Σε μια συντροφική σχέση ανεξαρτήτως ενδιαφέροντος που έχουμε ο ένας για τον άλλον, οι εντάσεις μεταξύ μας είναι αναπόφευκτες απ’ τη στιγμή που ο καθένας μας είναι μία ξεχωριστή προσωπικότητα, με τη δική του ιδιοσυγκρασία, έχει προσωπική άποψη και βγάζει τα δικά του συμπεράσματα.
Η οπτική του καθενός φέρει κι ανάλογο αντίκτυπο στη σχέση, που πολλές φορές μας απογοητεύει επειδή δεν είναι η κατάλληλη συμπεριφορά που περιμέναμε να δούμε απ’ το σύντροφό μας. Πράγματι πολλές αντιδράσεις ενοχλούν και πληγώνουν τα συναισθήματά μας κι όσο πιο ευάλωτοι νιώθουμε μέσα μας, τόσο πιο εκτεθειμένοι είμαστε να ενοχληθούμε από μια συμπεριφορά.
Όλα ξεκινούν απ’ τον σεβασμό που δείχνει ο άλλος απέναντί μας. Θέλουμε να ακούμε πάντα τα καλύτερα, να μας εξυψώνουν, να μας κολακεύουν, να μας φροντίζουν. Ο εγωισμός μας δε δέχεται ότι έχουμε άδικο κι η ανασφάλειά μας δεν ανέχεται την κριτική. Αν βρούμε λόγια που δε μας αρέσουν, ένα άτοπο νεύμα, μια βιαστική απάντηση, ένα αβάσιμο συμπέρασμα εις βάρος μας, αρκούν για να πάρουμε συναισθηματικές αποστάσεις. Φυσικά προτιμάμε να υπερασπιστούμε τον εαυτό μας και για να επιβληθούμε δημιουργούμε άμυνες, αρκεί να βρούμε το δίκιο μας.
Απ’ την παρόρμηση να προστατεύσουμε τον εγωισμό μας, ξεχνάμε να δούμε πώς φαινόμαστε στα μάτια του άλλου κι ούτε αντιλαμβανόμαστε αν η δική μας συμπεριφορά έχει ενοχλήσει. Μπορεί να φερθούμε κι εμείς με τη σειρά μας άγαρμπα, χωρίς να εννοούμε ιδιαίτερα ό,τι λέμε, αλλά κι αν είπαμε κάποιες αλήθειες λόγω της φόρτισης θα εκφράστηκαν με υπερβολικό τρόπο. Ειδικά σε μια προσωπική σχέση έχουμε την οικειότητα να μιλήσουμε χωρίς ιδιαίτερο φίλτρο, ξεσπούν οι σκέψεις μας εντελώς ατσούμπαλα κι ούτε ωραιοποιούμε τα λεγόμενά μας.
Ποιος έχει δίκιο ή άδικο, ποιος πονάει περισσότερο, ποιος πληγώνεται ελαφρύτερα, ποιος τα ξεπερνάει όλα πιο εύκολα, ποιος αντέχει; Κανείς δεν μπορεί να πει με σιγουριά ποιος τα καταφέρνει γενικά καλύτερα, ακόμα κι αν φαίνεται πολλές φορές το ζύγι να τείνει ευκολότερα προς τη μία κατεύθυνση.
Αν αναρωτηθούμε, όλο και κάποιο παράπονο έχει ο ένας απ’ τον άλλον κι αυτό το αλισβερίσι κριτικής δημιουργεί ασυμφωνία και σύγχυση. Όπως υπερασπιζόμαστε τον εαυτό μας κι ο άλλος θέλει να υπερασπιστεί τον δικό του. Ο καθένας μας κρατάει τις άμυνές του και καταλήγουμε να αλληλοπληγωνόμαστε επειδή έχουμε θιχτεί μεταξύ μας. Είναι ένας κύκλος συμπεριφοράς που όσο πληγωνόμαστε, πληγώνουμε και το αντίστροφο.
Όταν νιώθουμε πληγωμένοι απ’ τον σύντροφό μας ουσιαστικά ρίχνουμε την ευθύνη πάνω του, σαν να φταίει εκείνος που εμείς πληγωθήκαμε. Ο σύντροφος, που φαίνεται πως πληγώνει, για να φτάσει στο σημείο να πληγώσει τον δικό του άνθρωπο, σημαίνει πως από κάτι είναι ήδη επηρεασμένος.
Κάθε συμπεριφορά που δεχόμαστε είναι το ερέθισμα που εκθέτει μια αδυναμία μας, ενώ με την αντίδρασή μας προβάλλουμε κι εμείς την αντίστοιχη ανασφάλεια του άλλου. Ουσιαστικά, είμαστε ο ένας ο καθρέφτης του άλλου κι έχουμε κι οι δύο την ευθύνη με το πόσο εγωκεντρικά θα εκδηλώσουμε τις ανασφάλειές μας.
Αν είναι ικανή μία πράξη να μας ρίξει τη διάθεση και να μας στενοχωρήσει σημαίνει πως κάποιο κουμπί βρίσκει μέσα μας και πατάει. Ο καθένας λειτουργεί μέσα απ’ τα δικά του συναισθηματικά τραύματα. Μέσα από ένα ραγισμένο πρίσμα, λόγω του τραύματος, θα ενεργεί ανάλογα ραγισμένα και σε εμάς πέφτει η βαρύτητα στο πόσο θα ανεχτούμε ή θα διαχειριστούμε τη συμπεριφορά που λαμβάνουμε μέσα απ’ το αντίστοιχο δικό μας πολυδιάστατο πρίσμα. Κατά κάποιο τρόπο εμείς επιτρέπουμε πόσο κι αν θα πληγωθούμε.
Δεν υπάρχει θύμα, υπάρχει χαμηλή αυτοεκτίμηση. Δεν υπάρχει θύτης, μόνο υψηλός εγωισμός. Ανασφάλεια έχουν κι οι δύο όμως, που την εκφράζουν με διαφορετικό τρόπο. Με γνώμονα την εκτίμηση απέναντι στο σύντροφό μας μπορούμε να του δημιουργήσουμε ένα κέντρο ασφάλειας μόνο με το γίνουμε οι ίδιοι ασφαλείς προς τον εαυτό μας.
Η ανασφάλειά μας θέλει φροντίδα, με το να παραμένουμε συνειδητοί στις πράξεις μας, να ξέρουμε τι θέλουμε, να παρατηρούμε ακέραια τις αντιθέσεις μας, χωρίς να παρερμηνεύουμε με προκαταλήψεις, να αναπτύξουμε επίγνωση για τη συμπεριφορά μας, να συναναστρεφόμαστε με συναίσθηση κι ενσυναίσθηση.
Η συμπεριφορά μας είναι αντίκτυπο της ισορροπίας που έχουμε κατακτήσει μέσα μας. Η αυτογνωσία είναι μια εσωτερική επιτυχία και πάει κόντρα στις πεποιθήσεις του μυαλού και τον εγωισμό. Συνήθως υψηλά ποσοστά εγωισμού δεν μπορούν να φέρουν τη χαρά μέσα στη σχέση κι όσο δεν αποδεχόμαστε τον εαυτό μας θα δείχνουμε τον άλλον πάντα σαν φταίχτη.
Η αλληλεπίδραση μέσα στη σχέση είναι σαν μια πύρινη μπάλα που μας καίει καθώς την πετάμε ο ένας στον άλλον. Αν κρατούσαμε το φλεγόμενο αυτό μπαλάκι χωρίς να το πετάξουμε πάλι στον άλλον και το φυσούσαμε οι ίδιοι να σβήσει, σημαίνει πως αναλαμβάνουμε τη δική μας ευθύνη για τα λόγια, τις πράξεις και τη συμπεριφορά μας.
Κανείς άλλος δεν μπορεί να φταίει, παρά μόνο οι ίδιοι έχουμε την ευθύνη που ανεχόμαστε, που φοβόμαστε, που αμφιβάλουμε για τον εαυτό μας, που ανισορροπούμε εσωτερικά και κατ’ επέκταση αντιδράμε ανισόρροπα. Ο σεβασμός απέναντι στον σύντροφό μας εξαρτάται πάντα απ’ τον αυτοσεβασμό μας.
Η οπτική του καθενός φέρει κι ανάλογο αντίκτυπο στη σχέση, που πολλές φορές μας απογοητεύει επειδή δεν είναι η κατάλληλη συμπεριφορά που περιμέναμε να δούμε απ’ το σύντροφό μας. Πράγματι πολλές αντιδράσεις ενοχλούν και πληγώνουν τα συναισθήματά μας κι όσο πιο ευάλωτοι νιώθουμε μέσα μας, τόσο πιο εκτεθειμένοι είμαστε να ενοχληθούμε από μια συμπεριφορά.
Όλα ξεκινούν απ’ τον σεβασμό που δείχνει ο άλλος απέναντί μας. Θέλουμε να ακούμε πάντα τα καλύτερα, να μας εξυψώνουν, να μας κολακεύουν, να μας φροντίζουν. Ο εγωισμός μας δε δέχεται ότι έχουμε άδικο κι η ανασφάλειά μας δεν ανέχεται την κριτική. Αν βρούμε λόγια που δε μας αρέσουν, ένα άτοπο νεύμα, μια βιαστική απάντηση, ένα αβάσιμο συμπέρασμα εις βάρος μας, αρκούν για να πάρουμε συναισθηματικές αποστάσεις. Φυσικά προτιμάμε να υπερασπιστούμε τον εαυτό μας και για να επιβληθούμε δημιουργούμε άμυνες, αρκεί να βρούμε το δίκιο μας.
Απ’ την παρόρμηση να προστατεύσουμε τον εγωισμό μας, ξεχνάμε να δούμε πώς φαινόμαστε στα μάτια του άλλου κι ούτε αντιλαμβανόμαστε αν η δική μας συμπεριφορά έχει ενοχλήσει. Μπορεί να φερθούμε κι εμείς με τη σειρά μας άγαρμπα, χωρίς να εννοούμε ιδιαίτερα ό,τι λέμε, αλλά κι αν είπαμε κάποιες αλήθειες λόγω της φόρτισης θα εκφράστηκαν με υπερβολικό τρόπο. Ειδικά σε μια προσωπική σχέση έχουμε την οικειότητα να μιλήσουμε χωρίς ιδιαίτερο φίλτρο, ξεσπούν οι σκέψεις μας εντελώς ατσούμπαλα κι ούτε ωραιοποιούμε τα λεγόμενά μας.
Ποιος έχει δίκιο ή άδικο, ποιος πονάει περισσότερο, ποιος πληγώνεται ελαφρύτερα, ποιος τα ξεπερνάει όλα πιο εύκολα, ποιος αντέχει; Κανείς δεν μπορεί να πει με σιγουριά ποιος τα καταφέρνει γενικά καλύτερα, ακόμα κι αν φαίνεται πολλές φορές το ζύγι να τείνει ευκολότερα προς τη μία κατεύθυνση.
Αν αναρωτηθούμε, όλο και κάποιο παράπονο έχει ο ένας απ’ τον άλλον κι αυτό το αλισβερίσι κριτικής δημιουργεί ασυμφωνία και σύγχυση. Όπως υπερασπιζόμαστε τον εαυτό μας κι ο άλλος θέλει να υπερασπιστεί τον δικό του. Ο καθένας μας κρατάει τις άμυνές του και καταλήγουμε να αλληλοπληγωνόμαστε επειδή έχουμε θιχτεί μεταξύ μας. Είναι ένας κύκλος συμπεριφοράς που όσο πληγωνόμαστε, πληγώνουμε και το αντίστροφο.
Όταν νιώθουμε πληγωμένοι απ’ τον σύντροφό μας ουσιαστικά ρίχνουμε την ευθύνη πάνω του, σαν να φταίει εκείνος που εμείς πληγωθήκαμε. Ο σύντροφος, που φαίνεται πως πληγώνει, για να φτάσει στο σημείο να πληγώσει τον δικό του άνθρωπο, σημαίνει πως από κάτι είναι ήδη επηρεασμένος.
Κάθε συμπεριφορά που δεχόμαστε είναι το ερέθισμα που εκθέτει μια αδυναμία μας, ενώ με την αντίδρασή μας προβάλλουμε κι εμείς την αντίστοιχη ανασφάλεια του άλλου. Ουσιαστικά, είμαστε ο ένας ο καθρέφτης του άλλου κι έχουμε κι οι δύο την ευθύνη με το πόσο εγωκεντρικά θα εκδηλώσουμε τις ανασφάλειές μας.
Αν είναι ικανή μία πράξη να μας ρίξει τη διάθεση και να μας στενοχωρήσει σημαίνει πως κάποιο κουμπί βρίσκει μέσα μας και πατάει. Ο καθένας λειτουργεί μέσα απ’ τα δικά του συναισθηματικά τραύματα. Μέσα από ένα ραγισμένο πρίσμα, λόγω του τραύματος, θα ενεργεί ανάλογα ραγισμένα και σε εμάς πέφτει η βαρύτητα στο πόσο θα ανεχτούμε ή θα διαχειριστούμε τη συμπεριφορά που λαμβάνουμε μέσα απ’ το αντίστοιχο δικό μας πολυδιάστατο πρίσμα. Κατά κάποιο τρόπο εμείς επιτρέπουμε πόσο κι αν θα πληγωθούμε.
Δεν υπάρχει θύμα, υπάρχει χαμηλή αυτοεκτίμηση. Δεν υπάρχει θύτης, μόνο υψηλός εγωισμός. Ανασφάλεια έχουν κι οι δύο όμως, που την εκφράζουν με διαφορετικό τρόπο. Με γνώμονα την εκτίμηση απέναντι στο σύντροφό μας μπορούμε να του δημιουργήσουμε ένα κέντρο ασφάλειας μόνο με το γίνουμε οι ίδιοι ασφαλείς προς τον εαυτό μας.
Η ανασφάλειά μας θέλει φροντίδα, με το να παραμένουμε συνειδητοί στις πράξεις μας, να ξέρουμε τι θέλουμε, να παρατηρούμε ακέραια τις αντιθέσεις μας, χωρίς να παρερμηνεύουμε με προκαταλήψεις, να αναπτύξουμε επίγνωση για τη συμπεριφορά μας, να συναναστρεφόμαστε με συναίσθηση κι ενσυναίσθηση.
Η συμπεριφορά μας είναι αντίκτυπο της ισορροπίας που έχουμε κατακτήσει μέσα μας. Η αυτογνωσία είναι μια εσωτερική επιτυχία και πάει κόντρα στις πεποιθήσεις του μυαλού και τον εγωισμό. Συνήθως υψηλά ποσοστά εγωισμού δεν μπορούν να φέρουν τη χαρά μέσα στη σχέση κι όσο δεν αποδεχόμαστε τον εαυτό μας θα δείχνουμε τον άλλον πάντα σαν φταίχτη.
Η αλληλεπίδραση μέσα στη σχέση είναι σαν μια πύρινη μπάλα που μας καίει καθώς την πετάμε ο ένας στον άλλον. Αν κρατούσαμε το φλεγόμενο αυτό μπαλάκι χωρίς να το πετάξουμε πάλι στον άλλον και το φυσούσαμε οι ίδιοι να σβήσει, σημαίνει πως αναλαμβάνουμε τη δική μας ευθύνη για τα λόγια, τις πράξεις και τη συμπεριφορά μας.
Κανείς άλλος δεν μπορεί να φταίει, παρά μόνο οι ίδιοι έχουμε την ευθύνη που ανεχόμαστε, που φοβόμαστε, που αμφιβάλουμε για τον εαυτό μας, που ανισορροπούμε εσωτερικά και κατ’ επέκταση αντιδράμε ανισόρροπα. Ο σεβασμός απέναντι στον σύντροφό μας εξαρτάται πάντα απ’ τον αυτοσεβασμό μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου