«Νομίζω ότι καθώς είναι τρία τα μέρη της ψυχής τρεις θα είναι και οι ηδονές, μία για το καθένα· και οι επιθυμίες και το ίδιο τα είδη εξουσίας (ἀρχαί).» -Πλάτων, Πολιτεία 580d7-8
Το ζήτημα της ηδονής δεν εγκατέλειψε την πλατωνική σκέψη κατά τη διάρκεια όλης της εξελικτικής της πορείας. Σε πολλά από τα έργα του από τους πρώιμους διαλόγους έως τους ύστερους (με αποκορύφωμα τον Φίληβο ή Περί ηδονής), ο συγγραφέας επανέρχεται στην ηδονή, τα είδη της, τη σχέση της με το αγαθό και τελικά στη σύνδεσή της με την ευδαιμονία. Στον Γοργία (495a) ο Σωκράτης θέτει στον Καλλικλή το ερώτημα: «το ευχάριστο (ἡδὺ) ταυτίζεται με το αγαθό ή υπάρχει κάποιο από τα ευχάριστα το οποίο να μην είναι αγαθό; (εἶναι τὸ αὐτὸ ἡδὺ καὶ ἀγαθόν, ἢ εἶναί τι τῶν ἡδέων ὃ οὐκ ἔστιν ἀγαθόν;). Στον Πρωταγόρα προχωράει ένα βήμα παραπέρα: είναι η αντίθεση λύπης-ηδονής ικανή να καθορίσει τη ζωή κάποιου; Τα ερωτήματα διαδέχονται το ένα το άλλο και οι απαντήσεις προλαμβάνονται από τον ομιλητή Σωκράτη:
«Επιδιώκετε λοιπόν την ηδονή ως αγαθό και αποφεύγετε τη λύπη ως κακό; Ονομάζετε το να λυπάται κανείς αγαθό όταν σας απαλλάσσει από μεγαλύτερες από τις υπάρχουσες λύπες ή προκαλεί μεγαλύτερες ηδονές από λύπες; ή μπορείτε να πείτε ότι το αγαθό είναι άλλο από την ηδονή ή ότι το κακό είναι άλλο από τη λύπη (ἀνίαν)· ή σας αρκεί να τελειώσετε τη ζωή σας ευχάριστα χωρίς λύπες; (ἢ ἀρκεῖ ὑμῖν τὸ ἡδέως καταβιῶναι τὸν βίον ἄνευ λυπῶν;). Και πάλι λέτε ότι αν και γνωρίζει ο άνθρωπος να πράττει τα αγαθά δεν το θέλει εξαιτίας των άμεσων απολαύσεων (διὰ τὰς παραχρῆμα ἡδονάς) επειδή υποτάσσεται σ’ αυτές.»
Πλάτων, Πρωταγόρας 354c4-355b4
Στην Πολιτεία ο συγγραφέας συζητά εκ νέου το ζήτημα της ηδονής, τη συνδέει με τα μέρη της ψυχής και κατά συνέπεια με τους τύπους των ανθρώπων. Στο στόχαστρό του βέβαια είναι η ιδανική πολιτεία. Έτσι, όπως η πόλη χωρίζεται σε τρία μέρη, το ίδιο και η ψυχή. Τα μέρη της ψυχής αντιστοιχούν στα τρία είδη των ηδονών. Το πρώτο είναι αυτό με το οποίο μαθαίνει ο άνθρωπος (ἦν ᾧ μανθάνει ἄνθρωπος), το δεύτερο εκείνο με το οποίο θυμώνει (τὸ δὲ ᾧ θυμοῦται) το τρίτο όμως είναι δύσκολο να οριστεί λόγω της πολυμορφίας του. Έχει ονομαστεί επιθυμητικό, καθώς συνδέεται με τις επιθυμίες για φαγητό, ποτό και ερωτικές απολαύσεις.
Κατά τον ίδιο τρόπο οι άνθρωποι διακρίνονται ανάλογα με το είδος της ηδονής που επιλέγουν. Πρώτος είναι ο φιλόσοφος, αυτός που επιλέγει την ηδονή της μάθησης και αναζητεί την αλήθεια. Δεύτερος τύπος ο φιλόνικος ή φιλότιμος (φιλόνικον αὐτὸ καὶ φιλότιμον προσαγορεύοιμεν), του οποίου το θυμοειδές επιθυμεί «να νικά». Είναι αυτός που αντλεί ηδονή από τη δόξα και τις τιμές. Ο τρίτος τύπος ανθρώπου προτιμά τις σωματικές απολαύσεις, ονομάζεται φιλοκερδής, επειδή οι εν λόγω επιθυμίες ικανοποιούνται με το χρήμα.
Αφού έχουν δοθεί οι απαραίτητες εξηγήσεις, είναι η ώρα της σύγκρισης των τριών τύπων ανθρώπων και των βίων τους. Φυσικά, καθένας από αυτούς (ο φιλόσοφος, ο φιλόνικος και ο φιλοκερδής), εφόσον έχει επιλέξει τον βίο του ανάλογα με την ηδονή που του προσφέρει, είναι πεπεισμένος για την ευδαιμονία του. Ποιος είναι όμως ο πιο ευτυχισμένος και πώς μετριέται κάτι τέτοιο;
«Αφού λοιπόν, είπα, αμφισβητούνται οι ηδονές κάθε τύπου και οι βίοι τους, όχι ως προς το ποια είναι η ομορφότερη και η πιο άσχημη ζωή, ούτε ποια είναι η χειρότερη και η καλύτερη, αλλά ως προς αυτό ποια είναι η πιο ευχάριστη και με τη λιγότερη λύπη (ἥδιον καὶ ἀλυπότερον), πώς θα γνωρίσουμε ποιος από αυτούς λέει την αλήθεια;»
Πλάτων, Πολιτεία 581e5-582a2
Πώς μετριέται η ηδονή; Η εμπειρία, η φρόνηση και η λογική (ἐμπειρίᾳ τε καὶ φρονήσει καὶ λόγῳ) θα αποτελέσουν τα κριτήριά της. Ως προς την εμπειρία ο φιλόσοφος σαφώς υπερτερεί έναντι των άλλων. Είναι ο μοναδικός που έχει εμπειρία και των τριών βίων και έχει επιλέξει την αλήθεια έναντι των σωματικών απολαύσεων (που έχει γνωρίσει νέος) και των τιμών που απονέμονται σε όλους όσοι έχουν κατορθώσει κάτι σημαντικό. Ως εκ τούτου, ο φιλόσοφος απολαμβάνει συνειδητά τη μεγαλύτερη ηδονή: τη θέαση του όντος. Έχοντας εμπειρία όλων των ηδονών επιλέγει την καλύτερη. Μια εμπειρία που όχι μόνο δεν έχει ο φιλοκερδής, αλλά ταυτόχρονα είναι δύσκολο να την αποκτήσει. Τα υπόλοιπα δύο κριτήρια δεν θα συζητηθούν σε μάκρος, καθώς εύλογα γίνεται κατανοητό ότι ο φιλόσοφος είναι κάτοχος τόσο της φρόνησης όσο και του λόγου. Η λογική είναι το κατεξοχήν εργαλείο που χρησιμοποιεί (Λόγοι δὲ τούτου μάλιστα ὄργανον). Οι ηδονές μπορούν να ιεραρχηθούν:
«Αφού λοιπόν είναι τρεις οι ηδονές, δεν θα ήταν πιο γλυκιά (ἡδίστη) η ηδονή αυτού του μέρους της ψυχής με το οποίο μαθαίνουμε, και εκείνος στον οποίο κυβερνά αυτό το μέρος της ψυχής δεν θα είχε την πιο γλυκιά ζωή (ὁ τούτου βίος ἥδιστος);»
Πλάτων, Πολιτεία 583a1-3
Το ζήτημα της ηδονής δεν έχει τελειώσει όμως. Ο συγγραφέας συνεχίζει να εξετάζει την κατώτατη ηδονή σε σχέση με τον πόνο. Μεταξύ των δύο άκρων υπάρχει μια γκρίζα ζώνη όπου κινούνται όσοι επιλέγουν μόνο τις σωματικές απολαύσεις. Μάλιστα, οι άνθρωποι αυτοί δεν κατορθώνουν ποτέ να φτάσουν στην αληθινή ηδονή, καθώς εσφαλμένα πιστεύουν ότι η έλλειψη πόνου ισοδυναμεί με ηδονή. Έτσι, μόλις περάσει ο πόνος νομίζουν ότι βιώνουν την ηδονή.
«Και πολλές άλλες τέτοιες καταστάσεις, νομίζω, κάνουν τους ανθρώπους να αισθάνονται έτσι, στις οποίες όταν λυπούνται, εγκωμιάζουν την απαλλαγή από τη λύπη και την ησυχία ως το πιο γλυκό, και όχι το να χαίρονται. (Καὶ ἐν ἄλλοις γε οἶμαι πολλοῖς τοιούτοις αἰσθάνῃ γιγνομένους τοὺς ἀνθρώπους, ἐν οἷς, ὅταν λυπῶνται, τὸ μὴ λυπεῖσθαι καὶ τὴν ἡσυχίαν τοῦ τοιούτου ἐγκωμιάζουσιν ὡς ἥδιστον, οὐ τὸ χαίρειν.)»
Πλάτων, Πολιτεία 583d6-9
«Πώς είναι δυνατό να νομίζει κάποιος την έλλειψη του πόνου χαρά και την έλλειψη της χαράς πόνο;» αναρωτιέται ο Σωκράτης στην Πολιτεία. Με άλλα λόγια, οι ηδονές που αισθάνονται οι άνθρωποι αυτού του τύπου δεν είναι γνήσιες αλλά νόθες. Το ίδιο συμβαίνει και με την πείνα, τη δίψα και τα παρόμοια. Είναι είδος κενού του σώματος και ως τέτοιες απλώς αναγκαίες για τη ζωή. Μόλις έλθει η πλήρωση του κενού, έχουμε ηδονή. Είναι όμως αυτή η ηδονή γνήσια; Και βέβαια όχι, συμπεραίνει. Οι ηδονές που είναι ανάμεικτες με λύπη είναι είδωλα της αληθινής ηδονής και σκιές (ἡδοναῖς συνεῖναι μεμειγμέναις λύπαις, εἰδώλοις τῆς ἀληθοῦς ἡδονῆς καὶ ἐσκιαγραφημέναις). Συνεπώς, οι φιλοκερδείς (δοσμένοι στις απολαύσεις του σώματος) απέχουν πολύ από την πραγματική ηδονή. Η πλήρωση που αισθάνονται, η ηδονή των σωματικών απολαύσεων, ομοιάζει με εκείνη των ζώων. Δεν θα καταφέρουν ποτέ να αγγίξουν την πραγματική ηδονή:
«Άρα εκείνοι που είναι άπειροι στη φρόνηση και την αρετή, που πάντοτε συχνάζουν στα γλέντια (εὐωχίαις) και σε παρόμοιες καταστάσεις, όπως φαίνεται, κυμαίνονται ανάμεσα στο κάτω και το μέσον και σε όλη του τους τη ζωή περιπλανούνται, χωρίς να μπορούν ποτέ να το υπερβούν ούτε να σηκώσουν το βλέμμα τους προς τα πάνω ούτε το άντεξαν, ούτε κατάφεραν την πλήρωση του εαυτού τους με το πραγματικό ον (οὐδὲ τοῦ ὄντος τῷ ὄντι ἐπληρώθησαν), ούτε γεύτηκαν ποτέ τη σταθερή και καθαρή ηδονή, αλλά σαν ζώα (ἀλλὰ βοσκημάτων δίκην) με το βλέμμα στραμμένο προς τα κάτω και σκυμμένοι στη γη και σε τραπέζια βόσκουν χορταίνοντας και συνουσιάζονται και εξαιτίας της πλεονεξίας τους για αυτά κλωτσούν και χτυπούν με τα σιδερένια κέρατα και τις οπλές ο ένας τον άλλον, γιατί δεν μπορούν να γεμίσουν εκείνο το μέρος του εαυτού τους που μετέχει στην ουσία καθώς είναι ανύπαρκτο.»
Πλάτων, Πολιτεία 586a1- b4
Είναι κακή η ηδονή; Μια συνολική εικόνα της θεωρίας της ηδονής στον Πλάτωνα περιλαμβάνει τη μελέτη και των υπόλοιπων διαλόγων, καθώς ο φιλόσοφος δεν παύει να αναζητεί επιχειρήματα ως το τέλος της ζωής του. Ο ίδιος έχει κατανοήσει τη φυσική προδιάθεση του ανθρώπου προς την ηδονή. Η ευδαιμονία μετριέται με την ηδονή. Ο άνθρωπος όμως, για να είναι αληθινά ευδαίμων, θα πρέπει να επιλέξει την ορθή ηδονή: της γνώσης και του πνεύματος. Τότε μόνο θα είναι σε θέση να απελευθερωθεί από τα δεσμά του, να κοιτάξει τον ήλιο και όχι τις σκιές. Και αυτό είναι βέβαια χρέος της εκπαίδευσης.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου