Η ιστορία του πολιτισμού συνδέεται με πολλούς τρόπους με την ιστορία της χημείας -τη μελέτη της ύλης και τις ιδιότητές της.
Το 8ο αιώνα μ.Χ. ο μουσουλμάνος αστρονόμος, φιλόσοφος και επιστήμονας Jābir ibn Hayyān ήταν ένας από τους πρώτους που χρησιμοποίησαν επιστημονικές μεθόδους για να μελετήσουν υλικά.
Είναι γνωστός με το λατινικό όνομα Geber και θεωρείται ο «πατέρας της χημείας».
Πιστεύεται ότι είναι ο συγγραφέας των 22 πάπυρων, που περιγράφουν τις μεθόδους απόσταξης, εξάχνωσης και εξάτμισης. Εφηύρε τον άμβυκα, μια συσκευή που χρησιμοποιείται για την απόσταξη και τη μελέτη των οξέων. Ακόμη, ανέπτυξε ένα σύστημα έγκαιρης χημικής ταξινόμησης χρησιμοποιώντας τις ιδιότητες των υλικών που μελετούσε.
Δείτε παρακάτω μερικούς από τους σπουδαιότερους χημικούς στην ιστορία, όπως παρουσιάστηκαν σε δημοσίευμα του LiveScience:
Robert Boyle (1627-1691)
Ο Robert Boyle μελέτησε τη συμπεριφορά των αερίων και ανακάλυψε την αντίστροφη σχέση μεταξύ του όγκου και της πίεσης ενός αερίου. Ο ίδιος είχε υποστηρίξει ακόμη πως «όλες πραγματικότητες και οι αλλαγές μπορούν να περιγραφούν από την άποψη των στοιχειωδών σωματιδίων και της κίνησης τους» -μια πρόωρη κατανόηση της ατομικής θεωρίας.
Joseph Priestley (1733-1804)
Την εποχή του Διαφωτισμού, ο Joseph Priestley διαφωνούσε με την ιδέα ότι ο αέρας ήταν ένα αδιαίρετο στοιχείο. Αντίθετα, έδειξε ότι αποτελούσε ένα συνδυασμό αερίων, απομονώνοντας το οξυγόνο και ανακαλύπτοντας επτά ακόμη αέρια.
Ο Jacques Charles συνέχισε το έργο του Boyle και είναι γνωστός γιατί υποστήριξε πως υπάρχει άμεση σχέση μεταξύ της θερμοκρασίας και της πίεσης των αερίων, ενώ ο Joseph Proust -το 1794- μελέτησε καθαρές χημικές ενώσεις και αναφέρθηκε στον κανόνα των σταθερών αναλογιών, ότι δηλαδή μια χημική ένωση θα έχει πάντα τη δική της χαρακτηριστική αναλογία σε στοιχειώδη συστατικά.
Antoine Lavoisier (1743-1794)
Ο γάλλος χημικός Lavoisier θεωρείται ως ο «πατέρας της σύγχρονης χημείας».
Μπήκε στη Γαλλική Ακαδημία Επιστημών το 1768. Δύο χρόνια μετά, σε ηλικία 28 ετών, παντρεύτηκε τη 13χρονη κόρη ενός συναδέλφου του.
Η Marie-Anne Lavoisier βοήθησε τον άντρα της στις επιστημονικές του μελέτες, μεταφράζοντας κείμενα από τα αγγλικά και κάνοντας πολλά σχέδια από τα πειράματά του.
Στο Lavoisier αποδίδεται η ανακάλυψη της αρχής διατήρησης της μάζας, η διάκριση ανάμεσα σε απλά και σύνθετα σώματα, η κατάρρευση της θεωρίας του φλογιστού, η ανακάλυψη του αζώτου ως συστατικού του ατμοσφαιρικού αέρα, η εφεύρεση του χημικού ζυγού και ο διαχωρισμός του νερού στα συστατικά του, σύμφωνα με τη Wikipedia.
Amedeo Avogadro (1776-1856)
Ο Avogadro ήταν ένας ιταλός δικηγόρος που ξεκίνησε να ασχολείται με τη φυσική και τα μαθηματικά το 1800. Προχωρώντας το έργο των Boyle και Charles, αποσαφήνισε τη διαφορά μεταξύ των ατόμων και των μορίων.
John Dalton (1766-1844)
Το 1803 ένας άγγλος μετεωρολόγος άρχισε να υποψιάζεται το φαινόμενο των υδρατμών. Ο John Dalton γνώρισε ότι οι υδρατμοί αποτελούν μέρος της ατμόσφαιρας, όμως τα πειράματα έδειχναν ότι δε μπορούσαν να δημιουργηθούν σε άλλα αέρια και υποψιάστηκε ότι αυτό οφειλόταν στον αριθμό των σωματιδίων που υπήρχαν σε αυτά.
Ο ίδιος είναι γνωστός για την πρωτοποριακή εργασία του στην ανάπτυξη της σύγχρονης ατομική θεωρίας, και την έρευνά του για την αχρωματοψία, η οποία μερικές φορές αναφέρεται ως «δαλτονισμός» προς τιμήν του, αναφέρει η Wikipedia.
Το 1896 ο Henri Becquerel ανακάλυψε τη ραδιενέργεια. Μαζί με τον Pierre και τη Marie Curieέδειξαν ότι ορισμένα στοιχεία εκπέμπουν ακτινοβολία (ενέργεια) σε σταθερές τιμές. Βραβεύτηκαν με Νόμπελ Φυσικής.
Το 1900 Max Planck (ο «πατέρας της κβαντικής θεωρίας») ανακάλυψε ότι η ενέργεια εκπέμπεται σε διακριτικές μονάδες που ονόμασε «κβάντα» και όχι σε συνεχή κύματα.
Το 1911 ο Ernst Rutherford απέδειξε ότι τα άτομα αποτελούνταν από μια μικρή, πυκνή, θετικά φορτισμένη περιοχή, που περιβάλλεται από σχετικά μεγάλες περιοχές κενού χώρου στον οποίο υπάρχουν μικρότερα, αρνητικά φορτισμένα σωματίδια (ηλεκτρόνια) σε κίνηση.
Ο Rutherford υποψιάστηκε ότι τα ηλεκτρόνια περιφέρονται γύρω από τον πυρήνα σε ξεχωριστές τροχιές, ακριβώς όπως οι πλανήτες περιφέρονται γύρω από τον ήλιο. Ωστόσο, επειδή ο πυρήνας είναι μεγαλύτερος και πυκνότερος από τα ηλεκτρόνια, δεν μπορούσε να εξηγήσει γιατί τα ηλεκτρόνια δεν έλκονταν μέσα στον πυρήνα καταστρέφοντας το άτομο.
Niels Bohr (1885-1962)
Ο Niels Bohr σκέφθηκε να συνδυάσει το μοντέλο του Rutherford για τη δομή του ατόμου με τη θεωρία που είχε αναπτύξει ο Planck. Υπέθεσε στη θεωρία του ότι (α) το ηλεκτρόνιο μπορεί να ακολουθεί μόνον ορισμένες τροχιές, και όχι οποιεσδήποτε, και (β) το ηλεκτρόνιο ακτινοβολεί όχι συνεχώς, όπως ήταν η ως τότε κρατούσα άποψη, αλλά μόνο όταν αλλάζει τροχιά.
Ερμήνευσε όλες τις φασματικές γραμμές που εκπέμπει το υδρογόνο με αυτή την θεωρία, και για τη θεωρητική του αυτή εργασία τιμήθηκε με το Βραβείο Νόμπελ Φυσικής το 1922.
Το 8ο αιώνα μ.Χ. ο μουσουλμάνος αστρονόμος, φιλόσοφος και επιστήμονας Jābir ibn Hayyān ήταν ένας από τους πρώτους που χρησιμοποίησαν επιστημονικές μεθόδους για να μελετήσουν υλικά.
Είναι γνωστός με το λατινικό όνομα Geber και θεωρείται ο «πατέρας της χημείας».
Πιστεύεται ότι είναι ο συγγραφέας των 22 πάπυρων, που περιγράφουν τις μεθόδους απόσταξης, εξάχνωσης και εξάτμισης. Εφηύρε τον άμβυκα, μια συσκευή που χρησιμοποιείται για την απόσταξη και τη μελέτη των οξέων. Ακόμη, ανέπτυξε ένα σύστημα έγκαιρης χημικής ταξινόμησης χρησιμοποιώντας τις ιδιότητες των υλικών που μελετούσε.
Δείτε παρακάτω μερικούς από τους σπουδαιότερους χημικούς στην ιστορία, όπως παρουσιάστηκαν σε δημοσίευμα του LiveScience:
Robert Boyle (1627-1691)
Ο Robert Boyle μελέτησε τη συμπεριφορά των αερίων και ανακάλυψε την αντίστροφη σχέση μεταξύ του όγκου και της πίεσης ενός αερίου. Ο ίδιος είχε υποστηρίξει ακόμη πως «όλες πραγματικότητες και οι αλλαγές μπορούν να περιγραφούν από την άποψη των στοιχειωδών σωματιδίων και της κίνησης τους» -μια πρόωρη κατανόηση της ατομικής θεωρίας.
Joseph Priestley (1733-1804)
Την εποχή του Διαφωτισμού, ο Joseph Priestley διαφωνούσε με την ιδέα ότι ο αέρας ήταν ένα αδιαίρετο στοιχείο. Αντίθετα, έδειξε ότι αποτελούσε ένα συνδυασμό αερίων, απομονώνοντας το οξυγόνο και ανακαλύπτοντας επτά ακόμη αέρια.
Ο Jacques Charles συνέχισε το έργο του Boyle και είναι γνωστός γιατί υποστήριξε πως υπάρχει άμεση σχέση μεταξύ της θερμοκρασίας και της πίεσης των αερίων, ενώ ο Joseph Proust -το 1794- μελέτησε καθαρές χημικές ενώσεις και αναφέρθηκε στον κανόνα των σταθερών αναλογιών, ότι δηλαδή μια χημική ένωση θα έχει πάντα τη δική της χαρακτηριστική αναλογία σε στοιχειώδη συστατικά.
Antoine Lavoisier (1743-1794)
Ο γάλλος χημικός Lavoisier θεωρείται ως ο «πατέρας της σύγχρονης χημείας».
Μπήκε στη Γαλλική Ακαδημία Επιστημών το 1768. Δύο χρόνια μετά, σε ηλικία 28 ετών, παντρεύτηκε τη 13χρονη κόρη ενός συναδέλφου του.
Η Marie-Anne Lavoisier βοήθησε τον άντρα της στις επιστημονικές του μελέτες, μεταφράζοντας κείμενα από τα αγγλικά και κάνοντας πολλά σχέδια από τα πειράματά του.
Στο Lavoisier αποδίδεται η ανακάλυψη της αρχής διατήρησης της μάζας, η διάκριση ανάμεσα σε απλά και σύνθετα σώματα, η κατάρρευση της θεωρίας του φλογιστού, η ανακάλυψη του αζώτου ως συστατικού του ατμοσφαιρικού αέρα, η εφεύρεση του χημικού ζυγού και ο διαχωρισμός του νερού στα συστατικά του, σύμφωνα με τη Wikipedia.
Amedeo Avogadro (1776-1856)
Ο Avogadro ήταν ένας ιταλός δικηγόρος που ξεκίνησε να ασχολείται με τη φυσική και τα μαθηματικά το 1800. Προχωρώντας το έργο των Boyle και Charles, αποσαφήνισε τη διαφορά μεταξύ των ατόμων και των μορίων.
John Dalton (1766-1844)
Το 1803 ένας άγγλος μετεωρολόγος άρχισε να υποψιάζεται το φαινόμενο των υδρατμών. Ο John Dalton γνώρισε ότι οι υδρατμοί αποτελούν μέρος της ατμόσφαιρας, όμως τα πειράματα έδειχναν ότι δε μπορούσαν να δημιουργηθούν σε άλλα αέρια και υποψιάστηκε ότι αυτό οφειλόταν στον αριθμό των σωματιδίων που υπήρχαν σε αυτά.
Ο ίδιος είναι γνωστός για την πρωτοποριακή εργασία του στην ανάπτυξη της σύγχρονης ατομική θεωρίας, και την έρευνά του για την αχρωματοψία, η οποία μερικές φορές αναφέρεται ως «δαλτονισμός» προς τιμήν του, αναφέρει η Wikipedia.
Το 1896 ο Henri Becquerel ανακάλυψε τη ραδιενέργεια. Μαζί με τον Pierre και τη Marie Curieέδειξαν ότι ορισμένα στοιχεία εκπέμπουν ακτινοβολία (ενέργεια) σε σταθερές τιμές. Βραβεύτηκαν με Νόμπελ Φυσικής.
Το 1900 Max Planck (ο «πατέρας της κβαντικής θεωρίας») ανακάλυψε ότι η ενέργεια εκπέμπεται σε διακριτικές μονάδες που ονόμασε «κβάντα» και όχι σε συνεχή κύματα.
Το 1911 ο Ernst Rutherford απέδειξε ότι τα άτομα αποτελούνταν από μια μικρή, πυκνή, θετικά φορτισμένη περιοχή, που περιβάλλεται από σχετικά μεγάλες περιοχές κενού χώρου στον οποίο υπάρχουν μικρότερα, αρνητικά φορτισμένα σωματίδια (ηλεκτρόνια) σε κίνηση.
Ο Rutherford υποψιάστηκε ότι τα ηλεκτρόνια περιφέρονται γύρω από τον πυρήνα σε ξεχωριστές τροχιές, ακριβώς όπως οι πλανήτες περιφέρονται γύρω από τον ήλιο. Ωστόσο, επειδή ο πυρήνας είναι μεγαλύτερος και πυκνότερος από τα ηλεκτρόνια, δεν μπορούσε να εξηγήσει γιατί τα ηλεκτρόνια δεν έλκονταν μέσα στον πυρήνα καταστρέφοντας το άτομο.
Niels Bohr (1885-1962)
Ο Niels Bohr σκέφθηκε να συνδυάσει το μοντέλο του Rutherford για τη δομή του ατόμου με τη θεωρία που είχε αναπτύξει ο Planck. Υπέθεσε στη θεωρία του ότι (α) το ηλεκτρόνιο μπορεί να ακολουθεί μόνον ορισμένες τροχιές, και όχι οποιεσδήποτε, και (β) το ηλεκτρόνιο ακτινοβολεί όχι συνεχώς, όπως ήταν η ως τότε κρατούσα άποψη, αλλά μόνο όταν αλλάζει τροχιά.
Ερμήνευσε όλες τις φασματικές γραμμές που εκπέμπει το υδρογόνο με αυτή την θεωρία, και για τη θεωρητική του αυτή εργασία τιμήθηκε με το Βραβείο Νόμπελ Φυσικής το 1922.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου