Τρίτη 12 Απριλίου 2016

Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΕΙΝΑΙ ΕΝΝΟΙΑ ΑΣΚΗΤΙΚΗ

Από κάθε μάθημα που μας δίνει η εποχή μας, σκληρό ή έμμεσο, συμφέρει να βγάζουμε το καλλίτερο για τον προσανατολισμό μας, εξωτερικό ή εσωτερικό, δίδαγμα. Ποιο δίδαγμα βγαίνει από τη «μορφωτική επανάσταση» της Κίνας, με τα σχετικά συμφραζόμενα; Αν το βρούμε – και χρειάζεται κάποιο θάρρος για να το βρούμε – τότε θα έχουμε κατορθώσει κάτι πιο γόνιμο από την αποδοκιμασία.

Η Κίνα του Μάο δοκίμασε, όπως κάθε χώρα με ιστορική θέση εκτεθειμένη, να δώσει μιαν απάντηση στο ερώτημα των καιρών. Η απάντηση που έδωσε, είναι μονοκόμματη, συνοπτική, πρωτόγονη. Ξεπερνάει όμως την πολιτική, φτάνει στο χώρο της ιδεολογίας˙ μας ανάγκασε προχτές να αναρωτηθούμε μήπως η ελευθερία είναι μια φαντασίωση αστική, καθυστερημένη από λάθος μέσα στον κόσμο μας, και γι’ αυτό έτσι θολή, παραζαλισμένη˙ μια έννοια που προσπαθεί να περισώσει κάτι από τον εαυτό της μέσα σ’ ένα σταυροδρόμι όπου φυσάνε χίλιοι άνεμοι. Βλέπει λοιπόν όχι μόνο ν’ αναρπάζονται ένα – ένα τα εξαρτήματα της περιβολής της, αλλά και να διαλύεται η ίδια, ν’ απομένει ίσκιος. Αποκρούω το ενδεχόμενο να σταματήσω εδώ...

Αν ή ιδέα της ελευθερίας περνάει τέτοια κρίση στην εποχή μας, είναι γιατί δεν θελήσαμε να καταλάβουμε κάτι απλό αλλά και δυσάρεστο ίσως: πως είναι ασκητική έννοια. Η τρυφή και η σπατάλη δεν της πάνε. Σε χρόνια όπου οι εξωτερικοί πειρασμοί ήταν λίγοι, η αξίωση της ελευθερίας μπορούσε ν’ αποκτήσει εύκολα σχετικώς την αυτεπίγνωση, ν’ αντιπατήσει και ν’ αντισταθεί στις διαλυτικές επιδράσεις. Δεν γίνεται όμως να είμαι ελεύθερος καταμεσής σ’ έναν κόσμο που κάνει τη ζωή παρανάλωμα του πιο χοντρού ευδαιμονισμού. Το βάρος τότε μετατοπίζεται από την αξίωση για ηδονή, ο καθένας ξεπουλιέται, γίνεται εξάρτημα των δυνάμεων που του τάζουν την τρυφή, την αφθονία. Εξάρτηση όμως και ανεξαρτησία αποτελούν αντίφαση. Ζούμε τη σύγκρουση ελευθερίας και κοινωνίας της αφθονίας, ή τουλάχιστον κοινωνίας καταναλωτικής.

Η πολυτέλεια υποδουλώνει, κι αυτό ο Μάο Τσε Τουγκ το κατάλαβε. Κυρίαρχος μιας χώρας απέραντης, μπόρεσε ωστόσο να προσδιορίσει αυστηρά τον ορίζοντά της, να την απομονώσει από κάθε βαθύτερη επικοινωνία με τον έξω κόσμο και να της αναπτύξει μια ψυχολογία αδιάλλακτη. Με την αποκοπή αυτή από την τεχνολογική πρόσβαση – τουλάχιστον ως εκεί που τον συνέφερε – έδωσε μια λύση στο πρόβλημά του. Αν όμως δημιούργησε έτσι κι έναν λαό ελεύθερον, αυτό είναι άλλο θέμα. Ή κάλλιο, αυτό μας πηγαίνει στην καρδιά του ζητήματος. Ας το ιδούμε από την πλευρά που ενδιαφέρει εμάς, όχι εκείνον.

Δεν γίνεται να είμαι εξωτερικά ελεύθερος όταν δεν είμαι κι εσωτερικά ελεύθερος. Η πλάνη του κόσμου μας σ’ αυτό συνίσταται. Νομίζει πως την ελευθερία την αγοράζεις. Ένα παράδειγμα: όλοι συμφωνούμε πως μέσα σε συνθήκες οικονομικού καταναγκασμού δεν νοείται πολιτική ελευθερία˙ ποιος όμως αναρωτιέται αν οποιαδήποτε αύξηση του εισοδήματος, οποιαδήποτε ανέβασμα του βιοτικού επιπέδου, είναι παράγοντας ελευθερίας; Δημιουργείται η ψευδαίσθηση της ελευθερίας επειδή ο καθένας μπορεί – με αντίτιμο όμως απροσδιόριστο – ν’ αποκτήσει ό,τι του χρειάζεται. Στην ανισοζυγία ωστόσο αντίτιμου – παροχής βρίσκει καταφυγή και τρυπώνει ο δαίμονας του εξανδραποδισμού. Όταν, για να σου προκαλέσει την εντύπωση πως ικανοποιείς τις ανάγκες σου, πετυχαίνει να σου δίνει τόσα ώστε να σε διαφθείρει, με την έννοια ν’ αποκτάς όλο και μεγαλύτερες ανάγκες, τότε σε δένει στον αδυσώπητο μηχανισμό ενός φαύλου κύκλου. Σου έχει προκαλέσει τη δίψα της απληστίας αφού πριν πέτυχε να σου τη βαφτίσει «πολιτισμό».

Όλη η λογική της καταναλωτικής κοινωνίας σ’ αυτό έγκειται. Είναι μια κατάσταση πίθου των Δαναΐδων, που πέτυχε να δημιουργήσει ορισμένη ψυχολογία και μετέβαλε την υφήλιο σε αγορά. Άνθρωποι καθώς εμείς, που έχουμε για κυρίαρχο γνώρισμα μας το να είμαστε «πελατεία», ξεγελάμε τον εαυτό μας όταν ισχυριζόμαστε πως γνοιαζόμαστε και για την ελευθερία μας. Αφού πρώτα γίναμε εξαρτήματα, σκύβουμε έπειτα μ’ εμβρίθεια, αξιώσεις μεταφυσικής βαθύνοιας, πάνω στο πρόβλημα της «ελευθερίας». Ούτε που αναρωτιόμαστε αν προσπαθούμε να συμβιβάσουμε το ασυμβίβαστο. Μετατοπίζουμε το θέμα στο πολιτικό επίπεδο, σάμπως τα δύο επίπεδα να ήταν άσχετα μεταξύ τους. Σάμπως να γινόταν ποτέ ο σκλάβος στο ένα, να είναι αφέντης στο άλλο.

Δεν βλέπουμε λοιπόν πως πρόκειται για ένα και το ίδιο σύστημα; Εκείνος που μας αγοράζει με τη μέθοδο της αφθονίας, το κάνει για να μας έχει πελατεία του μόνιμη, πειθήνια, στρατολογημένη αλύτρωτα. Η τεχνολογία, παραγωγικός μηχανισμός του καταναλωτισμού, οπλίζει το χέρι του αφέντη, όχι του δούλου. Τον δούλο τον φορτώνει αδιάκοπα με καινούργια εφόδια ώστε να γίνεται όλο και βαρύτερος, πιο δυσκίνητος, ασήκωτος: δηλαδή όλο και πιο ακίνδυνος για τον αφέντη. Οι καλοθρεμμένοι υπήκοοι της Κίρκης ποτέ δεν θα της αμφισβητήσουν την εξουσία της, γιατί δεν τους «συμφέρει». Δεν θα γίνουν ποτέ ελεύθεροι. Ευτυχία τους λένε τη σκλαβιά τους.

Διαγράφεται έτσι για τον άνθρωπο ένα μέλλον αινιγματικό. Άλλοτε, για να τον υποδουλώσουν, τον καταπίεζαν˙ τώρα τον αγοράζουν. Ο εξουσιασμός τελειοποίησε τα μέσα του, τα έκανε ανίκητα. Δεν απομονώνει πια, για να τις συντρίψει μία – μία, τις κεφαλές της ανταρσίας˙ προσεταιρίζεται το πλήθος ολόκληρο των επίδοξων οπαδών της, το κατατάσσει στη δική του παράταξη. Και, για να λειτουργούν και οι ασφαλιστικές δικλείδες, δηλαδή η ναρκωτική ψευδαίσθηση, αφήνει να συζητούν ακαδημαϊκά για μεταφυσική ελευθερία, παράλογο, άγχος, επικοινωνία, αδιέξοδο, για όλα αυτά τα συνθήματα που έχει ρίξει στην αγορά η ευνουχισμένη από τους μακελάρηδες σκέψη του αιώνα.
Δεν ξεχνάω πως, λέγοντας αυτά, μοιάζω να προδίνω τη σημαία μου, αφού κι εγώ έχω βασανιστεί – και βασανίσει τους αναγνώστες μου – με τέτοια θέματα˙ καλό όμως είναι να ξέρουμε τι χρήση γίνεται της αγωνίας μας. Ζούμε σ’ εποχή ανίερη. Παράδειγμα η άλλη παράταξη: Πως αξιοποίησε αυτή το αίτημα της ελευθερίας; Μ’ έναν νέου τύπου καταναγκασμό. Εκεί, δεν λειτουργεί ο μηχανισμός του καταναλωτισμού˙ λειτουργεί ο θεσμός του ιερατείου. Πολύ παλαιά στην ουσία της μέθοδος, αμνημόνευτη. Ούτε ο θρησκευτικός μύθος τής απολείπει. Ούτε η εσχατολογική προβολή, που μεταθέτει σε μέλλον ολοένα απώτερο την ευδαιμονία. Η ελευθερία γίνεται απάτη. Έτσι κι ο ασκητισμός επιστρατεύτηκε, μπήκε κάτω από τον σιδερένιο νόμο τής ατέρμονης θητείας. Είναι η θυσία για τη θυσία. Στο ένα στρατόπεδο τρέφουν για ν’ αρμέγουν, στο άλλο ίσα που συντηρούν, για ν’ αφοπλίζουν. Η ανθρώπινη φύση είναι επόμενο να προτιμάει την πρώτη μέθοδο, φτάνει να μην έχει και την αξίωση να μιλάει στα σοβαρά για ελευθερία.

Έτσι φτάνουμε στο ανήκουστο δίλημμα, που γίνεται αισθητό σ’ όλη την ωμότητά του μόνον όταν διατυπωθεί σχηματικά, στεγνά: ελευθερία ή πρόοδος; Αφού ο άνθρωπος αλλοτριώνεται από την καλοπέραση όπως αλλοτριώνεται κι από την πείνα, μια μόνη λύση, θεωρητικά τουλάχιστον, απομένει: Να γίνει νοητό πως η ελευθερία είναι έννοια ασκητική. Να το πάρουμε απόφαση. Για να εξασφαλίσεις τις προϋποθέσεις της ανεξαρτησίας σου, πρέπει να έχεις όσο γίνεται λιγότερες ανάγκες. Πρότυπο δύσκολο, όχι σε όλους προσιτό, που μοιάζει οπισθοδρομικό˙ αλλά πως αλλιώς θα ξεφύγεις από το οργανωμένο δουλεμπόριο; Ας προσθέσουμε, για να έχουμε τέλεια επίγνωση της αλήθειας, ότι οι παλαιοί ασκητισμοί ήταν πολύ λιγότερο αυστηροί κι ανυστερόβουλοι: Της Άπω Ανατολής απέβλεπαν στην ατομική μακαριότητα δια της απαλλαγής από το πάθος της ζωής, του χριστιανικού κόσμου στην εξασφάλιση του αιώνιου δια του θυσιασμού του πρόσκαιρου. Ο νεοασκητισμός, που τον απαιτεί η αξίωση της ελευθερίας μας, τι τάζει;

Το αίσθημα της ελευθερίας. Ας προσθέσουμε, αν θέλουμε, και την αξιοπρέπεια˙ τη βαθύτερη συνδιαλλαγή με το φαινόμενο της ζωής. Πολύ άπιαστα ιδανικά όλα αυτά, το παραδέχομαι˙ είτε όμως μας αρέσει είτε όχι, σ’ αυτό το δίλημμα θα κληθούμε αύριο να απαντήσουμε. Κι από την απάντηση που θα δώσουμε, θα φανεί αν η ιδέα της ελευθερίας ήταν αίτημα γνήσιο ή αυταπάτη. Αλήθεια ή ψευτιά.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου