Ο άνθρωπος διακατέχεται από τα πιστεύω του, τα οποία ορίζουν και την πορεία της ζωής του. Πολλά από αυτά όμως μένουν σταθερά, αλλά δε, αλλάζουν. Tροποποιούνται και προσαρμόζονται μέσα από τις εκάστοτε συνθήκες.
Συνήθως όταν λέμε ότι πιστεύουμε σε κάτι, μπορεί να είναι σωστό, ενδέχεται όμως και να μην είναι. Μέσα από την πίστη, ανοίγεται ο δρόμος για να γνωρίσουμε κάτι βαθύτερα. Αυτό που απαιτείται όμως, είναι το πάθος μας για αυτή καθαυτή την γνώση.
Κινητήριος δύναμης για την γνώση είναι ο θαυμασμός. Συνήθως, θαυμάζουμε εκείνο που θεωρούμε ή ότι δεν το έχουμε, -και γι’ αυτό δεν το γνωρίζουμε, ή ότι μπορεί ήδη να το έχουμε, αλλά το αγνοούμε.
Σε κάθε περίπτωση, η ώθηση προς τη γνώση, προϋποθέτει την πίστη, η οποία με την σειρά της οδηγεί προς την επιβεβαίωση ή την διάψευση μας.
Αυτό που θαυμάζουμε, για να το γνωρίσουμε, του θέτουμε με κάποιον τρόπο ερωτήματα, αναμένοντας απαντήσεις. Με αυτόν τον τρόπο, εκφράζεται ο πόθος για την γνώση, προς αυτό που θαυμάζουμε. Είναι σαν μια ερωτική τάση συνύπαρξης, όπου η ερώτηση συναντά την απάντηση της. Επίσης και η φιλοσοφία, ορίζεται μέσα από την αναζήτηση της γνώσης.
Φιλόσοφος είναι αυτός που έχει επίγνωση ότι δεν είναι σοφός και για αυτό αναζητά την σοφία, ώστε να την κάνει κτήμα του.
Σε οποιαδήποτε περίπτωση, ο κάθε άνθρωπος φιλοσοφεί, διότι αναζητά απαντήσεις στα ερωτήματα του. Μέσα από τους κοσμικούς ήχους, την οχλαλοή, τις παύσεις και τις σιωπές, κρύβονται οι ερωτήσεις που θέτει, με όλα του τα γιατί και τα πως. Έτσι, θα αναζητά εν-αγωνία το αντικείμενο του πόθου του να το γνωρίσει: μέσα από τις απαντήσεις που θα λαμβάνει. Υπό αυτήν την έννοια, θα εκπληρώνει την υπόσχεση, αφοσίωσης και όρκου πίστης που έχει δώσει ώστε: η γνώση να παρέχεται προς αυτόν ο οποίος έχει επίγνωση της άγνοιας του, ώστε να γίνει κτήμα του.
Τι κι αν όμως όλοι ρωτάμε. Συνήθως δεν ακούμε τις απαντήσεις εντός μας, διότι δεν σιωπάμε. Αν και όλοι τον ίδιο Λόγο ομιλούμε, με την ουσία της ύπαρξης μας (ως Είναι), ο καθέναν, τον ερμηνεύει κατά το δοκούν. Μόνο με το φίλτρο της Αγάπης, ο άνθρωπος θα τρέφεται με απαντήσεις αλήθειας στα ερωτήματα του. Τότε θα οδηγείται κάθε φορά, εκεί που το συναίσθημα τον κατευθύνει: στο άπειρο της Αγάπης του Είναι. Εκεί όπου, όταν κάποιος χάνει μέσα από την άγνοια το νήμα της γνώσης, ξαναβρίσκεις την αρχή της. Έτσι εδραιώνει ο άνθρωπος την πίστη προς αυτό που αγνοεί, το οποίο γίνεται βεβαιότητα γνώσης, όπου το Είναι του παρέχει καθ’ υπο-σχέσεων.
Όταν κάτι θεωρούμε ότι υπερβαίνει τις τρέχουσες αντιλήψεις, στην προσπάθειά μας να το γνωρίσουμε, ανακινούμε την συνείδηση των πεπερασμένων γνωστικών ορίων μας. Γι’ αυτό, απαιτείται η πίστη προς αυτό που θαυμάζουμε. Έτσι επέρχεται η κατανόηση και η συν-είδηση, του ποιοι κάθε φορά αλήθεια είμαστε, ώστε να επαναπροσδιορίσουμε προς τα που θέλουμε να κινηθούμε.
Ο άνθρωπος κινείται μετέωρος, συνεχώς στο μεσοδιάστημα της άγνοιας και της γνώσης. Μέσα από την εγγενή πίστη του στη φιλοσοφία, θέτει διαρκώς ερωτήματα, διότι πιστεύει ότι θα του δοθούν οι απαντήσεις.
Το ότι η ενασχόληση των ανθρώπων δεν είναι πρωτίστως φιλοσοφική, είναι διότι αγνοούν την άγνοια τους.
Δεν αισθάνονται την αναγκαιότητα του ερωτάν και απαντάν ως ταυτόσημη θέση (εντός του Είναι), στο οποίο δικαιωματικά ως ύπαρξη οικούν. Η γνώση και η άγνοια, μπορούν να οριστούν υπό μια έννοια, ως μια ερωτική πράξη ομολογίας πίστεως και αφοσίωσης, της μιας προς την άλλη.
Όταν η πιστή μετατρέπεται σε ακλόνητη βεβαιότητα γνώσης - εκ της Σχέσης μας με το Είναι- τότε μπορεί να νοείται η Αλήθεια της.
Το έργο της Ζωής, είναι να μας πείσει, ότι είμαστε μέτοχοι εντός Της, στο Αληθώς Ζειν. Είναι μία δυναμική διαλεκτική διαδικασία, η οποία κλιμακώνεται στην πορεία των χρόνων, ως μέθοδος αναζήτησης της Αληθείας. Αυτό είναι το κύριο μέλημά της Ζωής: να μετατρέψει την απλή πίστη, σε βεβαιότητα συνύπαρξης αμφότερων: της άγνοιας και της γνώσης. Είναι μια αλληλοδιάδοχη πορεία προς το Αληθεύειν συνεχώς. Πορευόμαστε κλιμακωτά αλλά και αλληλοδιάδοχα, από την άγνοια προς τη γνώση.
Η επίγνωση της άγνοιας μας, δεν αποδυναμώνει το θεμέλιο της ύπαρξης μας. Αντιθέτως το εδραιώνει και το υποστυλώνει, βασίζοντας το, πάνω στα θεμέλια της ύπαρξης του Είναι.
Η επιθυμία της σχέσης μας με το Είναι, είναι η φλόγα που συντηρεί την πίστη. Η αύξηση της πίστη, είναι ανάλογη με το σεβασμό και την αγάπη που δείχνουμε, προς αυτό που πιστεύουμε. Η πίστη όμως μετατρέπεται σε πεποίθηση, μόνο όταν έχουμε πραγματική εμπειρία. Μόνον τότε επιβεβαιώνεται με πειστικό για εμάς τρόπο. Όταν το εξωτερικό ερέθισμα, συναντήσει το εσωτερικό αποτύπωμα-όπως το κλειδί με την κλειδαριά- τότε εν-τυπώνεται αυτή η καταγραφή, πειστικά για εμάς ως βίωμα: της Αλήθεια του Είναι.
Η πεποίθηση αναδεικνύει την θεμελίωση της, στην προσωπική εμπειρία και όχι στην απλή γνώση που βασίζεται η πίστη.
Γι’ αυτό, για κάθε τι που υποπίπτει στη αντίληψη, για να γίνει πιστευτό, και να αληθεύει, θα πρέπει να υπάρχει προσωπική εμπειρία.
Με αυτό τον τρόπο, να μην βασιζόμαστε μόνο, σε αυτά που έχουμε ακούσει και να μην εξάγουμε με ευκολία ανεπεξέργαστα συμπεράσματα. Η έλλειψη της προσωπικής εμπειρίας στερεί την δυνατότητα επαλήθευσης της Αλήθειας του Είναι.
Όταν η πίστη προέρχεται από την προσωπική μας αντίληψη και την ανάλογη εμπειρία που έχουμε για αυτά που πιστεύουμε, τότε μεταστρέφεται σε αδιαμφισβήτητη πεποίθηση.
Όταν δηλ. αρχίζουμε να διακρίνουμε το συνταίριασμα, αυτού που αναδύεται από μέσα μας -ως αποκάλυψη- και συναντά ένα εξωτερικό ερέθισμα. Είναι η λαμπρότητα της αρμονίας και του μεγαλείου, που το Είναι μας καθιστά συνεργούς, στο θαύμα που συντελείται και είμαστε μέρος του. Όσο η εσωτερική επαφή αναζήτησης αυξάνεται, τόσο περισσότερο αληθεύει την εδραίωση της η Πίστη.
Η Πίστη όσο δυνατή και να είναι, δεν μπορεί να πάρει ποτέ τη θέση της πεποίθησης, χωρίς την συνδρομή της προσωπικής εμπειρίας. Μας βοηθάει μέχρι έναν βαθμό, αλλά αν κάτι συμβεί που δεν είναι σύμφωνο με τη θέληση στις απόψεις μας και τις προκαταλήψεις μας, τότε αρχίζουμε να αμφιβάλουμε, ακόμα και για την ύπαρξη αυτού που πιστεύουμε.
Όταν θα συναντήσουμε κάποιες δυσκολίες στη ζωή, η πίστη μας τίθεται σε δοκιμασία και ενδέχεται να κλονίζεται. Η αμφιβολία, πολύ συχνά μετατρέπεται σε ενοχή, δεσμεύοντας της ελευθερία των πιστεύω μας. Συνήθως είμαστε προσδεμένοι σε αυτά που πιστεύουμε, όταν κατά έναν βαθμό, είναι σύμφωνα με τις επιθυμίες μας. Η πίστη είναι απαραίτητη στα αρχικά στάδια, διότι μας βοηθάει να έχουμε κάποια κατεύθυνση, αντίστοιχη με τις επιθυμίες μας. Στην πορεία, όταν βλέπουμε πως τα θεμέλια της είναι ρηχά, απαιτείται η εδραίωση και η ισχυροποίηση της.
Η πίστη, δεν θα πρέπει να βασίζεται στην εμπειρία μόνο των άλλων, αλλά να επιβεβαιώνει και να ενσωματώνει κατά αποκλειστικότητα και τις δικές μας εμπειρίες.
Η πίστη όταν αληθεύει, είναι το αποτέλεσμα μιας εσωτερικής αφύπνισης, που καλούμε πνευματικότητα.
Αυτή η εσωτερική αφύπνιση μαζί με την εξωτερική εμπειρία, συγκροτούν από κοινού την πραγματικότητα: ως ένα βιωμένο γεγονός εντός του Είναι.
Είναι τότε που μας δίνεται η δυνατότητα έμμεσης επαφής, με την φωταύγεια του Είναι. Τότε κάθε εκδήλωση που συνιστά την πραγματικότητα, αποτελεί έκφραση της θέασης του Είναι: ως πρόσκληση καλέσματος σε Σχέση.
Η οντολογική διαφορά μεταξύ πίστης, πεποίθησης και βεβαιότητας, καθορίζεται από τον βαθμός κατανόησης, της ταύτισης ή απόκλισης από το Είναι.
Η πίστη χωρίς την προοπτική της προσωπικής εμπειρίας, μας καθιστά τυφλούς και προσκολλημένους στα σαθρά θεμέλια των προκαταλήψεών μας. Αυτό μας οδηγεί στην αντίθετη κατεύθυνση, από το Ενιαίο και Συμπαγές Είναι. Τότε, βιώνουμε την αντίφαση, την απομάκρυνση, την αποκοπή και εν τέλει τον διαχωρισμό μας από Αυτό.
Η αίσθηση της αποκοπής από το Ενιαίο Είναι -του οποίου είμαστε αναπόσπαστο μέρος- βιώνεται κάθε στιγμή, ως απειλή θανάτου. Τότε γίνεται πιστευτό το διακυβεύμα της ίδιας της Υπαρξης. Το θαυμαστό Μυστήριο τη Ζωής και του Θανάτου, παραμένει δύσκολο να κατανοηθεί, ακόμα δε περισσότερο να περιγράφει και να απαντηθεί. Σε κάθε στιγμή της ζωής, συνδιαλέγονται το ποιο θα επικρατήσει. Είτε το ένα ή το άλλο. Την απουσία Ζωής την βιώνουμε ως θάνατο. Αυτό όμως στην ουσία σημαίνει: την ψευδή αίσθηση της απουσίας του Είναι.
Το Είναι δεν μπορεί επ’ ουδενί λόγο, να απουσιάζει(=να απέχει ως προς την ουσία) των πραγμάτων. Από οτιδήποτε επιστητό, νοητό και δυνάμενο, καθώς και από το αντίθετο τους. Ομοίως Ζει (όμοια-ζει) και στην υποτιθέμενη ψευδαίσθηση της όποιας απουσίας, αλλά και την παρουσία.
Η συνειδητοποίηση αυτή, εν-εργο-ποιεί διαδικασίες, οι οποίες πραγματώνονται μέσα μας και έξω μας. Έρχονται ως παρεμβάσεις, ώστε να εδραιωθεί η πίστη. Αυτό συμβαίνει, όταν η νέα εμπειρίας που αποκτούμε, διαψεύδει την απουσίας του(Είναι). Τότε νοηματοδοτείται η οποία νέα εμπειρία, ως το κάλεσμα εκ της παρουσίας Του, το δώρημα. Το Δώρο Ζωής, ειδωμένο από την εσωτερική οπτική ματιά της παρουσίας του Είναι, ενσταλάζει εντός μας και καταγράφεται ως εμπειρία συμμετοχής του ίδιου του Είναι: ως Αληθώς Ζειν.
Εξοικειωνόμαστε έτσι στην διαμεσότητα και διαμεσολάβηση (του Είναι): ως εσωτερική εμπειρία. Αυτό οδηγεί στα βαθιά αισθανόμενα και πέρα από τα φαινόμενα της ύπαρξης. Υφαίνεται έτσι, έναν ιστό Σχέσης (με το Είναι), μέσω του οποίου εδραιώνεται η Αλήθεια Του διαμέσου ημών: ως Υπάρχειν εν γενεί στην διαχρονία Του.
Κάθε φορά που δεν μπορούμε να απαντήσουμε σε ερωτήματα που μας θέτει η Ζωή, τότε με τον τρόπο της, μας προσκαλεί να την ακολουθήσουμε. Να εμβαθύνουμε στα άδυτα και αφανέρωτα του Είναι. Να Το εμπιστευτούμε ως εκ της Σχέσεως μας με Αυτό, ώστε να μετατρέψει την τυφλή πίστη και να την εδραιώσει σε βεβαιότητα Ύπαρξης.
Όταν κάποιος δεν αποδέχεται την γνώση -ως δώρημα εκ του Είναι- μαραζώνει και πεθαίνει από το βίωμα της απουσία Του Αληθώς Ζειν στην ζωή του.
Η Ζωή όμως είναι ένα μυστήριο, που βασίζεται στο θαύμα της διάψευσης του θανάτου: την Ανάσταση(=ως άνωθεν στάση). Είναι η ανύψωση πάνω από την σωματική συνειδητότητα, που μας ταξιδεύει στα υπέρθυρα του Είναι. Εκεί όπου η Θέαση του Φωτός Αιώνια Ανατέλλει. Κάνει τα ανεξήγητα και τα σκιερά των περιορισμών, να υποχωρούν και να αφομοιώνονται από την λάμψη Του.
Ποτ η άγνοια μεταστρέφεται σε επίγνωση Απέριττη Γνώσης;
Όταν χωρίς ίχνος επίδειξης, καθότι αδυνατεί να περιγράφει μεσα απο τους περιορισμούς του λόγου και να ομολογηθεί έξωθεν: μένει η Γνώση(του Είναι) ως επίγνωση πλέον, άλαλη στην σιωπής Της. Όλοι γινόμαστε συνταξιδευτές με το Είναι, καταγράφοντας τις εμπειρίες του ταξιδιού μας μαζί Του. Έτσι λύνεται το μυστήριο του παντελώς αγνώστου, που μεταλλάσσεται σε Γνώση. Όχι για να την επιδείξουμε, αλλά να εδραιώσουμε το βίωμα ως Δωρεά παραχώρηση εκ του Είναι: να ζήσουμε την Αλήθεια Του. Αυτό που ομολογείται στην σιωπή του ως Αληθές Θαύμα, είναι όταν δεν ζητά αποδείξεις στα αυταπόδεικτα και τα αυτονόητα. Είναι διότι έχει ήδη βιωθεί, πριν καν διατυπωθεί το αίτημα. Η κατανυκτική σιωπή τότε, το προδίδει στους ανοιχτούν οφθαλμούς των πεποιθώτων.
Όναρ της πίστεως και η ζωή μικρή (εκτός του Είναι), ενώ αφύπνιση η εντός Του βεβαιότητα. Πάραυτα γίνεται αδύνατον να ομολογηθεί και να περιγραφεί ένα βίωμα, μέσα από τους περιορισμούς των λέξεων, με απόλυτο τρόπο ως πεποίθηση. Αν γινόταν αυτό, θα καταλύετο το ανομολόγητο μυστήριο του Θαύματος της Ζωής. Το Μυστικό των Μυστικών, το οποίο μόνο το ίδιο το άτομο μπορεί να αποκωδικοποιήσει και να βιώσει προσωπικά, ενώ γίνεται δυσκολότερα αντιληπτό μέσω τρίτων.
Το ποιανού βήματα ακολουθεί ο άνθρωπος (δικά του ή του Είναι), κάθε στιγμή της πορείας, δεν το μπορεί να τα ξεχωρίσει και να γνωρίζει. Ούτε όμως και η γνώση εγγυάται προορισμούς. Εγγύηση είναι η παράδοση στα κελεύσματα που η Ζωή μας καλεί να εμπιστευτούμε την Πυξίδα(του Είναι). Μυστικώς και εσωτερικώς μας δείχνει την κατεύθυνση των εσωτερικών βημάτων. Εκεί κρύβεται η Ελευθερία που το Είναι μας καλεί να υπερβούμε: του να μπορούμε να βλέπουμε πέρα από την φυλακή των ορίων και της ύλης.
Αν μπορούσαμε να το κάνουμε αυτό, τότε ο φόβος της απουσίας ή του θανάτου, θα βιωνόταν ως ανύπαρκτη και ψευδής πεποίθηση, η οποία εκπλήρωσε τον σκοπό της: το ξύπνημα εκ του ύπνου ως αφύπνιση και κάλεσμα Ανάστασης. Είναι η Αιώνια Ειρήνη, που το Είναι μας παραχωρεί να ζήσουμε την Ευδαιμονία.
Μέσα μας βρίσκει το στερέωμα του ο Ουρανός, ώστε να κρύψει τους θησαυρούς του, ως αλάνθαστες συντεταγμένες πορείες. Έστω και αν παρεκκλίνουν παροδικά οι τροχιές, το Είναι θα επαναπροσδιορίσει νοήματα Ζωής: την Αλήθεια της συνύπαρξης, με αυθεντικό τρόπο, χωρίς αποκλεισμούς και προϋποθέσεις, που απλόχερα γνωρίζει να μοιράζει ενσυναισθητικά στα εαυτού μέρη.
Όταν εισερχόμαστε στο βάθος “εντός” μας, και γνωρίσουμε το “έξω “, ως δική μας προβολή, θα οδηγούμαστε σε ένα μυητικό ταξίδι ενσωμάτωσης στο Αληθώς Ζειν. Είναι η υπερβατική συμφωνία του Είναι προς εμάς, μιας αιώνιας Ζωής το κοινό βίωμα: τότε είναι που η πίστη πραγματώνει την βεβαιότητα της και γίνεται πεποίθηση.
Κανένας δεν μπορεί να γνωρίσει, διαβάζοντας μόνο, γιατί τότε, δεν θα μπορέσει να απαντήσει στην αλήθεια του κενού, ενός δικού του βιώματος που θα απουσιάζει. Η Αλήθεια μέσα από την δυναμική του βιώματος, αληθεύει στην καθαρότητα της. Ο δικός της Απόλυτος Λόγος γίνεται πιστευτός, μόνος ως εκ πεποιθήσεως βεβαιότητα.
- Πνευματικότητα είναι η προσωπική εμπειρία της θέασης του Είναι, που μεταστρέφει την πίστη σε πεποίθηση. Δεν αποκτάται με την μελέτη μόνο, την πολυμάθεια και την γνώση.
- Η πίστη είναι το πρώτο βήμα, η δε πεποίθηση ο αυτοσκοπός κάθε ανθρώπου.
- Όταν η εικόνα συναντήσει το πρωτότυπο της, μόνον τότε αναπαύεται. Τότε και αίρεται η αγωνία της απόστασης, από την ουσία μας ως Είναι.
Για να εκκινήσουμε την όποια άγνωστη πορεία, ψάχνουμε την Αλήθεια της στην ζωή, κάνοντας χρήση της πίστης. Μέσα από την προσωπική εμπειρία των βημάτων μας, το εσωτερικό αποτύπωμα, όταν συναντάται με την Αγάπη της Ζωής, φωταγώγει τις πορείες. Τότε το ίδιο το Ερεβοκτόνο Φως αντανακλάται μέσα από εμάς και επιστρέφει στην Πηγή Του. Εκεί βρίσκεται η λύτρωση: όταν κοινωνούνται τα κοινά, σαν να Είναι εν-νω-με-ένα.
Όταν η πίστη προς τον εαυτό μας, γίνει βεβαιότητα της παρουσίας μας εντός του Είναι, τότε με αυθεντικό τρόπο Αυτό, θα αληθεύει βιωματικά την κάθε μας στιγμή. Έτσι θα επαληθεύει την Άρρηκτη Σχέση μας με το Είναι, αναδεικνύοντας μας τον αισθαντικό τρόπο που εμείς το κοινωνούμε.
Εν τέλει η Πίστη στο απόλυτο βάθος της, πάντοτε θα συναντά τον Έρωτα της: την επαλήθευση της Αλήθεια της, ως βεβαιότητα εκ του Είναι. Εκεί που υλοποιεί και συνυπάρχει εντός Του το πραγματικό.
Την Ζωή της ζούμε με Χαρά, μέσα από τις υπερβάσεις που η ίδια μας παραχωρεί να κάνουμε. Το γίγνεσθαι του προσώπου, βιώνεται ως Αλήθεια, μέσα από την αυθεντικότητα των δυνατοτήτων που μας προσδίδει το Είναι. Τότε γίνονται οι βεβαιότητες, δίκες μας να πράξουμε. Ας εμπιστευθούμε -ως συνεπιβάτες- το πέταγμα της Ζωής, των υπερβάσεων και δυνατοτήτων την εύμορφη θέαση: την χωρίς ορίζοντες, όπου το Είναι μας διασφαλίζει την πόρευση. Όπως την διατυπώνει ο Πλάτωνας ως “δεύτερη ευκαιρία”, μιας νέας διαλεκτικής αναζήτησης.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου