Αχ βρε μάνα! Πότε από κόρη έγινες μάνα?
Πότε από κοριτσάκι έγινες μάνα?
Πότε από γυναίκα έγινες μάνα? Πώς ήταν η διαδρομή σου?
Ποια ρούχα σε συνόδευαν? Αναρωτιέμαι, πότε και πώς αποφάσισες ?
Σε ψάχνω να σε βρω σαν κοιτώ εκείνη την ασπρόμαυρη παιδική σου φωτογραφία.
Εκείνη που υπήρχε πριν από εμένα.
Πριν από τον πατέρα και τα αδέλφια.
Στέκεται εκεί στο σκαλιστό μπουφέ μέσα στην ασημένια την κορνίζα και τα εξομολογείται όλα.
Η φιγούρα σου αποκαλύπτει τα όνειρα σου και τις λαχτάρες σου.
Και πίσω από το ξεθωριασμένο χαμόγελο σου διακρίνονται οι φόβοι σου, τα πάθη και τα λάθη σου.
Έτσι απλά για να μου θυμίσουν την αδυναμία της παντοδυναμίας σου.
Κάποιες μέρες ψυχικής ξηρασίας νιώθω να μου κλείνει το μάτι και να με παγιδεύει στα πλοκάμια της.
Τι και αν έχεις φύγει, θα γυρίσεις να με βρεις, την ακούω να μου λέει.
Θα είμαι εκεί στις απαγορεύσεις σου, στις προτροπές και στις χαρές σου.
Εγώ, η μάνα μου και η μάνα της μάνας μου.
Δεν είμαι μία, μου ψιθυρίζεις νοερά.
Είμαστε όλες μαζί. Και εγώ και εσύ και όλες εκείνες.
Τρέχα να ξεφύγεις από εμάς για να μπορέσεις να μας βρεις.
Δεν είσαι εδώ και σε ακούω.
Είσαι μαζί μου όταν δουλεύω, όταν μαγειρεύω και όταν σκέφτομαι, όταν γράφω..
Τι και αν σου γυρνώ την πλάτη, σε αμφισβητώ, σε κατηγορώ,
εσύ τρυπώνεις σαν τον αέρα που αναπνέω και με ανακατεύεις.
Άλλες φορές με παρασέρνει με τα μποφόρ του και άλλες με δροσίζει από την ψυχική μου κάψα.
Αν κάποιος με ρωτούσε τι σημαίνει να είσαι μάνα,
θα απαντούσα με τα δικά σου λόγια. Ναι, ξέρω δεν είναι δικά σου.
Είναι της μάνα σου!
Και εκείνης, της δικής της.
Εξήγησε μου, πώς συμβιβάστηκες για να τρέξω και εγώ στην δική μου πορεία.
Αλλά με το δικό μου βηματισμό....
Πες τα μου όλα.
Πώς σε ξεδίψασαν, πώς σε τάισαν, πώς σε φρόντισαν, πώς σε αγκάλιασαν.
Όλα να τα μάθω. Εκείνα τα ανείπωτα, τα ασυνείδητα, τα μακρινά, τα δύσκολα και τα εύκολα.
Όλα όσα χώρεσε η αγκαλιά σου...
Όλα εκείνα που πέταξε η καρδιά σου.
Να μου τα πεις όλα χωρίς να μου πεις τίποτα.
Για να κάνω τους δικούς μου συμβιβασμούς.
Για να γίνω η κόρη της μάνας και η μάνα της κόρης....
Μαρία Ιωσηφίδου
Πότε από γυναίκα έγινες μάνα? Πώς ήταν η διαδρομή σου?
Ποια ρούχα σε συνόδευαν? Αναρωτιέμαι, πότε και πώς αποφάσισες ?
Σε ψάχνω να σε βρω σαν κοιτώ εκείνη την ασπρόμαυρη παιδική σου φωτογραφία.
Εκείνη που υπήρχε πριν από εμένα.
Πριν από τον πατέρα και τα αδέλφια.
Στέκεται εκεί στο σκαλιστό μπουφέ μέσα στην ασημένια την κορνίζα και τα εξομολογείται όλα.
Η φιγούρα σου αποκαλύπτει τα όνειρα σου και τις λαχτάρες σου.
Και πίσω από το ξεθωριασμένο χαμόγελο σου διακρίνονται οι φόβοι σου, τα πάθη και τα λάθη σου.
Έτσι απλά για να μου θυμίσουν την αδυναμία της παντοδυναμίας σου.
Κάποιες μέρες ψυχικής ξηρασίας νιώθω να μου κλείνει το μάτι και να με παγιδεύει στα πλοκάμια της.
Τι και αν έχεις φύγει, θα γυρίσεις να με βρεις, την ακούω να μου λέει.
Θα είμαι εκεί στις απαγορεύσεις σου, στις προτροπές και στις χαρές σου.
Εγώ, η μάνα μου και η μάνα της μάνας μου.
Δεν είμαι μία, μου ψιθυρίζεις νοερά.
Είμαστε όλες μαζί. Και εγώ και εσύ και όλες εκείνες.
Τρέχα να ξεφύγεις από εμάς για να μπορέσεις να μας βρεις.
Δεν είσαι εδώ και σε ακούω.
Είσαι μαζί μου όταν δουλεύω, όταν μαγειρεύω και όταν σκέφτομαι, όταν γράφω..
Τι και αν σου γυρνώ την πλάτη, σε αμφισβητώ, σε κατηγορώ,
εσύ τρυπώνεις σαν τον αέρα που αναπνέω και με ανακατεύεις.
Άλλες φορές με παρασέρνει με τα μποφόρ του και άλλες με δροσίζει από την ψυχική μου κάψα.
Αν κάποιος με ρωτούσε τι σημαίνει να είσαι μάνα,
θα απαντούσα με τα δικά σου λόγια. Ναι, ξέρω δεν είναι δικά σου.
Είναι της μάνα σου!
Και εκείνης, της δικής της.
Εξήγησε μου, πώς συμβιβάστηκες για να τρέξω και εγώ στην δική μου πορεία.
Αλλά με το δικό μου βηματισμό....
Πες τα μου όλα.
Πώς σε ξεδίψασαν, πώς σε τάισαν, πώς σε φρόντισαν, πώς σε αγκάλιασαν.
Όλα να τα μάθω. Εκείνα τα ανείπωτα, τα ασυνείδητα, τα μακρινά, τα δύσκολα και τα εύκολα.
Όλα όσα χώρεσε η αγκαλιά σου...
Όλα εκείνα που πέταξε η καρδιά σου.
Να μου τα πεις όλα χωρίς να μου πεις τίποτα.
Για να κάνω τους δικούς μου συμβιβασμούς.
Για να γίνω η κόρη της μάνας και η μάνα της κόρης....
Μαρία Ιωσηφίδου
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου