Ανατρέχοντας στο οποιοδήποτε γενικό ιστορικό εγχειρίδιο, στα κεφάλαια που αφορούν τον περίφημο Β’ Ελληνικό αποικισμό προς τη Νότια Ιταλία (8ος - 7ος αιώνας π.Χ.), συναντάμε σύντομες αναφορές για την ιστορία και τον πολιτισμό ονομαστών πόλεων, όπως των Συρακουσών, του Ρήγιου, του Κρότωνα, της Κατάνης, της Σύβαρης και τόσων άλλων. Κάπου, σε λίγες αράδες, καταγράφεται η πόλη των Επιζεφύριων Λοκρών, μια πόλη στην οποία νομοθέτησε κάποιος Ζάλευκος - πρόσωπο ίσως μυθικό - και στην οποία εκδηλώθηκαν κάποιοι κοινωνικοί αγώνες και άκμασε κάποιος πολιτισμός. Σε λίγες προτάσεις, ο ιστορικός πηδά βιαστικά τους αιώνες και ξεμπερδεύει με τη λεπτομέρεια αυτή, για να προχωρήσει στο επόμενο θέμα...
Κι όμως, στους Επιζεφύριους Λοκρούς, στην πόλη που έχτισαν οι Λοκροί της κυρίως Ελλάδας στα τέλη του 8ου αιώνα με αρχές του 7ου, εκδηλώθηκε μια εξέλιξη, που σημάδεψε αποφασιστικά την ιστορία του Δικαίου, την πορεία της κοινωνίας και - σε επέκταση - την πορεία του πολιτισμού της Ευρώπης. Πρόκειται για τη δημιουργία του γραπτού νόμου, που επισημοποίησε και κατοχύρωσε - για πρώτη φορά στον ευρωπαϊκό χώρο - τον ταξικό συμβιβασμό και περιχάραξε τα όρια δράσης της εξουσίας.
Η ανάγκη του συμβιβασμού
Η κοινωνία των Επιζεφύριων Λοκρών ήταν γέννημα μιας γόνιμης, σε κοινωνικούς αγώνες, εποχής, μιας εποχής που η, από καταγωγή, άρχουσα αριστοκρατία έβλεπε να ορθώνεται απειλητικά απέναντι της η δραστήρια τάξη των ισχυρών του πλούτου. Ο Αριστοτέλης μας πληροφορεί ότι στην πόλη επικρατούσε «ταραχή πολλή» ενώ ο Αιλιανός αναφέρει ότι υπήρχε μεγάλη ανάγκη για «επανόρθωση» (προφανώς για αποκατάσταση της κοινωνικής ισορροπίας και τάξης). Στην κρίσιμη αυτή περίοδο, οι Επιζεφύριοι Λοκροί δέχονται καθημερινά όλο και νέους αποίκους, κυρίως από άλλες περιοχές της Μεγάλης Ελλάδας, γεγονός που - όπως φαίνεται - έδινε επικίνδυνες προεκτάσεις στην κοινωνική και πολιτική αναταραχή. Στις συνθήκες αυτές, η αριστοκρατική τάξη συνειδητοποίησε ότι ήταν αδύνατη η απόλυτη καταστολή των αντιπάλων της, οι οποίοι - με τη σειρά τους και αυτοί - διαπίστωναν ότι τα εμπόδια για την επικράτηση τους ήταν ανυπέρβλητα. Έτσι διαμορφώθηκε σταδιακά η ώριμη σκέψη για κάποιο σταθερό και μόνιμο συμβιβασμό, ένα συμβιβασμό που θα τερμάτιζε μια πολύχρονη αναταραχή και ανασφάλεια. Η λύση αυτή φαίνεται ότι ικανοποιούσε και τα υπόλοιπα στρώματα της κοινωνίας, που συνθλίβονταν μέσα στη σκληρή σύγκρουση των δύο πλευρών.
Οι κανόνες του παιχνιδιού
Οι παραπάνω εξελίξεις είναι βέβαιο ότι δεν εκδηλώθηκαν μόνο στην κοινωνία της συγκεκριμένης πόλης, αλλά -σε άλλη έκταση και με άλλη ένταση- στο σύνολο σχεδόν του ελληνικού κόσμου της εποχής εκείνης. Αυτό όμως που προσδίνει μοναδικότητα στους Επιζεφύριους Λοκρούς είναι ότι για πρώτη φορά συγκεκριμενοποιήθηκαν εκεί οι «όροι του παιχνιδιού», μέσω του γραπτού νόμου, που αποτελούσε και εγγύηση για σταθερότερη και μονιμότερη κατοχύρωση του συμβιβασμού. Με το γραπτό νόμο, τερματιζόταν το καθεστώς αβεβαιότητας, αντιφατικών ρυθμίσεων, αυθαίρετων ερμηνειών κ.λπ. και - το σπουδαιότερο - το κάθε δικαίωμα αποκτούσε λειτουργική αυθυπαρξία. Οι διάφοροι ιστορικοί αναφέρουν ότι ο συμβιβασμός επιτεύχθηκε με διαιτησία (άποψη που γενικά δεν αντικρούστηκε). Διαιτητής γινόταν κάποιο πρόσωπο αξιοσέβαστο από όλους, με κοινωνική ακτινοβολία, ηθικό κύρος, πείρα, μόρφωση και δύναμη πειθούς. Το πρόσωπο αυτό δεν προοριζόταν ν' ασκήσει εξουσία (παρέμενε ιδιώτης), αλλά να προτείνει τις αναγκαίες εκείνες και μόνιμες ρυθμίσεις, που θα γίνονταν επίσημα αποδεκτές και θα επικυρώνονταν από τα αντίπαλα μέρη. Οι ρυθμίσεις αυτές, διατυπωμένες και κωδικοποιημένες σε γραπτό κείμενο, δεν ήταν τίποτα άλλο από το γραπτό νόμο.
Ο πρώτος ευρωπαίος νομοθέτης
Πρωτοπόρος στη γενιά των νομοθετών του 7ου π.Χ. αιώνα (αργότερα ακολούθησαν ο Χαρώνδας της Κατάνης, ο Δράκων της Αθήνας, ο Λυκούργος της Σπάρτης και άλλοι) υπήρξε ο Ζάλευκος, που τόσο λίγο τίμησε η ιστορία και οι μεταγενέστεροι... Ο Ζάλευκος μπορεί να μην αποτέλεσε το μεγάλο κοινωνικό ανατόμο και μεταρρυθμιστή, μπορεί να μην κατόρθωσε (ούτε να επιδίωξε) την ανατροπή κάποιας εξουσίας, μπορεί να μη συνέβαλε και να μην κληροδότησε κάποιες μεγαλοφυείς φιλοσοφικές απόψεις, μπορεί να μην ξεπέρασε τα ιδεολογικά πρότυπα της εποχής του, άνοιξε όμως το δρόμο για τη νομική συγκρότηση των αντικρουόμενων συμφερόντων που την κατεύθυναν.
Είναι ο πρώτος Ευρωπαίος νομοθέτης που συγκέντρωσε, μελέτησε και επεξεργάστηκε αντιφατικούς κανόνες Δικαίου, προερχόμενους από την ετερόκλητη - ταξικά και από άποψη καταγωγής - κοινωνία της πατρίδας του, ο πρώτος που ενοποίησε το σύνολο αυτό και το προσάρμοσε στις συγκεκριμένες συνθήκες, ο πρώτος που κατάρτισε κανόνες υποχρεωτικής συμπεριφοράς που να αφορούν όλους τους πολίτες. Από μια άποψη, το έργο του είναι για τον ελληνικό κόσμο, ανάλογης σημασίας μ’ εκείνο του Χαμουραμπί, που 1.100 χρόνια πιο πριν είχε προσφέρει στον πολιτισμό την πρώτη γραπτή νομοθεσία της Γης (κάτω φυσικά από άλλα ταξικά και πολιτικά δεδομένα και σε άλλη έκταση). Ο Ζάλευκος, άλλωστε, φαίνεται ότι διδάχτηκε πολλά από το μεγάλο εκείνο νομοθέτη των ανατολικών λαών, και ότι ήταν βαθύς γνώστης των Δικαίων της εποχής του.
Μύθος ή πραγματικότητα
Δυστυχώς δε σώθηκε ούτε ένα αυθεντικό απόσπασμα από το νομοθετικό έργο του Ζάλευκου και ότι ξέρουμε γι’ αυτόν προέρχεται από μαρτυρίες μεταγενέστερων συγγραφέων. Τούτο δεν είναι παράξενο αν σκεφτούμε τις τότε συνθήκες. Άλλωστε γενικά δε σώθηκαν ντοκουμέντα του ελληνικού κόσμου από την εποχή εκείνη. Την ύπαρξη του Ζάλευκου αμφισβήτησε - σύμφωνα με μαρτυρία του Κικέρωνα - ο ιστορικός Τίμαιος. Την ίδια όμως άποψη εξέφρασαν και συγγραφείς που κινήθηκαν στο χώρο των πυθαγόρειων θεωριών (λέγεται γι' αυτούς, ότι ήταν αδύνατο να ανεχτούν πως κάποιος άλλος προηγήθηκε του δασκάλου τους...). Στους νεότερους χρόνους, ανάλογες απόψεις είχε ο Γερμανός ιστορικός Μπέλοχ («Ελληνική Ιστορία») που επιχείρησε και ετυμολογική ερμηνεία του ονόματος του Ζάλευκου (διάλευκος = διάφανος, ξεκάθαρος, σαφής) για να ενισχύσει τις θεωρίες του. Οι παραπάνω γνώμες έρχονται σε σύγκρουση με πολυάριθμες μαρτυρίες αρχαίων συγγραφέων (Αριστοτέλη, Δημοσθένη, Στράβωνα, Αιλιανού, Στοβαίου, Σούδα και άλλων), που άφησαν - οπωσδήποτε αντιφατικά - στοιχεία για τη ζωή και το έργο του μεγάλου Έλληνα νομοθέτη. Σήμερα, ο ιστορικός δε διαθέτει επαρκείς αποδείξεις για να διαψεύσει αποφασιστικά την ύπαρξη του Ζάλευκου, ορισμένοι μάλιστα υποστηρίζουν ότι οι σχετικές θεωρίες δεν αποτελούν παρά αντανάκλαση μιας πολύ γνωστής τάσης ορισμένων ιστορικών: να διακρίνουν - ίσως σωστά - τη γενικότερη ροή των ιστορικών φαινομένων, αλλά να δυσπιστούν και να αρνούνται το ρόλο ορισμένων μεμονωμένων γεγονότων ή συγκεκριμένων ιστορικών προσώπων στη διαμόρφωση τους, φτάνοντας έτσι στο αντίθετο άκρο από εκείνο των ιστοριογράφων (που - αντίστροφα - απαριθμούν απλώς γεγονότα και πρόσωπα, χωρίς να διακρίνουν την ιστορική ροή και τους γενικότερους μηχανισμούς της). Στα πλαίσια βέβαια αυτού του σημειώματος, δεν μπορεί να υπάρχει τελική ιστορική άποψη... Θα πρέπει να σημειωθεί ότι εκφράστηκαν και απόψεις, σύμφωνα με τις οποίες δεν αμφισβητείται η ύπαρξη του Ζάλευκου, αλλά η εποχή στην οποία έδρασε και νομοθέτησε. Ο Ιάμβλιχος, ο Σούδας και άλλοι, υποστήριξαν π.χ. ότι ο Ζάλευκος υπήρξε μαθητής του Πυθαγόρα, πράγμα που ιστορικά δεν ευσταθεί, μια και ο μεγάλος φιλόσοφος υπήρξε κατά ένα αιώνα μεταγενέστερος της γενιάς των πρώτων νομοθετών.
Όχι ταπεινής καταγωγής
Η παράδοση θέλει το Ζάλευκο ταπεινής καταγωγής και μάλιστα δούλο και ποιμένα, που εμπνεύστηκε με θεία επέμβαση τη νομοθεσία του, η οποία και έγινε αμέσως αποδεκτή από την κοινωνία των Επιζεφύριων Λοκρών. Σ' ότι αφορά φυσικά τη θεία προέλευση του νόμου, δεν υπάρχει ιστορικό πρόβλημα, μια και είναι γνωστή η αγωνία των αρχαίων λαών να προσδώσουν στο Δίκαιο υπερφυσικό κύρος.
Όσο για την ταπεινή καταγωγή του Ζάλευκου (σχετική μαρτυρία μας παρέχει και ο Σούδας) πρόκειται για άποψη που γενικά δεν κρίνεται σωστή. Ο Διόδωρος άλλωστε αναφέρει ότι «ο Ζάλευκος ήταν Λοκρός από την Ιταλία ως προς το γένος, άνδρας ευγενής και θαυμαστός για την παιδεία του», πράγμα που φαίνεται λογικό για την τότε πραγματικότητα (ούτε η αριστοκρατία, αλλά ούτε και οι δυνατοί του χρήματος δε θα μπορούσαν ν' ανεχτούν τη διαιτησία ενός ποιμένα και μάλιστα δούλου). Υπάρχουν βέβαια απόψεις ότι η λέξη «ποιμένας» εμφανίζεται στις σχετικές παραδόσεις με αλληγορική σημασία (ότι έχει την έννοια του «καθοδηγητή»). Οι θεωρίες, πάντως, για τη λαϊκή καταγωγή του Ζάλευκου βρήκαν θερμούς υποστηριχτές, σε μεταγενέστερες εποχές, στους εκπροσώπους των δημοκρατικών δυνάμεων, γεγονός όμως που δεν αρκεί για να τους προσδώσει και ιστορικό κύρος.
Με την απειλή του θανάτου
Εντυπωσιακή είναι η σημασία που προσέδωσαν οι Επιζεφύριοι Λοκροί στη σταθερότητα του νόμου, ενόψει των τόσο δυσάρεστων εμπειριών του παρελθόντος. Ο Δημοσθένης μας δίνει μια φοβερή μαρτυρία για το πόσο επικίνδυνη ήταν η απόπειρα μετατροπής του νόμου ή η ψήφιση νέου. Γράφει συγκεκριμένα, ότι όποιος ήθελε να προτείνει νέο νόμο, φορούσε μια θηλιά στο λαιμό και εμφανιζόταν στους «Χίλιους» (το νομοθετικό, δικαστικό και κυβερνητικό σώμα της πόλης) και διατύπωνε την πρόταση του. Αν γινόταν δεκτό, όλα πήγαιναν καλά. Αν όμως απορριπτόταν, τότε ο πολίτης στραγγαλιζόταν επιτόπου... Καταλαβαίνει κανείς ότι κάτω από τις συνθήκες αυτές δεν υπήρχε και τόσο μαζική διάθεση για νομοθετικές μεταρρυθμίσεις. Ο Δημοσθένης μάλιστα αναφέρει ότι σε διάρκεια 200 χρόνων, μόνο ένας νέος νόμος είχε κατορθωθεί να ψηφιστεί. Χαρακτηριστική είναι, εξάλλου, και η μαρτυρία του Πλούταρχου, σύμφωνα με την οποία τιμωρήθηκε κάποτε ένας πολίτης που είχε επιστρέψει στην πόλη μετά από πολύχρονη απουσία, γιατί απλώς ρώτησε τους συμπολίτες του, αν κατά τη διάρκεια της απουσίας του αυτής άλλαξε κάτι εκεί... Γιά τη σταθερότητα του Δικαίου, η μια προϋπόθεση ήταν το αμετάβλητο των νόμων. Η άλλη ήταν να έχουν οι νόμοι αυτοί μια και σταθερή ερμηνεία, έτσι ώστε ν’ αποφεύγεται η καταστρατήγηση, καθώς και η σιωπηρή (μέσο των δικαστικών αποφάσεων) μεταρρύθμιση τους. Για να επιτευχθεί ο στόχος αυτός, ό Ζάλευκος όρισε ότι θα υπήρχε ειδικά εξουσιοδοτημένος λειτουργός, ο Κοσμόπολις, μοναδικός αρμόδιος για να κρίνει αν ο νόμος είχε αυτή ή την άλλη ερμηνεία. Μέχρι εδώ όλα φαίνονται απλά. Όμως η συνέχεια είναι αρκετά πρωτότυπη: όταν κάποιος πολίτης έκρινε ότι η ερμηνεία του Κοσμόπολι ήταν για τον άλφα ή βήτα λόγο λαθεμένη, είχε κάθε δικαίωμα να καταφύγει στους «Χίλιους» και να τους ζητήσει να αποφασίσουν πάνω στη διαφωνία. Αν δεν τους έπειθε, θανατωνόταν την ίδια στιγμή, ενώ αν τους έπειθε, η τύχη αυτή επιφυλασσόταν για τον άτυχο Κοσμόπολι... Με το σύστημα αυτό πιστευόταν ότι εξασφαλιζόταν η σωστή ερμηνεία του νόμου από τον Κοσμόπολι, αλλά και σεβασμός της ερμηνείας αυτής από τους πολίτες.
Οφθαλμός αντί οφθαλμού
Ο Ζάλευκος δεν μπήκε γενικά στη σφαίρα του Δημοσίου Δικαίου, δεν προχώρησε δηλαδή σε μεταρρυθμίσεις που να αφορούν τη διοίκηση της πολιτείας. Η επέμβαση του στο χώρο αυτόν ήταν έμμεση και εκδηλώθηκε με την οριοθέτηση των εξουσιών της υπάρχουσας διοίκησης, έτσι ώστε αυτή να μην αυθαιρετεί. Πολυάριθμες είναι, εξάλλου, οι παραινέσεις και συμβουλές που απηύθυνε προς τους πολίτες και τους άρχοντες, να τηρούν το νόμο και να σέβονται τους θεούς. Στο χώρο του Ποινικού Δικαίου, η επέμβαση του Ζάλευκου ήταν αποφασιστική και πολύτιμη. Σημαντικότερος θεσμός εδώ είναι - σύμφωνα με μαρτυρίες του Εφόρου - ότι ο δικαστής στερείται την εξουσία να επιβάλλει αυθαίρετα όποια ποινή θέλει για το συγκεκριμένο έγκλημα και περιορίζεται στο να τιμωρεί όταν και όπως ορίζει ο νόμος. Τούτο σημαίνει ότι το κάθε έγκλημα είχε, ανάλογα με τη σοβαρότητα του, μια συγκεκριμένη «ποινική διατίμηση», έτσι ώστε ο κολασμός να είναι ανάλογος και να αποφεύγεται κάθε αυθαιρεσία. Είναι περιττό νομίζουμε να τονίσει κανείς την τεράστια σημασία που είχε η παραπάνω ρύθμιση για την εξέλιξη του Δικαίου... Γενικότερα, η ποινική νομοθεσία του Ζάλευκου αναφερόταν σ' εγκλήματα σχετικά με την προσβολή του δημοσίου συμφέροντος, την απαιτούμενη ευσέβεια στους θεούς και την κρατούσα γενετήσια ηθική. Ως προς την προσβολή «ιδιωτικών» συμφερόντων, επικρατεί η αρχή της ανταπόδοσης («αντιπεπονθός»), κυρίως σ’ ότι αφορά την πρόκληση σωματικών βλαβών και το φόνο. Τούτο είναι απόλυτα φυσικό για τα τότε δεδομένα, και αποδεικνύει την άμεση επιρροή των ανατολικών Δικαίων (Κώδικα Χαμουραμπί κ.λπ.) στην ελληνική, περί Δικαίου, αντίληψη. Ειδικότερα, ο Δημοσθένης μας πληροφορεί, ότι ο Ζάλευκος «εάν τις οφθαλμόν εκκόψη, αντεκκόψαι παρασχείν τον εαυτού» (κατά το γνωστό «οφθαλμον αντί οφθαλμού»).
Ήταν απάνθρωπη η νομοθεσία;
Το ερώτημα δεν μπορεί παρά να έχει σχετική απάντηση. Αν θέλουμε να ερμηνεύσουμε το κάθε ιστορικό φαινόμενο με τα δεδομένα της εποχής μας, τότε ναι, ήταν απάνθρωπη. Είναι σκληρό να θανατώνεις εκείνον που φιλοδοξεί να ανανεώσει το Δίκαιο, εκείνον που αμφισβητεί την επίσημη ερμηνεία του νόμου, είναι βάρβαρο να θανατώνεις τον αλκοολικό, να τυφλώνεις το μοιχό, να ακρωτηριάζεις εκείνον που ακούσια ακρωτηρίασε άλλον. Μπορούμε όμως να κρίνουμε το παρελθόν, να κοστολογήσουμε τις αξίες του, οχυρωμένοι πίσω από τις κατακτήσεις του καιρού μας; Νομίζουμε όχι. Με τη λογική αυτή, τι θα μπορούσαν να σκεφτούν οι άνθρωποι του μέλλοντος για την εποχή μας; Τι θα σκεφτούν όταν πληροφορηθούν ότι φυλακίζαμε το ναρκομανή ανήλικο, ότι δέρναμε τον ομοφυλόφιλο, ότι περιφρονούσαμε το γύφτο, ότι εξουθενώναμε τον ανακρινόμενο για να ομολογήσει, ότι εισβάλλαμε στην ανομολόγητη προσωπική ζωή του καθενός για να σκυλέψουμε κάποια δημοσιογραφική επιτυχία; Όχι λοιπόν. Η νομοθεσία του Ζάλευκου δεν ήταν πιο βάρβαρη από τη δική μας, ούτε πιο πολιτισμένη. Ηταν απλώς ανάλογη με τις τότε αξίες και κοινωνικές σκοπιμότητες. Ήταν όμως αναμφισβήτητα πιο αυστηρή. Χαρακτηριστικός είναι ο παρακάτω μύθος του Αιλιανού: κάποτε - γράφει - πιάστηκε ο γιος του ίδιου του Ζάλευκου σαν ένοχος μοιχείας και καταδικάστηκε να τυφλωθεί. Λέγεται ότι τότε ο μεγάλος νομοθέτης δεν απαίτησε χάρη για το παιδί του (εκμεταλλευόμενος το κύρος του), αλλά απλώς ζήτησε το ένα μάτι να αφαιρεθεί από τον ίδιο... Στο χώρο των ιδιωτικών σχέσεων η νομοθεσία του Ζάλευκου χαρακτηρίζεται από βαθύ συντηρητισμό, που αποσκοπεί - όπως φαίνεται - στη μη διατάραξη των συμφωνιών που προέκυψαν από το συμβιβασμό των τάξεων. Η γη απαγορεύεται να πουληθεί, παρά μόνο αν υπάρχει μεγάλη και αποδειγμένη ανάγκη (μαρτυρία του Αριστοτέλη), ενώ δεν επιτρέπεται η εμπορία αγροτικών προϊόντων. Οι δικονομικές διατάξεις είναι απλουστευμένες και για την απόδειξη ενός γεγονότος βαραίνει η προφορική μαρτυρία και όχι ο ψυχρός τύπος...
Το παιχνίδι της εξουσίας
Είναι τουλάχιστον αφελές να βλέπει κανείς το Δίκαιο σαν φαινόμενο ξεκομμένο από τις κοινωνικές του καταβολές, σαν αυτόνομο ηθικό μέγεθος που επινοείται για να εξυπηρετήσει μια αφηρημένα σωστή δεοντολογία. Κάτι τέτοιο θα ήταν εξωπραγματικό. Το Δίκαιο και κάθε μερική του εκδήλωση, δεν αποτελεί παρά έκφραση κοινωνικής σκοπιμότητας, εξωτερικεύει δηλαδή τη βούληση των δυνάμεων που ελέγχουν την κοινωνική ζωή και την εξοπλίζει με δύναμη καταναγκασμού. Ο νόμος - γραπτή υλοποίηση του Δικαίου - ρυθμίζει συγκεκριμένες κοινωνικές σχέσεις και απειλεί κυρώσεις, οριοθετώντας έτσι το αιώνιο παιχνίδι της εξουσίας... Με βάση τα παραπάνω, ο Ζάλευκος, ο νομοθέτης των Επιζεφύριων Λοκρών υπήρξε πρωτοποριακό στοιχείο στην εποχή του και χάραξε αποφασιστικά την ιστορία. Η νομοθεσία του αποτελεί την πρώτη - στον ελληνικό κόσμο αλλά και στον ευρωπαϊκό χώρο - επισημοποίηση μιας εξουσίας, που βασίστηκε στο συμβιβασμό ετερόκλητων κοινωνικών δυνάμεων... Ίσως, από την άποψη αυτή και μόνο, ο Ζάλευκος δικαιούται μια καλύτερη θέση στα ιστορικά εγχειρίδια και στη μνήμη των μεταγενέστερων.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου