Πολλές φορές όλοι μας έχουμε αναρωτηθεί για τον εαυτό μας αλλά και για τους άλλους πώς προκύπτουν οι συμπεριφορές μας και οι ποικίλες αντιδράσεις μας σε διαφορετικές καταστάσεις και με διαφορετικούς ανθρώπους. Συμπεριφορές φαινομενικά ανεξήγητες που όμως αν εμβαθύνουμε κρύβουν μία μεγάλη ιστορία και ένα προσωπικό νόημα για τον καθένα από εμάς.
Οι σχέσεις μας καθορίζονται από τις πρωταρχικές σχέσεις που συνάψαμε ως παιδιά.
Η θεωρία του δεσμού (attachment) του Bowlby προσφέρει έναν τρόπο να κατανοούμε τις σχέσεις και τις διαφορετικές πτυχές τους, ειδικά αυτές που σχετίζονται με την ανάγκη μας να νιώθουμε ασφαλείς και με τις πτυχές που αναδεικνύονται όταν αυτή η καθοριστική ανάγκη νιώθουμε ότι απειλείται.
Πιο συγκεκριμένα, υποδεικνύει ότι οι μη υγιείς/δυσλειτουργικές σχέσειςπροκύπτουν από μη υγιείς/δυσλειτουργικούς δεσμούς τους οποίους συνάψαμε με τα άτομα φροντίδας που είχαμε στην παιδική μας ηλικία, συνήθως τους γονείς μας. Καθώς αλληλεπιδρούμε με τους άλλους από τις πρώτες στιγμές που ερχόμαστε στην ζωή, δημιουργούνται κάποια πρότυπα συσχέτισης με τους άλλους τα οποία μπορεί να διαφέρουν από άνθρωπο σε άνθρωπο. Αν κάποιος για παράδειγμα αποζητά την εγγύτητα με έναν άλλο άνθρωπο, κάποιος άλλος μπορεί να την φοβάται ή ακόμα και να μην ξέρει πώς να την διαχειριστεί. Άλλο άτομο μπορεί να φτάνει σε σημείο προσκόλλησης, όπου μόνο έτσι αποκτά νόημα η σχέση. Οι επαναλαμβανόμενες λοιπόν εμπειρίες με το άτομο-φροντιστή με το οποίο σχετιζόμαστε στενά, καθώς και ο τρόπος που ανταποκρίνεται στην ανάγκη μας για προστασία όταν αυτή απειλείται, δημιουργούν πρότυπα για τον τρόπο που σχετιζόμαστε με τους άλλους και στις ενήλικες σχέσεις μας, δημιουργώντας συγκεκριμένες προσδοκίες για αυτές.
Με τη βοήθεια της ψυχολογίας, έχει αναδειχθεί η τεράστια σημασία του δεσμού/σχέσης που αναπτύσσεται ανάμεσα στον γονιό και το βρέφος τα πρώτα 10 χρόνια της ζωής του. Το περιβάλλον του λοιπόν που ταυτίζεται με το πρόσωπο φροντίδας, μπορεί να ανταποκρίνεται σταθερά και με συνέπεια στις ανάγκες του παιδιού, μπορεί καθόλου ή ακόμα μπορεί να ανταποκρίνεται με τρόπο όπου δεν ικανοποιούνται σταθερά και επαρκώς. Οι πρωταρχικές αυτές εμπειρίες θέτουν τις βάσεις για να χτίσουμε ασφαλείς δεσμούς/τρόπους να σχετιζόμαστε, η ανασφαλείς.
Αν και ο ασφαλής δεσμός μπορεί να φαντάζει αυτονόητο γιατί αναπτύσσεται, ο μη ασφαλής δεσμός/τρόπος να σχετιζόμαστε τους άλλους, μπορεί να ερμηνευθεί ως ένας μηχανισμός άμυνας του παιδιού μέσω του οποίου διατηρεί τη σύνδεση με ένα γονιό απορριπτικό ή ασυνεπή.
Ασφαλής δεσμός. Επιζητώ τις κοντινές σχέσεις ενώ ταυτόχρονα τοποθετώ τα προσωπικά μου όρια και σέβομαι των υπολοίπων.
Ο άνθρωπος που συνάπτει ασφαλείς δεσμούς, πιθανότατα είχε την τύχη να μεγαλώσει κοντά σε άτομα η ανταπόκριση των οποίων ήταν εναρμονισμένη στις ανάγκες του. Ήταν διαθέσιμοι για αυτόν όταν ένιωθε να κινδυνεύει η ασφάλεια του ενώ παράλληλα του έδιναν και ευκαιρίες να ανακαλύψει και το γύρω περιβάλλον. Η οποιαδήποτε αντίδραση του παιδιού ακόμα και αν πρόκειται για εναντίωση, αντιμετωπίζεται ψύχραιμα χωρίς να κατακλύζονται από άγχος ή να γίνονται εκδικητικοί. Το άτομο με ασφαλή δεσμό νιώθει άνετα με την κοντινότητα στις σχέσεις, έχοντας μία σχετικά σταθερή εικόνα του εαυτού του η οποία αν και μπορεί να επηρεάζεται από τους σημαντικούς άλλους, δεν εξαρτάται από αυτούς. Αναγνωρίζει τα όρια του και λαμβάνει υπόψη και αυτά των γύρω του. Αντιλαμβάνεται ότι αν ορίσουμε την εγγύτητα ως μια αίσθηση σύνδεσης και κοινού μοιράσματος, η εγγύτητα δεν υπάρχει χωρίς την αυτονομία στις σχέσεις και το αντίστροφο.
Ανασφαλής/Φοβικός δεσμός. Φαίνεται ότι δεν θέλω, αλλά στην πραγματικότητα φοβάμαι.
Το άτομο που σχετίζεται με τους άλλους με τον φοβικό δεσμό βιώνει την επιθυμία για εγγύτητα αλλά ταυτόχρονα φοβάται να συνδεθεί συναισθηματικά με κάποιον ίσως γιατί στην παιδική του ηλικία οι άνθρωποι που τον φρόντιζαν ήταν επίσης αυτοί που τον πλήγωναν. Αν και φαίνεται ανεξάρτητος και αποκομμένος από τους άλλους φοβάται την εγγύτητα γιατί πιστεύει ότι θα τον απορρίψουν. Βαθιά μέσα του ίσως πιστεύει ότι δεν την αξίζει γιατί οι άλλοι δεν έχουν καλή εικόνα για αυτόν και τελικά ούτε και ο ίδιος για τον εαυτό του. Επιπλέον, μπορεί να επιδιώκει την συναισθηματική σύνδεση αλλά μη γνωρίζοντας τα προσωπικά του όρια, το αποτέλεσμα είναι ο φόβος για δέσμευση και δυσκολεύεται να εξηγήσει την συμπεριφορά του βιώνοντας ταυτόχρονα την ανάγκη να νιώσει οικειότητα αλλά και να βρει «έξοδο κινδύνου» όταν αυτή επιτυγχάνεται.
Ανασφαλής/Απορριπτικός δεσμός. Βασίζομαι μόνο στον εαυτό μου γιατί δεν ξέρω πώς να διαχειριστώ τις κοντινές σχέσεις.
Άτομα με αποφευκτικό δεσμό φαίνεται ότι δεν νιώθουν την ανάγκη να συνάψουν κοντινές σχέσεις και μάλιστα νιώθουν άβολα όταν κάποιος εκφράζει την επιθυμία να τους πλησιάσει, να διαπεράσει το «τείχος» που βάζουν. Πιθανότατα τα άτομα φροντίδας στην παιδική τους ηλικία, ήταν σπάνια διαθέσιμα να ικανοποιήσουν τις συναισθηματικές τους ανάγκες, για αυτό και έμαθαν να προσκολλούνται σε αντικείμενα και όχι σε ανθρώπους ώστε να νιώθουν ασφαλείς. Δεν αποζητούν την υποστήριξη των άλλων και φαίνεται ότι είναι αυτοκυριαρχούμενοι ίσως γιατί νιώθουν ότι αν ανοιχτούν θα βιώσουν την απόρριψη. Συνδέονται επιφανειακά και δυσκολεύονται να συντονιστούν με τις συναισθηματικές ανάγκες των άλλων ή να μπουν στη θέση τους.
Ανασφαλής/Αμφιθυμικός δεσμός. Βρίσκω νόημα στις σχέσεις μου μόνο όταν γίνομαι ένα με τον άλλον.
Πρόκειται για άτομα τα οποία συνηθίζουν να υπερεμπλέκονται στις σχέσεις τους και απορροφώνται πλήρως από την ερωτική τους ζωή και τα διάφορα θέματα που προκύπτουν εκεί. Νιώθουν διαρκώς μία ανασφάλεια ότι δεν αγαπιούνται η οποία εκφράζεται μέσω της επαγρύπνησης, της ζήλειας και διαρκούς ανάγκης για επιβεβαίωση. Ο αμφιθυμικός συνδέεται αλλά δεν αντέχει την αυτονομία και έτσι η εγγύτητα μετατρέπεται σε προσκόλληση γιατί φοβάται την εγκατάλειψη και την απομόνωση. Έχει μάθει να βάζει τις ανάγκες των άλλων πάνω από τις δικές του και η αξία του καθορίζεται από την εικόνα που έχουν οι άλλοι για αυτόν. Μία ερμηνεία για αυτή τους τη συμπεριφορά είναι ότι οι ανάγκες τους δεν ικανοποιούνταν με σταθερό τρόπο και τελικά στις ενήλικες σχέσεις τους προσκολλούνται σε ανθρώπους προκειμένου να «αναπληρώσουν» για την στοργή που δεν εισέπραξαν.
Ο τύπος δεσμού καθορίζει τις σχέσεις μας αλλά δεν μένει αναλλοίωτος σε όλη την διάρκεια της ζωής μας.
Είναι σημαντικό να έχουμε στο μυαλό μας ότι οι τύποι δεσμού αφορούν μία τάση που μπορεί να έχει ένα άτομο και όχι απαραιτήτως για ένα αναλλοίωτο χαρακτηριστικό στο χρόνο. Δεν σημαίνει για παράδειγμα ότι όλοι οι άνθρωποι με φοβικό δεσμό συμπεριφέρονται ακριβώς με τον ίδιο τρόπο. Άλλωστε ο τρόπος που σχετιζόμαστε στις κοντινές μας σχέσεις καθορίζεται από την ιδιοσυγκρασία μας, τη μοναδικότητα του καθενός σε συνδυασμό με τον τύπο δεσμού που κουβαλάει ο γονιός.
Το αισιόδοξο είναι ότι με βάση τις έρευνες, οι ενήλικες σχέσεις μας -εφόσον είναι υγιείς και όχι κακοποιητικές- μπορούν να λειτουργήσουν σαν επανορθωτικές εμπειρίες, μέσω των οποίων εμπλουτίζουμε και αξιολογούμε τους μαθημένους τρόπους συσχέτισης που μας χαρακτηρίζουν.
Οι σχέσεις μας καθορίζονται από τις πρωταρχικές σχέσεις που συνάψαμε ως παιδιά.
Η θεωρία του δεσμού (attachment) του Bowlby προσφέρει έναν τρόπο να κατανοούμε τις σχέσεις και τις διαφορετικές πτυχές τους, ειδικά αυτές που σχετίζονται με την ανάγκη μας να νιώθουμε ασφαλείς και με τις πτυχές που αναδεικνύονται όταν αυτή η καθοριστική ανάγκη νιώθουμε ότι απειλείται.
Πιο συγκεκριμένα, υποδεικνύει ότι οι μη υγιείς/δυσλειτουργικές σχέσειςπροκύπτουν από μη υγιείς/δυσλειτουργικούς δεσμούς τους οποίους συνάψαμε με τα άτομα φροντίδας που είχαμε στην παιδική μας ηλικία, συνήθως τους γονείς μας. Καθώς αλληλεπιδρούμε με τους άλλους από τις πρώτες στιγμές που ερχόμαστε στην ζωή, δημιουργούνται κάποια πρότυπα συσχέτισης με τους άλλους τα οποία μπορεί να διαφέρουν από άνθρωπο σε άνθρωπο. Αν κάποιος για παράδειγμα αποζητά την εγγύτητα με έναν άλλο άνθρωπο, κάποιος άλλος μπορεί να την φοβάται ή ακόμα και να μην ξέρει πώς να την διαχειριστεί. Άλλο άτομο μπορεί να φτάνει σε σημείο προσκόλλησης, όπου μόνο έτσι αποκτά νόημα η σχέση. Οι επαναλαμβανόμενες λοιπόν εμπειρίες με το άτομο-φροντιστή με το οποίο σχετιζόμαστε στενά, καθώς και ο τρόπος που ανταποκρίνεται στην ανάγκη μας για προστασία όταν αυτή απειλείται, δημιουργούν πρότυπα για τον τρόπο που σχετιζόμαστε με τους άλλους και στις ενήλικες σχέσεις μας, δημιουργώντας συγκεκριμένες προσδοκίες για αυτές.
Με τη βοήθεια της ψυχολογίας, έχει αναδειχθεί η τεράστια σημασία του δεσμού/σχέσης που αναπτύσσεται ανάμεσα στον γονιό και το βρέφος τα πρώτα 10 χρόνια της ζωής του. Το περιβάλλον του λοιπόν που ταυτίζεται με το πρόσωπο φροντίδας, μπορεί να ανταποκρίνεται σταθερά και με συνέπεια στις ανάγκες του παιδιού, μπορεί καθόλου ή ακόμα μπορεί να ανταποκρίνεται με τρόπο όπου δεν ικανοποιούνται σταθερά και επαρκώς. Οι πρωταρχικές αυτές εμπειρίες θέτουν τις βάσεις για να χτίσουμε ασφαλείς δεσμούς/τρόπους να σχετιζόμαστε, η ανασφαλείς.
Αν και ο ασφαλής δεσμός μπορεί να φαντάζει αυτονόητο γιατί αναπτύσσεται, ο μη ασφαλής δεσμός/τρόπος να σχετιζόμαστε τους άλλους, μπορεί να ερμηνευθεί ως ένας μηχανισμός άμυνας του παιδιού μέσω του οποίου διατηρεί τη σύνδεση με ένα γονιό απορριπτικό ή ασυνεπή.
Ασφαλής δεσμός. Επιζητώ τις κοντινές σχέσεις ενώ ταυτόχρονα τοποθετώ τα προσωπικά μου όρια και σέβομαι των υπολοίπων.
Ο άνθρωπος που συνάπτει ασφαλείς δεσμούς, πιθανότατα είχε την τύχη να μεγαλώσει κοντά σε άτομα η ανταπόκριση των οποίων ήταν εναρμονισμένη στις ανάγκες του. Ήταν διαθέσιμοι για αυτόν όταν ένιωθε να κινδυνεύει η ασφάλεια του ενώ παράλληλα του έδιναν και ευκαιρίες να ανακαλύψει και το γύρω περιβάλλον. Η οποιαδήποτε αντίδραση του παιδιού ακόμα και αν πρόκειται για εναντίωση, αντιμετωπίζεται ψύχραιμα χωρίς να κατακλύζονται από άγχος ή να γίνονται εκδικητικοί. Το άτομο με ασφαλή δεσμό νιώθει άνετα με την κοντινότητα στις σχέσεις, έχοντας μία σχετικά σταθερή εικόνα του εαυτού του η οποία αν και μπορεί να επηρεάζεται από τους σημαντικούς άλλους, δεν εξαρτάται από αυτούς. Αναγνωρίζει τα όρια του και λαμβάνει υπόψη και αυτά των γύρω του. Αντιλαμβάνεται ότι αν ορίσουμε την εγγύτητα ως μια αίσθηση σύνδεσης και κοινού μοιράσματος, η εγγύτητα δεν υπάρχει χωρίς την αυτονομία στις σχέσεις και το αντίστροφο.
Ανασφαλής/Φοβικός δεσμός. Φαίνεται ότι δεν θέλω, αλλά στην πραγματικότητα φοβάμαι.
Το άτομο που σχετίζεται με τους άλλους με τον φοβικό δεσμό βιώνει την επιθυμία για εγγύτητα αλλά ταυτόχρονα φοβάται να συνδεθεί συναισθηματικά με κάποιον ίσως γιατί στην παιδική του ηλικία οι άνθρωποι που τον φρόντιζαν ήταν επίσης αυτοί που τον πλήγωναν. Αν και φαίνεται ανεξάρτητος και αποκομμένος από τους άλλους φοβάται την εγγύτητα γιατί πιστεύει ότι θα τον απορρίψουν. Βαθιά μέσα του ίσως πιστεύει ότι δεν την αξίζει γιατί οι άλλοι δεν έχουν καλή εικόνα για αυτόν και τελικά ούτε και ο ίδιος για τον εαυτό του. Επιπλέον, μπορεί να επιδιώκει την συναισθηματική σύνδεση αλλά μη γνωρίζοντας τα προσωπικά του όρια, το αποτέλεσμα είναι ο φόβος για δέσμευση και δυσκολεύεται να εξηγήσει την συμπεριφορά του βιώνοντας ταυτόχρονα την ανάγκη να νιώσει οικειότητα αλλά και να βρει «έξοδο κινδύνου» όταν αυτή επιτυγχάνεται.
Ανασφαλής/Απορριπτικός δεσμός. Βασίζομαι μόνο στον εαυτό μου γιατί δεν ξέρω πώς να διαχειριστώ τις κοντινές σχέσεις.
Άτομα με αποφευκτικό δεσμό φαίνεται ότι δεν νιώθουν την ανάγκη να συνάψουν κοντινές σχέσεις και μάλιστα νιώθουν άβολα όταν κάποιος εκφράζει την επιθυμία να τους πλησιάσει, να διαπεράσει το «τείχος» που βάζουν. Πιθανότατα τα άτομα φροντίδας στην παιδική τους ηλικία, ήταν σπάνια διαθέσιμα να ικανοποιήσουν τις συναισθηματικές τους ανάγκες, για αυτό και έμαθαν να προσκολλούνται σε αντικείμενα και όχι σε ανθρώπους ώστε να νιώθουν ασφαλείς. Δεν αποζητούν την υποστήριξη των άλλων και φαίνεται ότι είναι αυτοκυριαρχούμενοι ίσως γιατί νιώθουν ότι αν ανοιχτούν θα βιώσουν την απόρριψη. Συνδέονται επιφανειακά και δυσκολεύονται να συντονιστούν με τις συναισθηματικές ανάγκες των άλλων ή να μπουν στη θέση τους.
Ανασφαλής/Αμφιθυμικός δεσμός. Βρίσκω νόημα στις σχέσεις μου μόνο όταν γίνομαι ένα με τον άλλον.
Πρόκειται για άτομα τα οποία συνηθίζουν να υπερεμπλέκονται στις σχέσεις τους και απορροφώνται πλήρως από την ερωτική τους ζωή και τα διάφορα θέματα που προκύπτουν εκεί. Νιώθουν διαρκώς μία ανασφάλεια ότι δεν αγαπιούνται η οποία εκφράζεται μέσω της επαγρύπνησης, της ζήλειας και διαρκούς ανάγκης για επιβεβαίωση. Ο αμφιθυμικός συνδέεται αλλά δεν αντέχει την αυτονομία και έτσι η εγγύτητα μετατρέπεται σε προσκόλληση γιατί φοβάται την εγκατάλειψη και την απομόνωση. Έχει μάθει να βάζει τις ανάγκες των άλλων πάνω από τις δικές του και η αξία του καθορίζεται από την εικόνα που έχουν οι άλλοι για αυτόν. Μία ερμηνεία για αυτή τους τη συμπεριφορά είναι ότι οι ανάγκες τους δεν ικανοποιούνταν με σταθερό τρόπο και τελικά στις ενήλικες σχέσεις τους προσκολλούνται σε ανθρώπους προκειμένου να «αναπληρώσουν» για την στοργή που δεν εισέπραξαν.
Ο τύπος δεσμού καθορίζει τις σχέσεις μας αλλά δεν μένει αναλλοίωτος σε όλη την διάρκεια της ζωής μας.
Είναι σημαντικό να έχουμε στο μυαλό μας ότι οι τύποι δεσμού αφορούν μία τάση που μπορεί να έχει ένα άτομο και όχι απαραιτήτως για ένα αναλλοίωτο χαρακτηριστικό στο χρόνο. Δεν σημαίνει για παράδειγμα ότι όλοι οι άνθρωποι με φοβικό δεσμό συμπεριφέρονται ακριβώς με τον ίδιο τρόπο. Άλλωστε ο τρόπος που σχετιζόμαστε στις κοντινές μας σχέσεις καθορίζεται από την ιδιοσυγκρασία μας, τη μοναδικότητα του καθενός σε συνδυασμό με τον τύπο δεσμού που κουβαλάει ο γονιός.
Το αισιόδοξο είναι ότι με βάση τις έρευνες, οι ενήλικες σχέσεις μας -εφόσον είναι υγιείς και όχι κακοποιητικές- μπορούν να λειτουργήσουν σαν επανορθωτικές εμπειρίες, μέσω των οποίων εμπλουτίζουμε και αξιολογούμε τους μαθημένους τρόπους συσχέτισης που μας χαρακτηρίζουν.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου