Πώς πρέπει να αναζητάμε το νόημα στη ζωή μας.
Η αναζήτηση για νόημα, όπως και η αναζήτηση για την απόλαυση, πρέπει να γίνεται έμμεσα. Το νόημα προέρχεται από μια δραστηριότητα που έχει νόημα: όσο προσπαθούμε να το επιδιώξουμε με προμελετημένο τρόπο, τόσο λιγότερο πιθανό είναι να το βρούμε.
Ο μοναδικός σκοπός της ανθρώπινης ύπαρξης, έγραφε ο Carl Jung στα σημειωματάρια του, είναι να ανάψει ένα φως στο σκοτάδι της ίδιας της ύπαρξης. Σε ένα σύμπαν που δεν έχει σκοπό με την ανθρώπινη έννοια, όπου δεν είμαστε παρά ένα κοσμικό ατύχημα, το σκοτάδι της ίδιας της ύπαρξης, μπορεί εύκολα να μας κατακλύσει και όμως συνεχίζουμε να αγωνιζόμαστε για νόημα. Όσο απέραντο και να είναι το σκοτάδι, συμπλήρωσε ο Στάνλεϋ Κιούμπρικ σε μια συνέντευξη του 1968, πρέπει να φέρουμε το δικό μας φως.
Ο τρόπος με τον οποίο φέρνουμε στην επιφάνεια αυτό το φως, διερευνάται από τον μεγάλο υπαρξιακό ψυχίατρο Ίρβιν Γιάλομ στο απολύτως διαφωτιστικό κλασικό βιβλίο του 1989, «Ο Δήμιος του Έρωτα και άλλες Ψυχοθεραπευτικές Ιστορίες».
Ο Γιάλομ έχει κάνει για την ψυχοθεραπεία ό,τι έκανε ο Oliver Sacks για τη νευρολογία, χρησιμοποιώντας αφηγήσεις από περιστατικά συνεδριών του, προκειμένου να εξετάσει μερικά από τα μεγαλύτερα και πολυετή ανθρώπινα ερωτήματα. Μέσα από τις ιστορίες δέκα θεραπευόμενων, εξετάζει ποιες είναι οι τέσσερις κύριες πτυχές της ψυχοθεραπείας – το αναπόφευκτο του θανάτου, η ελευθερία να διαμορφώσουμε τη ζωή μας, η απόλυτη μοναξιά μας και η απουσία οποιουδήποτε προφανούς νοήματος ή λογικής στη ζωή.
Το τελευταίο από τα τέσσερα, το οποίο ο Γιάλομ θεωρεί το υπαρξιακό ανθρώπινο δίλημμα ενός όντος που ψάχνει για νόημα και βεβαιότητα σε ένα σύμπαν που δεν έχει κανένα από τα δύο, είναι ταυτόχρονα το πιο άπιαστο όσο και το πιο γόνιμο, γιατί ενσωματωμένα σε αυτό, βρίσκονται τα άλλα τρία. Ο Γιάλομ γράφει:
Αν ο θάνατος είναι αναπόφευκτος, αν όλα τα επιτεύγματά μας και ολόκληρο το ηλιακό μας σύστημα καταστραφούν μία ημέρα, αν ο κόσμος μας είναι σχετικός (δηλαδή, όλα θα μπορούσαν να ήταν διαφορετικά), αν τα ανθρώπινα όντα πρέπει να κατασκευάσουν τον κόσμο και την ανθρώπινη πρόθεση μέσα σε αυτόν τον κόσμο, τότε ποιο διαρκές νόημα μπορεί να υπάρχει στη ζωή;
Είμαστε πλάσματα που αναζητούν νόημα. Βιολογικά, τα νευρικά μας συστήματα είναι οργανωμένα με τέτοιο τρόπο ώστε ο εγκέφαλος να συγκεντρώνει αυτόματα τα εισερχόμενα ερεθίσματα σε παραμέτρους. Το νόημα παρέχει επίσης την αίσθηση της κυριαρχίας: αν νιώθουμε αβοήθητοι και μπερδεμένοι εν όψει τυχαίων, αδιευκρίνιστων γεγονότων, επιδιώκουμε να τα βάλουμε σε μία τάξη και, με τον τρόπο αυτό, να αποκτήσουμε μια αίσθηση ελέγχου πάνω τους. Ακόμη πιο σημαντικό είναι ότι το νόημα γεννά αξίες και, ως εκ τούτου, τον κώδικα συμπεριφοράς: έτσι η απάντηση στις «ερωτήσεις του γιατί» (Γιατί ζω;) παρέχει μια απάντηση στις «ερωτήσεις του πώς» (Πώς μπορώ να ζήσω;).
Πράγματι, ολόκληρη η ιστορία της ανθρωπότητας σχετικά με το πώς να ζήσει βασίζεται σε αυτήν την αναζήτηση του νοήματος. Και όμως ο Γιάλομ υποστηρίζει ότι μπορούμε να αναζητήσουμε το νόημα μόνο με έμμεσο τρόπο. Με μια αίσθηση που θυμίζει την Βιρτζίνια Γούλφ για το παράδοξο της γραφής για την ψυχή, ισχυρίζεται:
Η αναζήτηση για νόημα, όπως και η αναζήτηση της ευχαρίστησης, πρέπει να γίνεται έμμεσα. Το νόημα προέρχεται από μια δραστηριότητα που μας κάνει νόημα: όσο περισσότερο σκοπεύουμε να το ακολουθήσουμε εσκεμμένα, τόσο λιγότερο πιθανό είναι να το βρούμε. Τα ορθολογικά ερωτήματα που μπορεί κανείς να θέσει για το νόημα, ξεπερνούν τις απαντήσεις. Στη θεραπεία, όπως και στη ζωή, η ύπαρξη νοήματος είναι ένα υποπροϊόν της αφοσίωσης και της δέσμευσης και εκεί είναι όπου οι θεραπευτές πρέπει να κατευθύνουν τις προσπάθειές τους – όχι ότι η δέσμευση παρέχει την ορθολογική απάντηση στις ερωτήσεις για το νόημα, αλλά μετατρέπει αυτά τα ερωτήματα σε μη σημαντικά.
Τόσο στη θεραπεία όσο και στη ζωή, αυτή η παράλληλη λάμψη του νοήματος, απαιτεί την καλλιέργεια ενός επιπέδου άνεσης με την αβεβαιότητα και να αναρωτιόμαστε συνεχώς αυτό που η Hannah Arendt όρισε τόσο αξιοσημείωτα: τα «αναπάντητα ερωτήματα» που μας κάνουν ανθρώπους. Στη συνέχεια ζητά, για να παραφράσουμε τα αθάνατα λόγια του Rilke, να βιώνουμε αυτά τα ερωτήματα. Ο Γιάλομ γράφει:
Η ικανότητα να ανεχθούμε την αβεβαιότητα είναι προαπαιτούμενη… Ο ισχυρός πειρασμός να αποκτήσουμε την βεβαιότητα με την αποδοχή μίας ιδεολογικής σχολής και ενός αυστηρού θεραπευτικού συστήματος είναι επικίνδυνος: μια τέτοια πεποίθηση μπορεί να εμποδίσει την αβέβαιη και αυθόρμητη συνάντηση, που είναι απαραίτητη για την αποτελεσματική θεραπεία.
Πρέπει να υποθέσω ότι το να γνωρίζουμε, είναι καλύτερο από το να μην γνωρίζουμε, το να τολμούμε να εξερευνούμε από το να μην τολμούμε και ότι η μαγεία και η ψευδαίσθηση, όσο πλούσιες, όσο γοητευτικές και να είναι, αποδυναμώνουν τελικά το ανθρώπινο πνεύμα.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου