Όποιος, λοιπόν, θέλει να ζει με ειρήνη και με κάποια ασφάλεια, πρέπει να προσέχει την επαφή με τους ανθρώπους και να γνωρίζει ότι η φύση των πολλών είναι έτοιμη να μεταδώσει ένα μέρος κακίας, και, ακόμα κι αν κάποιος λέει χιλιάδες φορές ότι είναι φίλος, να μην τον πιστεύει. Γιατί μεταξύ των ανθρώπων τίποτα δεν είναι βέβαιο ή αληθινό, αλλά αυτόν που στο παρελθόν έβαζαν πάνω από τα πάντα, ακόμα και από τη ζωή τους, αν τύχει έτσι, μετά από λίγο τον θεωρούν τον χειρότερο εχθρό.
Ποια εμπιστοσύνη, λοιπόν, ή ποια ασφάλεια υπάρχει απέναντι σε τέτοιους; Πώς θα μπορούσε να αγαπήσει εμένα αυτός που δεν αγαπά ούτε τον εαυτό του; Γιατί αυτό που ειπώθηκε στους Αθηναίους, όταν ήταν στα τελευταία τους και ζητούσαν κάτι για τη Σάμο, σωστά, πιστεύω, θα λεγόταν σε όσους κακούς προσπαθούν να υφαρπάσουν τη φιλία: «Όποιος δεν αγαπά ο ίδιος τον εαυτό του, πώς αγαπά άλλον, ξένο ή παιδί ή αδερφό;»
Τι γίνεται λοιπόν, όταν κανείς εκφράζει τα φιλικά του αισθήματα και ορκίζεται στα ιερά και είναι σχεδόν πρόθυμος να γίνει ο ίδιος κομμάτια;
Να τα ακούμε τότε αναγκαστικά και, μα τον Δία, ίσως να συγκατανεύουμε. Να γνωρίζουμε, όμως, καλά ότι τίποτε από αυτά δεν είναι έγκυρο.
Γι’ αυτό, όταν κανείς δείχνει εμπιστοσύνη και συναντήσει κάποιον δύστροπο, είναι γελοίο να κατηγορεί εκείνον, ενώ θα έπρεπε να κατηγορεί τον εαυτό του. Και μερικές φορές φωνάζει εναντίον των θεών, επειδή εξαπατήθηκε από έναν φίλο ή γνωστό.
Οι θεοί τον περιγελούν, γνωρίζοντας ότι εξαπάτησε τον εαυτό του αφήνοντάς τον στα χέρια άλλου. Όσοι σκοντάφτουν στους δρόμους ή, μα τον Δία, πέφτουν σε λάσπη ή λακκούβα, δεν οργίζονται με τις πέτρες ή με τη λάσπη γιατί θα ήταν εντελώς τρελοί, αφού θα έπρεπε να κατηγορούν τους εαυτούς τους και την απροσεξία τους.
«Τι λοιπόν;» θα πει κανείς, «πρέπει να επιλέγει κάποιος τη ζωή θηρίου και να ζει απομονωμένος; Όχι θηρίου αλλά ανθρώπου συνετού , που γνωρίζει καλά να ζει με ασφάλεια. Γιατί η απομόνωση είναι πολύ ασφαλέστερη και καλύτερη από την επαφή με τους ανθρώπους.
Φυσικά, λοιπόν, με τέτοιους ανθρώπους πρέπει να έχει κανείς σχέσεις όσο απαιτείται από την ανάγκη και πολύ λίγο, επαγρυπνώντας ως επί το πλείστον ο ίδιος και φρουρώντας, όπως λέει ο ποιητής ότι έκανε ο Έκτορας με τους Αχαιούς:
«Εκείνος όμως, με γνώση του πολέμου, σκεπασμένος στους φαρδιoύς ώμους του με ταυρίσια ασπίδα απέφευγε το σφύριγμα των βελών και τον γδούπο των ακοντίων»
Παρομοίως πρέπει στη ζωή, έχοντας βάλει μπροστά τη φρόνηση και τη γνώση σαν ασπίδα και έχοντας καλυφθεί με αυτήν, να αποφεύγουμε και να προφυλασσόμαστε από την κακία, τα τεχνάσματα και τις πλεκτάνες των ανθρώπων, τις οποίες συνηθίζουν να χρησιμοποιούν.
Και γενικά είναι θαυμαστό, αν θα αποτελέσει εμπόδιο για την κακία το ότι έφαγε κανείς από το ίδιο τραπέζι και, μα τον Δία, ότι ήπιε από το ίδιο κροντήρι και ότι είδε το ίδιο λυχνάρι το ότι βλέπουν τον ίδιο ήλιο και τρέφονται από την ίδια γη κανείς από τους κακούς δεν το υπολογίζει.
ΔΙΩΝ ο ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ
ΔΕΝ ΜΑΣ ΦΤΑΙΝΕ ΑΛΛΟΙ ΤΡΙΤΟΙ ΓΙΑ ΤΑ ΑΣΧΗΜΑ ΠΟΥ ΜΑΣ ΒΡΙΣΚΟΥΝ , Ο ΚΑΘΕΝΑΣ ΕΙΝΑΙ ΑΞΙΟΣ ΤΩΝ ΕΠΙΛΟΓΩΝ ΤΟΥ ΚΑΙ ΕΑΝ ΚΑΝΟΥΜΕ ΚΑΠΟΙΟ ΛΑΘΟΣ ΑΣ ΕΧΟΥΜΕ ΤΗΝ ΣΥΝΕΣΗ ΝΑ ΤΟ ΔΙΟΡΘΩΣΟΥΜΕ .
ΑπάντησηΔιαγραφή