Δόλο σκαρφίστηκε ο Ζεύς, να του τα ξαναπάρει, ζητώντας τη βοήθεια του αδελφού της Κάδμου, εκείνης της πανέμορφης,της κάλλιστης Ευρώπης. Του τραγοπόδη Πάνα είχε την αρωγή και του αρχέγονου του Έρωτα.
Για την Ελλάδα φοβόταν πιο πολύ... "Φοβάμαι πιο πολύ για την Ελλάδα, που γεννά μύθους, μήπως κάποιος από τους Αχαιούς αποκαλέσει τον Τυφωέα βροχοποιό και βασιλιά του ουρανού ή υπέρτατο χρησιμοποιώντας το δικό μου όνομα."
Τον νίκησε τον Τυφωέα, τότε χιλιάδες χρόνια πριν και πέρασαν αιώνες, μέχρι που πάλι κατάφερε ο τρομερός Τυφώνας, να κλέψει ξανά τις αστραπές και τις βροντές,του Δία τους πανίσχυρους κεραυνούς!Κι ο φόβος του Δία, για την Ελλάδα, έγινε αληθινός. Τον Τυφωέα, οι Έλληνες, βροχοποιό και βασιλιά και υπέρτατο του ουρανού αποκάλεσαν... Αυτόν τον ψευτο-Δία...
Κύλισε ο χρόνος κι ο πόλος ο περιστρεφόμενος έφτασε ξανά στο ίδιο σημείο, να ξαναγίνει ο πόλεμος... Τα όπλα του ζητά και θέλει να ξαναπάρει ο Ζεύς, απ' τον πανούργο και παμπόνηρο, τον δόλιο Τυφωέα... -Πλάτων Πισατίδης
Γιατί...
(...Δεν έμελλε ο Τυφωεύς να κατέχει τα όπλα του Δία. Αφού εισήλθε ο Κρονίδης Ζεύς μαζί με τον τοξοφόρο Έρωτα στον περιστρεφόμενο πόλο έφτασε και συνάντησε τον περιπλανώμενο Κάδμο,που ανήσυχα έψαχνε στο βουνό και μηχανεύτηκε μια κοινή πανουργία, για να κόψει το νήμα της μαύρης Μοίρας του Τυφωέα.
Τότε ο συνοδοιπόρος του παντοκράτορα Δία, ο αιγοβοσκός Πάνας του έδωσε βόδια και πρόβατα και κοπάδια αιγών με ωραία κέρατα. Έκτισε πάνω στο δάπεδο μία καλύβα από καλάμια πλέκοντάς τα σε ελικοειδείς δεσμούς και με κάποια άγνωστη μορφή έντυσε το σώμα του Κάδμου με ποιμενικό μανδύα και κάλυψε τον ψεύτικο βοσκό με απατηλό ένδυμα.
Φέρνοντας στον έμπειρο Κάδμο μία δολερή φλογέρα την έδωσε ως καθοδηγήτρια στην εξολόθρευση του Τυφωέα. Κι αφού κάλεσε ο Ζεύς τον ψεύτικο βοσκό και τον φτερωτό ηνίοχο του ανθρώπινου γένους, τους ανακοίνωσε από κοινού την επιθυμία του "Κάδμε, φίλε μου, παίξε με τη φλογέρα και ο ουρανός θα γίνει καθαρός. Αν καθυστερήσεις, ο Όλυμπος θα μαστιγώνεται. Γιατί ο Τυφωεύς έχει οπλιστεί με τα δικά μου ουράνια όπλα. Μόνο η αιγίδα μου έχει απομείνει.
Αλλά τι μπορεί να κάνει η αιγίδα μου συναγωνιζόμενη τον κεραυνό του Τυφωέα; Φοβάμαι μήπως γελάσει ο γέροντας Κρόνος, θαυμάζω τον γενναίο Ιαπετό που αντιστέκεται στη βία που κρατά ψηλά το κεφάλι Φοβάμαι πιο πολύ για την Ελλάδα, που γεννά μύθους, μήπως κάποιος από τους Αχαιούς αποκαλέσει τον Τυφωέα βροχοποιό και βασιλιά του ουρανού ή υπέρτατο χρησιμοποιώντας το δικό μου όνομα.
Γίνε αγελαδάρης για μία μόνο ημέρα, σώσε τον ποιμένα του Κόσμου παίζοντας παράφροναμε την ποιμενική φλογέρα σου, για να μην ακούσω τον ήχο του Τυφωέα, που συγκεντρώνει τα σύννεφα μήτε τη βροντή του ψευτο-Δία,αλλά για να τον σταματήσω να μάχεται με την αστραπή και να ρίχνει τον κεραυνό. Κι αν σου έλαχε το αίμα του Διός και της Ιούς από το γένος του Ινάχου, γοήτευσε με την αλεξίκακη μελωδία της πανούργας φλογέρας σου τον νου του Τυφωέα.
Τότε εγώ σε σένα θα δώσω διπλά δώρα άξια του κόπου σου. Εσένα, δηλαδή, θα κάνω σωτήρα της αρμονίας του Κόσμου και σύζυγο της Αρμονίας. Και συ, πρωτόσπορη αιτία του γάμου, που φέρνει τέλειους απογόνους, τείνε, Έρωτα με τα τόξα σου και ο Κόσμος δεν θα περιπλανιέται πιά. Αν εξαρτώνται όλα από σένα, ποιμένα που προάγεις την αγάπη για τη ζωή, ρίχνε το ένα βέλος μετά το άλλο, για να σώσεις τα πάντα.
Γεμάτος φλόγα, να αγωνιστείς ενάντια στον Τυφωέα και οι φλογεροί κεραυνοί από το δικό σου στο δικό μου χέρι θα επιστρέψουν. Πανδαμάτορα, ένα βέλος σου ρίξε από τη φωτιά σου και θα εξαπατήσει με τη γοητεία του, αυτόν που δε νίκησε ο Κρονίδης. Και ας αποκτήσει τέτοια μανία από τη μεθυστική μελωδία του Κάδμου, όσο πόθο είχα εγώ για το ερωτικό σμίξιμο με την Ευρώπη."
Αφού είπε αυτά,όρμησε όμοιος με ταύρο με κέρατα εκεί στο όρος που ονομάστηκε από αυτόν Ταύρος...)
(...Δεν έμελλε ο Τυφωεύς να κατέχει τα όπλα του Δία. Αφού εισήλθε ο Κρονίδης Ζεύς μαζί με τον τοξοφόρο Έρωτα στον περιστρεφόμενο πόλο έφτασε και συνάντησε τον περιπλανώμενο Κάδμο,που ανήσυχα έψαχνε στο βουνό και μηχανεύτηκε μια κοινή πανουργία, για να κόψει το νήμα της μαύρης Μοίρας του Τυφωέα.
Τότε ο συνοδοιπόρος του παντοκράτορα Δία, ο αιγοβοσκός Πάνας του έδωσε βόδια και πρόβατα και κοπάδια αιγών με ωραία κέρατα. Έκτισε πάνω στο δάπεδο μία καλύβα από καλάμια πλέκοντάς τα σε ελικοειδείς δεσμούς και με κάποια άγνωστη μορφή έντυσε το σώμα του Κάδμου με ποιμενικό μανδύα και κάλυψε τον ψεύτικο βοσκό με απατηλό ένδυμα.
Φέρνοντας στον έμπειρο Κάδμο μία δολερή φλογέρα την έδωσε ως καθοδηγήτρια στην εξολόθρευση του Τυφωέα. Κι αφού κάλεσε ο Ζεύς τον ψεύτικο βοσκό και τον φτερωτό ηνίοχο του ανθρώπινου γένους, τους ανακοίνωσε από κοινού την επιθυμία του "Κάδμε, φίλε μου, παίξε με τη φλογέρα και ο ουρανός θα γίνει καθαρός. Αν καθυστερήσεις, ο Όλυμπος θα μαστιγώνεται. Γιατί ο Τυφωεύς έχει οπλιστεί με τα δικά μου ουράνια όπλα. Μόνο η αιγίδα μου έχει απομείνει.
Αλλά τι μπορεί να κάνει η αιγίδα μου συναγωνιζόμενη τον κεραυνό του Τυφωέα; Φοβάμαι μήπως γελάσει ο γέροντας Κρόνος, θαυμάζω τον γενναίο Ιαπετό που αντιστέκεται στη βία που κρατά ψηλά το κεφάλι Φοβάμαι πιο πολύ για την Ελλάδα, που γεννά μύθους, μήπως κάποιος από τους Αχαιούς αποκαλέσει τον Τυφωέα βροχοποιό και βασιλιά του ουρανού ή υπέρτατο χρησιμοποιώντας το δικό μου όνομα.
Γίνε αγελαδάρης για μία μόνο ημέρα, σώσε τον ποιμένα του Κόσμου παίζοντας παράφροναμε την ποιμενική φλογέρα σου, για να μην ακούσω τον ήχο του Τυφωέα, που συγκεντρώνει τα σύννεφα μήτε τη βροντή του ψευτο-Δία,αλλά για να τον σταματήσω να μάχεται με την αστραπή και να ρίχνει τον κεραυνό. Κι αν σου έλαχε το αίμα του Διός και της Ιούς από το γένος του Ινάχου, γοήτευσε με την αλεξίκακη μελωδία της πανούργας φλογέρας σου τον νου του Τυφωέα.
Τότε εγώ σε σένα θα δώσω διπλά δώρα άξια του κόπου σου. Εσένα, δηλαδή, θα κάνω σωτήρα της αρμονίας του Κόσμου και σύζυγο της Αρμονίας. Και συ, πρωτόσπορη αιτία του γάμου, που φέρνει τέλειους απογόνους, τείνε, Έρωτα με τα τόξα σου και ο Κόσμος δεν θα περιπλανιέται πιά. Αν εξαρτώνται όλα από σένα, ποιμένα που προάγεις την αγάπη για τη ζωή, ρίχνε το ένα βέλος μετά το άλλο, για να σώσεις τα πάντα.
Γεμάτος φλόγα, να αγωνιστείς ενάντια στον Τυφωέα και οι φλογεροί κεραυνοί από το δικό σου στο δικό μου χέρι θα επιστρέψουν. Πανδαμάτορα, ένα βέλος σου ρίξε από τη φωτιά σου και θα εξαπατήσει με τη γοητεία του, αυτόν που δε νίκησε ο Κρονίδης. Και ας αποκτήσει τέτοια μανία από τη μεθυστική μελωδία του Κάδμου, όσο πόθο είχα εγώ για το ερωτικό σμίξιμο με την Ευρώπη."
Αφού είπε αυτά,όρμησε όμοιος με ταύρο με κέρατα εκεί στο όρος που ονομάστηκε από αυτόν Ταύρος...)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου