαβάζουμε σε δημοφιλή έντυπα ή ιστοσελίδες: «τα 100 μέρη που ΠΡΕΠΕΙ να δεις πριν πεθάνεις», «όλα όσα ΠΡΕΠΕΙ να έχει κάνει ένας άντρας μέχρι τα 30 του», «οι 10 MUST εμπειρίες μιας εργένισσας». Η κοινωνική πίεση είναι ακόμα μεγαλύτερη στις γυναίκες, οι οποίες καλούνται να είναι πάντοτε όμορφες, να έχουν μια επιτυχημένη καριέρα, αλλά να είναι ταυτόχρονα καλές μητέρες και πρόθυμες σύζυγοι. Πολλοί άνθρωποι αισθάνονται αποτυχημένοι, ανεπαρκείς, επειδή δεν κατάφεραν να ακολουθήσουν τα όλο και πιο απαιτητικά νέα πρότυπα.

Σαν να μην έφταναν όλα τα παραπάνω, οι απαιτήσεις αυτές είναι συχνά αντικρουόμενες, με αποτέλεσμα να προκαλείται σύγχυση και αίσθημα κενού. Για να το κάνω πιο κατανοητό, ας φανταστούμε έναν χαρακτήρα, τη Μαρία της διπλανής πόρτας (η επιλογή του φύλου δεν είναι τυχαία). Έχουμε ακούσει πολλές φορές να μιλούν για τα θεραπευτικά οφέλη του “shopping therapy”, σε τηλεοπτικά πάνελ, δημοφιλείς εκπομπές και όχι μόνο. Αν όμως η Μαρία κάνει πολλά ψώνια, ακολουθώντας κατά γράμμα αυτά που άκουσε στην τηλεόραση, κινδυνεύει να χαρακτηριστεί από τους «ειδικούς» ως πάσχουσα από διπολική διαταραχή! Το ίδιο ισχύει και με τις προτροπές να είναι ελκυστική και sexy, οι οποίες έχουν μεν πολλαπλασιαστεί στην εποχή του facebook και του instagram, αλλά δεν πρέπει να λαμβάνονται τοις μετρητοίς. Για τον πολύ απλό λόγο ότι αν γίνει λίγο sexy παραπάνω, θα λάβει τον τίτλο της «τσούλας» από πολλούς καλοθελητές...

Η υπερβολική, δυσάρεστη απόλαυση, το αίσθημα αποτυχίας, αλλά και το αίσθημα κενού είναι άμεσες συνέπειες του σύγχρονου τρόπου ζωής. Ολοένα και συχνότερα τους δίνεται το όνομα της «Μείζονος Καταθλιπτικής Διαταραχής», που καλύπτει και ομογενοποιεί τα πάντα, εξαλείφοντας τη διαφορετικότητα της κάθε περίπτωσης και αποφεύγοντας την αναζήτηση των αιτιών. Στο θέμα λοιπόν της «επιδημίας κατάθλιψης» θεωρώ πως οι ψυχίατροι και οι ψυχολόγοι πρέπει να κάνουμε ένα βήμα πίσω. Να δούμε την κατάσταση με ταπεινότητα, εξετάζοντας όλες τις πλευρές, βιολογικές, ψυχολογικές και κοινωνικές. Να δώσουμε χώρο στους ασθενείς μας να εκφραστούν, να αναπτύξουν τις δυνατότητές τους και, αν είναι δυνατόν μέσα από μια ψυχαναλυτική διαδικασία, να ανακαλύψουν τις αιτίες της δυστυχίας τους, που δεν συνειδητοποιούν ακόμα.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου