Ο παθολογικός, όμως ναρκισσισμός, διακρίνεται από τον φυσιολογικό, στις περιπτώσεις που, όταν δεν εισπράττεται ο θαυμασμός, τότε τραυματίζεται η περηφάνεια του ατόμου.
Τις περισσότερες φορές είναι εύκολο να διακρίνει κανείς κάποιον νάρκισσο. Συνήθως χρησιμοποιεί εκφράσεις υπερθετικού βαθμού. Για παράδειγμα δειπνεί στο καλύτερο εστιατόριο, ταξιδεύει με το ακριβότερο αυτοκίνητο, έκανε τη σημαντικότερη γνωριμία κ.τ.λ. Κύρια χαρακτηριστικά του είναι η αίσθηση μεγαλείου, η ανάγκη για θαυμασμό και η έλλειψη ενσυναίσθησης προς τους άλλους.
Το άτομο με ναρκισσιστική προσωπικότητα αναφέρεται διαρκώς στις επιδόσεις του και στα ταλέντα του, τα οποία συχνά μεγαλοποιεί με στόχο την προσοχή και τον θαυμασμό των άλλων.
Απαιτεί δε, την αναγνώριση της ανωτερότητας του, χωρίς αναγκαστικά να έχει κατορθώσει τα ανάλογα επιτεύγματα. Αρκετά συχνά παγιδεύεται στην τελειοθηρία και, εάν αποτύχει σε κάτι, δεν δέχεται ότι είναι δικό του λάθος, αφού ο ίδιος δεν κάνει λάθη, όπως οι άλλοι.
Η απαίτηση για τελειότητα εκφράζεται και με τη διαρκή κριτική στον εαυτό του ή στους άλλους. Συχνά σχετίζεται με άτομα χαμηλής αυτοεκτίμησης, προκειμένου να γίνονται αντικείμενα θαυμασμού και με άτομα, από τα οποία έχει να κερδίσει κάτι.
Με τον όρο ναρκισσισμός εννοούμε την αγάπη, η οποία στρέφεται προς την ίδια την εικόνα του εαυτού μας και αφορά τις επενδύσεις των σεξουαλικών μας ενορμήσεων προς τον ίδιο μας τον εαυτό.
Ο παθολογικός, όμως, ναρκισσισμός έχει κάποιες αφετηρίες.
Η δημιουργία ναρκισσιστικής δομής σύμφωνα με τον Freud
Ο Φρόιντ (1914) τονίζει πως «ο έντονος εγωισμός προστατεύει από παθήσεις, αλλά πρέπει να αρχίσει κάποιος να αγαπά, για να μην αρρωστήσει και αρρωσταίνει αναγκαστικά, εάν λόγω διάψευσης των επενδύσεων και των προσδοκιών του, δεν μπορεί να αγαπήσει».
Με απλά λόγια, όταν ένα παιδί επενδύσει συναισθηματικά στην μητέρα του, αλλά δεν λάβει πίσω την απαραίτητη για εκείνο αγάπη, θα αποσύρει την αγάπη που εναπόθεσε στη μητέρα του και θα την στρέψει στον εαυτό του, δημιουργώντας μια ναρκισσιστική δομή στον ψυχισμό του.
Κατά όμοιο τρόπο, στην ενήλικη ζωή ο χωρισμός από τον/την σύντροφο μπορεί να οδηγήσει το υποκείμενο στην αίσθηση ότι δεν του ανταποδόθηκε η αγάπη στην οποία επένδυσε ψυχικά, με αποτέλεσμα να θεμελιωθεί μια ναρκισσιστική τάση.
Η δημιουργία ναρκισσιστικής δομής σύμφωνα με τον Winiccott
Μια άλλη περίπτωση δημιουργίας ναρκισσιστικής δομής δίνει ο Winiccott (1960), ο οποίος εισάγει τον όρο του «ψευδή εαυτού». Σε αυτή την περίπτωση, ο νάρκισσος έχει βιώσει ως παιδί ότι είναι πάρα πολύ σημαντικό για τους γονείς του, όχι για αυτό που πραγματικά ήταν, αλλά για το είδος της λειτουργίας που εκπλήρωνε.
Το παιδί δηλαδή λάμβανε ως μήνυμα ότι είχε μεγάλη αξία, μόνο για κάποιον συγκεκριμένο ρόλο που είχε αναλάβει, όπως για παράδειγμα, για τις επιδόσεις του στον αθλητισμό, στη μουσική, στους βαθμούς στο σχολείο ή επειδή πρόσεχε τα μικρότερα αδέρφια.
Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να αισθάνεται πως, εάν φανούν τα πραγματικά θέλω του και τα συναισθήματά του, ιδίως τα αρνητικά, όπως η εχθρότητα και ο εγωισμός, τότε θα ακολουθήσει η απόρριψη και η ταπείνωση. Έτσι, μαθαίνει να φανερώνει τον εαυτό εκείνον, που έχει μάθει εμπειρικά ότι είναι αποδεκτός.
Ο Kohut χρησιμοποίησε τον όρο «μεγαλειώδης εαυτός» για να αποδώσει την αίσθηση μεγαλείου του νάρκισσου, και εισήγαγε την άποψη πως η ναρκισσιστική ψυχοπαθολογία είναι αποτέλεσμα την γονεϊκής έλλειψης ενσυναίσθησης κατά τη διάρκεια ανάπτυξης του παιδιού.
Η ευαλωτότητα του νάρκισσου
Όμως, μια πιο προσεκτική ματιά θα δείξει την ευαλωτότητα του νάρκισσου. Ο βασιλιάς είναι γυμνός. Τα ναρκισσιστικά άτομα έχουν συχνά μια ακαθόριστη αίσθηση ότι όλοι θέλουν να τους εξαπατήσουν. Νιώθουν κενοί και ανολοκλήρωτοι και δεν είναι σπάνιο να βιώνουν ντροπή, κατωτερότητα και φθόνο.
Αντιθέτως, ποτέ δε νιώθουν ενοχές για τις πράξεις τους. Για να αντισταθμίσουν αυτά τα συναισθήματα, θεσπίζουν την αντίληψη ότι έχουν πάντα δίκιο, βιώνουν αισθήματα υπεροχής, φέρονται ματαιόδοξα και περιφρονούν τους άλλους.
Επίσης, δυσκολεύονται να εκφράσουν είτε μεταμέλεια, είτε ευγνωμοσύνη, διότι η μεν μεταμέλεια ενέχει την παραδοχή μιας προσωπικής ατέλειας, η δε ευγνωμοσύνη την παραδοχή ότι παρουσιάστηκε η ανάγκη βοήθειας από άλλο άτομο.
Τα άτομα με ναρκισσιστική διαταραχή έχουν ως ένα βαθμό επίγνωση της ψυχολογικής τους ευθραυστότητας, όταν δέχονται απόρριψη ή κριτική. Φοβούνται ότι θα καταρρεύσουν, ότι θα χάσουν την αυτοεκτίμησή τους ή ακόμα και την συνοχή του εαυτού τους, θα κατακερματιστούν ψυχικά. Αισθάνονται, ότι η ταυτότητά τους είναι πολύ εύθραυστη, για να μπορέσει να διατηρήσει τη συνοχή της στις έντονες δοκιμασίες.
Είναι δε επιρρεπή και σε καταθλιπτικές διαταραχές, ιδίως στις περιπτώσεις όπου το ναρκισσιστικό προσωπείο ματαιώνεται και δεν παίρνουν την επιβεβαίωση, που έχουν ανάγκη. Σε κάθε απόρριψη του μοντέλου που έχουν πλάσει για τον εαυτό τους, σε κάθε ναρκισσιστικό τραύμα, βιώνουν ένα έντονο άγχος κατακερματισμού της υπόστασής τους.
Δυστυχώς, τα άτομα με ναρκισσιστική προσωπικότητα πολύ δύσκολα θεραπεύονται, διότι δεν μπορούν να παραδεχθούν την ευαλωτότητά τους, την ανάγκη τους για βοήθεια.
Το μεγάλο στοίχημα όμως, είναι το πώς θα μπορέσουν να αναπτύξουν τουλάχιστον την απαραίτητη ενσυναίσθηση.
Μέσα από την ανάλυση και αντιμετώπιση του ναρκισσισμού, μπορούμε να φτάσουμε σε θεμελιώδεις αλήθειες, που αφορούν τον τρόπο με τον οποίο ο άνθρωπος αλληλοεπιδρά με τα αντικείμενα αγάπης, τον «σημαντικό άλλον» και εν τέλει την ίδια την κοινωνία.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου