Σάββατο 28 Ιουνίου 2014

Ελέησον ημάς – δηλ. μη μας σφάξεις

Τα επίθετα ἁγνός και ἁγιος (με δασεία) είναι πρώτα ξαδερφάκια, ετυμολογικά και σημασιολογικά. Ενώ όμως το πρώτο γεννήθηκε και μεγάλωσε και  γυναικώθηκε,  και ζει ακόμα, το δεύτερο έπεσε θύμα της βρεφικής θνησιμότητας των λέξεων, φαινόμενο όχι σπάνιο, αλλά, ω! του θαύματος, αναστήθηκε, το ανέστησαν, μετά από πολλούς αιώνες οι βυζαντινοί αττικίζοντες υμνολόγοι – την εποχή του Ιουστινιανού και του Ηρακλείου ήταν ήδη σε ευρύτατη χρήση (6ος και 7ος μ. κ.ε. αιώνας) ενώ πολλά παράγωγά του ήταν σε κοινή χρήση τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες (αγιότης, αγίασμα, αγιασμός ).

Γνωρίζουμε έναν θείο τους, ένα ρήμα, που το διαβάζουμε στην Ιλιάδα και την Οδύσσεια, ο οποίος αργοπέθαινε κατά τον 5ο π.κ.ε. αιώνα – ο τελευταίος που το έγραψε ήταν ο Ευριπίδης. Πρόκειται για το ρήμα   ἅ ζομαι (αγ- jομαι), με δασεία, μόνο σε Ενεστώτα και Παρατατικό, που σημαίνει φοβάμαι, σέβομαι από φόβο, σέβομαι, αιδούμαι, ντρέπομαι – μόνο θεούς στην Ιλιάδα,  ας το συγκρατήσουμε, μόνο ανθρώπους στην Οδύσσεια.

Διαβάζουμε το ρήμα 5 φορές στην Ιλιάδα (Α 21 [αζόμενοι Απόλλωνα] Ζ 267  [άζομαι να κάνω σπονδή στον Δία χωρίς να πλύνω τα χέρια μου],  Ε 434 =Ξ 281 [άζετο θεόν μέγαν], Ε 830 [μηδ' άζεο Άρηα] )  και τρεις στην Οδύσσεια (ι 200 [αζόμενοι ιερέα Απόλλωνος]  ι 278 [ξείνους ουχ άζεο] ρ 401 [μήτε μητέρ' άζεο] . Η σημασιολογική εξέλιξη είναι προφανής. Στην Ιλιάδα δηλώνει  φόβο προς θεό, σεβασμό από φόβο προς θεό, ενώ στην Οδύσσεια σεβασμό προς ανθρώπους αλλά και ο σεβασμός φόβος είναι!  Στον Σοφοκλή (Οιδίπους Τύραννος 155) και στον Ευριπίδη (Ορέστης 1116)  σημαίνει φοβάμαι, όχι σέβομαι!

Το επίθετο άγιος (άγ-ιος) το διαβάζουμε δυο φορές μόνο στον Ηρόδοτο (2.41 και 44) και σημαίνει ιερός, σεπτός (Αφροδίτης ιερόν άγιον και Ηρακλέους ιερόν άγιον). Μάλλον θα ήταν δικό του πλάσμα• πολύ αργότερα, τον 4ο μ. κ.ε. αιώνα, ο Μέγας Ιουλιανός, ο κατά τους χριστιανούς Παραβάτης, [1] χαρακτηρίζει τη θεά Δήμητρα αγιωτάτη (389Α). Ο χαρακτηρισμός του Θεού άγιος από τους βυζαντινούς υμνολόγους έχει γίνει καραμέλα στα χείλια μας – μόνο που δεν γνωρίζουμε την σύνθεσή της: ποιος, ποια  μπορεί να μας πει τι εννοεί όταν λέει άγιος ο Θεός;

Θα μας πουν ότι δηλώνουν τον αναμάρτητο, τον αγνό, αυτόν που δεν έχει καμιά κακία μέσα του. Το γεγονός όμως ότι τον χαρακτηρισμό άγιος ακολουθούν άλλα δύο επίθετα που δηλώνουν την ισχύ του Θεού (ισχυρός και αθάνατος) μας βάζει ψύλλους και ψύλλες στ΄ αυτιά: μήπως, στο βάθος της λέξης, λανθάνει κάποια σημασία που έχει σχέση με την ισχύ. Ποια να είναι αυτή άραγε;

Την απάντηση θα την δώσουμε εάν εξετάσουμε το επίθετο αγνός, που για πρώτη φορά μαρτυρείται στην Οδύσσεια: τρεις φορές χαρακτηρίζει την Άρτεμιν, μία την Περσεφόνη και μία τη λέξη εορτή. Ακολούθως, ουδέποτε έπαυσε να χρησιμοποιείται – δηλώνει τον άγιο, τον ιερό, τον καθαρό, τον αμόλυντο, τον/την παρθένο. Εάν όμως η αρχική και χαμένη σημασία του επιθέτου είναι ο κύριος (-νος) του φόβου (αγ-), πὠς απέκτησε τη σημασία καθαρός και αμόλυντος;

Μια γυναίκα είναι αγνή, είναι παρθένα,  διότι δεν την έχουν αγγίξει αντρικά χέρια. Και δεν την έχουν αγγίξει και λόγω φόβου. Ένα ιερό είναι αγνό, άγιο, είναι αμόλυντο γιατί δεν το έχουν αγγίξει βρόμικα ανθρώπινα χέρια. Εάν ο Θεός είναι αυτό που θα ήθελε να είναι ο επίγειος Κύριος, τότε ο χαρακτηρισμός άγιος ο Θεός δεν είναι τίποτα άλλο παρά μια κωδικοποιημένη επιθυμία του επίγειου Κυρίου: θα ήθελα να μην με αγγἰζουν τα χέρια των Υποτελών, λόγω φόβου ασφαλώς. Πώς μπορώ να τα καταφέρω: με τον φόβο, τον εκφοβισμό.


Φόβος Θεού δεν σημαίνει μόνο φοβάμαι τον Θεό (γενική αντικειμένική) αλλά και φοβάται ο Θεός (γενική Υποκειμενική). Μα είναι δυνατόν να φοβάται ο Θεός; Και βέβαια είναι δυνατόν: δεν φοβήθηκε και τους έπνιξε όλους επειδή δεν υπάκουαν σε αυτόν; Το ερώτημα όμως είναι α-νόητον, πρέπει να πάρει άλλη μορφή: είναι δυνατόν να φοβάται ο επίγειος Κύριος; Αν είναι λέει – μέσα στον φόβο ζει, κάθε λεπτό, κάθε ώρα, κάθε μέρα. Αυτός είναι ο λόγος που θέλει να γίνει Θεός, να μην φοβάται!

Ο Κύριος δεν θέλει να τον αγγίζουν οι Υποτελείς, δεν θέλει ούτε καν να τον πλησιάζουν – να γιατί έχει σωματοφύλακες, ακόλουθους, κατοικεί μακριά, λατρεύει την απόσταση και την ταχύτητα, καταργεί τα φανάρια για να περάσει, συχνάζει σε κλαμπ, σε λέσχες όπου μόνο ο Κύριος μπορεί να μπει.  Θέλει να είναι ανέγγιχτος, άθικτος, καθαρός, αγνός, άγιος.

Ένας από τους τρόπους με τον οποίο το πετυχαίνει είναι ο εκφοβισμός και ο φόβος των Υποτελών.  Μας εκφοβίζει με την ίδια του την άπειρη, απεριόριστη ισχύ – πόσο πολύ φοβόμαστε την ισχύ του!  Ο Θεός είναι αθάνατος, [2] τόσο πολύ ισχυρός είναι!  Κι επειδή είναι τόσο ισχυρός (αθάνατος, αήττητος, απροσμάχητος, ακαταμάχητος, αδήριτος) που είναι άγιος – ανέγγιχτος, καθαρός, αγνός.

Άγιος Αθάνατος > Άγιος Ισχυρός > Άγιος ο Θεός:  Άγιος ο Θεός, Άγιος Ισχυρός, Άγιος Αθάνατος!  Η επανάληψη του χαρακτηρισμού Άγιος είναι μια επανάληψη του φόβου που νιώθουμε για τον αγνό και αναμάρτητο Θεό. [3] Δεν το αντιλαμβάνεστε; Όχι. Δεν πειράζει. Θυμηθείτε μόνο πως τελειώνει ο χαιρετισμός:

«Ελέησον ημάς» δηλαδή, μη μας σφάξεις!

Άζομαι, άγιος, αγνός προέρχονται από ένα ινδοευρωπαϊκό μόρφημα jαγ->hαγ- που πιθανόν να σήμαινε τον φόβο τον προερχόμενο από την ισχύ. Όλες οι αρχαιοελληνικές θρησκευτικές έννοιες ήταν ή ακραιφνώς πολεμικές έννοιες (λ.χ. αγαθός) ή έννοιες που δήλωναν την κοινωνική ισχύ του Κυρίου και τα εξ αυτής προερχόμενα συναισθήματα, τόσο του ήρωα,  ισχυρού ποιμένα και πολεμιστή, όσο και του υποτελούς αδύναμου ποιμένα (ιερός, άγιος).  Απομένει να εξετάσουμε και το επίθετο όσιος, το οποίο είναι συγγενές ετυμολογικά και σημασιολογικά με τη λέξη ουσία και το ρήμα ειμί.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου